Οι συγκυρίες απαιτούν έναν αναβαθμισμένο μηχανισμό παραγωγής εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας

Να αναδείξει την επιτακτική ανάγκη να επανιδρυθεί και να εδραιωθεί μία ισχυρή κρατική ραχοκοκαλιά, επιχειρεί ο Βασίλης Νέδος στην Καθημερινή. Αφού επισημάνει ότι η κύρια πρόκληση ασφάλειας του 21ου αιώνα αποτελεί για την Ελλάδα ο επιθετικός τουρκικός επεκτατισμός, εν συνεχεία αναλύει τις διαρθρωτικές αδυναμίες και τα οργανωτικά ελλείμματα του Υπουργείου Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας.

«Η ανάρτηση χαρτών και αιτημάτων για έρευνες σε περιοχές που βρίσκονται εντός της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της Τουρκίας αποτελεί ένα βήμα αναμενόμενο από πολύ καιρό. Τα τελευταία τρία χρόνια η Άγκυρα κινείται βάσει μιας πολύ σταθερής, «ευθύβολης» ατζέντας, με στόχο την επέκταση της επιρροής της στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, ανατολικά του 25ου μεσημβρινού. Οι ενδείξεις για το τουρκολιβυκό μνημόνιο ήταν παρούσες, τον Δεκέμβριο μετατράπηκαν σε πραγματικότητα και σχεδόν όλα κυλούν προς την κατεύθυνση της έναρξης ερευνών σε περιοχές που, με βάση τους τουρκικούς χάρτες, αποτελούν μέρος της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Στην Αθήνα για αρκετό καιρό επικρατούσε μια παράξενη αίσθηση ότι στην Άγκυρα υπήρχε πρόθεση για συνομιλίες, ενδεχομένως και επικοινωνία. Την ίδια στιγμή στον δημόσιο διάλογο έχει διαμορφωθεί ένα παράξενο δίπολο, το οποίο δείχνει και το μέγεθος του προβλήματος στην συζήτηση για την εξωτερική πολιτική στην Ελλάδα. Στο ένα άκρο, εκτός τόπου και χρόνου τοποθετήσεις που θυμίζουν την εποχή της προσέγγισης Άγκυρας-Αθήνας μέσω Βρυξελλών. Στο άλλο, οι λογής οξύθυμοι που θεωρούν ότι κάθε παραβίαση του FIR Αθηνών πρέπει λίγο-πολύ να αποτελεί αιτία για πόλεμο. Ανάμεσα στην άρνηση της πραγματικότητας και την ασταθή μικρόνοια υπάρχει μια αρκετά μεγάλη απόσταση, η οποία δεν μπορεί εύκολα να καλυφθεί για έναν πολύ σημαντικό λόγο: η χώρα διαθέτει πεπαλαιωμένο μηχανισμό παραγωγής εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Δεν διαθέτει ραχοκοκαλιά.

Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι Έλληνες διπλωμάτες είναι φιλότιμοι και εργατικοί, υπηρετούν σε ένα υπουργείο το οποίο έχει μείνει καθηλωμένο στην πρώιμη μεταπολεμική περίοδο. Η Διπλωματική Ακαδημία είναι ένα πραγματικό εκπαιδευτικό απολίθωμα. Η οργάνωση των αποστολών στο εξωτερικό γίνεται με βάση τις ισορροπίες δυνάμεων του 1970 και όχι τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Η Κίνα είναι σημαντικότερη από την Ελβετία και η Ρωσία σίγουρα πολύ σημαντικότερη από την Ολλανδία ή το Βέλγιο. Παράλληλα, η οργάνωση δεν επιτρέπει σε ανθρώπους με περγαμηνές και σοβαρές γνωριμίες ανά τον κόσμο, να συνεισφέρουν σε πόστα κρίσιμα. Προφανώς έχουν γίνει κινήσεις, αλλά δεν είναι αρκετές. Η ένταξη των Ακόλουθων Τύπου στο υπουργείο Εξωτερικών ήταν μια σωστή κίνηση που έπρεπε να έχει γίνει από χρόνια, αλλά και αυτό γίνεται με τρόπο λειψό και όχι ακριβώς αποτελεσματικό. Από τους 500 υπαλλήλους είναι ζήτημα αν πρέπει να παραμείνουν στην Ελλάδα οι 50. Σε επίπεδο lobbying γίνονται κάποιες προσπάθειες, αλλά μεμονωμένες και μη θεσμοθετημένες όπως είναι δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να είναι το ίδιο αποτελεσματικές με, π.χ. το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ και αλλού.

Η ίδια έλλειψη θεσμοθετημένης, επαγγελματικής οργάνωσης υπάρχει και στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Είναι απολύτως δεδομένο ότι οι μόνιμοι στρατιωτικοί γνωρίζουν πολύ καλά να κάνουν τη δουλειά τους. Είναι όμως ενδεδειγμένος ο τρόπος που τους παρέχονται τα εφόδια για να κάνουν τη δουλειά τους; Αμφίβολο. Η θέση του γ.γ. ή ενός μόνιμου υφυπουργού Εθνικής Άμυνας, θα έπρεπε να στελεχώνεται από τεχνοκράτη με γνώσεις στα οικονομικά της Άμυνας. Οι ΗΠΑ διαθέτουν μια ευρεία γκάμα προγραμμάτων (FMS, FMF, EDA) από τα οποία οι Ένοπλες Δυνάμεις (Ε.Δ.) θα μπορούσαν να ενισχυθούν σημαντικά. Αντίστοιχα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα που προβλέπει η PESCO, θα μπορούσαν πραγματικά να λειτουργήσουν ως μοχλός σοβαρότατης ανάπτυξης των Ε.Δ. και σε τεχνολογικό επίπεδο. Συνήθως οι εκάστοτε διαχειριστές αυτών των υποθέσεων συζητούν με τους ξένους με βάση ένα γενικόλογο ερώτημα περί του «τι μπορείτε να μας δώσετε;». Προφανώς, με αυτή τη λογική ουδέποτε πρόκειται να υπάρξουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα, σε οποιονδήποτε τομέα. Βέβαια, με 530 εκατ. ετήσιο αμυντικό προϋπολογισμό, ακόμα και η βέλτιστη οργάνωση λίγα μπορεί να φέρει.

Η κύρια πρόκληση ασφαλείας του 21ου αιώνα, είναι για την Ελλάδα η εξής μία: ο επιθετικός Τουρκικός επεκτατισμός, ο οποίος φαίνεται ότι όχι απλά δεν υποχωρεί, αλλά εξελίσσεται λαμβάνοντας ολοένα και περισσότερες μορφές. Δεν είναι ώρα να αναλύσουμε αν η οικονομία της Τουρκίας αντέξει, ή τι θα γίνει αν έλθουν οι επόμενοι μετά τον Ερντογάν, Αν η Τουρκία θα τα βρει ξανά με το Ισραήλ ή αν οι ΗΠΑ θα ανεχθούν την Άγκυρα προκειμένου να κρατήσουν την χώρα στη Δύση. Είτε αυτά συμβούν, είτε όχι, η αδράνεια δεν αποτελεί επιλογή. Είναι η ώρα για τη δημιουργία μιας γερής κρατικής ραχοκοκαλιάς, που θα μένει απαράλλαχτη στο πέρασμα κυβερνήσεων, υπουργών, πρόσκαιρων βραχυπρόθεσμων πολιτικών έχει έλθει. Και η ίδρυσή της είναι προϋπόθεση της απρόσκοπτης συνέχισης ενός ανεξάρτητου εθνικού βίου πάνω στις δημοκρατικές βάσεις που εξ’ αρχής ιδρύθηκε το νεοελληνικό κράτος».

Ειρήνη Γεωργίου

Ειρήνη Γεωργίου
πηγή:lawandorder.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις