Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέτει στο εκλογικό σώμα το ερώτημα: «Πολιτική σταθερότητα με αυτοδύναμη Ν.Δ. ή αστάθεια και περιπέτεια», όταν στην Ευρώπη 30 χώρες κυβερνώνται από συνασπισμούς
Το χαρτί της πολιτικής σταθερότητας θα παίξει o πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όταν
προκηρύξει εκλογές. Θα προτάξει στο εκλογικό σώμα το δίλημμα: «Πολιτική σταθερότητα με αυτοδύναμη κυβέρνηση της Ν.Δ. ή αστάθεια και περιπέτεια».
Από τον
Πάνο Σώκο
Εχει, επίσης, ξεκαθαρίσει ότι αν δεν πετύχει τον στόχο του στις επόμενες εκλογές, που θα
διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής, θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές με το ενισχυμένο εκλογικό σύστημα που έχει ψηφίσει η Ν.Δ. το 2020 και που προβλέπει αυτοδύναμη κυβέρνηση με ένα ποσοστό κοντά στο 38%.
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες (και παρά τις διαψεύσεις στις οποίες προχώρησε ο ίδιος την Τετάρτη στη Βουλή), η κυβέρνηση σχεδιάζει να αλλάξει και αυτό το εκλογικό σύστημα και να το κάνει ακόμα πιο ενισχυμένο, γιατί τα σημερινά δημοσκοπικά ποσοστά της Ν.Δ. δείχνουν ότι ακόμα κι αν βγει πρώτο κόμμα δεν πρόκειται να πλησιάσει το 38%.
Παρωχημένο δίλημμα
Μόνο που αυτό το επιχείρημά περί σταθερότητας είναι έωλο και το δίλημμα που θέτει έχει
ξεπεραστεί προ πολλού στην Ευρώπη, όπου η πολιτική σταθερότητα δεν ταυτίζεται με την αυτοδυναμία. Στις πιο πολλές χώρες της Ε.Ε. υπάρχει σταθερότητα με κυβερνήσεις
συνεργασίας δύο ή και περισσότερων κομμάτων, σε κάποιες περιπτώσεις και μη συγγενών
ιδεολογικά, ενώ ελάχιστες είναι εκείνες που έχουν μονοκομματική κυβέρνηση (Γαλλία, Βρετανία και τελευταίως η Πορτογαλία).
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στη συνδρομητική ιστοσελίδα K-
Report, στην Ευρώπη 30 χώρες κυβερνώνται από κυβερνήσεις συνασπισμού. Μεταξύ άλλων:
* Στο Βέλγιο υπάρχει επτακομματική κυβέρνηση.
* Στην Ιταλία, για την κυβέρνηση του πρώην Ευρωπαίου κεντρικού τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι συνεργάστηκαν όλα τα κόμματα της Βουλής, με εξαίρεση το ακροδεξιό – νεοφασιστικό κόμμα «Ιταλοί Αδελφοί» της Μελόνι.
* Στην Ισπανία, το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Σάντσεθ συγκυβερνά με τους Podemos και με
τοπικά εθνικιστικά κόμματα.
* Στην Αυστρία κυβερνά Συνασπισμός του Λαϊκού Κόμματος και των Πρασίνων.
* Στη Γερμανία τον περασμένο Δεκέμβριο σχηματίστηκε τρικομματική κυβέρνηση υπό τον
σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Σολτς. Πρόκειται για τον κυβερνητικό συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων. Στη χώρα αυτή για πολλά χρόνια συγκυβέρνησαν τα δύο μεγάλα κόμματα, οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες,
κάνοντας τον λεγόμενο μεγάλο συνασπισμό.
* Στην Ολλανδία κυβερνά πεντακομματικός κυβερνητικός συνασπισμός.
* Στη Φινλανδία υπάρχει πεντακομματική κυβέρνηση.
* Στην Ισλανδία τετρακομματική.
* Στη Νορβηγία δικομματική.
Στη γειτονιά μας, τα Βαλκάνια, κανόνας είναι και πάλι οι κυβερνήσεις συνεργασίας:
* Στη Βουλγαρία η κυβέρνηση είναι τετρακομματική.
* Στην Κροατία η κυβέρνηση είναι συνασπισμός τριών κομμάτων.
* Στη Ρουμανία η κυβέρνηση είναι τρικομματική.
* Κυβέρνηση πέντε κομμάτων έχει η Σερβία και κυβέρνηση τριών κομμάτων έχει η Σλοβενία.
Οι «μονοκομματικοί»
Οι μονοκομματικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη είναι η εξαίρεση στον κανόνα, όπως είναι η
Γαλλία, όπου το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα σε δύο γύρους πριμοδοτεί την αυτοδυναμία και η Βρετανία, όπου και πάλι το εκλογικό σύστημα των μονοεδρικών περιφερειών με πλειοψηφικό σε έναν γύρο, ευνοεί τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης από το πρώτο κόμμα.
Αυτοδύναμη κυβέρνηση προέκυψε πριν από μερικούς μήνες και στην Πορτογαλία, για πρώτη
φορά έπειτα από πολλά χρόνια, όταν οι Σοσιαλιστές του Αντόνιο Κόστα κέρδισαν τις
εκλογές.
Τα δύο σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου
Οι επόμενες εκλογές, όμως, θα γίνουν με την απλή αναλογική, και αν δεν σχηματιστεί
κυβέρνηση, που είναι το πιθανότερο, ακόμα κι αν τις κερδίσει η Ν.Δ., θα υπάρξει νέα προσφυγή στις κάλπες, αυτή τη φορά με τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε το 2020, σύμφωνα με τον οποίο απαιτείται ένα ποσοστό κοντά στο 37,5% με 38% για να κερδίσει το πρώτο κόμμα πάνω από 151 έδρες (ανάλογα και με το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής).
Τους τελευταίους μήνες, όμως, σειρά δημοσκοπήσεων δείχνει ότι η Νέα Δημοκρατία,
παρότι προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ, δεν φαίνεται να συγκεντρώνει το απαιτούμενο ποσοστό για αυτοδύναμη κυβέρνηση. Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτό έχει οδηγήσει τους κυβερνητικούς επιτελείς στον σχεδιασμό νέας αλλαγής του εκλογικού συστήματος, ούτως ώστε το πρώτο κόμμα (που πιστεύουν ότι θα είναι η Ν.Δ.) να σχηματίζει κυβέρνηση ακόμα και με ποσοστό 35%-36%.
Αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί με αύξηση του μπόνους των εδρών για το πρώτο κόμμα, από τις 40 που είναι με το ισχύον σύστημα, στις 50. Με τον εκλογικό νόμο του 2020 το πρώτο κόμμα με 25% παίρνει μπόνους 20 έδρες και από εκεί και πέρα μία επιπλέον έδρα για κάθε μισή μονάδα πάνω από το ποσοστό αυτό μέχρι τις 40 έδρες.
Τώρα μελετώνται δύο σενάρια: το πρώτο κόμμα, μετά τις 20 έδρες μπόνους που παίρνει αφού συμπληρώσει το 25% να μη χρειάζεται ποσοστό 0,5% για κάθε έδρα, για να συμπληρώσει τις 50, αλλά λιγότερο, προκειμένου ο πήχης της αυτοδυναμίας να πέσει πιο χαμηλά. Το δεύτερο σενάριο είναι να δοθεί μπόνους +10 εδρών απευθείας στο πρώτο κόμμα, εφόσον η διαφορά του από το δεύτερο είναι παραπάνω από τέσσερις μονάδες.
Οι συνεργασίες στην Ελλάδα: Από τη συμφωνία Ν.Δ. – Συνασπισμού, στους ΣΥΡΙΖ-ΑΝ.ΕΛ.
Στην Ελλάδα κυριαρχεί το επιχείρημα ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας οδηγούν σε πολιτική αστάθεια, κυρίως γιατί επικρατεί μια παραλυτική ισορροπία μεταξύ των κυβερνητικών συμμάχων, ενώ οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις είναι δήθεν ευέλικτες και πιο αποτελεσματικές. Επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο κ. Μητσοτάκης και στο οποίο θα στηρίξει την προεκλογική του εκστρατεία.
Στην πραγματικότητα, όμως, στην Ελλάδα έχει συμβεί το εξής παράδοξο: αν και τα τελευταία 33 χρόνια σχηματίστηκαν πολλές φορές κυβερνήσεις συνεργασίας, αυτές ήταν
κυβερνήσεις συνεργασίας «ειδικού σκοπού» και οι κυβερνητικοί εταίροι ήταν φανατικοί ιδεολογικοί αντίπαλοι. Δεν ήταν κυβερνήσεις κομμάτων συγγενών πολιτικά και ιδεολογικά και στη βάση ενός συμφωνημένου κυβερνητικού προγράμματος τετραετίας.
Επομένως δεν μπορεί να κριθεί αξιόπιστα και η αποτελεσματικότητά τους. Η κυβέρνηση
Τζαννετάκη το 1989 σχηματίστηκε από τη Ν.Δ. και τον τότε ενιαίο Συνασπισμό (ΚΚΕ – ΕΑΡ) για να επέλθει η λεγόμενη κάθαρση από το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Στη συνέχεια, τον Νοέμβριο του 1990 σχηματίστηκε η οικουμενική κυβέρνηση υπό τον
Ξενοφώντα Ζολώτα (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, Συνασπισμός), πάλι για τον ίδιο λόγο. Είκοσι χρόνια μετά και για την εφαρμογή των Μνημονίων σχηματίστηκαν τον Νοέμβριο του 2011 η κυβέρνηση Παπαδήμου των Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ και μετά τις εκλογές του 2012 η κυβέρνηση Σαμαρά των Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ (και με τη ΔΗΜ.ΑΡ. σε πρώτη φάση).
Ο κύκλος των κυβερνήσεων συνεργασίας της περασμένης δεκαετίας έκλεισε με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝ.ΕΛ. (2015 – 2018), κι αυτή ετερόκλητη ιδεολογικά, που αρχικά σχηματίστηκε ως «αντιμνημονιακή», για να καταλήξει στη συνέχεια… μνημονιακή και να αποχωρήσουν στο τέλος οι ΑΝ.ΕΛ., λόγω της Συμφωνίας των Πρεσπών. Η κυβέρνηση, ωστόσο, δεν διαλύθηκε, γιατί στηρίχθηκε από βουλευτές των ΑΝ.ΕΛ. που
μεταπήδησαν στον ΣΥΡΙΖΑ.
newsbreak.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις