Τραγωδία στο Μάτι: «Mείναμε μόνοι μας, δεν υπήρχε κανείς»  

298

Συγκλονίζουν οι καταθέσεις στο εφετείο των ανθρώπων που έζησαν τον εφιάλτη της φονικής πυρκαγιάς.

 

Σε έντονα φορτισμένο κλίμα ξεκίνησε στο Πενταμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών η επί της ουσίας σε δεύτερο βαθμό δίκη για την τραγωδία στο Μάτι, όπου έχασαν τη ζωή τους 104 άνθρωποι. Οι μάρτυρες περιέγραψαν τον εφιάλτη της πύρινης κόλασης που έζησαν και τις αγωνιώδεις προσπάθειές τους να σωθούν αυτοί και οι συγγενείς τους από τη μανία της φωτιάς, που έφτασε μέχρι τη θάλασσα καίγοντας ό,τι έβρισκε μπροστά της.

Οπως τονίζουν, το μοιραίο απόγευμα τίποτα δεν δούλεψε σωστά και ο κρατικός μηχανισμός απουσίαζε, καθώς τις κρίσιμες ώρες κανένας αρμόδιος δεν βρέθηκε δίπλα τους για να τους βοηθήσει.

Πρώτος μάρτυρας κατέθεσε ο Πολωνός Ζάροσλαφ Kορζενιόφσκι, ο οποίος συγκλόνισε το δικαστήριο, περιγράφοντας τις στιγμές που βίωσε μαζί με τη σύζυγο και τον εννιάχρονο γιο τους, οι οποίοι δεν κατάφεραν να επιζήσουν. «Μπήκαν σε μια βάρκα και ήμουν σίγουρος ότι ήταν ασφαλείς», είπε κλαίγοντας στους δικαστές. «Η βάρκα όμως ανετράπη, κολυμπούσαν ώρες για να σωθούν. Την επόμενη ημέρα είδα τις σορούς τους στο λιμάνι της Ραφήνας», είπε ο μάρτυρας.

Ο ίδιος, όπως τόνισε, επισκέπτεται κάθε χρόνο το Μάτι, καθώς είναι ο τόπος που είδε για τελευταία φορά τους δικούς του ανθρώπους που τόσο άδικα έφυγαν από τη ζωή. «Είδα τη γυναίκα μου να μου φωνάζει να μπω στη βάρκα, αλλά φοβήθηκα μήπως από το βάρος ανατραπεί… Της είπα “θα τα καταφέρω μόνος μου, να φύγετε εσείς…”. Η πεποίθησή μου ήταν ακόμη πιο δυνατή, γιατί έπλεαν δίπλα στην ακτή, άρα θεωρούσα πως δεν υπήρχε κίνδυνος», είπε ο Ζ. Kορζενιόφσκι, ο οποίος ανέφερε ότι, όταν η φωτιά κύκλωσε το ξενοδοχείο όπου διέμενε με την οικογένειά του, ένιωσε αβοήθητος καθώς δεν υπήρχε κανείς αρμόδιος, ούτε από την Πυροσβεστική, ούτε από την Αστυνομία, ούτε από τον δήμο, για να τους υποδείξει έναν δρόμο διαφυγής.

«Ακούγονταν φωνές. Επεφταν δέντρα επάνω μας. Βλέπαμε μεγάλη φωτιά, εκρήξεις, καίγονταν αυτοκίνητα… Εβλεπα ανθρώπους που καίγονταν, με φωτιά πάνω τους, πολλοί στον δρόμο δεν ξέρω αν ζούσαν ή όχι… Προσπαθούσα να βρω ανθρώπους από τις υπηρεσίες να βοηθήσουν, δεν υπήρχε κανείς, ούτε πυροσβέστες ούτε Αστυνομία ούτε αεροπλάνα. Μείναμε μόνοι μας», είπε κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, περιγράφοντας την απουσία του κρατικού μηχανισμού.

«Λάθος σορός»

Τη δική της τραγική ιστορία για την ημέρα που έχασε τους γονείς της στο Μάτι περιέγραψε η Βασιλική Κούκλα, η οποία προσπαθούσε να προσεγγίσει το σπίτι όπου έμεναν οι δύο ηλικιωμένοι. «Οι γονείς μου περίμεναν τη βοήθεια από την Πυροσβεστική, που δεν πήγε ποτέ… Τους ψάχναμε στη Ραφήνα. Γύρω στις εννέα το βράδυ, έφτασαν τα καΐκια. Οι άνθρωποι που έβγαιναν ήταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Δεν τους βρήκαμε. Στις 11 το βράδυ ήρθε το πλοίο του Λιμενικού… Ούτε εκεί ήταν. Στις πέντε τα ξημερώματα μας τηλεφώνησαν από την Αστυνομία και είπαν πως στο σπίτι δεν βρήκαν τίποτα. Στις εννέα το πρωί ο ξάδελφός μου μού είπε πως μας ψάχνει η Πυροσβεστική, γιατί βρήκαν τους γονείς μου απανθρακωμένους στην κουζίνα και πως πρέπει να πάω να υπογράψω. Οταν πήγα, οι αστυνομικοί μού σύστησαν να μην μπω μέσα. Ολη μέρα ήμασταν εκεί, με τους γονείς απανθρακωμένους, να περιμένουμε την Πυροσβεστική», ανέφερε η Β. Κούκλα.

«Λίγες ημέρες μετά την κηδεία, τηλεφώνησαν από την Πυροσβεστική και είπαν πως έγινε κάποιο λάθος και μας έδωσαν τη σορό άλλου ανθρώπου αντί για του πατέρα μου. Ηθελαν να γίνει εκταφή μετά συνεννόησης, χωρίς επίσημη ενημέρωση και χωρίς να γίνει επίσημη ταφή. Εννοείται πως αρνηθήκαμε. Εγινε εκταφή με εισαγγελική εντολή… Και το πριν και το κατά τη διάρκεια και το μετά ήταν χωρίς κανέναν σεβασμό σε κανέναν μας. Δεν λειτούργησε τίποτε», κατέληξε η μάρτυρας.

Σημειώνεται ότι νωρίτερα το δικαστήριο απέρριψε τις ενστάσεις που είχαν υποβάλει οι συνήγοροι των κατηγορουμένων για την έφεση που ασκήθηκε από την Εισαγγελία Εφετών, βάσει της οποίας κάθονται όλοι οι κατηγορούμενοι στο εδώλιο για να δικαστούν ξανά από μηδενική βάση. Υπενθυμίζεται ότι σε πρώτο βαθμό καταδικάστηκαν έξι από τους 21 συνολικά κατηγορουμένους σε φυλάκιση έως πέντε έτη, με τις ποινές τους να μετατρέπονται σε χρηματικές προς 10 ευρώ την ημέρα. Πρόκειται για πέντε πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και τον ηλικιωμένο που έβαλε τη φωτιά στο Νταού Πεντέλης, η οποία στη συνέχεια επεκτάθηκε.

Real.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αν σας άρεσε το άρθρο

Κάνετε Like