Ο πόλεμος στον Καύκασο, που ξεκίνησε στις 27 Σεπτεμβρίου 2020, με επίθεση του Αζερμπαϊτζάν κατά της Αρμενίας, φαίνεται πως ήταν χαμένος για το Ερεβάν προτού καν ξεκινήσει

Μόνο ρωσικά στρατεύματα θα αναπτυχθούν στη σημερινή γραμμή που βρίσκονται τα στρατεύματα του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας, διαβεβαίωσε η εκπρόσωπος Τύπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρίγια Ζαχαροβα.

Προηγουμένως, είχαν κυκλοφορήσει φήμες, σύμφωνα με τις οποίες θα αναπτύσσονταν από τη μια μεριά ρωσικές και από την άλλη τουρκικές «ειρηνευτικές» δυνάμεις.

Ο πόλεμος στον Καύκασο, που ξεκίνησε στις 27 Σεπτεμβρίου 2020, με επίθεση του Αζερμπαϊτζάν κατά της Αρμενίας, φαίνεται πως ήταν χαμένος για το Ερεβάν προτού καν ξεκινήσει.

Σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές, ήδη από τον Οκτώβριο, οι αζερικές δυνάμεις είχαν καταφέρει σοβαρά πλήγματα και είχαν προωθηθεί σε στρατηγικά σημεία.

Στην αρχή του Νοεμβρίου ήταν εμφανές ότι η Αρμενία κινδύνευε να χάσει την πόλη – κλειδί, Σούσι. Οπως τώρα δηλώνει ο πρόεδρος της αυτόνομης περιοχής του Ναγκόρνο Καραμπάχ, Αράϊκ Αρουτιουνιάν, ήδη από τις 5 Νοεμβρίου απειλείτο σοβαρά και στις 7 του μηνός η πόλη είχε πλέον χαθεί.

Συμφωνία «ειρήνης» (;)

Χτες, μετά από διπλωματικό μαραθώνιο σχεδόν δύο μηνών, υπογράφτηκε τελικά η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός από τον πρωθυπουργό της Αρμενίας, Νικόλα Πασινιάν, τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίγιεφ, και τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμηρ Πούτιν.

Λίγο μετά ο Πασινιάν ανέφερε ότι αναγκάστηκε να πάρει αυτή την «βαρύτατη απόφαση», είπε ότι οι Αρμένιοι «δεν είμαστε ούτε νικητές ούτε νικημένοι» και πως «ποτέ δεν θα μας θεωρήσω νικημένους».

Κάτι που, εμμέσως πλην σαφέστατα, οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η Αρμενία δεν άντεχε άλλο, και επέλεξε να μην χάσει παραπάνω από ό,τι έχει χάσει έως τώρα.

Ο ίδιος, τώρα, εξαιτίας σοβαρών αντιδράσεων, κινδυνεύει να ανατραπεί και να βυθιστεί η Αρμενία σε νέα πολιτική κρίση.

Στο εξής, βέβαια, θα ακολουθήσουν διαπραγματεύσεις για το τι θα «δώσει» το Ερεβάν και τι θα καταφέρει να κρατήσει.

Χαμένη, λοιπόν, η Αρμενία και εν μέρει κερδισμένο το Αζερμπαϊτζάν.

Η Ρωσία αν και κατάφερε να διατηρήσει το στάτους της ως καθοριστικής δύναμης στην περιοχή, βλέπει τώρα την Τουρκία να ξαναμπαίνει μετά από έναν αιώνα στη θεωρούμενη ρωσική «ζώνη σρατηγικών συμφερόντων». Και, μάλιστα, όχι από το παράθυρο, αλλά από την κύρια είσοδο.

Και, βέβαια, η Μόσχα μπορεί να απέφυγε την ανοικτή εμπλοκή και παρουσία του ΝΑΤΟ στον Καύκασο, κάτι που απεύχετο, αλλά δεν παύει να έχει πλέον στα πόδια της ένα κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ, την Τουρκία.

Είναι, μάλιστα, άγνωστο εάν η ίδια η ηγεσία του ΝΑΤΟ θα «επενδύσει» στην τουρκική παρουσία στον Καύκασο, προκειμένου να ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στη Ρωσία. Κάτι, αλλωστε, που φέρεται να κάνει και στη Λιβύη.

Πανηγυρισμοί στην Άγκυρα

Όπως ήταν αναμενόμενο, η ήττα της Αρμενίας προκάλεσε πανηγυρισμούς στην Άγκυρα.

Ενδεικτικές είναι οι αναρτήσεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος συγχαίρει το Μπακού και υπογραμμίζει ότι οι Τούρκοι «θα συνεχίσουν να είναι ενιαίος λαός, και μια καρδιά, με τα αδέλφια μας τους Αζέρους».

Η Αγκυρα επένδυσε πολλά σε αυτόν τον πόλεμο. Εξάλλου, χάρις στην καθοριστική συμβολή της σε οπλικά συστήματα και εκπαίδευση του στρατού του Αζερμπαϊτζάν, το Μπακού αποφάσισε να ξεκινήσει και να κερδίσει τον πόλεμο.

Διπλή νίκη

Με την ήττα της Αρμενίας, η Τουρκία καταφέρνει να πετύχει τη δεύτερη νίκη της, έστω και δι’ αντιπροσώπων.

Η μια ήταν στη Λιβύη, όπου φαίνεται να εδραιώνει την παρουσία της, χάρις στην κυβέρνηση – μαριονέτα της Τρίπολης και την πόλη – σύμμαχό της, Μισράτα. Η δεύτερη είναι τώρα στον Καύκασο.

Το εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι η Άγκυρα προέβη σε αυτές τις κινήσεις σε μια περίοδο, κατά την οποία οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε προεκλογική – εκλογική περίοδο, και ουδόλως ασχολούνταν σε υψηλό πολιτικό επίπεδο με την ευρύτερη περιοχή.

Να σημειωθεί πως, τώρα, σε αυτό το «κενό» μεσοδιάστημα μέχρι να αναλάβει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, εκφράζονται φόβοι ότι δεν αποκλείεται να κλιμακώσει τις επιθετικές κινήσεις της και σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου. Ειδικά μετά τη «νίκη» στον Καύκασο.

Πόλεμος drones

Καθοριστικής σημασίας για την έκβαση του πολέμου ήταν η τεχνολογική υπεροχή που διέθετε η αζέρικη πλευρά.

Χάρις στα έσοδα από τους ενεργειακούς πόρους της που τους εξαγάγει κυρίως στη Δύση, το Μπακού, με την βοήθεια της Άγκυρας, άρχισε, ήδη από τη δεκαετία του 1990 να οικοδομεί τις Ένοπλες Δυνάμεις του.

Ταυτόχρονα, ενώ μεγάλωνε πληθυσμιακά το Αζερμπαϊτζάν, μειωνόταν ο πληθυσμός της Αρμενίας, εξαιτίας της μετανάστευσης και της φτώχειας, ενώ οι Ενοπλες Δυνάμεις της αποδυναμώνονταν.

Έτσι, καίριας σημασίας στον πόλεμο αποδείχτηκε η ενίσχυση του Αζερμπαϊτζάν, μεταξύ των άλλων με τουρκικά και με ισραηλινά drones (μη επανδρωμένα αεροσκάφη).

Στην πραγματικότητα επρόκειτο για «πόλεμο των drones». Κάτι από το οποίο η ελληνική πλευρά καλείται να εξάγει τα συμπεράσματά της, δεδομένου ότι και στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία τα χρησιμοποιεί κατά κόρον, τη στιγμή που η Ελλάδα υπολείπεται σε αυτόν τον τομέα.

Να σημειωθεί, πάντως, πως καθοριστικής σημασίας στον τομέα των εξοπλισμών, ήταν και η ισραηλινή συμβολή, αφού ουσιαστικά το Τελ Αβίβ παρείχε στο Μπακού ιδιαιτέρως προωθημένα οπλικά συστήματα και, βέβαια, drones.

Το Ισραήλ, μάλιστα, κατάφερε να αποσπάσει τεράστια εξοπλιστικά συμβόλαια από το Αζερμπαϊτζάν.

Βέβαια, ο λόγος που το Τελ Αβίβ στήριξε το Μπακού, ήταν οι στενές γέφυρες συνεννόησης που είχε στήσει η Αρμενία με το Ιράν.

Μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ως γνωστόν, προωθεί το Ισραήλ και στην Ελλάδα.

Άδειασμα και από τη Δύση

Είναι εντυπωσιακό, αλλά ο τελευταίος πόλεμος στον Καύκασο, στην αυλή δηλαδή της Ευρώπης, διεξήχθη υπό το αδιάφορο βλέμμα ολόκληρης της Δύσης.

Κι’ αυτό παρ’ ότι οι Αρμένιοι θα μπορούσαν να είχαν αποσπάσει την ανοικτή στήριξη της Δύσης, εκτός των άλλων, χάρις και στο ισχυρό αρμενικό λόμπι στις ΗΠΑ, τη Γαλλία και αλλού.

Κάτι τέτοιο, όμως, δεν έγινε. Αφενός λόγω των στενών ενεργειακών σχέσεων της Δύσης με το Μπακού, αφετέρου επειδή η Δύση εμφανιζόταν απρόθυμη να έρθει σε ανοικτή αντιπαράθεση με τη Μόσχα. Σε μια περιοχή, μάλιστα, που η τελευταία θεωρεί «εγγύς ζώνη στρατηγικών συμφερόντων» της.

Ο ρόλος της Μόσχας

Στην πραγματικότητα, παρ’ ότι η Ρωσία διαθέτει -μεγάλες και στρατηγικής σημασίας, μάλιστα- στρατιωτικές βάσεις εντός της Αρμενίας, ανέκαθεν προτιμούσε τις ισορροπίες με το Αζερμπαϊτζάν και την Αρμενία.

Έτσι, επεδίωκε να έχει στενές σχέσεις με το Μπακού, αλλά και να μην «θυσιάσει» το Ερεβάν.

Να σημειωθεί ότι το Ναγκόρνο Καραμπάχ, το οποίο είναι αυτόνομη περιοχή με αρμενικό πληθυσμό, ουδέποτε είχε αναγνωριστεί ως τμήμα της Αρμενίας ούτε από τη Ρωσία, ούτε και διεθνώς.

Επρόκειτο, ουσιαστικά, για ένα ακόμη «Κοσσυφοπέδιο» του Καυκάσου.

Αλλά και το Μπακού, από τη μεριά του, ουδόλως ήθελε να χαλάσει τις σχέσεις του με τη Μόσχα. Γι’ αυτό, εξάλλου, φέρεται να απέφευγε την ευθεία προσέγγιση με το ΝΑΤΟ.

Κάτι που επουδενί ήθελε να δει η Μόσχα στον Καύκασο. Πόσο μάλλον, που ηδη η Γεωργία είναι στη διαδικασία «σύνδεσης» με το ΝΑΤΟ.

Τις όποιες προσπάθειες έκανε το Μπακού για σύσφιγξη των σχέσεών του με το ΝΑΤΟ, όπως είναι αναμενόμενο, τις σαμπόταρε η Αρμενία και το διεθνές αρμενικό λόμπι.

Αντίθετα, κατά πληροφορίες, το Τελ Αβιβ φαίνεται πως στήριζε την περαιτέρω προώθηση του Μπακού προς τη Δύση, εξαιτίας της δυσαρέσκειάς του από τις σχέσεις Αρμενίας – Ιράν.

Ετσι, λοιπόν, ούτε το ΝΑΤΟ έμπαινε, μέσω του Αζερμπαϊτζάν, στον Καύκασο, ούτε η Αρμενία έχανε εδάφη, ούτε και γίνονταν κινήσεις αμφισβήτησης της ρωσικής παρουσίας (και στρατιωτικής) στην περιοχή.

Το πραγματικό διακύβευμα

Όσο διατηρείτο αυτή η κατάσταση ακινησίας, το ονομαζόμενο «αδιέξοδο του Καραμπάχ», ήταν όλοι ικανοποιημένοι.

Δεδομένης, όμως, της ενδυνάμωσης του Αζερμπαϊτζάν και της τουρκικής στήριξης στο Μπακού, ήταν εμφανές ότι οι Αζέροι ετοιμάζονταν για «δυναμική» επίλυση του προβλήματος.

Κάτι που έγινε ολοφάνερο την Ανοιξη του 2016, όταν ο Ιλχάμ Αλίγιεφ, δείχνοντας ότι δεν είναι διατεθειμένος να περιμένει άλλο, ξεκίνησε την αζέρικη επίθεση κατά της Αρμενίας.

Αποτέλεσμα ήταν να καταληφθούν κάποιες κατοικημένες περιοχές του Καραμπάχ.

Τελικά, η επίθεση, όπως λέγεται, σταμάτησε μετά από τηλεφώνημα του Πούτιν στον Αλίγιεφ.

Τότε, το σενάριο που προτάθηκε, ήταν να δώσει η Αρμενία στο Αζερμπαϊτζάν πέντε από τις επτά επαρχίες που είχε κερδίσει παλιότερα, στη δεκαετία του 1990.

Αυτό φέρεται να επεδίωκε και τότε και σήμερα το Αζερμπαϊτζάν. Κοντολογίς, το πραγματικό διακύβευμα και του τελευταίου πολέμου φαίνεται πως δεν ήταν το Καραμπάχ, για το οποίο άλλωστε μάχονται εδώ και αιώνες οι Αρμένιοι, αλλά οι υπόλοιπες περιοχές.

Κάτι, βέβαια, που μένει να φανεί τώρα, οπότε κανονικά θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Κατά τις τότε πληροφορίες, ο Πούτιν κατάφερε να έχει την έγκριση τόσο του Ιλχάμ Αλίγιεφ, όσο και του πρώην προέδρου και πρωθυπουργού της Αρμενίας, Σέρζ Σαρκισιάν στο «σχέδιο των 5 επαρχιών».

Βέβαια, ως λέγεται, ο Σαρκισιάν ροκάνιζε τον χρόνο. Αλλά, όταν ήταν όλα έτοιμα για την υλοποίησή του, ανατράπηκε από τον Νικόλα Πασινιάν, σημερινό πρωθυπουργό της Αρμενίας.

Ο τελευταίος, σήμερα, επίσης κινδυνεύει με ανατροπή, εξαιτίας της επαίσχυντης συμφωνίας, όπως τον κατηγορούν οι επικριτές του.

Ο Πασινιάν φέρεται να ήταν περισσότερο προσανατολισμένος προς τη Δύση, απέρριπτε κατηγορηματικά το σενάριο της επιστροφής των 5 επαρχιών.

Οι χειρισμοί αυτοί λέγεται ότι έφεραν τη Μόσχα σε πολύ δύσκολη θέση. Από την άλλη, για τη Δύση, το σχέδιο των 5 επαρχιών, θεωρείτο ότι θα άνοιγε τον δρόμο για ακόμα μεγαλύτερη σύσφιγξη των σχέσεων Μόσχας – Μπακού, και, ως εκ τούτου, ουδόλως έγινε δεκτό με … ενθουσιασμό.

Όπως και να’ χει, το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε σχέδιο των 5 επαρχιών φαίνεται πως ήταν το πρόσχημα για να ξεκινήσει η νέα αζέρικη επίθεση κατά της Αρμενίας, στις 27 Σεπτέμβριου 2020.

 

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις