Από την «Κελέση» και τον «Σαράφη» των ανώνυμων, προστατευόμενων όπως λέγονται μαρτύρων, των ελληνικών δικαστικών δεδομένων στην υπόθεση Novartis, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ασχολήθηκε με την υπόθεση των «Μακάροφ» και «Μεντβέντεφ», δύο άλλων ανώνυμων μαρτύρων που κατέθεσαν σε ποινική δίκη τρομοκρατίας στη Ρωσία.
Και δικαίωσε σε πρόσφατη απόφασή του μετά την προσφυγή τους, τους καταδικασθέντες από τα δικαστήρια της Ρωσίας οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι το δικαίωμα τους σε δίκαιη δίκη παραβιάστηκε, διότι τα εθνικά δικαστήρια απέρριψαν το αίτημά τους να αποκαλυφθεί η ταυτότητα των μαρτύρων κατηγορίας.
Όπως αναφέρει το ΕΔΔΑ στην απόφασή του «το Δικαστήριο παρατήρησε ότι χορηγήθηκε ανωνυμία στους μάρτυρες «Μακάροφ» και «Μεντβέντεφ» επειδή οι ίδιοι φοβούνταν για την ασφάλειά τους. Το Δικαστήριο υπενθύμισε σχετικά ότι ο υποκειμενικός φόβος του μάρτυρα δεν αρκεί και τα δικαστήρια πρέπει να διεξάγουν κατάλληλες έρευνες για να προσδιορίσουν, πρώτον, εάν υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για ύπαρξη φόβου και, δεύτερον, αν οι αντικειμενικοί λόγοι υποστηρίζονται από αποδεικτικά στοιχεία».
Ωστόσο, τονίζεται πως δεν υπήρξε κανένα στοιχείο της δικογραφίας ότι το δικαστήριο είχε ελέγξει αν οι μάρτυρες διακατέχονταν από φόβο που να δικαιολογείται αντικειμενικά. «Είναι σημαντικό ότι οι προσφεύγοντες δεν κατηγορήθηκαν για βίαιες πράξεις και κανένας από τους άλλους μάρτυρες που κατέθεσαν εναντίον τους και των οποίων η ταυτότητα ήταν γνωστή δε δήλωσε ότι φοβόταν για την ασφάλειά του ή παραπονέθηκε για απειλές ή πιέσεις από τους προσφεύγοντες. Συνεπώς, το δικαστήριο δεν αιτιολόγησε την απόφασή του να χορηγήσει ανωνυμία στους μάρτυρες «Μακάροφ» και «Μεντβέντεφ» επισημαίνεται.
Καθοριστική η κατάθεση στην καταδίκη τους
Το ΕΔΔΑ σημειώνει ότι οι εθνικές δικαστικές αρχές άκουσε πολλούς μάρτυρες κατηγορίας να καταθέτουν ότι οι προσφεύγοντες ήταν μέλη της Hizb ut-Tahrir, μίας εξτρεμιστικής οργάνωσης και καταδικάστηκαν για υποκίνηση μίσους και συμμετοχή σε οργάνωση που απαγορεύτηκε λόγω της εξτρεμιστικής της δραστηριότητας.
Όμως, όπως, αναφέρει, «οι δηλώσεις των μαρτύρων «Μακάροφ» και «Μεντβέντεφ» ήταν η μόνη απόδειξη ότι οι προσφεύγοντες μοίραζαν φυλλάδια κοντά σε ένα τζαμί. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το αδίκημα της δημόσιας διανομής φυλλαδίων συνιστά ξεχωριστό αδίκημα σύμφωνα με τα άρθρα 282 § 2 (γ) του Ποινικού Κώδικα. Ως προς αυτό το αδίκημα, οι καταθέσεις των ανώνυμων μαρτύρων ήταν η καθοριστική βάση για την καταδίκη και των τριών προσφευγόντων».
«Δεδομένης της σημασίας των αποδεικτικών στοιχείων από ανώνυμους μάρτυρες στην παρούσα υπόθεση, το Δικαστήριο όφειλε να υποβάλει τη διαδικασία σε πιο διεξοδικό έλεγχο προκειμένου να βεβαιωθεί εάν υπήρχαν επαρκείς παράγοντες αντιστάθμισης, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης ισχυρών διαδικαστικών εγγυήσεων, ώστε να είναι δυνατή η δίκαιη και κατάλληλη αξιολόγηση της αξιοπιστίας αυτών των αποδεικτικών στοιχείων» σημειώνει το ΕΔΔΑ.
Με τις κουκούλες δεν μπορούσε κανείς να κρίνει τις καταθέσεις
Το ΕΔΔΑ παρατήρησε ότι στην παρούσα υπόθεση, όχι μόνο οι ίδιοι οι προσφεύγοντες, αλλά και οι δικηγόροι τους και ο δικαστής δεν μπορούσαν να δουν τους μάρτυρες στο δικαστήριο ή να ακούσουν τις φωνές τους αφού ήταν παραμορφωμένες.
«Επομένως, δεν ήταν σε θέση να παρατηρήσουν τη συμπεριφορά των μαρτύρων ή να ακούσουν τον τόνο της φωνής τους, προκειμένου να προβούν σε μια εκτίμηση της ειλικρίνειάς τους. Επιπλέον, παρόλο που οι προσφεύγοντες και οι δικηγόροι τους μπόρεσαν να υποβάλουν ερωτήσεις στους μάρτυρες, το γεγονός ότι δεν τους δόθηκαν ουσιαστικά λεπτομέρειες σχετικά με τους μάρτυρες, όπως η προσωπικότητά τους ή το υπόβαθρό τους, υπονόμευσε την ικανότητά τους να διεξάγουν αποτελεσματική κατ’ αντιπαράθεση εξέταση και, ειδικότερα, και επομένως δε μπόρεσαν να προβάλουν τυχόν λόγους που μπορεί να έχει ο μάρτυρας για να πει ψέματα και, συνεπώς, να αμφισβητήσει την αξιοπιστία των δηλώσεών τους. Τέλος, δεν προέκυπτε στην απόφαση ότι ο δικαστής προσέγγισε τα ανώνυμα αποδεικτικά στοιχεία με προσοχή. Συγκεκριμένα, ο δικαστής δεν έδειξε να γνωρίζει ότι οι δηλώσεις ανώνυμων μαρτύρων είχαν μικρότερο αποδεικτικό βάρος και δεν αιτιολόγησε γιατί τις έκρινε αξιόπιστες, λαμβάνοντας υπόψη και τα υπόλοιπα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία» τονίζεται.
Και καταλήγει: «Δεδομένου ότι δεν διαπιστώθηκαν βάσιμοι λόγοι για τη χορήγηση ανωνυμίας στους εν λόγω μάρτυρες και, ιδίως, λόγω της σημασίας των αποδεικτικών στοιχείων αυτών, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν επαρκείς παράγοντες αντιστάθμισης για να διασφαλιστεί ότι τα δικαιώματα υπεράσπισης των προσφευγόντων δεν περιορίζονται σε βαθμό ασυμβίβαστο με τις εγγυήσεις του άρθρου 6 §§ 1 και 3 (δ) της Σύμβασης (σ.σ. περί δίκαιης δίκης). Υπήρξε, επομένως, παραβίαση της διάταξης αυτής».
Πηγή: www.echrcaselaw.com – bloko.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις