Ο αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και υπεύθυνος της Μονάδας Covid του Ευαγγελισμού μιλάει στα «ΝΕΑ» για την εκτίναξη των κρουσμάτων κοροναϊού, υπογραμμίζει την ανάγκη άμεσης στελέχωσης των ΜΕΘ, ενώ περιγράφει το πλάνο «έκτακτης ανάγκης» για τα νοσοκομεία
Ο περασμένος μήνας λειτούργησε – όπως συνηγορούν τα στοιχεία – ως «προθάλαμος» ενός δύσκολου φθινοπώρου και ενός δυνητικά ακόμη πιο κρίσιμου χειμώνα, δεδομένου ότι μέρα με τη μέρα κλείνει το χρονικό παράθυρο για την αντιστροφή του δυναμικού κύματος που καταγράφεται στην Αττική.
Μοιραία, στον Ευαγγελισμό – το μεγαλύτερο νοσοκομείο της χώρας – o SARS-CoV-2 ήδη αφήνει το βαρύ αποτύπωμά του. Τα όσα περιγράφει στα «ΝΕΑ» ο αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και υπεύθυνος της Μονάδας Covid του νοσοκομείου για τη νοσηλεία ήπιων και σοβαρών περιστατικών, Γιάννης Καλομενίδης, προκαλούν προβληματισμό και ανησυχία.
«Από τις 10 Σεπτεμβρίου έως και τα τέλη Σεπτεμβρίου νοσηλεύτηκαν στη Μονάδα τουλάχιστον 180 ασθενείς. Κατά το πρώτο κύμα, την περασμένη άνοιξη, και σε διάστημα 50 ημερών νοσηλεύσαμε συνολικά 84 ασθενείς», λέει χαρακτηριστικά. Σημειώνεται δε ότι την περασμένη Πέμπτη η ημέρα έκλεισε με 69 ασθενείς, με αποτέλεσμα η πληρότητα να ξεπερνά το 50%.
Το ίδιο βράδυ, στο σύνολο της επικράτειας συνολικά 475 ασθενείς νοσηλεύονταν σε απλούς θαλάμους Covid-19.
Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος δεν «φλερτάρει» με τον τρόμο, αντιθέτως επιμένει να αντιμετωπίζει τα δεδομένα με ρεαλισμό, δηλώνοντας (προς το παρόν τουλάχιστον) ανακουφισμένος, δεδομένου ότι το ποσοστό των θετικών κρουσμάτων που λόγω σοβαρών επιπλοκών χρειάζονται νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) έχει πέσει σημαντικά, συγκριτικά πάλι με το πρώτο κύμα όταν έφτανε το 10%.
Χαρακτηρίζει εντούτοις την κατάσταση στην Αττική «οριακά επικίνδυνη», προβλέποντας ότι αρκεί μια σταθερή – και όχι εκθετική, σύμφωνα με τα χειρότερα σενάρια – αύξηση των ημερήσιων κρουσμάτων για να φτάσουν τα νοσοκομεία της πρωτεύουσας να «λυγίσουν».
Ο ίδιος, όπως και το λοιπό έμπειρο επιστημονικό προσωπικό της χώρας, παρακολουθεί δύο σημαντικούς δείκτες – τον αριθμό των νοσηλευόμενων ασθενών και των διασωληνωμένων. «Οι ΜΕΘ είναι ένας κρίσιμος, πλην όμως περιορισμένος πόρος που αναπτύσσεται πάρα πολύ δύσκολα. Σπεύδουν, τελευταία στιγμή, να χτίσουν νέες Μονάδες – μια πολιτεία που είχε επίγνωση ότι είμαστε μόλις στο πρώτο λεπτό του αγώνα θα όφειλε να έχει θέσει τα θεμέλια από τον περασμένο Μάιο. Να ετοιμάσει εντός του καλοκαιριού έναν καινούργιο στρατό που αφορά κυρίως τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι».
Το ΕΣΥ, όμως, μετρά απώλειες και σε έμψυχο προσωπικό την κρίσιμη αυτή περίοδο. «Οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας δεν είναι οι αναπνευστήρες και τα μόνιτορ αλλά οι επιστήμονες που τις στελεχώνουν – το προσωπικό έχει υψηλή εξειδίκευση και διαφορετική νοοτροπία», εξηγεί, διαπιστώνοντας επίσης ολιγωρία σε ό,τι αφορά την προκήρυξη θέσεων για τη στελέχωση εκείνων που τώρα δημιουργούνται ή ανοίγουν, με αποτέλεσμα προς το παρόν ο κανόνας να είναι οι μετακινήσεις και η πρόσληψη επικουρικών.
Το χειρότερο σενάριο
Το κρίσιμο ερώτημα και η αγωνία που κρατούν σε επαγρύπνηση την κυβέρνηση και το επιστημονικό προσωπικό της χώρας είναι τι θα συμβεί εάν η πληρότητα στις ΜΕΘ αγγίξει το 100% – το χειρότερο σενάριο, δηλαδή. Το υπουργείο Υγείας στην περίπτωση αυτή έχει καταρτίσει ένα πλάνο «έκτακτης ανάγκης», σύμφωνα με το οποίο 546 απλές κλίνες Covid στην 1η Υγειονομική Περιφέρεια βρίσκονται ήδη στη διάθεση της Επιτροπής Λοιμώξεων των νοσοκομείων, ώστε με τη χρήση φορητών αναπνευστήρων να μετατραπούν σε ΜΕΘ.
Ο Γιάννης Καλομενίδης, έχοντας την ευθύνη μιας τέτοιας κλινικής – δυναμικότητας 130 κλινών -, αντιμετωπίζει με επιφύλαξη τα σχέδια που προς το παρόν αναπτύσσονται μόνο στα χαρτιά. «Είναι κάτι που με έχει απασχολήσει και διαπιστώνω ότι εάν χρειαστεί να νοσηλεύσω οκτώ διασωληνωμένους ασθενείς στη Μονάδα μου δεν έχω τις κατάλληλες προϋποθέσεις».
Εξηγεί ότι είναι απαραίτητο να υπάρχουν οι κατάλληλες ηλεκτρολογικές παροχές και υποδομές, χαρτογραφώντας τους περιορισμούς της δικής του κλινικής. «Για παράδειγμα, δεν σηκώνει το σύστημα μεγάλες παροχές οξυγόνου παντού. Στο εξωτερικό έχουν στήσει ΜΕΘ σε προκάτ, όμως στην Ελλάδα δεν υπάρχει αντίστοιχη τεχνογνωσία. Και έπειτα χρειάζεται και η κατάλληλη εμπειρία. Στα περισσότερα νοσοκομεία της Αττικής έχουν αναπτυχθεί ή αναπτύσσονται κλίνες Covid. Ομως, για εμάς στον Ευαγγελισμό και σε νοσοκομεία όπως τα Σωτηρία, Αττικόν, Παμμακάριστος και ΝΙΜΤΣ, η περασμένη άνοιξη ήταν προπόνηση. Στα άλλα νοσηλευτικά ιδρύματα, ωστόσο, δεν υπάρχει σχετική εμπειρία. Πρέπει πρώτα να εξοικειωθούν με τα περιστατικά και σε δεύτερο χρόνο να μετατρέψουν απλές κλίνες σε κλίνες Εντατικής Θεραπείας για ασθενείς με σοβαρές επιπλοκές από λοίμωξη Covid-19».
Συνεπώς, το ζητούμενο είναι να αντέξει το σύστημα ώστε το προσωπικό να είναι σε θέση να πράττει ορθά – και όχι σε συνθήκες που παραπέμπουν σε εμπόλεμη ζώνη – την ιατρική επιστήμη. «Ακριβώς, επειδή είχαμε την εμπειρία των περασμένων μηνών, νιώθουμε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Κατά το πρώτο κύμα η θνητότητα στην κλινική μας δεν ξεπέρασε το 10%, όταν στα νοσοκομεία της Γερμανίας την ίδια περίοδο άγγιζε το 22%».
Οπλα στη φαρέτρα
Εκτοτε, και παρότι στον θεραπευτικό τομέα δεν έχει καταγραφεί τεράστια πρόοδος, οι γιατροί έχουν στη φαρέτρα τους περισσότερα όπλα. Στο πλαίσιο αυτό ο ίδιος αναφέρει την κορτιζόνη για περιπτώσεις βαριάς πνευμονίας (μέθοδος που έχει τη σφραγίδα του ΠΟΥ έπειτα από σχετικές μελέτες) και τη ρεμδεσιβίρη που «παρότι ο ρόλος της δεν είναι καταλυτικός, φαίνεται να επιταχύνει την ανάρρωση των ασθενών».
Και συνεχίζει: «Μια τρίτη παρέμβαση που έχουμε είναι η παθητική ανοσοποίηση, δηλαδή η χορήγηση πλάσματος αίματος, που γίνεται στο πλαίσιο εθνικής μελέτης και φαίνεται ότι, όταν χορηγηθεί εγκαίρως, βοηθάει».
Για τον Γιάννη Καλομενίδη πάντως η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη που επιτυγχάνεται με τη χρήση μάσκας και την τήρηση των αποστάσεων. «Το ζητούμενο είναι τι κάνει η πολιτεία. Οι δωρεάν μάσκες στα σχολεία ήταν ιδιαίτερα θετική κίνηση και ίσως θα έπρεπε να γίνει και σε άλλους χώρους. Το δεύτερο μέτρο, αυτό των αποστάσεων, υπονομεύεται καθημερινά στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στις σχολικές τάξεις, όπου συνωστίζονται 25 μαθητές. Εκεί υπάρχει μεγάλο έλλειμμα επικοινωνίας».
Βαθιά ανησυχία
Την ώρα που η κοινωνία έχει στραμμένο το βλέμμα στον κοροναϊό, οι γιατροί του ΕΣΥ δηλώνουν βαθιά ανησυχία για έναν επιπλέον λόγο: κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας, για να υποστηριχθούν οι έκτακτες ανάγκες που προκάλεσε ο κοροναϊός δεν έλαβαν φροντίδα ασθενείς με άλλα νοσήματα.
«Πρέπει πάση θυσία αυτό να αποφευχθεί, γιατί οι επιπτώσεις θα είναι τραγικές. Το καλοκαίρι στην Πνευμονολογική Κλινική είδα τόσο πολλούς ανθρώπους να νοσηλεύονται με καρκίνο. Το κοινό χαρακτηριστικό τους ήταν ότι έπρεπε να διερευνηθούν πιο γρήγορα – οι περισσότεροι είχαν αξονικές με ύποπτα ευρήματα -, όμως αμέλησαν την υγεία τους εν μέσω lockdown», προειδοποιεί.
Μάρθα Καϊτανίδη
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ
πηγή:in.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις