Σε μια ιστορική στιγμή που ο κόσμος μοιάζει να επαναχαράσσεται – με τις Ηνωμένες Πολιτείες να βυθίζονται εκ νέου στον εθνικισμό υπό τον Τραμπ, την Ευρωπαϊκή Ένωση να επιδιώκει στρατηγική αυτονομία και τη Ρωσία μαζί με την Κίνα να σηματοδοτούν ένα τρίτο πόλο – η νέα συμφωνία ανάμεσα στη Βρετανία και την Ε.Ε. έρχεται ως κίνηση με πολλαπλή σημασία. Δεν είναι αναδίπλωση, ούτε επιστροφή στις «παλιές αγάπες» της προ-Brexit εποχής. 

Είναι η μετάβαση σε έναν ρεαλιστικό, λειτουργικό καταμερισμό συνεργασίας ανάμεσα σε δύο δυνάμεις που, όσο κι αν θέλησαν να αποκοπούν, παραμένουν άρρηκτα συνδεδεμένες. Αν η αποχώρηση του 2016 ήταν πράξη ιδεολογικής απομόνωσης, η συμφωνία του 2025 είναι μια αναγκαστική επιστροφή στην κοινή λογική.

Η νέα συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν περιορίζεται σε ζητήματα τελωνειακά ή διαχειριστικά. Αντιθέτως, αποτελεί μια γενικευμένη στρατηγική στροφή που καλύπτει την άμυνα, την ενέργεια, το εμπόριο, την κινητικότητα και τη γεωργία.

Στην καρδιά της βρίσκεται η αναγνώριση ότι καμία από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να διασφαλίσει τα εθνικά της συμφέροντα πλήρως απομονωμένη. Ο κόσμος μετά την εισβολή στην Ουκρανία, η αστάθεια στις ΗΠΑ και οι ενεργειακές πιέσεις επιβάλλουν νέα σχήματα ευελιξίας και σύμπραξης.

Είναι πολλά τα λεφτά

Η Βρετανία, υπό τον Κιρ Στάρμερ, υιοθετεί έναν πρακτικό δρόμο αποκατάστασης της εμπιστοσύνης. Χωρίς να αναζητά επιστροφή στην Ε.Ε., διεκδικεί συμμετοχή σε κοινά ευρωπαϊκά προγράμματα προμηθειών στον τομέα της άμυνας, προσφέροντας στις μεγάλες βιομηχανίες της – όπως η BAE, η RollsRoyce και η Babcock – πρόσβαση σε ένα νέο χρηματοδοτικό ταμείο 150 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η συμμετοχή αυτή δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι κυρίως γεωπολιτική, καθώς η άμυνα επιστρέφει ως βασική προτεραιότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής μετά τη ρωσική επιθετικότητα.

Στον τομέα του εμπορίου, η συμφωνία αίρει μια σειρά από τεχνικά και γραφειοκρατικά εμπόδια που καθιστούσαν δυσχερή τη διακίνηση τροφίμων και γεωργικών προϊόντων. Με την υπογραφή ενός νέου υγειονομικού και φυτοϋγειονομικού πρωτοκόλλου (SPS), η Βρετανία δέχεται την εποπτεία της Ε.Ε. στα σχετικά πρότυπα, κάτι που μέχρι πρότινος θεωρούνταν πολιτικό ταμπού. Αντίθετα όμως με τη ρητορική του παρελθόντος, η κυβέρνηση του Στάρμερ παρουσιάζει αυτή την επιλογή ως θυσία λογικής: μείωση τιμών, διευκόλυνση εξαγωγών, στήριξη μικρών παραγωγών.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η επαναφορά της ελεύθερης μετακίνησης κατοικίδιων ζώων μέσω του «διαβατηρίου κατοικίδιου», η διεύρυνση της πρόσβασης των Βρετανών ταξιδιωτών στα ευρωπαϊκά eGates και η πιθανή επανένταξη της Βρετανίας στο πρόγραμμα Erasmus+. Παράλληλα, εξετάζεται ένα περιορισμένο πρόγραμμα κινητικότητας για νέους. Πρόκειται για κινήσεις που, ενώ έχουν δευτερεύον πολιτικό βάρος, είναι φορτισμένες με κοινωνικό και πολιτιστικό συμβολισμό: μια σταδιακή αποκατάσταση των ανθρωπίνων ροών που το Brexit είχε απότομα ανακόψει.

Και ενέργεια και αλιεία…

Ακόμη πιο σημαντικό είναι το σκέλος της ενέργειας. Το Ηνωμένο Βασίλειο προσεγγίζει εκ νέου την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη σταθερότητα, φθηνότερες τιμές και εναρμόνιση με τις πράσινες πολιτικές της Ε.Ε. Η σύνδεση των ευρωπαϊκών και βρετανικών συστημάτων εμπορίας ρύπων δημιουργεί έναν ενιαίο χώρο περιβαλλοντικής πολιτικής με στόχο όχι μόνο την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης αλλά και τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών και βρετανικών επιχειρήσεων.

Το κερασάκι στη συμφωνία είναι η 12ετής συμφωνία για την αμοιβαία πρόσβαση σε αλιευτικά ύδατα, που αφαιρεί από τη Βρετανία ένα από τα ισχυρότερα χαρτιά διαπραγμάτευσης αλλά, σε αντάλλαγμα, εξασφαλίζει μονιμότερη μείωση της γραφειοκρατίας στον αγροδιατροφικό τομέα. Ιδιαίτερα ωφελημένη είναι η Βόρεια Ιρλανδία, όπου η ανάγκη για ελέγχους στα θαλάσσια σύνορα μειώνεται σημαντικά, περιορίζοντας τις εσωτερικές εντάσεις.

Στάρμερ εναντίον Φάρατζ

Από πολιτικής άποψης, η συμφωνία δεν είναι απλή. Ο Στάρμερ βάλλεται ήδη από το αντιπολιτευόμενο Συντηρητικό Κόμμα και τον Νάιτζελ Φάρατζ, που μιλούν για «πισωγύρισμα» και «ξεπούλημα» του Brexit. Όμως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μεγάλο μέρος των Βρετανών έχει μετανιώσει για την έξοδο, χωρίς να επιθυμεί επιστροφή στην Ε.Ε. Έτσι, ο Στάρμερ παίζει σε ένα λεπτό ισοζύγιο: αποφεύγει την πλήρη επιστροφή στην ενιαία αγορά, προτιμώντας στοχευμένες διαπραγματεύσεις σε τομείς στρατηγικής σημασίας – μια προσέγγιση που οι Βρυξέλλες συνήθως απορρίπτουν ως «παραπλανητική».

Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, δείχνουν μεγαλύτερη ανοχή. Δικαιολογημένα.

Η ίδια η Ε.Ε., από την πλευρά της, φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι η πλήρης απομόνωση της Βρετανίας είναι μακροπρόθεσμα ζημιογόνα. Η ένταξή της σε έναν ευρύτερο κύκλο συνεργασιών που δεν περιλαμβάνει πλήρη πολιτική ένωση, αλλά στρατηγική σύμπραξη, ενδέχεται να αποτελέσει πρότυπο για την «Ευρώπη των κύκλων» – ένα νέο μοντέλο εσωτερικής και εξωτερικής γεωπολιτικής αρχιτεκτονικής.

Η συμφωνία λειτουργεί τελικά ως μήνυμα προς ολόκληρη την ήπειρο: ότι η στρατηγική ανεξαρτησία και η εθνική κυριαρχία δεν βρίσκονται σε αντίθεση με την περιφερειακή συνεργασία. Η επιστροφή της Βρετανίας στο τραπέζι των Ευρωπαίων δεν αναιρεί το Brexit – αλλά το μετουσιώνει σε ρεαλισμό. Και αν κάτι απέδειξε η συμφωνία αυτή, είναι πως η ιστορία δεν γράφεται ποτέ με τελεία, αλλά με κόμμα.

 

neostrategy.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις