Αποκαλυπτικές αναλύσεις από τον Ρωσικό αντιπολιτευόμενο Τύπο

Πώς σχετίζονται οι πρόσφατες πολύνεκρες ρωσικές επιθέσεις εναντίον των -προστατευόμενων από την Αγκυρα- τζιχαντιστών, στη Συρία, με τον πόλεμο στον Καύκασο; Σε ποια σημεία τα βρίσκουν Ρωσία και Τουρκία στη Συρία και σε ποια συγκρούονται; Τι αντιτιθέμενα συμφέροντα έχουν οι δύο χώρες στη Λιβύη; Ποιες είναι οι «κόκκινες γραμμές» της Μόσχας στον Καύκασο; Γιατί μπαίνει «σφήνα» η Τουρκία στην Κριμαία, η οποία έχει προσαρτηθεί από τη Ρωσία;

Και το κυριότερο: Πώς είναι δυνατόν, από τη μια οι δύο χώρες να έρχονται συχνά ακόμα και σε ένοπλες αντιπαραθέσεις, και από την άλλη να βρίσκονται σε -έστω- «λυκοσυμμαχία». Τι είναι, εν τέλει αυτό που τις φέρνει κοντά;

Η γνωστή αντιπολιτευόμενη, ρωσική εφημερίδα, Νόβαγια Γκαζέτα» «Νέα Εφημερίδα»), εκτιμά ότι κοινή συνισταμένη «συνεννόησης» της Μόσχας με την Άγκυρα είναι η Δύση και τα προβλήματα που έχουν οι δυο τους μαζί της.

«Συρία, Λιβύη, Καραμπάχ: γιατί κατά καιρούς υπάρχει μεγάλη ένταση ανάμεσα σε Ρωσία και Τουρκία, αλλά παρά ταύτα παραμένουν αμοιβαίως επωφελούμενοι εταίροι;», διερωτάται η εφημερίδα.

Συρία: Βομβαρδισμοί «φιλότουρκων»

Πρόσφατα, αναφέρει η εφημερίδα, η περιοχή της επαρχίας Ιντλίμπ στη Συρία, η τελευταία μη ελεγχόμενη από τον Μπασάρ Άσαντ «ζώνη αποκλιμάκωσης», βρέθηκε και πάλι στις ειδήσεις. Οι ένοπλες συγκρούσεις συνεχίζονται.

Ένα από τα σημαντικότερα περιστατικά καταγράφηκε στις 26 Οκτωβρίου 2020. Σύμφωνα με πληροφορίες, ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη έπληξαν το στρατόπεδο της οργάνωσης «Φαϊλάκ αλ Σαμ», με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 78 άνθρωποι και να τραυματιστούν δεκάδες. Ήταν οι μεγαλύτερες απώλειες μέσα σε μία μέρα από τη σύναψη εκεχειρίας μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν τον Μάρτιο 2020.

Αυτό δεν ήταν ένα συνηθισμένο χτύπημα κατά των τζιχαντιστών. Η οργάνωση «Φαϊλάκ αλ Σαμ» αποτελεί την ηγετική φατρία του Εθνικού Μετώπου Απελευθέρωσης του Συριακού Εθνικού Στρατού, «την αγαπημένη ένοπλη οργάνωση της Τουρκίας στην επαρχία Ιντλίμπ», έγραψε στο λογαριασμό του στο Twitter ο Ομέρ Οζκιζίλτσικ, ειδικός αναλυτής για θέματα Συρίας του κέντρου πολιτικών μελετών SETA, που πρόσκειται στην τουρκική κυβέρνηση.

«Η Τουρκία πληρώνει τους επαναστάτες, τους οποίους υποστηρίζει στο Ιντλίμπ, μέσω της “Φαϊλάκ αλ Σαμ”. Αυτή η οργάνωση διασφαλίζει την τουρκική παρουσία στο Ιντλίμπ και αποτελεί το σημαντικότερο μέρος της ρωσο-τουρκικής συμφωνίας για κατάπαυση του πυρός», εξήγησε ο ίδιος.

Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, αντέδρασε έντονα σε αυτή την ενέργεια.

Αρμενία – Αζερμπαϊτζάν

Η τελευταία σύρραξη, στην οποία τα ρωσικά και τα τουρκικά συμφέροντα συγκρούστηκαν άμεσα, σημειώνει η εφημερίδα, «Νόβαγια Γκαζέτα», ήταν η κλιμάκωση της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.

Στην περιοχή, εδώ και παραπάνω από έναν μήνα μαίνονταν σκληρές μάχες. Το εμφανές πλεονέκτημα του Αζερμπαϊτζάν τόσο στη ξηρά, όσο κυρίως στον αέρα, εξασφαλίστηκε από την πολιτική και την στρατιωτική υποστήριξη της Τουρκίας, η οποία, τα τελευταία χρόνια, επένδυσε σημαντικά στην εκπαίδευση και στον εξοπλισμό του Αζέρικου στρατού, και τον προμήθευσε με όπλα.

Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν τον τελευταίο καιρό, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ βρίσκονται επίσης μισθοφόροι μαχητές από τη Συρία, οι οποίοι, μάλλον, δεν θα μπορούσαν να βρεθούν στον Νότιο Καύκασο χωρίς τη βοήθεια της Τουρκίας. Η Άγκυρα, βέβαια, το αρνείται.

Είναι προφανές ότι σε αυτή τη σύγκρουση η Ρωσία θα έχει τον αποφασιστικό ρόλο. Το Αζερμπαϊτζάν, όμως, ζητά τη συμμετοχή της Τουρκίας σε οποιεσδήποτε ειρηνευτικές διαδικασίες.

Γενικά η Μόσχα δεν αντιδρά στη συμμετοχή της Τουρκίας, αλλά αποκλειστικά και μόνο ως μέλος της Ομάδας του Μίνσκ, της οποίας ηγείται η Ρωσία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ.

Προφανώς, η Ρωσία δεν σκοπεύει να αφήσει την Τουρκία να πλησιάσει πολύ κοντά και να ανεχθεί την ενίσχυση των τουρκικών θέσεων στον Καύκασο.

Ακριβώς για αυτόν τον λόγο η ρωσική επίθεση στη Συρία κατά των φιλοτουρκικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης μοιάζει σαν μια υπενθύμιση της Μόσχας προς τον εταίρο της, που έχει ξεχαστεί στο παιχνίδι. Και κατά τον συνήθη της τρόπο, η Μόσχα δεν θα σχολιάσει αυτές τις ενέργειες.

«Ο βέλτιστος αλγόριθμος»

Παρά τις σημαντικές γεωπολιτικές διαφωνίες, ακόμα και τη συμμετοχή σε τρεις πολεμικές συρράξεις (Συρία, Λιβύη, Καύκασος) σε διαφορετικά όμως χαρακώματα, η Ρωσία και η Τουρκία διατηρούν υψηλό και αρκετά σταθερό επίπεδο συνεργασίας.

«Οι χώρες και οι ηγέτες μας βρήκαν τον βέλτιστο αλγόριθμο αλληλόδρασης, που τους επιτρέπει να συγκεντρωθούν πρώτα απ’ όλα στα κοινά μας συμφέροντα, ενώ τις διαφωνίες να τις αντιληφθούν υπό ένα πρίσμα, που, κατά κανόνα, τους επιτρέπει να τις βγάλουν από την ατζέντα, και να συναντηθούν κάπου στο μέσο», έχει πει ο Ρώσος πρέσβης στην Άγκυρα, Αλεξέι Γιερχόφ.

Σημαντικό είναι ότι οι δύο πλευρές σέβονται τις «κόκκινες γραμμές» η μια της άλλης και δεν προσπαθούν να ανακατευτούν στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου.

Στη Ρωσία, για παράδειγμα, ζουν εκατομμύρια άνθρωποι τουρανικής καταγωγής και Μουσουλμάνοι, η Άγκυρα, όμως, δεν αποπειράται να παρέμβει, ενώ η Ρωσία δεν προσπαθεί να παίξει σοβαρά με το κίνημα των Κούρδων στην Τουρκία.

Για την επιτυχία των ρωσο-τουρκικών σχέσεων είναι δυνατόν, μάλλον, να βρεθεί και μια πιο απλή εξήγηση, η απο-ιδεολογικοποίηση και ο σκληρός πραγματισμός (ουσιαστικά, παζάρι), καθώς και η κοινή επιθυμία να δημιουργήσουν αντιστάθμισμα στη Δύση.

Καύκασος – Κριμαία – S-400

Λίγο πριν τα ρωσικά πλήγματα κατά των -φίλιων προς την Τουρκία- δυνάμεων στο Ιντλίμπ, στη Συρία, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε επαινέσει τον Ερντογάν για την ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική του.

Να σημειωθεί πως τον Πούτιν δεν τον ενόχλησε ούτε καν ότι μερικές ημέρες νωρίτερα στον Ερντογάν απονεμήθηκε από τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βλαντίμιρ Ζελένσκι, το παράσημο του «πρίγκιπα Γιαροσλάβ Μούντρι», μεταξύ άλλων, για «την υποστήριξή του προς την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας».

Ως γνωστόν, εξάλλου, «η Τουρκία δεν αναγνωρίζει και δεν πρόκειται να αναγνωρίσει ποτέ την “προσάρτηση” της Κριμαίας», όπως έχει δηλώσει επανειλημμένα ο Ερντογάν.

Ο Πούτιν, ωστόσο, διαβεβαιώνει ότι δεν βλέπει σε αυτό κανένα πρόβλημα. Εξάλλου, όπως λέει ο Ρώσος πρόεδρος με την Τουρκία η Ρωσία κατάφερε να υλοποιήσει το σχέδιο του αγωγού φυσικού αερίου, «Turk Stream», ενώ με την Ευρώπη «αναμασάμε αυτό το θέμα εδώ και χρόνια».

Εκτός αυτού, προς απογοήτευση των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία αγόρασε από τη Ρωσία τα συστήματα αεροπορικής άμυνας S-400 και από τις 13 έως τις 17 Οκτωβρίου 2020 διεξήγαγε δοκιμές στα βόρεια της χώρας.

Για αυτό, οι ΗΠΑ έχουν απειλήσει τον Ερντογάν με κυρώσεις.

«Ναι, διεξήχθησαν δοκιμές και διεξάγονται», δήλωσε ο Ερντογάν. «Και δεν σκοπεύουμε να ζητήσουμε άδεια από τις ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι οι κύριοι αυτοί ανησυχούν επειδή υπάρχουν εδώ ρωσικά όπλα».

Η δήλωση αυτή ακούστηκε ως ιδιαίτερα φιλορωσική.

Σοβιετική Ένωση – Ατατούρκ

Τελικά, ποιες σχέσεις συνδέουν τη Ρωσία και την Τουρκία; Πρόκειται για εταιρική σχέση και συνεργασία ή είναι σχέσεις ανταγωνισμού και διαμάχης;

Φυσικό αέριο, τουρίστες και χρήση πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς. Η Ρωσία και η Τουρκία έχουν πολλά κοινά και συγκρουόμενα συμφέροντα, καθώς και μια περίπλοκη ιστορία στις σχέσεις.

Για τέσσερις αιώνες οι χώρες πολέμησαν τουλάχιστον 12 φορές και στα διαστήματα μεταξύ των πολέμων ανέπτυξαν με επιτυχία τις οικονομικές σχέσεις και την πολιτική συνεργασία.

Μετά τη διάλυση της Ρωσικής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η σοβιετική ηγεσία υποστήριξε το κίνημα για την ανεξαρτησία της Ανατολίας με επικεφαλής τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας.

Μέχρι το θάνατο του Ατατούρκ, το 1938, οι σχέσεις των δύο χωρών αναπτύχθηκαν φιλικά. Ωστόσο, μετά, η Τουρκική Δημοκρατία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου βρέθηκε στο αντίπαλο στρατόπεδο μαζί με τις Δυτικές χώρες.

Η συνεργασία, όμως, συνεχίστηκε τόσο στη δεκαετία του ’60, όσο και στη δεκαετία του ’70: η ΕΣΣΔ βοήθησε την Τουρκία να διαμορφώσει σχέδιο για την ανάπτυξή της βαριάς βιομηχανίας, μεταφέροντάς σε αυτήν την απαραίτητη τεχνογνωσία, την οποία οι Δυτικές χώρες δεν βιαζόταν να μοιραστούν.

Στενές οικονομικές – τουριστικές σχέσεις

Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, οι σχέσεις Ρωσίας – Τουρκίας άρχισαν να αναπτύσσονται γρήγορα τόσο στον οικονομικό, όσο και στον πολιτιστικό τομέα.

Να μερικά βασικά στοιχεία.

Σήμερα, ο ετήσιος κύκλος εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών φτάνει στα 26 δισ. δολάρια ετησίως.

Μέχρι την «κρίση του 2015», όταν η Τουρκία κατέρριψε ένα ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος, η Τουρκία είχε αγοράσει από τη Ρωσία παραπάνω από το μισό απαιτούμενο για αυτήν όγκο φυσικού αερίου, και από το 2007 είχε γίνει ο δεύτερος σε ποσότητες καταναλωτής ρωσικών καυσίμων.

Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Τουρισμού της Τουρκίας, από τα 51 εκατ. τουρίστες, που επισκέφθηκαν τη χώρα το 2019 (την τελευταία χρονιά πριν την πανδημία), 7 εκατ. ήταν Ρώσοι.

Η Ρωσία εισάγει από την Τουρκία οικιακές συσκευές και εξοπλισμό, ρούχα, υποδήματα, υφάσματα και αγροτικά προϊόντα.

Οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρίες καθιερώθηκαν στη ρωσική αγορά και από τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 (όταν προσκλήθηκαν στη Ρωσία) υλοποίησαν συμβόλαια ύψους άνω από των 82 δισ. δολαρίων.

Επίσης οι Τούρκοι έχτισαν κτίρια για τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στο Σότσι το 2014 και για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου το 2018. Τα ρωσικά συμβόλαια αποτελούν το 20% του συνόλου των τουρκικών κατασκευαστικών σχεδίων στο εξωτερικό.

Οι Ρώσοι αγοράζουν ακίνητα στις τουρκικές ακτές και οι μικτοί γάμοι ανέρχονται σε χιλιάδες.

Πυρηνικά – φυσικό αέριο

Η εποχή Πούτιν – Ερντογάν συνοδεύτηκε από την διεύρυνση των οικονομικών σχέσεων, η οποία έγινε ακόμα πιο βαθιά και πολιτικοποιημένη. Αυτό γίνεται εμφανές κυρίως την τελευταία δεκαετία.

Αρχίζοντας από το 2010, οι δύο χώρες υπέγραψαν μια σειρά σημαντικών διακυβερνητικών συμφωνιών. Ανάμεσά τους, η κατασκευή από τη Ρωσία του πρώτου πυρηνικού σταθμού στην Τουρκία του «Ακούγιου», αξίας 22 εκατομμυρίων δολαρίων.

Αυτός ο σταθμός έχει στρατηγική σημασία για την Τουρκία, επειδή δεν έχει αναπτύξει δική της τεχνολογία στον τομέα της ατομικής ενέργειας.

Φέτος ξεκίνησε ήδη η κατασκευή του δεύτερου αντιδραστήρα του πυρηνικού σταθμού ισχύος 4800 MW. Υπολογίζεται ότι ο σταθμός θα παράγει περίπου 35 δισεκατομμύρια KW (κιλοβατώρες) ετησίως.

Στα τέλη του 2014, η Ρωσία ακύρωσε το σχέδιο του φυσικού αερίου «North Stream» μέσω της Βουλγαρίας και το 2016 ξεκίνησε το εναλλακτικό σχέδιο «Turk Stream», που επέτρεψε στη Ρωσία, παρακάμπτοντας την Ουκρανία, να προμηθεύσει με φυσικό αέριο τον πολλά υποσχόμενο Τούρκο καταναλωτή.

Επιπλέον, σύμφωνα με τους ειδικούς, από το 2011 η Ρωσία επενδύει σε τέτοιους τομείς, όπως η ενέργεια, η μεταλλουργία, οι τραπεζικές υπηρεσίες και η αυτοκινητοβιομηχανία, κάτι που της επιτρέπει όχι μόνο να βγάζει τεράστια κέρδη, αλλά και να έχει σημαντικούς μοχλούς επιρροής στην Τουρκία.

Καύκασος – Ουκρανία – Συρία

Παράλληλα, ωστόσο, η εποχή του Ερντογάν-Πούτιν συνδέεται με σημαντικές διαφωνίες στις ρωσο-τουρκικές σχέσεις.

Είναι ενδεικτικό ότι στην περίπτωση των περισσοτέρων συγκρούσεων, στις οποίες εμπλέκεται η Ρωσία, η Τουρκία δεν συμφωνεί με τις θέσεις της Μόσχας.

Έτσι, η Άγκυρα δεν αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας (σ.σ. Καύκασος), όπως επίσης και την ενοποίηση της Κριμαίας με τη Ρωσία.

Εκτός αυτού, η Αγκυρα συνεχώς εκφράζει σοβαρή ανησυχία όσον αφορά στις συλλήψεις και στις σωματικές έρευνες των ακτιβιστών Τατάρων της Κριμαίας, οι οποίοι θεωρούνται«συγγενείς» με τους Τούρκους.

Η σοβαρότερη δοκιμασία στις ρωσο-τουρκικές σχέσεις ήταν η πολιτική κρίση στη Συρία, όπου η Ρωσία υποστήριξε τον Μπασάρ Άσαντ, ενώ η Τουρκία ακολούθησε την πλευρά της αντιπολίτευσης.

Στο Ιντλίμπ, στη Συρία, μέχρι τώρα παραμένει ο κίνδυνος άμεσης ρωσο-τουρκικής πολεμικής σύγκρουσης.

Το τελευταίο έτος, στη Συρία, σημειώθηκαν δύο φορές σκληρές ένοπλες αντιπαραθέσεις, όπου τα συμφέροντα των δύο χωρών αποκλίνουν ριζικά.

Τους ενώνει η ένταση με τη Δύση

Η πολιτική της Τουρκίας στη Συρία διαμορφώνεται σε σημαντικό βαθμό από το«Κουρδικό ζήτημα». Ζήτημα που οδήγησε στη διεύρυνση των διαφωνιών της με τις ΗΠΑ και στην προσέγγιση της Τουρκίας με τη Ρωσία.

Ταυτόχρονα, η σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας χάλασε τελείως μετά από την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος στην Τουρκία τη νύχτα της 15ης προς 16η Ιουλίου 2016, διοργανωτής του οποίου θεωρείται ο ιερέας και πολιτικός Φετουλάχ Γκιουλέν, που ζει στις ΗΠΑ.

Οι Δυτικές χώρες δεν εξέφρασαν την αναγκαία, κατά την άποψη της Άγκυρας, υποστήριξη στην ηγεσία της Τουρκίας, ενώ οι ΗΠΑ αρνήθηκαν κατηγορηματικά να εκδώσουν τον Γκιουλέν. Αντίθετα, η Ρωσία υποστήριξε πλήρως τον Ταγίπ Ρετζέπ Ερντογάν και επέκρινε έντονα την απόπειρα πραξικοπήματος.

Εκτός αυτού, η Δύση άρχισε να ασκεί συχνότερα κριτική στην τουρκική ηγεσία για την ενίσχυση αυταρχικών τάσεων, για αδικαιολόγητες συλλήψεις μελών της αντιπολίτευσης, Κούρδων πολιτικών, δημοσιογράφων, νομικών και για άλλες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Παράλληλα, εξαιτίας της ενοποίησης (σ.σ. η Δύση μιλάει για προσάρτηση) της Κριμαίας με τη Ρωσία και του πολέμου στην περιοχή του Ντονμπάς (σ.σ. Ανατολική Ουκρανία), οι σχέσεις της Ρωσίας – Δύσης επίσης επιδεινώθηκαν.

Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν, ο Πούτιν και ο Ερντογάν να αποκτήσουν μια σταθερή βάση για την ενίσχυση των σχέσεών τους.

Αυτή είναι οι εντελώς τεταμένες σχέσεις τους με τη Δύση και η απόλυτη προτεραιότητα να διατηρήσουν τα καθεστώτα τους.

Λιβύη

Εκτός της Συρίας, όπου η Μόσχα υποστηρίζει τον Άσαντ και η Τουρκία τον υπονομεύει και τον χαρακτηρίζει«δολοφόνο», υποστηρίζοντας την«συριακή αντιπολίτευση» και τζιχαντιστές, το 2019 η Λιβύη έγινε ακόμη μία χώρα, όπου η Ρωσία και η Τουρκία βρέθηκαν σε αντίθετα στρατόπεδα.

Οι εικόνες από το λιντσάρισμα του Καντάφι (2011) τάραξαν τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος είχε μαζί του καλές προσωπικές σχέσεις.

Εκτός τούτου, κατά τη διάρκεια της επίσημης επίσκεψης στην Τρίπολη το 2008, ο πρόεδρος της Ρωσίας χάρισε στη Λιβύη χρέος 4,5 δισ. δολαρίων με αντάλλαγμα τη σύναψη μερικών συμφωνιών ύψους πολλών δισεκατομμυρίων και πολιτικών συμφωνιών.

Έτσι, δεν ήταν μόνο ο θάνατος του Καντάφι, αλλά και οι μεγάλες χρηματικές απώλειες για τις ρωσικές εταιρείες. Πρώτα απ’ όλα για την “Tatneft”, την “Gazprom” και τους «Ρωσικούς Σιδηροδρόμους».

Μετά τον θάνατο του Καντάφι, η Λιβύη βυθίστηκε στον εμφύλιο πόλεμο και έγινε καταφύγιο για ριζοσπαστικές οργανώσεις και τζιχαντιστές, περιλαμβανομένου του ISIS.

Στα τέλη του 2015, η ειρηνευτική διαδικασία υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, είχε ως αποτέλεσμα την «Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας» του Φαγιέζ αλ Σαράτζ, η οποία θεωρείται ως η διεθνώς αναγνωρισμένη.

Ωστόσο, στην ανατολική Λιβύη, η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της Βουλής της Λιβύης (Βουλή Αντιπροσώπων), που εδρεύει στην πόλη Τομπρούκ και δεν αναγνωρίζει την κυβέρνηση του Σαράτζ.

Ο Σαράτζ συνήψε με τον Ερντογάν μια σειρά από οικονομικές συμφωνίες, που διασφαλίζουν τα τουρκικά ενεργειακά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και στρατιωτική συμφωνία για συνεργασία, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία μπορεί να αποστείλει στρατεύματα στη Λιβύη, αν της το ζητήσει η κυβέρνηση.

Χωρίς τη σχέση της με τη Λιβύη, η Τουρκία δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα στρατηγικά της συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, και γι’ αυτό η Άγκυρα κάνει οτιδήποτε για την παραμονή του Σαράτζ στην ηγεσία της χώρας.

Και εδώ, όμως, τα συμφέροντα της Ρωσίας είναι διαφορετικά. Με τις δυνάμεις της «Βάγκνερ», ενός μισθοφορικού στρατού, την επίσημη ύπαρξη του οποίου, καθώς και τη σχέση μαζί του, η Μόσχα δεν παραδέχεται, η Ρωσία υποστηρίζει τους στρατιωτικούς αντιπάλους του Σαράτζ στην ανατολική Λιβύη.

Γι’ αυτό διατηρεί στενή επαφή με τον πρώην σύμμαχο του Καντάφι, τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, φανατικό αντίπαλο των ισλαμιστών.

Το 2016, ο Χαφτάρ επισκέφθηκε τη Μόσχα δύο φορές, συναντήθηκε με τον Υπουργό Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκού, τον υπουργό Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, καθώς και με τον επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας, Νικολάι Πάτρουσεφ.

Το 2017 ήρθε πάλι για διαβουλεύσεις στη Μόσχα. Τον Απρίλιο του 2019 ο Χαφτάρ αποπειράθηκε να καταλάβει με έφοδο την πρωτεύουσα της Λιβύης, την Τρίπολη, με σκοπό την κατάληψη της εξουσίας. Τα σχέδια του χάλασε ο Ερντογάν, ο οποίος παρείχε στρατιωτική βοήθεια στην κυβέρνηση αλ Σαράτζ.

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις