Πώς μία συμμορία λήστεψε το διάσημο κοσμηματοπωλείο – Η μυστηριώδης «Άννα», τα πρόσωπα που αναζητούνται και η πρόσφατη καταδίκη ενός εξ αυτών
Η γνωστή σε όλους φράση «Τα διαμάντια είναι ο καλύτερος φίλος κάθε κοριτσιού» από τα χείλη της Μέριλιν στην ταινία «Οι άντρες προτιμούν τις ξανθές» φαίνεται να βρίσκει για πρώτη φορά τον φυσικό της χώρο στο κοσμηματοπωλείο Boodles, ένα από τα σημαντικότερα στο χώρο του κοσμήματος, που άνοιξε τις πύλες του στη Μεγάλη Βρετανία, το 1798 ή όπως είπε κάποτε ο διευθύνων σύμβουλός του, Μάικλ Γουέινραιτ: «Σε πολλά κορίτσια αρέσουν τα διαμάντια κάποια όμως τα λατρεύουν, και αυτά ακριβώς είναι τα κορίτσια που κυνηγάμε!».
Ένα τέτοιο κορίτσι έφτασε στο εμβληματικό κατάστημα της Νew Bond street την Πέμπτη 10 Μαρτίου του 2016, στις 11.09 το πρωί. Φορούσε σκούρο παλτό, μεταξωτό φουλάρι και σινιέ καπέλο ενώ μιλούσε με βαριά γαλλική προφορά. Το όνομά της, είπε, ήταν «Άννα», το επάγγελμά της «ειδικός πολύτιμων λίθων» και αποστολή της ο έλεγχος της αυθεντικότητας και της ποιότητας επτά μεγάλων διαμαντιών για λογαριασμό ενός πλούσιου Ρώσου που είχε συμφωνήσει να τα αγοράσει έναντι του ποσού των 4,2 εκατομμύρια λιρών. Η Άννα κατέβηκε στο υπόγειο εκθετήριο συνοδευόμενη από τον αδερφό του Μάικλ Γουέινραιτ και πρόεδρο του Boodles, Νικ, ο οποίος φημίζεται στους κύκλους των πλουσίων για την εξαιρετική τεχνική του στις πωλήσεις. Ο Νικ είχε ταξιδέψει μια εβδομάδα νωρίτερα στο Μονακό για να διαπραγματευτεί τη συναλλαγή με το αφεντικό της «Άννας», έναν άνδρα που του συστήθηκε ως «Αλεξάντερ», καθώς και με έναν ακόμη που είχε οργανώσει τη συνάντηση, με το όνομα «Σάιμον Γκλας».
Εκείνη την ημέρα, ακριβώς 56 λεπτά από τη στιγμή που η «Άννα» πέρασε την βαριά πόρτα του κοσμηματοπωλείου, έχοντας δηλώσει ιδιαιτέρως ικανοποιημένη από τα διαμάντια που μόλις είχε ελέγξει, πέταξε ένα γαλλικότατο “au revoir” και βγήκε από το κατάστημα περπατώντας στην NewBond Street. Στην πραγματικότητα, η «Άννα» είχε μόλις πραγματοποιήσει μια από τις πλέον ριψοκίνδυνες και θρασύτατες ληστείες στην ιστορία, αφού με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις αντικατέστησε την κασετίνα όπου βρίσκονταν τα διαμάντια που δήθεν εκτίμησε, με μία άλλη, ακριβώς ίδια, γεμάτη από άχρηστα βότσαλα. Αργότερα θα προέκυπτε ότι είχε κρύψει τα πραγματικά διαμάντια σε μια κρυφή θήκη της τσάντας της και πως έφυγε από το κοσμηματοπωλείο σαν… κυρία παίρνοντάς τα μαζί της.
Λεπτομέρειες της απίστευτης αυτής απάτης δημοσιοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα στο δικαστήριο του Southwark Crown Court, όπου ένας από τους συνεργάτες της «Άννας» -η οποία δεν έχει ταυτοποιηθεί ούτε εντοπισθεί μέχρι σήμερα όπως άλλωστε και τα διαμάντια-, ο 27χρονος Μίκαελ Γιοβάνοβιτς, καταδικάσθηκε σε φυλάκιση τριών ετών και οκτώ μηνών, μετά από μια επίπονη έρευνα τριών ετών της Scotland Yard.
Σύμφωνα με τη δικογραφία αυτή ήταν η μεγαλύτερη, από άποψη αξίας κλοπιμαίων, ληστεία που έγινε ποτέ στη Μεγάλη Βρετανία και εκτελέσθηκε στον χώρο από ένα και μόνο άτομο. Μία ληστεία που άνετα μπορεί να συγκριθεί με την πλοκή της ταινίας « Η συμμορία των 11», των ταινιών «Ροζ Πάνθηρα» του Πίτερ Σέλλερς και την ταινία του 1981 «Οι κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού» στην οποία ο ήρωας Ιντιάνα Τζόουνς αντικαθιστά ένα πολύτιμο χρυσό είδωλο με μια σακούλα με άμμο. Ωστόσο, η συμμορία που διέπραξε αυτή την περίτεχνη απάτη αξίας 4,2 εκατομμυρίων λιρών, δεν φαίνεται να την εμπνεύστηκε από κάποια ταινία αλλά από κάτι πολύ πιο κοινότυπο όπως λόγου χάρη από ένα ντοκιμαντέρ…
Μία ληστεία «εμπνευσμένη» από… ντοκιμαντέρ
Πηγές με γνώσεις επάνω στη μετέπειτα έρευνα, θεωρούν ότι στην πραγματικότητα η εν λόγω ληστεία ήταν εμπνευσμένη από ένα ντοκιμαντέρ του Channel 4 με τον τίτλο «The Million Pound Necklace: Inside Boodles» – «Το κολλιέ του ενός εκατομμυρίου λιρών – Στα άδυτα του Boodles», το οποίο προσέφερε μια «προνομιακή ματιά» στους τηλεθεατές πίσω από τις πόρτες της οικογενειακής εταιρείας.
Η εκπομπή όχι μόνο εξοικείωσε τους τηλεθεατές με το εξαιρετικά πολύτιμο απόθεμα πολύτιμων λίθων και κοσμημάτων της εταιρείας, που διαχειρίζεται καθημερινά στα εννέα καταστήματά της, αποκαλύπτοντας ότι η γκάμα τους περιλαμβάνει και ένα μοναδικό σετ από σμαραγδένια κοσμήματα αξίας 2,8 εκατομμυρίων λιρών, αλλά σύστησε επίσης την οικογένεια Γουέινραϊτ στο κοινό, και κάπως έτσι τους προσέγγισε η συμμορία.
Κρίσιμο είναι πως η εκπομπή έδειξε επίσης ότι τα στελέχη της εταιρείας είχαν τη συνήθεια να ταξιδεύουν στο Μονακό, εκεί όπου αργότερα τους « προσέγγισαν» συνεργάτες της «Άννας» προκειμένου να βρίσκουν πελάτες σε κοκτέιλ πάρτι και εκδηλώσεις «στο κόκκινο χαλί». Επιπλέον, το ντοκιμαντέρ παρείχε στους δράστες της ληστείας πληροφορίες για το δίκτυο των εμπόρων διαμαντιών που συνεργάζονται με την Boodles για την προμήθεια των πολύτιμων πρώτων υλών τους. Όπως δήλωσε αργότερα κάποιος συνεργάτης της διάσημης εταιρείας κοσμημάτων: «Το ντοκιμαντέρ του Channel 4 ήταν αρκετά «παιχνιδιάρικο» και έδωσε την εντύπωση ότι η Boodles διευθύνεται από μια οικογένεια ελαφρώς αδέξιων Βρετανών κυριλέδων. Επίσης παρείχε κάθε είδους σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την οικογένεια Γουέινραϊτ…».
Κινηματογραφική ληστεία
Για να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε η ληστεία, πρέπει να ταξιδέψουμε στον Φεβρουάριο του 2016, περίπου 18 μήνες μετά την πρώτη προβολή του ντοκιμαντέρ. Μια μέρα εκείνου του μήνα, ο Νικ Γουέινραϊτ έρχεται σε επαφή με τον «Σάιμον Γκλας», ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ήταν συνεργάτης κάποιου κοινού τους γνωστού. Ο «Γκλας» είπε ότι ενδιαφερόταν να αγοράσει διαμάντια υψηλής αξίας ως επένδυση και κατάφερε να πείσει τον κ. Γουέινραϊτ να ταξιδέψει στο Μονακό για μια συνάντηση πρόσωπο με πρόσωπο με μια ομάδα επενδυτών. Ο κοσμηματοπώλης συναντήθηκε με τρεις άντρες, συμπεριλαμβανομένου του «Αλεξάντερ», ο οποίος «φαινόταν να είναι εκείνος που κινούσε τα νήματα».
Στη συνέχεια επιτεύχθηκε συμφωνία σύμφωνα με την οποία η ομάδα των τριών θα αγόραζε επτά συγκεκριμένα διαμάντια. Ωστόσο, για να επαληθεύσουν ότι ήταν το μέγεθος και η ποιότητα που ήθελαν, οι Ρώσοι ζήτησαν να τους επιτραπεί να επιθεωρήσει τις πέτρες κάποιος συνεργάτης τους γεμολόγος (επιστήμονας εξειδικευμένος στους πολύτιμους λίθους) στο κεντρικό κατάστημα Boodles την New Bond street. Η συμφωνία – που πιστεύεται ότι είναι σχετικά συνηθισμένη στο εμπόριο διαμαντιών – ήταν ότι τα διαμάντια θα επιθεωρούνταν και στη συνέχεια θα τοποθετούνταν μέσα σε μια κασετίνα, της οποίας ο γεμολόγος των αγοραστών θα κλείδωνε με λουκέτο κρατώντας ο ίδιος το κλειδί, έτσι ώστε να μην μπορεί να παραβιαστεί το περιεχόμενό του. Στη συνέχεια, η κασετίνα θα φυλασσόταν από την Boodles έως ότου το κατάστημα λάμβανε στον λογαριασμό του τραπεζική μεταφορά ύψους 4,2 εκατομμυρίων λιρών από τον αγοραστή, οπότε και θα παραδίδονταν σ΄ αυτόν. Δεν ήταν το είδος της συμφωνίας που συνήθως κάνουν οι Boodles, αλλά ο Νικ Γουέινραϊτ έκρινε ότι ήταν μια πολύ καλή τιμή για αυτά τα επτά διαμάντια πιστεύοντας ότι οι Ρώσοι πληρώνουν πολύ καλά και θεωρώντας πως έχουν περισσότερα χρήματα παρά μυαλό.
Κάπως έτσι «τυφλώθηκε» και δεν κατάλαβε ότι επρόκειτο για απάτη. Και κάπως έτσι στήθηκε η παγίδα. Η ληστεία απαιτούσε άψογη χωροταξική μελέτη και περίπλοκο χρονοδιάγραμμα ακριβείας. Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 7 Μαρτίου, όταν ένα μέλος της συμμορίας, ο Κρίστοφερ Στάνκοβιτς, – που όπως και οι περισσότεροι από τους συνεργάτες του είναι Γάλλοι υπήκοοι Αλβανικής καταγωγής- νοίκιασε ένα Citroen DS4 hatchback στο αεροδρόμιο Σαρλ Ντε Γκολ στο Παρίσι. Δύο ημέρες αργότερα, αυτός και ο Γιοβάνοβιτς έφτασαν στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω της σήραγγας της Μάγχης και εγκαταστάθηκαν στο ξενοδοχείο Best Western στο Ilford, με δύο γυναίκες συνεργούς. Στην άλλη άκρη του Λονδίνου εκείνο το απόγευμα, η «Άννα» και μια άλλη γυναίκα, η ταυτότητα της οποίας είναι άγνωστη, έφτασαν με τρένο από το Παρίσι και εγκαταστάθηκαν στο Cricklewood Lodge Hotel, ένα οικονομικό ξενοδοχείο του Βόρειου Λονδίνου. Στις 20.15 μ.μ., η «Άννα» συναντήθηκε με τους Στάνκοβιτς και Γιοβάνοβιτς σε ένα καφέ της περιοχής. Το τρίο έφτασε με το Citroen στην New Bond street, στο Κεντρικό Λονδίνο, όπου έκαναν «αναγώριση» του καταστήματος Boodles και της περιοχής γύρω απ΄αυτό.
Το επόμενο πρωί – ημέρα της ληστείας – τα τέσσερα μέλη της συμμορίας που είχαν μείνει στο Ilford έκαναν check out από το ξενοδοχείο και οδήγησαν ως την Bond street , όπου έφτασαν περίπου στις 9.30 π.μ. Η «Άννα» και η συνεργάτιδά της από τη μεριά τους πήραν ένα ταξί και πήγαν στην παμπ «Willow Walk», κοντά στον σταθμό της Βικτόρια, όπου τις περίμεναν οι συνεργοί τους με τις βαλίτσες τους.
Μια ώρα μετά η «Άννα» συναντήθηκε στο Boodles με τον κ. Γουέινραϊτ και μία συνεργάτιδά του γεμολόγο, την Έμμα Μπάρτον. Συνοδευόμενη από τους ίδιους στο υπόγειο, η «Άννα» κάθισε δίπλα σε ένα τραπέζι και «επιθεωρούσε» καθένα από τα επτά διαμάντια, πριν τυλίξει το καθένα σε χαρτομάντηλο για να το μεταφέρει στην κασετίνα με το λουκέτο, την οποία και κλείδωσε, κρατώντας η ίδια ο κλειδί.
Σύμφωνα με ενημερωμένες πηγές, τόσο η Μπάρτον όσο και ο Γουέινραϊτ υποπτεύθηκαν την «Άννα» σε αυτό το σημείο. «Ήταν μια γυναίκα μέσης ηλικίας, η οποία μιλούσε πολύ λίγα αγγλικά και δεν φαινόταν να χειρίζεται τους πολύτιμους λίθους με τον τρόπο που θα περίμενε κάποιος από έναν εκπαιδευμένο γεμολόγο», είπαν αργότερα προσθέτοντας: «Για παράδειγμα, προσπάθησε να χρησιμοποιήσει έναν αισθητήρα θερμικής αγωγιμότητας, μια συσκευή που χρησιμοποιείται για να επιβεβαιώσει ότι ένα διαμάντι είναι γνήσιο, αλλά δεν μπόρεσε να το κάνει να λειτουργήσει και έπρεπε να δανειστεί ένα άλλο από την Έμμα Μπάρτον. Επίσης, δεν πραγματοποίησε μερικούς από τους ελέγχους που συνήθως κάνουν οι ειδικοί. Όπως αποδείχθηκε, ήταν πολύ καλύτερη στα ταχυδακτυλουργικά κόλπα παρά στο να υποδύεται την γεμολόγο».
Σε αυτό το χρονικό σημείο, ο Νικ Γουέινραϊτ έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον «Αλεξάντερ», τον υποτιθέμενο Ρώσο αγοραστή λίγο πριν το μεσημέρι. Καθώς έφυγε από το δωμάτιο για να μιλήσει, η «Άννα» γλίστρησε ξαφνικά την κλειδωμένη κασετίνα με τους πολύτιμους λίθους στην τσάντα της. «Η Έμμα Μπάρτον είπε στην «Άννα» ότι δεν μπορούσε να το κάνει αυτό υποδεικνύοντάς της να αφήσει πάλι την κασετίνα στο τραπέζι», δήλωσε ο εισαγγελέας Νικ Σκοτ στο δικαστήριο. «Η Άννα φαινόταν μπερδεμένη και έκανε όπως της είπαν. Χωρίς όμως να την δει η Έμμα Μπάρτον η «Άννα» είχε στην πραγματικότητα τοποθετήσει μια άλλη, ίδια κασετίνα πάνω στο τραπέζι». Η υποψιασμένη κυρία Μπάρτον ενημέρωσε τον κ. Γουέινραϊτ για το τι είχε συμβεί. Αφού ολοκλήρωσε το σύντομο τηλεφώνημά του, ο επικεφαλής του Boodles ρώτησε την «Άννα» αν μπορούσε να ελέγξει την τσάντα της, προληπτικά, πριν φύγει. Ωστόσο, όπως ειπώθηκε στο δικαστήριο, τα πραγματικά διαμάντια είχαν τοποθετηθεί σε μια κρυφή θήκη της τσάντας κι έτσι ο κ. Γουένραϊτ δεν βρήκε κάτι.
Στη συνέχεια, η «Άννα» έφυγε από το κατάστημα λίγο μετά το μεσημέρι και περπάτησε στην New Bond Street μεταφέροντας κλεμμένα διαμάντια αξίας 4,2 εκατομμυρίων λιρών. Σε ελάχιστη απόσταση την συνάντησαν οι δύο γυναίκες συνεργάτιδες του Στάνκοβιτς και του Γιοβάνοβιτς. Πλάνα από κάμερα ασφαλείας τη δείχνουν να βάζει γρήγορα τα διαμάντια σε μία από τις τσάντες τους πριν επιστρέψει στην παμπ Willow Walk, όπου άλλαξε ρούχα σε μια προφανή προσπάθεια να παραπλανηθούν οι ντετέκτιβ που θα μελετούσαν τα βίντεο από τις κάμερες ασφαλείας. Εκείνη και ο συνεργός που την περίμενε εκεί πήγαν στη συνέχεια στον σταθμό Κινγκς Κρος και πήραν ένα τραίνο Eurostar για το Παρίσι.
Εν τω μεταξύ, ο Στάνκοβιτς και ο Γιοβάνοβιτς μαζί με τις δύο γυναίκες που είχαν τώρα τα διαμάντια, πήγαν με διαφορετικά ταξί στον κυκλικό κόμβο του Γκάντ Χιλ στο Ανατολικό Λονδίνο όπου συναντήθηκαν, μπήκαν στο Citroen και επέστρεψαν στη Γαλλία μέσω της σήραγγας της Μάγχης. Καθ ‘οδόν, από μια κάμερα φάνηκε πως το Citroen σταμάτησε στον αυτοκινητόδρομο Α12 για να αποθέσει ένα αντικείμενο μέσα σε μια σχάρα αποχέτευσης. Παραμένει ασαφές ποιο ήταν αυτό το αντικείμενο, αλλά μέσα σε τρεις ώρες, είχαν κι αυτοί εγκαταλείψει το Ηνωμένο Βασίλειο.
Μόλις το επόμενο απόγευμα στον οίκο Boodles συνειδητοποίησαν ότι είχαν πέσει θύματα απάτης και ληστείας. Επειδή ο «Αλεξάντερ» δεν είχε μεταφέρει στον λογαριασμό τους τα 4,2 εκατομμύρια λίρες, έστειλαν την κλειδωμένη κασετίνα κοσμημάτων σε μια εξειδικευμένη εγκατάσταση στο Χίθροου για να περάσει από ακτίνες, μια διαδικασία που αποκάλυψε ότι κάτι «δεν φαίνεται να είναι απόλυτα σωστό», σύμφωνα με έγγραφα του δικαστηρίου. Όταν άνοιξαν την κασετίνα, ο πανικόβλητος κοσμηματοπώλης ανακάλυψε ότι περιείχε επτά βότσαλα «παρόμοιου μεγέθους» με τα διαμάντια. Μέχρι τότε, η συμμορία είχε φύγει πολύ μακριά.
Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τόσο έξυπνοι όσο νόμιζαν. Ευτυχώς, η εκτεταμένη παρακολούθηση καμερών ασφαλείας από την Scotland Yard αποκάλυψε σύντομα τις διαδρομές μέσω των οποίων είχε διαφύγει η ομάδα. Οι ντετέκτιβ μπόρεσαν να εντοπίσουν το Citroen στην εταιρεία μίσθωσης στο Παρίσι, η οποία τους έδωσε το όνομα του Στάνκοβιτς. Συνελήφθη το 2016 ενώ πετούσε για το Μάντσεστερ. Ο Γιοβάνοβιτς αποκαλύφθηκε επειδή είχε χρησιμοποιήσει το πραγματικό του όνομα για να κάνει κράτηση για τα εισιτήρια του Τούνελ της Μάγχης για το Citroen. Εκδόθηκε διεθνές ένταλμα σύλληψης και τελικά συνελήφθη στη Βόρεια Ιταλία φέτος τον Ιανουάριο. Από τότε είναι στη φυλακή.
Τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας -που πιστεύεται ότι είναι επτά συνολικά άτομα– παραμένουν ασύλληπτα, αν και οι ντετέκτιβ θεωρούν πως έχουν ταυτοποιήσει τους περισσότερους, πράγμα που σημαίνει ότι σφίγγει ο κλοιός γύρω τους.
Όσο για το κοσμηματοπωλείο Boodles, οι ιδιοκτήτες του έχουν ανακτήσει ένα μικρό ποσό χρημάτων από τις δικαστικές διαδικασίες εναντίον των δύο καταδικασθέντων, αλλά εξακολουθούν να έχουν χάσει εκατομμύρια.
Είναι πιθανό να σκεφτούν δύο φορές, στο μέλλον, πριν επιτρέψουν σε τηλεοπτικές κάμερες να μπουν στους επιχρυσωμένους εκθεσιακούς χώρους τους. Και είναι αμφίβολο αν οι κοσμηματοπώλες της καλής αγγλικής κοινωνίας κάνουν ξανά με τόση ευκολία δουλειές με μυστηριώδεις Ρώσους και εξωτικές γυναίκες που κρατούν μεγάλες τσάντες…
protothema.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις