Την ώρα που η διεθνής κοινότητα αναμένει τη δεύτερη φάση του ειρηνευτικού σχεδίου του Ντόναλντ Τραμπ για τη Λωρίδα της Γάζας, μια σειρά από κινήσεις χαμηλής δημοσιότητας αλλά υψηλής στρατηγικής σημασίας αποκαλύπτουν ποιο είναι στην πράξη το όραμα της Ουάσιγκτον και του Ισραήλ για τη νέα Μέση Ανατολή. Πίσω από τις δημόσιες δηλώσεις για σταθερότητα και ειρήνη, διαμορφώνεται ένα πλέγμα ενεργειακών και αμυντικών συμφωνιών που επαναχαράσσει τις ισορροπίες στην περιοχή, με κεντρικούς πυλώνες το Ισραήλ, τις αραβικές μοναρχίες του Κόλπου και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η έγκριση, την προηγούμενη εβδομάδα, από την ισραηλινή κυβέρνηση της μεγαλύτερης συμφωνίας εξαγωγής φυσικού αερίου στην ιστορία της χώρας και η αποκάλυψη μιας τεράστιας –μέχρι πρότινος απόρρητης– αμυντικής συμφωνίας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα συνιστούν δύο όψεις της ίδιας στρατηγικής: οικονομική διασύνδεση, στρατιωτική συνεργασία και σταδιακή παγίωση μιας νέας τάξης πραγμάτων στη Μέση Ανατολή.
Στο ενεργειακό πεδίο, η συμφωνία ύψους 37 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την επέκταση των εξαγωγών φυσικού αερίου από το κοίτασμα Λεβιάθαν προς την Αίγυπτο ενισχύει τον ρόλο του Ισραήλ ως περιφερειακού ενεργειακού κόμβου. Παρά τις καθυστερήσεις και τις διαπραγματεύσεις για τις τιμές και τους όρους, η τελική έγκριση της άδειας εξαγωγής κατέστησε σαφές ότι η ενέργεια παραμένει βασικό εργαλείο γεωπολιτικής επιρροής.
Η συμφωνία Ισραήλ–Αιγύπτου για την επέκταση των εξαγωγών φυσικού αερίου δεν αποτελεί απλώς μια διμερή ενεργειακή σύμπραξη, αλλά ένα κομβικό στοιχείο της αμερικανικής στρατηγικής στην Ανατολική Μεσόγειο.
O ρόλος της Chevron
Καθοριστικός σε αυτόν τον σχεδιασμό είναι ο ρόλος της Chevron, η οποία, έχοντας εξελιχθεί στον κυρίαρχο παίκτη της ισραηλινής αγοράς φυσικού αερίου, λειτουργεί ως άτυπος αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικός βραχίονας της αμερικανικής πολιτικής επιρροής. Μέσω της συμμετοχής της στο κοίτασμα Λεβιάθαν, η αμερικανική πετρελαϊκή εταιρεία διασυνδέει τα στρατηγικά συμφέροντα της Ουάσιγκτον με τις ενεργειακές φιλοδοξίες του Ισραήλ και τις αυξανόμενες ανάγκες της Αιγύπτου.
Για το Κάιρο, το ισραηλινό φυσικό αέριο δεν καλύπτει μόνο κρίσιμες εσωτερικές ανάγκες ηλεκτροπαραγωγής και βιομηχανίας, αλλά αποτελεί και βασικό εξαγωγικό εργαλείο. Μέσω των τερματικών υγροποιημένου φυσικού αερίου στις μεσογειακές ακτές της χώρας, το αέριο επανεξάγεται προς την Ευρώπη, ενισχύοντας τον ρόλο της Αιγύπτου ως ενεργειακού κόμβου σε μια περίοδο που η Ε.Ε. αναζητά εναλλακτικές πηγές τροφοδοσίας και μεγαλύτερη ενεργειακή ασφάλεια. Το ισραηλινό αέριο, παρότι δεν λύνει από μόνο του το ευρωπαϊκό ενεργειακό πρόβλημα, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο μωσαϊκό διαφοροποίησης, με σαφές γεωπολιτικό αποτύπωμα.
Ωστόσο, το πιο αποκαλυπτικό κομμάτι της νέας στρατηγικής δεν βρίσκεται στους αγωγούς αλλά στον τομέα της άμυνας. Σύμφωνα με δημοσίευμα του γαλλικού μέσου Intelligence Online, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι ο «μη κατονομαζόμενος» αγοραστής πίσω από τη μεγαλύτερη αμυντική συμφωνία στην ιστορία της ισραηλινής Elbit Systems, αξίας περίπου 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μέχρι πρόσφατα, η ταυτότητα του πελάτη παρέμενε μυστική, με την εταιρεία να κάνει λόγο απλώς για έναν «διεθνή στρατηγικό πελάτη».
O μεσανατολικός άξονας Τραμπ

Η αποκάλυψη φωτίζει τον βαθμό στον οποίο οι Συμφωνίες του Αβραάμ του 2020 για τη Μέση Ανατολή έχουν μετατραπεί από διπλωματικό άνοιγμα σε στρατηγική σύμπραξη με μεγάλο βάθος. Τα Εμιράτα δεν αποτελούν απλώς ενδιάμεσο σκαλοπάτι για την εξομάλυνση σχέσεων με τον αραβικό κόσμο αλλά μετατρέπονται σε βασικό αποδέκτη προηγμένων ισραηλινών στρατιωτικών τεχνολογιών — τεχνολογιών που μέχρι πρότινος θεωρούνταν άκρως ευαίσθητες για εξαγωγή.
Η Elbit Systems, ένας από τους πυλώνες της ισραηλινής αμυντικής βιομηχανίας, εξειδικεύεται σε μη επανδρωμένα συστήματα, αισθητήρες, ηλεκτρονικό πόλεμο και ολοκληρωμένες πλατφόρμες μάχης. Αν και οι λεπτομέρειες της συμφωνίας καλύπτονται από περιορισμούς δημοσιότητας, αναλυτές εκτιμούν ότι πρόκειται για συστήματα που μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την ισορροπία στρατιωτικής ισχύος στην περιοχή.
Η μεταφορά τέτοιων δυνατοτήτων στα Εμιράτα εντάσσεται σε μια ευρύτερη αμερικανοϊσραηλινή στρατηγική: τη δημιουργία ενός άτυπου άξονα Ισραήλ–κρατών του Κόλπου, ικανού να λειτουργήσει ως αντίβαρο τόσο στο Ιράν όσο και σε άλλες περιφερειακές απειλές. Σε αυτό το πλαίσιο, η ασφάλεια και η τεχνολογία λειτουργούν ως συγκολλητική ουσία για πολιτικές συμφωνίες που, πριν από λίγα χρόνια, θα θεωρούνταν αδιανόητες.
Οι εξελίξεις αυτές, ωστόσο, δεν περνούν χωρίς αντιδράσεις. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Διεθνής Αμνηστία και η Oxfam, έχουν εκφράσει έντονη ανησυχία για τις εξαγωγές προηγμένων οπλικών συστημάτων από το Ισραήλ, ειδικά στον απόηχο της γενοκτονίας στη Γάζα. Οι οργανώσεις προειδοποιούν ότι τέτοιες τεχνολογίες μπορεί να χρησιμοποιηθούν με τρόπους που παραβιάζουν το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.
Παράλληλα, η εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας με τα Εμιράτα έρχεται σε αντίστιξη με το αδιέξοδο της υπόθεσης των μαχητικών F-35. Αν και η πώληση των αμερικανικών αεροσκαφών είχε εγκριθεί καταρχήν επί προεδρίας Τραμπ, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, λόγω ανησυχιών των ΗΠΑ για τη διαρροή ευαίσθητης τεχνολογίας, ιδίως εξαιτίας των σχέσεων των Εμιράτων με την Κίνα. Το αποτέλεσμα ήταν τα ΗΑΕ να στραφούν ακόμη περισσότερο προς την ισραηλινή τεχνογνωσία.
Οι πρόσφατες επενδύσεις επιβεβαιώνουν αυτή τη στροφή. Ο αμυντικός κολοσσός Edge Group των Εμιράτων απέκτησε φέτος το 30% της ισραηλινής εταιρείας Third Eye, η οποία αναπτύσσει συστήματα ανίχνευσης και παρεμβολής drones — τεχνολογία κομβικής σημασίας σε σύγχρονες συγκρούσεις. Δεν πρόκειται πλέον μόνο για αγοραπωλησίες, αλλά για βαθύτερη τεχνολογική διασύνδεση.
Σε αυτό το περιβάλλον, το ειρηνευτικό σχέδιο Τραμπ για τη Μέση Ανατολή εμφανίζεται λιγότερο ως μια παραδοσιακή πολιτική λύση και περισσότερο ως μέρος μιας συνολικής αναδιάταξης ισχύος. Η ειρήνη, σύμφωνα με αυτή τη λογική, δεν προηγείται της ασφάλειας, αλλά οικοδομείται πάνω σε αυτήν — μέσα από οικονομική εξάρτηση, ενεργειακές ροές και στρατιωτική υπεροχή.
Ενέργεια και εξοπλισμοί,επομένως, συνθέτουν το πραγματικό υπόβαθρο της «νέας Μέσης Ανατολής» που διαμορφώνεται μακριά από τα τραπέζια των διαπραγματεύσεων. Και όσο η προσοχή παραμένει στραμμένη στη Γάζα και στην επόμενη φάση των πολιτικών σχεδίων, το παρασκήνιο δείχνει ότι οι πιο κρίσιμες αποφάσεις έχουν ήδη ληφθεί.
neostrategy.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις























































