Πριν από λίγα 24ωρα ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Νίκος Μαραντζίδης, είπε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «διέλυσε και εξευτέλισε το Σύνταγμα και το κράτος Δικαίου» και όφειλε να παραιτηθεί με το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων «που έχει εξευτελίσει τους θεσμούς και τη χώρα».
Πριν σβήσει η ηχώ των λόγων του, η εφημερίδα «Documento» παρουσίασε λίστα προσώπων υπό παρακολούθηση-με το λογισμικό Predator- και τις απέδωσε στο μέγαρο Μαξίμου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου έκανε μια σωστή δήλωση.
«Όσα αναφέρονται στην εφημερίδα του κ. Βαξεβάνη χρειάζεται να διερευνηθούν διεξοδικά από τις αρμόδιες αρχές και ιδιαίτερα από την ελληνική Δικαιοσύνη, παρότι δεν προκύπτει καμία τεκμηρίωση του δημοσιεύματος…».
Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με αυτή τη δήλωση ,εκτός από τον …Οικονόμου! Στη συνέχεια δεν μπορεί να διαχωρίσει αν διαψεύδει τις αποκαλύψεις της εφημερίδας για όσους έχουν πέσει θύματα παρακολούθησης από το συγκεκριμένο λογισμικό ή αν απλώς διαψεύδει την εμπλοκή της κυβέρνησης.
Λέει επί λέξει: «Λογισμικά παρακολούθησης υπάρχουν στην Ελλάδα ,όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά δεν τα αγόρασε και δεν τα χρησιμοποιεί καμία δημόσια αρχή». Δηλαδή;
Αν ισχυρίζεται ότι δεν παρακολουθούνται τα πρόσωπα που αναφέρονται, τίθεται το ερώτημα πώς το γνωρίζει – αφού δέχεται ότι κυκλοφορούν παράνομα λογισμικά στην Ελλάδα – που «δεν έχουν σχέση με την κυβέρνηση». Αν δεν τα χρησιμοποίει η κυβέρνηση, πώς ξέρει ότι δεν τα χρησιμοποιεί κάποιος άλλος;
Αν απλώς απαλλάσσει την κυβέρνηση, αλλά αφήνει ανοιχτό στην έρευνα το ενδεχόμενο των συγκεκριμένων παρακολουθήσεων από άλλους με παράνομα λογισμικά, ποιος ευθύνεται για τη δράση τους αν όχι η κυβέρνηση;
Για συγκεκριμένο λόγο: δεν τα έχει απαγορεύσει -όπως είχε δικαίωμα και υποχρέωση να κάνει, αφού ο εκπρόσωπος λέει:
«Η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην καθολική απαγόρευση της εμπορίας τους, πράξη που θα καταστήσει την Ελλάδα την πρώτη χώρα στην Ευρώπη που θα απαγορεύεται η κυκλοφορία κακόβουλων λογισμικών στην Επικράτειά της». Γιατί δεν το έκανε ως τώρα;
Αν ο σκοπός του είναι να διαψεύσει τον ισχυρισμό της εφημερίδας για «κυβερνητικές παρακολουθήσεις», γιατί δεν το λέει καθαρά και αφού δέχεται ότι πρέπει να υπάρξει διερεύνηση επιτίθεται στην εφημερίδα -και τον… ΣΥΡΙΖΑ – με παραληρηματικές διατυπώσεις και ανακρίβειες για τον εκδότη της εφημερίδας, όπως :
«Ο εθνικός συκοφάντης»,… «η θεματολογία και η προσέγγισή του ταυτίζεται με τον εθνικό οχετό», «εμπλέκεται στην χρηματοδότηση με ρωσικά κεφάλαια τηλεοπτικού δικτύου στην χώρα μας»…
Ποια σχέση έχουν αυτά με μια υπόθεση παρακολουθήσεων, για τη οποία ο ίδιος μόλις πριν είπε ότι χρήζει έρευνας και τεκμηρίωσης; Μήπως γιατί φοβάται ότι η τεκμηρίωση θα ακολουθήσει;
Είναι εμφανές ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν μπορεί να διαψεύσει απλά, λιτά και κατηγορηματικά τις παρακολουθήσεις. Για αυτό αμφισβητεί το «σκοπό που εξυπηρετεί», η…. αποκάλυψή τους, προσπαθώντας να προστατεύσει – κι εδώ- τον Μητσοτάκη.
«Χωρίς το παραμικρό στοιχείο – η εφημερίδα- αποδίδει στον Πρωθυπουργό την φαιδρή κατηγορία ότι παρακολουθούσε υπουργούς του, τις συζύγους τους, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους και πολιτικούς αντιπάλους». Τους παρακολουθούσε ή όχι; Αν η απάντηση είναι αρνητική, γιατί δεν επιτρέπει η κυβέρνηση την έρευνα που θα το αποδείξει;
Προς τι η δίκη προθέσεων; Λέει ότι η αποκάλυψη – την οποία η έρευνα μπορεί να επιβεβαιώσει- έχει σκοπό «να πλήξει την Κυβέρνηση, να δημιουργήσει πρόβλημα στη Νέα Δημοκρατία, να ωφελήσει εκείνους τους οποίους υπηρετεί αφοσιωμένα και να βάλει σε κέντρα «νερό στο μύλο κέντρων που έχουν ενοχληθεί από την Κυβέρνηση και δεν κρύβουν την θα προτιμούσαν μια άλλη Κυβέρνηση, πιο βολική και έναν άλλο Πρωθυπουργό, αδύναμο και ελέγξιμο».
Πιο αδύναμο, ελέγξιμο και δεδομένο από τον σημερινό;
Οι ισχυρισμοί του Οικονόμου για τον Κ. Βαξεβάνη και το δημοσίευμα δεν προκύπτουν από πουθενά και πάντως δεν είναι αυτό το θέμα.
Αυτή η αντιμετώπιση τα λέει όλα: η κυβέρνηση αδυνατεί να ακυρώνει την αποκάλυψη των νέων παρακολουθήσεων και αφού σύρεται στο προσχηματικό ενδιαφέρον για «διερεύνηση» εκτρέπεται σε -άσχετες-επιθέσεις..
Ενώ το πολιτικό – και ποινικό – ζήτημα ανακύπτει από «όσα αναφέροντα στην εφημερίδα», κατά το πνεύμα της δήλωσης Οικονόμου το ζήτημα ανακύπτει….επειδή αναφέρονται.
Πρόκειται για κλασσική αντίδραση κυβέρνησης που δεν αντέχει το βάρος των αμαρτιών της.
Ως τώρα διαχειρίζεται σκάνδαλο μετ ην «άγνοια» του Μητσοτάκη, τη «νομιμότητα» της παρακολούθησης Ανδρουλάκη, το «απόρρητο» της ΕΥΠ, το ουσιαστικό «κλείσιμο» της Βουλής και τις μπαρούφες για διόρθωση του «λάθους».
Τώρα που η λίστα των παρακολουθήσεων συναγωνίζεται σε έκταση τον τηλεφωνικό κατάλογο, αυτή η διαχείριση καταρρέει και τη συμπαρασύρει.
Ήδη ο Δένδιας έβγαλε στη σέντρα τον Πρωθυπουργό: «Είναι αδιανόητο και επικίνδυνο να υπονοείται ότι ο πρωθυπουργός παρακολουθούσε τον ΥΠΕΞ». Θα ακολουθήσουν κι άλλοι στο ίδιο πνεύμα: Δεν θα αποδείξει ο Βαξεβάνης, αλλά ο Μητσοτάκης.
Όπως και αν αξιολογήσει κανείς τις εξελίξεις το συμπέρασμα είναι ότι η κυβέρνηση μετράει μέρες.
Ήδη βουίζει ο πλανήτης για την καταρράκωση του κράτους δίκιου- όπως διαπίστωσε και η επιτροπήPEGAτου Ευρωκοινοβουλίου.
Τώρα συγκλονίζεται και ο τελευταίος πολίτης από τη σωρηδόν παρακολούθηση εχθρών και φίλων. Ημετέρων και αντίπαλων. Η ανασφάλεια του αυταρχισμού δεν κάνει διακρίσεις.
Όταν ένας Πρωθυπουργός παρακολουθεί τους πολιτικούς αντίπαλους του είναι ανήθικος. Όταν παρακολουθεί τους υπουργούς του, είναι αδύναμος. Και ένας αδύναμος πρωθυπουργός είναι επικίνδυνος.
Ευθέως πλέον τίθεται θέμα «καθαρών» εκλογών και Δημοκρατίας, καθώς όχι μόνο όσοι εμπλέκονται στις παρακολουθήσεις μένουν στις θέσεις τους, αλλά και ενδέχεται τα παράνομα λογισμικά να συνεχίζουν τις «επιμολύνσεις».
Αυτό δημιουργεί, σε πολιτικούς παρατηρητές και κόμματα, υπόνοιες ότι οι αντιδράσεις του – φοβισμένου πλέον – Πρωθυπουργού μπορεί να υπονομεύσουν την πολιτική ομαλότητα και να οδηγήσουν σε εκτροπή.
Εκτός από την εγρήγορση της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, αλλά και των υγιών δυνάμεων της ΝΔ, πρέπει να δράσει επειγόντως η Δικαιοσύνη – προφανώς όχι κατά του Βαξεβάνη, αλλά για να βρει την αλήθεια.
Επιπλέον είναι αυτονόητη -και κρίσιμης θεσμικής σημασίας -η άμεση συζήτηση στη Βουλή και η ενεργοποίηση της Επιτροπής Θεσμών με ένα απλό ζητούμενο:
-Να αρθεί η απαγόρευση που επέβαλε στο «σύστημα Μητσοτάκη»-με τη συνδρομή του ΠΑΣΟΚ – στην ΑΔΑΕ, ώστε να αποκτήσουν οι παρακολουθούμενοι το δικαίωμα να γνωρίζουν τι συμβαίνει, για τον καθένα ξεχωριστά..
Αν η κυβέρνηση δεν το δεχθεί, ο Τσίπρας και ο Ανδρουλάκης και ο Κουτσούμπας δεν έχουν άλλο δρόμο: να αποχωρήσουν από τη Βουλή μέχρι να αρχίσει ανεξάρτητη έρευνα. Και ας μείνει ο Μητσοτάκης, να νομοθετεί με τον Βελόπουλο, μέχρι το τέλος του…
ieidiseis.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις