Μια από αυτές τις αφανείς πτυχές είναι ο τρόπος πρόσληψης των παροχών που ανακοινώνουν κατά καιρούς οι κυβερνήσεις.
Τα μέτρα
Ο δημόσιος διάλογος την τελευταία εβδομάδα κυριαρχείται από τις παροχές και τα μέτρα για τις τραπεζικές προμήθειες που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό. Το δημοσιονομικό κόστος για τα δωρεάν φάρμακα των χαμηλοσυνταξιούχων και το επίδομα επικινδυνότητας των ενστόλων ανέρχεται στα 200 εκατομμύρια. Η μείωση των χρεώσεων στις τραπεζικές συναλλαγές η οποία προβλέπεται σε ευρωπαϊκή οδηγία, δεν έχει δημοσιονομικό κόστος αφού επιβαρύνει τις τράπεζες με 150 εκατομμύρια. Να σημειωθεί ότι οι τράπεζες βγάζουν ετησίως από τις προμήθειες 2 δισ..
Παρά το μικρό δημοσιονομικό κόστος και την εξίσου μικρή επίπτωση που θα έχουν στην καθημερινότητα του κοινωνικού συνόλου, τα μέτρα αποτέλεσαν μια επικοινωνιακή επιτυχία για την κυβέρνηση. Οι εντυπώσεις κερδήθηκαν, κάτι που φαίνεται να αποτυπώνεται και στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις.
Η σύγκριση
Η σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Τον Μάιο του 2019, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, η κυβέρνηση Τσίπρα ανακοίνωσε κοινωνικές παροχές που ξεπερνούσαν το 1 δισεκατομμύριο. Μεταξύ άλλων, ανακοινώθηκε ένα επίδομα στους συνταξιούχους (το οποίο για τους χαμηλοσυνταξιούχους ισούταν με μία σύνταξη) καθώς και μειώσεις στον ΦΠΑ. Ωστόσο, οι παροχές όχι μόνο δεν δημιούργησαν ευνοϊκό κλίμα για την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά γύρισαν σε μεγάλο βαθμό μπούμερανγκ, αφού θεωρήθηκαν «κοροϊδία». Ο Τσίπρας είχε ανακοινώσει το επίδομα στους συνταξιούχους ως επαναφορά της 13ης σύνταξης, κάτι που ήταν αναληθές για το σύνολο των συνταξιούχων.
Αλλά και άλλες παροχές που είχαν δοθεί εκτός προεκλογικής περιόδου επικοινωνιακά δεν αποτέλεσαν μεγάλες επιτυχίες της κυβέρνησης Τσίπρα. Τόσο το 2018 όσο και το 2017 είχε δοθεί στους πιο αδύναμους οικονομικά το λεγόμενο «κοινωνικό μέρισμα» το οποίο ανερχόταν στα 710 εκατομμύρια και τις δύο χρονιές.
Αν πάμε ακόμα πιο πίσω, θα δούμε ότι την άνοιξη του 2014, λίγο πριν τις ευρωεκλογές, ο Αντώνης Σαμαράς είχε δώσει κοινωνικό μέρισμα 514 εκατομμυρίων, χωρίς να καταφέρει να βελτιώσει την εικόνα της κυβέρνησής του.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Πότε «σκοράρει» μια κυβέρνηση με τις παροχές;
Πέντε παράγοντες
Πριν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε το ερώτημα για τις πολιτικές επιπτώσεις των παροχών, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι πρόκειται για ερώτημα που αφορά όσους δεν ωφελούνται άμεσα. Γιατί όσοι εισπράττουν προφανώς αποκομίζουν καλύτερη εντύπωση για την κυβέρνηση που κάνει τις παροχές. Μπορεί δηλαδή η κυβέρνηση Τσίπρα να μην είχε κερδίσει τις εντυπώσεις με τις παροχές της, αλλά στα λαϊκά στρώματα τα οποία ήταν τα άμεσα ωφελημένα, οι εκλογικές επιδόσεις της το 2019 ήταν καλές. Το ερώτημα λοιπόν είναι γιατί άλλοτε οι παροχές φτιάχνουν «κλίμα» και άλλοτε όχι. Πέντε παράγοντες μπορούν αν μας δώσουν την απάντηση:
1. Έχει μεγάλη σημασία αν μια κυβέρνηση έχει κάνει περικοπές πριν κάνει τις παροχές. Τόσο η κυβέρνηση Σαμαρά όσο και η κυβέρνηση Τσίπρα εκτελούσαν τα μνημονιακά προγράμματα των δρακόντειων περικοπών. Έτσι, οι πολίτες είχαν την (αληθή) αίσθηση ότι η κυβέρνηση επιστρέφει πολύ λιγότερα από όσα έχει πάρει. Το μείζον πρόβλημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η πτώση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Όμως ο πληθωρισμός περικόπτει τον πραγματικό μισθό με έμμεσο τρόπο και όχι άμεσο όπως είναι η ονομαστική μείωσή των μισθών και των συντάξεων. Επομένως, βραχυπρόθεσμα η πτώση της αγοραστικής δύναμης δεν γίνεται αντιληπτή όπως μια περικοπή του μισθού. Βεβαίως, μακροπρόθεσμα η ακρίβεια ρίχνει κυβερνήσεις…
2. Έχει επίσης σημασία αν οι παροχές δίνονται προεκλογικά ή όχι. Πλέον ό,τι δίνεται παραμονές εκλογών κρίνεται αρνητικά από όσους δεν ωφελούνται άμεσα, μιας και το εντάσσουν στις απορριπτέες παλαιοκομματικές συμπεριφορές. Είναι προτιμότερο για μια κυβέρνηση να δώσει λιγότερα καθ’ όλη τη διάρκεια της τετραετίας από το να τα δώσει όλα μαζί στο τέλος της.
3. Οι επικοινωνιακές υπερβολές κάνουν ζημιά. Η φαεινή ιδέα του ΣΥΡΙΖΑ να ονομάσει επαναφορά της 13ης σύνταξης το επίδομα για τους συνταξιούχους, αποδείχτηκε επικοινωνιακά καταστροφική.
4. Η πρόσληψη των παροχών σχετίζεται με τη στάση της αντιπολίτευσης. Τόσο ο Τσίπρας το 2014 όσο και ο Μητσοτάκης στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ στηλίτευαν τις εκάστοτε παροχές ως «ψίχουλα». Ο δε Μητσοτάκης απέρριπτε ιδεολογικά την «επιδοματική πολιτική» -ασχέτως που ως πρωθυπουργός έγινε πρωταθλητής των επιδομάτων. Τον Μάιο του 2019 σε συνέντευξή του στον Βασίλη Σκουρή ο Μητσοτάκης είχε χαρακτηρίσει τις παροχές του ΣΥΡΙΖΑ «προεκλογικό επίδομα που δεν μπορεί να εξαπατήσει του συνταξιούχους». Το 2024 μετά τη ψήφιση του προϋπολογισμού ο Νίκος Ανδρουλάκης χαρακτήρισε «νίκη του ΠΑΣΟΚ τα δειλά μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός». Καταλαβαίνουμε όλοι-ες ότι είναι άλλη η πρόσληψη των μέτρων από την κοινωνία όταν η αντιπολίτευση τα χαρακτηρίζει «απάτη» και άλλο όταν τα αποκαλεί «νίκη της».
5. Ο πιο σημαντικός παράγοντας όμως είναι η επικοινωνιακή παντοκρατορία Μητσοτάκη. Με λίγες εξαιρέσεις, τα ΜΜΕ υιοθέτησαν στο σύνολο του το κυβερνητικό αφήγημα για τα μέτρα. Χωρίς να τίθενται τα αυτονόητα δημοσιογραφικά ερωτήματα για την κοστολόγηση και τις πραγματικές κοινωνικές επιπτώσεις των μέτρων, η μεγάλη πλειονότητα των δημοσιευμάτων απλώς αναπαρήγαγε τις κυβερνητικές ανακοινώσεις Αυτή η πρωτοφανής μονομέρεια των ΜΜΕ αποτελεί το βασικό παράγοντα για τις επικοινωνιακές επιτυχίες της κυβέρνησης. Επιτυχίες που είναι βέβαια βραχυχρόνιες, γιατί σε βάθος χρόνο κάθε κυβέρνηση κρίνεται στην καθημερινότητα των πολιτών. Και στην καθημερινότητα οι επιδόσεις της κυβέρνησης είναι αντιστρόφως ανάλογες με την επικοινωνία.
dnews.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις