Η υπόθεση Παπαθανάση αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι πολιτικοί και πολίτες αντιμετωπίζονται με δύο μέτρα και δύο σταθμά, που εφαρμόζονται για ισχυρούς και ανίσχυρους
Η αποκάλυψη της υπόθεσης του υπουργού Νίκου Παπαθανάση επαναφέρει στο προσκήνιο ένα διττό ερώτημα, που στα χρόνια της κρίσης έγινε πιο έντονο από ποτέ: Υπάρχουν τα ίδια μέτρα και τα ίδια σταθμά για πολιτικούς και πολίτες, και αντιμετωπίζονται από τον νόμο με τον ίδιο τρόπο ισχυροί και ανίσχυροι;
- Από τον Κυριάκο Δημάγγελο
Απ’ όταν έγινε γνωστή η υπόθεση του υπουργού Παπαθανάση, κυβέρνηση και αντιπολίτευση διασταυρώνουν τα ξίφη τους, με τους μεν να υπερασπίζονται τον υπουργό και τους δε να ζητούν την παραίτησή του. Η ουσία όμως της υπόθεσης του κυρίου Παπαθανάση ξεπερνά κατά πολύ τα δάνειά του καθαυτά, καθώς η περίπτωση του υπουργού αγγίζει το πλέον πυρηνικό στοιχείο της δημοκρατίας.
Αυτό δεν είναι άλλο από το αν η Ελλάδα παραμένει κράτος δικαίου και αν ακόμα βρίσκεται σε ισχύ η ισότητα των πολιτών έναντι του νόμου. Κοινώς, αν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες και τις ίδιες δυνατότητες αυτοί που ασκούν εξουσία και αυτοί που υπόκεινται στην εξουσία. Μια σύντομη επισκόπηση ορισμένων δεδομένων αποδεικνύει πως στην Ελλάδα υπάρχουν δυο κόσμοι: αυτός των πράσινων, αλλά… καταχρεωμένων, και αυτός των κόκκινων και… χρεοκοπημένων.
Το νόμιμο και το ηθικό
Η αποκάλυψη των δανείων του Νίκου Παπαθανάση, αλλά και της ρύθμισης που πέτυχε ο υπουργός με τον servicer doValue έχει ανοίξει μια τεράστια συζήτηση γύρω από το αν ένας απλός πολίτης θα μπορούσε με την ίδια ευκολία να πετύχει αντίστοιχη συμφωνία. Με δεδομένο πως η ρύθμιση μεταξύ του κυρίου Παπαθανάση και της εταιρίας παραμένει κρυφή, η «κυριακάτικη δημοκρατία» απευθύνθηκε σε μια σειρά νομικών και αναλυτών που χειρίζονται υποθέσεις «κόκκινων» δανείων και έχουν έρθει σε επαφή με τις εταιρίες αυτές, ώστε να παραθέσουν τις δικές τους εμπειρίες και να εξηγήσουν αν είναι δυνατόν ο μέσος Ελληνας να έρθει σε συμφωνία με τις εταιρίες αυτές ώστε να μη χάσει την κατοικία του.
Μιλώντας στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο οικονομικός αναλυτής Γιώργος Αναβαλόγλου εξηγεί πως η υπόθεση του κυρίου Παπαθανάση έχει πολλά γκρίζα σημεία, που δείχνουν μια προνομιακή μεταχείριση του υπουργού από τον servicer. Ο ίδιος εξηγεί πως για τη συντριπτική πλειονότητα του κόσμου είναι σχεδόν αδύνατον να καταφέρει να έρθει έστω σε επαφή με τον servicer.
Ο κύριος Αναβαλόγλου συμπληρώνει πως «στις περισσότερες περιπτώσεις, ο οφειλέτης, ειδικά αν έχει καταδικαστεί, είναι σχεδόν αδύνατον να καταφέρει να έρθει σε συμφωνία με τις εταιρίες αυτές για τη ρύθμιση των χρεών του». Συνεπώς, και σύμφωνα με τον ίδιο, το γεγονός πως ο υπουργός κατάφερε να έρθει σε συμφωνία αποδεικνύει a priori μια προνομιακή μεταχείριση του υπουργού. «Ο υπουργός θα μπορούσε για να αποδείξει τα λεγόμενά του να παρουσιάσει το score της πιστοληπτικής του αξιολόγησης με αναδρομικότητα. Κοινώς, να προσκομίσει τα έγγραφα που διαθέτει η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης και να αποδείξει αν είναι κακοπληρωτής ή όχι» εξηγεί ο κ. Αναβαλόγλου.
Από την πλευρά του, ο Κώστας Τσουκαλάς ανέφερε στην «κυριακάτικη δημοκρατία» πως η εμπειρία έχει δείξει πως η επικοινωνία και η συνεννόηση με τους servicers είναι πάρα πολύ δύσκολες. «Η επίτευξη περίπλοκων συμφωνιών με ταυτόχρονη παραίτηση από ένδικα μέσα, μάλιστα ύστερα από θετική για τους πιστωτές δικαστική απόφαση, όπως στην περίπτωση του αναπληρωτή υπουργού Ανάπτυξης, είναι ακόμα δυσκολότερη» είπε χαρακτηριστικά και συνέχισε: «Σε κάθε περίπτωση, για να μην υπάρχουν σκιές, θα πρέπει να δοθεί στη δημοσιότητα η έγγραφη συμφωνία με τον servicer για να διασαφηνιστούν αν υπήρξε μόνο άδεια για τη μεταβίβαση ή απελευθέρωση από την εγγυητική ευθύνη, η αξία του μεταβιβαζόμενου ακινήτου και το χρέος που υπήρχε στην πιστώτρια με την πρώτη εμπραγμάτως εξασφαλισμένη απαίτηση για να επιβεβαιωθούν ότι δεν υπήρξε ιδιαίτερη μεταχείριση απέναντι στον υπουργό».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα, που τόνισε πως «ένας servicer για να κάνει οποιαδήποτε συζήτηση για ρύθμιση ζητά μια γενναία προκαταβολή, που φτάνει ως και το 30% του ποσού». Η ίδια εξήγησε πως από τη δική της εμπειρία «η αντιμετώπιση από τους servicers δεν είναι καθόλου φιλική προς τους δανειολήπτες», τονίζοντας πως στις 23 Μαρτίου 205 δικηγόροι υπέγραψαν έγγραφη καταγγελία για τις αθέμιτες, παραπλανητικές και μη σύννομες ενέργειες των servicers.
Το υπερχρεωμένο υπουργικό συμβούλιο, με πρώτο (και καλύτερο) τον πρωθυπουργό
Η λήψη δανείου, ακόμα και πολύ υψηλού, δεν συνιστά σε καμιά περίπτωση αδίκημα για κανένα πολιτικό πρόσωπο. Ωστόσο, η πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό οφείλει να συνοδεύεται από τρεις παράγοντες: πρώτον, να γίνεται με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τον απλό πολίτη, να μην υπάρχουν δηλαδή δυο μέτρα και δυο σταθμά στα κριτήρια των τραπεζών με τα οποία χορηγούνται τα δάνεια.
Δεύτερον, η δανειοδότηση να γίνεται με τις ίδιες ακριβώς εγγυήσεις με αυτές του απλού κόσμου. Τρίτον, τα δάνεια των πολιτικών ή ευρύτερα των ισχυρών του τόπου να αποπληρώνονται κανονικά, στο ακέραιο, και χωρίς ευνοϊκές ρυθμίσεις.
Το σημερινό υπουργικό συμβούλιο, χωρίς κάποιος να μπορεί να υποστηρίξει πως έχει παραβιαστεί ένας από τους παραπάνω όρους, είναι κυριολεκτικά υπερχρεωμένο, καθώς οι «γαλάζιοι» υπουργοί χρωστούν πολλά εκατομμύρια ευρώ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία των «Πόθεν Εσχες» του 2020, πρωταθλητής στα χρέη είναι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος εμφανίζεται να χρωστά 1.295.928 ευρώ. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο υπουργός Ναυτιλίας Γιάννης Πλακιωτάκης, ο οποίος οφείλει 1.234.272,97 ευρώ. Πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ είναι όμως και οι οφειλές του υπουργού Μετανάστευσης Νότη Μηταράκη, ο οποίος χρωστά 1.037.238,38 ευρώ.
Ομως, η λίστα περιλαμβάνει και μια σειρά ακόμα υπουργών που μπορεί να μην έχουν ξεπεράσει το όριο του εκατομμυρίου, ωστόσο φαίνεται πως οφείλουν στις τράπεζες αξιοσέβαστα ποσά. Συγκεκριμένα, στους οφειλέτες υπουργούς που οι υποχρεώσεις τους κυμαίνονται μεταξύ 500.000-900.000 ευρώ βρίσκονται οι Γιάννης Τσακίρης, υφυπουργός για τις Δημόσιες Επενδύσεις (761.000€), Αδωνις Γεωργιάδης, υπουργός Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης (557.000€), Λευτέρης Αυγενάκης, υφυπουργός Αθλητισμού (654.007,69 €), Κώστας Τσιάρας, υπουργός Δικαιοσύνης (730.247,43€), Μιχάλης Παπαδόπουλος, υφυπουργός Μεταφορών (743.489,3€).
Κάτω από όριο των 500.000 ευρώ σε χρέη βρίσκονται οι Νίκος Χαρδαλιάς, υφυπουργός Εθνικής Αμυνας (408.000€), Γιώργος Καραγιάννης, υφυπουργός για Υποδομές (162.269,04€), Στέλιος Πέτσας, αναπληρωτής υπουργός για θέματα Αυτοδιοίκησης (309.344,95€), Γιάννης Οικονόμου, υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, κυβερνητικός εκπρόσωπος (220.124€), Κώστας Κατσαφάδος, υφυπουργός αρμόδιος για θέματα Κλάδου Πλοίων (152.921€), Βασίλης Κικίλιας, υπουργός Τουρισμού (190.552€), Κωστής Χατζηδάκης, υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (118.011,68€), Θάνος Πλεύρης, υπουργός Υγείας (137.352,96€).
Κόμμα «στρατηγικός κακοπληρωτής» η Νέα Δημοκρατία
Την ίδια ώρα, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει μετατραπεί σε «στρατηγικό κακοπληρωτή», ο οποίος δεν θα καταφέρει ποτέ να καλύψει τις δανειακές του υποχρεώσεις. Και αυτό δεν είναι εκτίμηση, αλλά συμπέρασμα που προκύπτει με βάση τα δεδομένα που δίνει η Πειραιώς στη δημοσιότητα.
Το χρέος της Ν.Δ., λόγω των επιτοκίων αλλά και του μεγάλου της ανοίγματος προς τις τράπεζες, χρόνο με τον χρόνο μεγαλώνει. Αποκορύφωμα ήταν το 2022, όταν η Πειραιώς ανακοίνωσε πως το χρέος της προς τις τράπεζες έφτασε σχεδόν τα 400.000.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ισολογισμού του κόμματος που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο Ιούνιο, η Ν.Δ. χρωστά 381.296.262 ευρώ σε τράπεζες.
Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι πως το 2016, όταν δηλαδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέλαβε τα ηνία του κόμματος, το χρέος της δεν ξεπερνούσε τα 250.000.000. Επί της θητείας, μάλιστα, του σημερινού πρωθυπουργού, ο οποίος το 2016 είχε δηλώσει πως «είμαι υπερήφανος γι’ αυτό που έχουμε πετύχει για να βάλουμε σε τάξη τα οικονομικά της Νέας Δημοκρατίας», τα χρέη του κόμματος έχουν πάρει σταθερά την ανιούσα.
Συγκεκριμένα, πάντα σύμφωνα με τους ισολογισμούς του κόμματος, τα χρέη της Ν.Δ. στο πέρασμα του χρόνου έχουν διαμορφωθεί σύμφωνα με το ακόλουθο πινακάκι:
Και το ερώτημα που προκύπτει είναι ένα: Θα μπορέσει η Ν.Δ. να αποπληρώσει τα δάνειά της; Η αρνητική απάντηση μοιάζει αναπόφευκτη, καθώς χρόνο με τον χρόνο τα χρέη της αυξάνονται με γεωμετρικό τρόπο, ενώ τη φετινή χρόνια, που είναι και προεκλογική, αναμένεται τα έξοδα να αυξηθούν περαιτέρω.
Τα δάνεια λοιπόν θα «κοκκινίσουν» και θα ζητηθούν από τις τράπεζες περιουσιακά στοιχεία του κόμματος ή θα αυξάνονται κάθε χρόνο, δημιουργώντας «μαύρη τρύπα» στο τραπεζικό σύστημα.
Το 99% των επιχειρήσεων «τρώει πόρτα» από τις τράπεζες
Την ώρα που ο τραπεζικός δανεισμός φαίνεται ιδιαίτερα εύκολος και ανώδυνος για την πολιτική ελίτ, για τη συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας παραμένει όνειρο θερινής νυκτός. Σύμφωνα με στοιχεία των επιμελητηρίων αλλά και ανθρώπων που γνωρίζουν την αγορά, το 2021 μόλις 50.000 επιχειρήσεις από το σύνολο των 550.000 κατάφεραν να πάρουν οποιαδήποτε μορφή δανείου από τράπεζα.
Σε δήλωσή του πριν από τρεις μήνες, ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΕΑ) Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου είχε αναφέρει χαρακτηριστικά πως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι αποκλεισμένες από το τραπεζικό σύστημα, αλλά και από τις χρηματοδοτικές δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του νέου ΕΣΠΑ. Ενδεικτικά είναι και τα στοιχεία από το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς από αυτό εξαιρείται το 99% των επιχειρήσεων, καθώς, σύμφωνα με τον υποδιοικητή της ΤτΕ, μόλις 112 επιχειρήσεις στη χώρα θα μοιραστούν τα 1.700.000.000 ευρώ που προβλέπονται.
Σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, λιγότερες από 4 στις 100 επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό, ενώ μόνο 6 στις 100 μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατορθώνουν να χρηματοδοτήσουν επενδυτικά σχέδια μέσω προγραμμάτων του ΕΣΠΑ. Στο ίδιο συμπέρασμα φαίνεται πως καταλήγει και ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) Γιώργος Καββαθάς, ο οποίος έχει δηλώσει πως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται σε συντριπτικό βαθμό αποκλεισμένες από τις τράπεζες.
Και όλα αυτά συμβαίνουν ενώ την επόμενη διετία αναμένεται να πλειστηριαστούν 120.000-140.000 ακίνητα, εκ των οποίων το 60%-70% είναι πρώτες κατοικίες. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 500.000-600.000 Ελληνες κινδυνεύουν άμεσα να βγουν στον δρόμο ή να χάσουν ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο για τον βιοπορισμό τους, με ανυπολόγιστες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες για τη χώρα.
Αραγε, τον ίδιο κίνδυνο διατρέχει και η πολιτική ελίτ της χώρας; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική!
newsbreak.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις