Τελικά το δόγμα «Νόμος και Τάξη» που προέβαλε για την ασφάλεια του πολίτη η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, μήπως σήμαινε στην ουσία «Φόβος και Ανασφάλεια»;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι την τελευταία τριετία επικρατεί ένας διάχυτος προβληματισμός σχετικά με τη λειτουργία και τον ρόλο της Ελληνικής Αστυνομίας.

Η κοινή γνώμη έχει συνδυάσει τον ρόλο της Αστυνομίας κυρίως με την καταπολέμηση του εγκλήματος. Και πράγματι, στην Αστυνομία λειτουργούν εξειδικευμένες υπηρεσίες που ασχολούνται τόσο με το σοβαρό έγκλημα (δολοφονίες, ληστείες κ.λπ.), όσο και με παραβατικές συμπεριφορές (διατάραξη κοινής ησυχίας, αντιδικίες μεταξύ γειτόνων κ.α.) Ταυτόχρονα, όμως, στην Αστυνομία λειτουργούν και άλλες υπηρεσίες που αποσκοπούν στο γενικότερο κοινωνικό όφελος, όπως σε ζητήματα διοικητικού χαρακτήρα. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια έχουν προστεθεί στην επιχειρησιακή δράση της Αστυνομίας και κάποιες νέες αρμοδιότητες, που ενώ δεν ταιριάζουν με τον παραδοσιακό της ρόλο, επεκτείνουν τον ρόλο της ως μηχανισμό κοινωνικού ελέγχου, όπως είναι η τήρηση του αντικαπνιστικού νόμου, ο έλεγχος της εφαρμογής των μέτρων εναντίον της διασποράς του κορωνοϊού, κ.λπ.

Ωστόσο, η κατάσταση που βιώνει η Ελληνική κοινωνία σήμερα δημιουργεί νέες ανάγκες λειτουργίας και ανταπόκρισης από την πλευρά της Αστυνομίας, καθόσον αυτή η κατάσταση περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, τα εξής: ειδεχθή εγκλήματα κατά προσώπων, γυναικοκτονίες, σεξουαλικά εγκλήματα, βία, νεανική παραβατικότητα, αλλά και άλλες μορφές εγκληματικότητας, όπως το ηλεκτρονικό έγκλημα και το διεθνές οργανωμένο έγκλημα. Οι πολίτες γίνονται συχνά μάρτυρες ένοπλων συμπλοκών και δολοφονιών στις γειτονιές τους, οι ηλικιωμένοι γίνονται στόχος επίδοξων απατεώνων που τους αποσπούν χρήματα, συμμορίες επιδίδονται συστηματικά σε κλοπές, διαρρήξεις και ληστείες. Όλα αυτά προκαλούν αυξημένο φόβο και αίσθημα ανασφάλειας στους πολίτες, καθώς νιώθουν ανήμποροι και απροστάτευτοι.

Δυστυχώς, όπως φαίνεται, η ανασφάλεια των πολιτών εντείνεται και από τον τρόπο δράσης της ίδιας της Αστυνομίας, καθώς μια μικρή μερίδα αστυνομικών συμπεριφέρεται αντιεπαγγελματικά και αντιδεοντολογικά: αστυνομική αυθαιρεσία, απρόκλητη βία (ιδίως στο πλαίσιο δημόσιων συναθροίσεων), διακριτική μεταχείριση απέναντι σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες αποτελούν μερικά μόνο παραδείγματα αυτής της συμπεριφοράς. Επιπλέον, φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής σε κάποιους κύκλους της Αστυνομίας, σε συνδυασμό με την αίσθηση ότι δεν υπάρχει πραγματική αστυνομική λογοδοσία (έλεγχος στην αστυνομική αυθαιρεσία), έχουν καταστήσει ένα μεγάλο μέρος των πολιτών δύσπιστο, αν όχι καχύποπτο, απέναντι στην Αστυνομία, κάτι που αποτυπώνεται και στις σχετικές έρευνες για την εμπιστοσύνη στους θεσμούς.

Τελικά το δόγμα «Νόμος και Τάξη» που προέβαλε για την ασφάλεια του πολίτη η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, μήπως σήμαινε στην ουσία «Φόβος και Ανασφάλεια»; Και αυτό γιατί η εικόνα που έχει διαμορφωθεί απέχει κατά πολύ από τις απατηλές εξαγγελίες της Κυβέρνησης, η οποία όπως φαίνεται επενδύει στην καταστολή και την περιστολή ατομικών δικαιωμάτων και όχι στην πρόληψη, την καταπολέμηση του εγκλήματος και την προστασία του πολίτη.

Σύμφωνα με πληροφορίες από την πλευρά των συνδικαλιστών της ΕΛ.ΑΣ, τα αστυνομικά τμήματα έχουν απογυμνωθεί από προσωπικό, ενώ ακόμα και κεντρικά αστυνομικά τμήματα και τμήματα ασφάλειας είναι υποστελεχωμένα, σε βαθμό που αδυνατούν να παρέχουν στοιχειώδη αστυνόμευση και υποστήριξη στους πολίτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το τμήμα ασφάλειας στην ευαίσθητη περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα, το οποίο παραμένει κλειστό το βράδυ, κάτι που δεν συνέβαινε ποτέ. Σε όλη την Αττική πραγματοποιούνται μόνο 2-3 περιπολίες ασφάλειας το 8ωρο για την πραγματική αστυνόμευση και την προστασία των πολιτών. Πολλά αστυνομικά τμήματα λειτουργούν μόνο με δύο αστυνομικούς το βράδυ, συνεπώς εάν συμβεί κάτι είναι αδύνατη, πρακτικά, η παροχή βοήθειας στους πολίτες.

Και, βεβαίως, όπως καταγγέλλεται και από τους ίδιους αστυνομικούς, πολλές από τις περιπολίες είναι πλασματικές: δηλαδή, ενώ οι αστυνομικοί δηλώνουν ότι θα διενεργήσουν περιπολίες, λόγω αντικειμενικής δυσκολίας δεν μπορούν να τις πραγματοποιήσουν. Στον αντίποδα, η Κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα απλόχερη στον τομέα της φύλαξης και προστασίας επισήμων (και μη) προσώπων, όπου διατίθενται αφειδώς χιλιάδες αστυνομικοί, όπως και για τη φύλαξη και επιτήρηση στόχων και εγκαταστάσεων, αμφιλεγόμενων πολλές φορές για την ανάγκη προστασίας τους.

Είναι επίσης προφανής η έλλειψη οργανωμένου σχεδιασμού και προγραμματισμού καθώς αρκετές επιχειρησιακές δυνάμεις, ακόμα και οι ΟΠΚΕ που είναι από τις πλέον εκπαιδευμένες και αξιόμαχες μονάδες της Αστυνομίας, διατίθενται σε στατικές φυλάξεις και λείπουν ουσιαστικά από τη μάχη κατά της εγκληματικότητας, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.

Όπως φαίνεται, η σπουδή της Νέας Δημοκρατίας εξαντλήθηκε στην ίδρυση της περιβόητης Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, που μετά την κοινωνική αναταραχή που επέφερε καταργήθηκε στην πράξη από την ίδια την κοινωνία και την πανεπιστημιακή κοινότητα. Και το καίριο ερώτημα που αναφύεται είναι με τι είδους εκπαίδευση θα ανταποκριθούν στο εξής οι αστυνομικοί των ΟΠΠΙ στα αστυνομικά τμήματα που έχουν διατεθεί;
Όλα αυτά συνθέτουν μια εικόνα παρακμής και κυρίως αδιαφορίας της Κυβέρνησης για τα τεκταινόμενα στο χώρο της Αστυνομίας και της ασφάλειας των πολιτών. Ο τωρινός Υπουργός αναλώνεται στην μικροκομματική και επικοινωνιακή εκμετάλλευση του έργου των εργαζόμενων αστυνομικών, μεταθέτοντας ουσιαστικά την προσωπική του ευθύνη στις πλάτες του καρατομηθέντα Αρχηγού. Ισχυρίζεται, για να θολώσει τα νερά, ότι ο ορισμός “νέου” Αρχηγού έχει ως στόχο τη βελτίωση και την πιο θετική και αποτελεσματική εφαρμογή των σύγχρονων επιχειρησιακών σχεδίων της Ελληνικής Αστυνομίας. Φυσικά τα όποια σχέδια, ούτε σύγχρονα είναι, ούτε αποτελεσματικά, όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία.
Άλλωστε ο καρατομηθείς Αρχηγός, στην επιστολή του, προβαίνει σε σοβαρές καταγγελίες και αφήνει σαφείς αιχμές για θεσμική εκτροπή, που την αποδίδει μάλιστα πρωτίστως στην πολιτική ηγεσία. Είναι προφανές και αναγκαίο, και το έχει ζητήσει η Αξιωματική Αντιπολίτευση, ότι θα πρέπει να κληθεί από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, αλλά και από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, ώστε να διερευνηθούν οι καταγγελίες αυτές και να έρθουν όλα στο φως.
Είναι κεφαλαιώδες το θέμα της συνταγματικής λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας, χωρίς κέντρα και παράκεντρα εξουσίας. Όλα αυτά συνιστούν θεσμική αλλοίωση του έργου και της αποστολής της και προσβάλλουν ευθέως τις Ελληνίδες και τους Έλληνες αστυνομικούς, που δίνουν καθημερινά ένα τιτάνιο αγώνα για να ανταποκριθούν στο κοινωνικό αγαθό και την απαίτηση των πολιτών για ασφάλεια. Είναι λοιπόν επιτακτική η ανάγκη να ξεκαθαρίσει το τοπίο, να διερευνηθούν όλες οι σκιές και να αποδοθούν ευθύνες, όσο ψηλά και αν βρίσκονται. Ζητήματα που έχουν στιγματίσει το Σώμα, όπως οι καταγγελίες για συνεργασία και συνέργεια υψηλόβαθμων Αξιωματούχων με την επονομαζόμενη Greek Mafia, απαιτούν πλήρη διαλεύκανση.

Χρειάζονται επίσης αλλαγές στην εσωτερική λειτουργία της αστυνομίας, από τη διαδικασία κρίσεων, ιδίως της ανώτατης ηγεσίας, έως την εκπαίδευση και τις εργασιακές συνθήκες, τον τρόπο και έλεγχο διεξαγωγής έρευνας, τους κανόνες εμπλοκής, την εξειδίκευση, κλπ.

Χρειάζεται, τέλος, καλύτερη κατανομή και αξιοποίηση του αστυνομικού προσωπικού βάσει των προσόντων και πτυχίων τους, εκτεταμένη αναβάθμιση του υφιστάμενου εξοπλισμού και νέων τεχνολογικών μέσων, προκειμένου οι Αστυνομικοί υπηρετήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το κοινωνικό σύνολο, ακόμη και ως αξιόπιστος κρίκος του μηχανισμού της πολιτικής προστασίας.

Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια, η Ελληνική Αστυνομία ως θεσμός πρέπει να ανακτήσει τον θεσμικό της ρόλο και την κοινωνική της αποστολή και οι υπηρετούντες αστυνομικοί την αξιοπρέπεια και το κύρος τους, χωρίς εξαρτήσεις από κέντρα και παράκεντρα εξουσίας, χωρίς αγκυλώσεις, χωρίς εκπτώσεις και χωρίς συμβιβασμούς. Με εργαζόμενους αστυνομικούς που θα νιώθουν σίγουροι ότι μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους χωρίς να υπονομεύονται και να απαξιώνεται η προσφορά τους. Με εργαζόμενους αστυνομικούς που θα είναι περήφανοι για το έργο και την αποστολή τους, δίπλα στην κοινωνία και τους πολίτες.

Η Ελληνική Αστυνομία είναι βασικός πυλώνας της δημοκρατίας μας και του κράτους δικαίου. Η δε ασφάλεια των πολιτών δεν είναι προνόμιο των λίγων, είναι κοινωνικό αγαθό. Για αυτό και μια ριζική μεταρρύθμιση, στην κατεύθυνση όλων όσων αναφέρθηκαν παραπάνω, είναι όχι μόνο απαραίτητη, αλλά και προϋπόθεση δημοκρατίας.

(Η Ζαχαρούλα Τσιριγώτη είναι Αντιστράτηγος ε.α., Επίτιμος Γενικός Επιθεωρητής Αστυνομίας Αλλοδαπών & Προστασίας Συνόρων, Μέλος Κεντρικής Επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., Συντονίστρια Τμήματος Προστασίας του Πολίτη)

ieidiseis.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις