Ο υπήκοος Πολωνίας Kορζενιοφκσι Ζαροσλαφ περιέγραψε στο δικαστήριο τα όσα βίωσε την ημέρα της πυρκαγιάς που είδε για τελευταία φορά τα μέλη της οικογένειάς του
Χαρακτηριστικά ο Kορζενιοφκσι Ζαροσλαφ, υπήκοος Πολωνίας που είχε έρθει με την οικογένειά του διακοπές στο Μάτι, κατέθεσε:
«Τη στιγμή που είδα τη γυναίκα και τον γιο μου για τελευταία φορά, μέσα στην βάρκα, ήμουν σίγουρος πως θα τους δω στην Ραφήνα. Πως θα είναι ασφαλείς. Έμειναν πολλές ώρες στη θάλασσα. Έμαθα πως η βάρκα ανατράπηκε… Πως κολυμπούσαν ώρες να σωθούν. Την επόμενη είδα τις σορούς τους στο Λιμάνι της Ραφήνας».
Ο Kορζενιοφκσι Ζαροσλαφ περιέγραψε στο δικαστήριο τα όσα βίωσε την ημέρα της πυρκαγιάς, με τους 104 νεκρούς, δηλαδή την ημέρα που είδε για τελευταία φορά τα μέλη της οικογένειάς του.
Όπως ανέφερε κλαίγοντας ο μάρτυρας, εκείνο το απόγευμα που κύκλωσε το ξενοδοχείο η φωτιά, δεν βρέθηκε κανένας αρμόδιος ούτε από την Πυροσβεστική, ούτε από την Αστυνομία, ούτε από τον Δήμο να τους βοηθήσει και οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου δεν ήξεραν πού να τους κατευθύνουν. Όχι μόνο αυτό, επισήμανε ο μάρτυρας, αντίθετα, τους έλεγαν να μην ανησυχούν με επιχείρημα ότι αφού «πετά μόνο ένα αεροπλάνο θα είναι κάποια φωτιά στο βουνό».
Σε άλλο σημείο της κατάθεσής του είπε ότι αυτό που αντιμετώπισε όταν βγήκε από το γεμάτο καπνούς ξενοδοχείο, ήταν κάτι «σαν πόλεμος, ένα τοίχος φωτιάς» και προσέθεσε: «Είχα την πεποίθηση πως γινόταν διάσωση και θα τους πάει στο λιμάνι της Ραφήνας. Είδα τη γυναίκα μου να μου φωνάζει να μπω στη βάρκα αλλά φοβήθηκα μήπως από το βάρος ανατραπεί. Της είπα θα τα καταφέρω μόνος μου να φύγετε εσείς».
Με βουβούς λυγμούς συνέχισε ο μάρτυρας: «Τη στιγμή που τους έβλεπα για τελευταία φορά δεν υπήρχαν πολλοί καπνοί στη θάλασσα. Ήμουν σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά …Ήμουν ευτυχισμένος που εκείνοι ήταν ασφαλείς. Πεποίθηση μου ήταν ακόμη πιο δυνατή γιατί έπλεαν δίπλα στην ακτή, άρα θεωρούσα πως δεν υπήρχε κίνδυνος».
Ακόμη, αναφέρθηκε στις αγωνιώδεις προσπάθειές του να βρει την οικογένειά του περιγράφοντας ένα σκηνικό φρίκης και τρόμου. «Έμεινα στην παραλία με άλλους ανθρώπους, ακούγονταν κραυγές, ενώ καίγονταν φοίνικες. Έπεφταν δέντρα επάνω μας. Βλέπαμε μεγάλη φωτιά και εκρήξεις, ενώ καίγονταν πολλά αυτοκίνητα. Έβλεπα ανθρώπους που καίγονταν, με τη φωτιά πάνω τους, πολλοί στο δρόμο δεν ξέρω αν ζούσαν ή όχι» κατέθεσε.
Ο κόσμος ήταν μόνος τους, δεν υπήρχε κανείς από τον κρατικό μηχανισμό για να βοηθήσει τόνισε και συνέχισε: «Όλη την ώρα προσπαθούσα να βρω ανθρώπους από τις υπηρεσίες να βοηθήσουν δεν υπήρχε κανείς, ούτε πυροσβέστες, ούτε αστυνομία, ούτε αεροπλάνα. Μείναμε μόνοι μας».
Με δάκρυα στα μάτια ο Kορζενιοφκσι Ζαροσλαφ, ο οποίος κάθε χρόνο έρχεται στο μνημόσυνο στο Μάτι «γιατί είναι δεύτερη πατρίδα μου, αφού εδώ είδα για τελευταία φορά τους δικούς μου», είπε ότι κανένας από το Κράτος όχι μόνο δεν βοήθησε μετά την απώλεια του, αλλά δεν του είπε καν συλλυπητήρια.
Καταλήγοντας, ο μάρτυρας ανέφερε: «Περιμένω το δικαστήριο σας να κρίνει πως αυτό ήταν ένα κακούργημα και όχι μια αμέλεια». Απευθυνόμενος στο δικαστήριο υποστήριξε: «Ελπίζω ότι θα εκδώσετε μια δίκαιη απόφαση γιατί η τραγωδία, καθώς δεν περιλαμβάνει μόνο τα 104 θύματα αλλά είναι και όλοι οι υπόλοιποι με τα σοβαρά εγκαύματα, αλλά και οι οικογένειες που ζουν με εφιάλτες που δεν πρόκειται να ξεπεράσουν ποτέ».
Δεύτερη μάρτυρας κατέθεσε η Βασιλική Κούκλα η οποία έχασε τους γονείς της και περιγράφοντας εκείνες τις τραγικές ώρες είπε ότι ενώ η φωτιά κατέβαινε προσπαθούσε να προσεγγίσει το σπίτι που έμεναν οι δύο ηλικιωμένοι και εξιστόρησε την αγωνιώδη προσπάθεια της να φθάσει στο σπίτι, αλλά και τα αγωνιώδη, τηλέφωνα στην Πυροσβεστική χωρίς να πετύχει ποτέ σύνδεση. Όπως είπε, μίλησε με το τοπικό Τμήμα Παλλήνης για να ζητήσει βοήθεια για τους ανήμπορους γονείς της. Της είπαν πως θα επιληφθούν.
Στη συνέχεια κατέθεσε η μάρτυρας:
«Οι γονείς μου περίμεναν την βοήθεια από την Πυροσβεστική που δεν πήγε ποτέ. Τους ψάχναμε στην Ραφήνα. Γύρω στις εννέα το βράδυ έφθαναν τα καΐκια. Οι άνθρωποι που έβγαιναν ήταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Δεν τους βρήκαμε. Στις 11 το βράδυ ήρθε το πλοίο του Λιμενικού, ούτε εκεί ήταν. Στις πέντε τα ξημερώματα μας τηλεφώνησαν από την Αστυνομία και είπαν πως στο σπίτι δεν βρήκαν τίποτα. Στις εννέα το πρωί ο ξάδελφος μου είπε πως μας ψάχνει η Πυροσβεστική γιατί βρήκαν τους γονείς μου απανθρακωμένους στην κουζίνα και πως πρέπει να πάω να υπογράψω. Όταν πήγα οι αστυνομικοί μου σύστησαν να μην μπω μέσα. Όλη μέρα είμαστε εκεί με τους γονείς απανθρακωμένους να περιμένουμε την Πυροσβεστική. Λίγες μέρες μετά την κηδεία, τηλεφώνησαν από την Πυροσβεστική και είπαν πως έγινε κάποιο λάθος και μας έδωσαν την σωρό άλλου ανθρώπου αντί του πατέρα μου. Θέλανε να γίνει εκταφή μετά συνεννόησης, χωρίς επίσημη ενημέρωση και χωρίς να γίνει επίσημη ταφή. Εννοείται αρνηθήκαμε. Έγινε εκταφή με εισαγγελική εντολή. Και το πριν και το κατά την διάρκεια και το μετά ήταν χωρίς κανέναν σεβασμό σε κανέναν μας. Δεν λειτούργησε τίποτε».
Δικάζονται και οι 21 κατηγορούμενοι
Προηγήθηκε η συζήτηση των ενστάσεων της υπεράσπισης των κατηγορουμένων που αθωώθηκαν σε πρώτο βαθμό, κατά της έφεσης του Εισαγγελέα και το δικαστήριο απέρριψε τις θέσεις των κατηγορουμένων.
Οι δικαστές ακολουθώντας και την πρόταση της εισαγγελέως της έδρας έκριναν ότι η κύρια και η συμπληρωματική έφεση που άσκησε ο εισαγγελέας εφετών Σπύρος Παππάς κατά της απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου είναι παραδεκτή, με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, απορρίπτοντας έτσι την ένσταση των 15 κατηγορουμένων που αθωώθηκαν σε πρώτο βαθμό.
Κατά συνέπεια από το Πενταμελές Εφετείο Πλημμελημάτων θα δικαστούν συνολικά και τα 21 άτομα που είχαν παραπεμφθεί εξαρχής.
Υπενθυμίζεται ότι σε πρώτο βαθμό καταδικάστηκαν 6 από τους 21 συνολικά κατηγορούμενους με ποινές φυλάκισης έως 5 έτη με τις ποινές τους να μετατρέπονται σε χρηματικές με 10 ευρώ την ημέρα.
Πρόκειται για πέντε πρώην υψηλόβαθμα στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος και τον ηλικιωμένο που έβαλε τη φωτιά στο Νταού Πεντέλης.
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις