Η γνωστή φωτογραφία με τα σοβιετικά στρατεύματα να αποσύρονται από το Αφγανιστάν, το 1989, έμεινε ιστορική. Σηματοδοτούσε, όχι μόνον την ήττα της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, στην αντιπαράθεσή της με τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο της σύγκρουσης των δύο στρατοπέδων του Ψυχρού Πολέμου, αλλά το τέλος μιας ολόκληρης εποχής.
Λίγο μετά, η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε, με κατακλυσμιαίες ιστορικές συνέπειες για όλο τον κόσμο, ο οποίος, πλέον, έμπαινε σε μια νέα εποχή. Μια νέα μεταβατική εποχή, με παγκόσμιους ανασχηματισμούς, νέες γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, ανασφάλειες, συγκρούσεις και νέα οικονομικο-πολιτικά μοντέλα, που ακόμα και σήμερα δεν έχει σταθεροποιηθεί.
Λίγες δεκαετίες πριν, οι εικόνες της άτακτης αποχώρησης των Αμερικανών από την Σαϊγκόν, στο Βιετνάμ, μένουν ακόμα και σήμερα χαραγμένες στο υποσυνείδητο των μεγάλων δυνάμεων και των υπερδυνάμεων. Επρόκειτο για μια ιστορικής σημασίας στιγμή στο πλαίσιο της αντιπαραθέσης του Ψυχρού Πολέμου. Όπως το ίδιο και για το χαρακτηρισμένο ως «σοβιετικό Βιετνάμ», το Αφγανιστάν.
Μια δεκαετία μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, και ενώ η ανθρωπότητα έψαχνε -και συνεχίζει να αναζητά- τον βηματισμό της, η 11η Σεπτεμβρίου και η αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν, το 2000, σηματοδότησε μια νέα εποχή στην αμερικανική πολιτική της «μοναδικής υπερδύναμης», όπως χαρακτηριζόταν τότε.
Σε αυτό το ίδιο πλαίσιο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής των στρατιωτικών παρεμβάσεων, ακολούθησε σειρά παρόμοιων επεμβάσεων, με πλέον χαρακτηριστική αυτή στο Ιράκ, το 2003. Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό των ΗΠΑ, με γνώμονα τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του Τζώρτζ Μπους τζούνιορ και του περιβάλλοντός του, συντελούνταν σοβαρότατες αλλαγές. Μια από αυτές που κινούνταν παράλληλα με τις στρατιωτικές επεμβάσεις ήταν ακόμα και η ιδιωτικοποίηση σημαντικών τομέων των Ενόπλων Δυνάμεων.
Η … απόσυρση Μπάϊντεν
Οι Σοβιετικοί έμειναν στο Αφγανιστάν δέκα χρόνια. Οι Αμερικανοί και οι ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοί τους πάνω από είκοσι χρόνια.
Η απόφαση για την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν ανακοινώθηκε προ μηνών από τη νέα κυβέρνηση Μπάϊντεν. Στην πραγματικότητα, όμως, οι ΗΠΑ είχαν αρχίσει να αποσύρονται τόσο από το Αφγανιστάν, όσο και από άλλες χώρες, όπως το Ιράκ, πολύ πιο πριν. Η πολιτική αυτή είχε ξεκινήσει επί Ομπάμα και συνεχίστηκε επί Τράμπ και Μπάϊντεν.
Η «αναδίπλωση» των ΗΠΑ θεωρείται ως το τέλος της εποχής της «μοναδικής υπερδύναμης». Κατά πολλούς, μάλιστα, σηματοδοτεί ότι η Δύση βρίσκεται σε υποχώρηση.
Η ελληνική παρουσία
Στις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις στο Αφγανιστάν μετείχε και ελληνική δύναμη. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα τελευταία δέκα άτομα του στρατιωτικού προσωπικού που βρίσκονταν εκεί, στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, αποχώρησαν προ μηνός.
Ελληνική διπλωματική εκπροσώπηση δεν υπάρχει στο Αφγανιστάν, το οποίο παρακολουθείτο ανέκαθεν από την ελληνική πρεσβεία στο Πακιστάν.
Σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, ένας Αφγανός μεταφραστής των ελληνικών δυνάμεων βρίσκεται στην Ελλάδα, ένας ακόμα είναι στο Αφγανιστάν, αλλά η ελληνική πρεσβεία στο Πακιστάν αδυνατεί να τον βρει, και για έναν τρίτο δεν υπάρχουν πληροφορίες.
Η εικόνα που δίδουν ελληνικές διπλωματικές πηγές είναι ότι σήμερα στο Αφγανιστάν δεν υπάρχουν Έλληνες διπλωμάτες και στρατιωτικοί.
Οι ΗΠΑ στην κατιούσα;
Κατά πολλούς αναλυτές, η αμερικανική απόσυρση από το Αφγανιστάν σηματοδοτεί μια νέα εποχή στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, η οποία αλλάζει προτεραιότητες, με πρώτιστη την αναδυόμενη υπερδύναμη, Κίνα.
Ωστόσο, το γεγονός και μόνο ότι η κυβέρνηση που φτιάχτηκε στο Αφγανιστάν την περίοδο της αμερικανο-ΝΑΤΟϊκής παραμονής εγκαταλείπεται στην προέλαση των Ταλιμπάν δεν παύει να αποτελεί ένα σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία των ΗΠΑ.
Ενδεικτικό είναι το δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας, Zeit, η οποία αναλύει την κατάσταση που διαμορφώνεται μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ, την προέλαση των Ταλιμπάν και τις ήττες των μέχρι χτες Αφγανών συμμάχων των ΗΠΑ, καθώς και τον ρόλο που θα παίξουν στη χώρα εφεξής δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα, Πακιστάν και η Τουρκία.
Η Ρωσία χλευάζει
Αναφερόμενη στη Ρωσία, η εφημερίδα σημειώνει ότι η Μόσχα «χλευάζει τις ΗΠΑ». Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ «φεύγουν από την χώρα χωρίς να έχουν πετύχει τίποτα και αφήνουν την ασταθή κεντρική κυβέρνηση της χώρας μόνη της στον πόλεμο με τους Ταλιμπάν είναι από ρωσικής σκοπιάς ένα ακόμη σημάδι ότι η κυριαρχία των ΗΠΑ στον κόσμο φτάνει στο τέλος της», εκτιμά η Zeit.
Να σημειωθεί, τονίζει η εφημερίδα, ότι η Ρωσία είχε παλιότερα βοηθήσει τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από το 2012, είχε προσφέρει ως διακομιστικό σταθμό για τις αμερικανικές δυνάμεις το ρωσικό αεροδρόμιο, Ουλιάνοφσκ. Αυτό τελείωσε το 2015, όταν οι σχέσεις Ρωσίας – Δύσης επιδεινώθηκαν, εξαιτίας του «Ουκρανικού ζητήματος» και της Κριμαίας.
Μείζον ζήτημα αξιοπιστίας της Δύσης
Σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας, Handelsblatt, με τίτλο «η Δύση είναι ανίσχυρη», μπορεί οι Αμερικανοί να ισχυρίζονται ότι «αυτός ο πόλεμος δεν είναι πια δικός μας», ωστόσο ο γερμανικός στρατός (Bundeswehr) πολέμησε στο Αφγανιστάν επί 20 χρόνια, είχε 59 νεκρούς, και τώρα πάλι αυτός ο πόλεμος μας αγγίζει τόσο σε επίπεδο εσωτερικής όσο και εξωτερικής πολιτικής.
Στο δημοσίευμα, μάλιστα, υπογραμμίζεται ιδιαίτερα η δραματική κατάσταση εκατοντάδων Αφγανών και των οικογενειών τους που εργάζονταν τα τελευταία χρόνια για γερμανικές οργανώσεις και τώρα φοβούνται για την ζωή τους.
Χρειάζονται επειγόντως βοήθεια για να φύγουν ζωντανοί από τη χώρα, τονίζει η εφημερίδα. Και η βοήθεια της Γερμανίας δεν αποτελεί μόνο ηθικό καθήκον, αλλά έχει να κάνει άμεσα με την αξιοπιστία της γερμανικής Εξωτερικής Πολιτικής.
Η -κουρασμένη από τον πόλεμο- Δύση δεν επιθυμεί μία νέα στρατιωτική επέμβαση στο Αφγανιστάν, γράφει η εφημερίδα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παρακολουθεί κανείς τους Ταλιμπάν να κάνουν το Αφγανιστάν ξανά τόπο φρίκης χωρίς να αντιδρά.
Ταλιμπάν: Το μικρότερο κακό;
Κατά την εφημερίδα, Zeit, πάντως, μπορεί η Μόσχα να αντιμετωπίζει με «χαιρεκακία» την αμερικανική απόσυρση, ωστόσο ο μεγάλος φόβος του Κρεμλίνου είναι η αύξηση της δύναμης των εξτρεμιστικών ομάδων στο Αφγανιστάν και στην ευρύτερη περιοχή, τις οποίες η Ρωσία πολεμά επίσημα, όπως μεταξύ άλλων στη Συρία.
Να σημειωθεί ότι μόλις πρόσφατα, έγιναν ευρείας έκτασης στρατιωτικές ασκήσεις από τις Ένοπλες Δυνάμεις της Ρωσίας, του Ουζμπεκιστάν και του Τατζικιστάν. Πρόκειται για χώρες της πρώην ΕΣΣΔ που ανέκαθεν θεωρείτο ότι απειλούντο από πολυεθνικές «εξτρεμιστικές δυνάμεις» με βάση το Αφγανιστάν. Σε αυτές είναι ενταγμένος μεγάλος αριθμός προερχόμενων από αυτές τις χώρες της Κ. Ασίας.
Η Μόσχα, πάντως, όπως αναφέρει η Zeit δεν κατατάσσει -μέχρι νεωτέρας- τους Ταλιμπάν σε αυτές τις «εξτρεμιστικές ομάδες». Όταν μια αντιπροσωπεία των Ταλιμπάν έφτασε στη Μόσχα πριν από μερικές εβδομάδες για συνομιλίες, σημειώνει η γερμανική εφημερίδα, κατέστη σαφές ότι για την Ρωσία αντιπροσωπεύουν το μικρότερο κακό.
Στην Μόσχα επικρατεί η άποψη ότι οι Ταλιμπάν, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), δεν θέλουν να επεκταθούν σε άλλες χώρες. Αν και οι Ταλιμπάν είναι επισήμως απαγορευμένη δύναμη στη Ρωσία και θεωρείται τρομοκρατική ομάδα, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέϊ Λαβρόφ, τους χαρακτήρισε «δύναμη της λογικής».
Κίνα: Φωτογραφία με τους Ταλιμπάν
Όπως και να’ χει, η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας, σύμφωνα με την εφημερίδα, δίδει στη Ρωσία τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να ενισχύσει την παρουσία της στην περιοχή.
Η αστάθεια στο Αφγανιστάν, προσθέτει, θα επαναφέρει την Ρωσία στο παιχνίδι ως «προστάτιδα δύναμη» για τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της περιοχής. Αντίθετα, κάτι τέτοιο για τις ΗΠΑ σημαίνει σημαντική απώλεια ισχύος και επιρροής στην Κ.Ασία. Μια περιοχή που η Ρωσία θεωρεί ολοένα περισσότερο δικό της χώρο. Ωστόσο, σημειώνει η Zeit, εκεί η Μόσχα έχει τώρα έναν νέο, ισχυρό ανταγωνιστή: την Κίνα.
Ενδεικτική της εμπλοκής της Κίνας στις αφγανικές υποθέσεις είναι ο σχολιασμός της Zeit. «Υπάρχουν λίγες φωτογραφίες ξένων παραγόντων με αντιπροσωπείες των Ταλιμπάν». γράφει. «Οι συνομιλίες για την ειρηνική διευθέτηση της κατάστασης στο Αφγανιστάν συχνά διεξάγονται χωρίς ιδιαίτερη δημοσιότητα και είναι πιθανό ότι οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ ή άλλων κρατών που διαμεσολαβούν, δεν αισθάνονται άνετα να εμφανίζονται σε φωτογραφίες με τους ισλαμιστές. Ωστόσο, ο επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, Wang Yi, δεν έχει πρόβλημα. Στα τέλη Ιουλίου συνάντησε στην κινεζική πόλη, Tianjin, αντιπροσωπεία αφγανικών θρησκευτικών πολιτοφυλακών υπό τον ηγέτη των Ταλιμπάν, Abdul Ghani Baradar. Μάλιστα, ο ίδιος ο Wang ζήτησε προσωπικώς να βγει οικογενειακή φωτογραφία για τα ΜΜΕ. Η υποδοχή που επιφύλαξε ο Wang Yi δίνει τώρα στους Ταλιμπάν αυξημένη νομιμοποίηση».
Ισλαμιστές Ουϊγούροι
Και βέβαια, το πρόβλημα της Κίνας με το Αφγανιστάν δεν είναι τα κοινά σύνορα, τα οποία είναι μόλις 76 χιλιόμετρα. Ενας στενός «διάδρομος» στην ορεινή περιοχή Wakhan που οδηγεί στην κινεζική περιοχή Xinjiang. Είναι κυρίως οι ισλαμιστές Ουϊγούροι, αρκετοί εκ των οποίων, σύμφωνα με το Πεκίνο, είναι ενταγμένοι στις γραμμές των Ταλιμπάν.
Ως γνωστόν, η Κίνα έχει επικριθεί δριμύτατα από τις ΗΠΑ και γενικότερα τη Δύση, αλλά και από την Τουρκία, για την καταπίεση του μουσουλμανικού πληθυσμού των Ουϊγούρων και τις ωμές διώξεις του.
Κατά την Zeit, λοιπόν, το Πεκίνο θέλει να διασφαλίσει ότι οι Ταλιμπάν θα εμποδίσουν τους Ουϊγούρους «εξτρεμιστές» να μπαινοβγαίνουν στην Κίνα ή να επιτεθούν σε κινεζικά συμφέροντα στο Αφγανιστάν.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, ο επικεφαλής των Ταλιμπάν παρείχε τις σχετικές διαβεβαιώσεις. Να σημειωθεί πως και το 2018, το Πεκίνο είχε κλείσει αντίστοιχη συμφωνία με την κυβέρνηση στην Καμπούλ, την οποία μάλιστα είχε χρηματοδοτήσει, προκειμένου να διασφαλίσει τον έλεγχο του διαδρόμου Wakhan.
Κινεζικά συμφέροντα
Να σημειωθεί, πάντως, πως το Πεκίνο, σύμφωνα με την γερμανική εφημερίδα, βρίσκεται σε επαφή με τους Ταλιμπάν εδώ και πολύ καιρό.
Ήδη, από το 2016 η Κίνα επιχείρησε να τους βάλει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ, το Πακιστάν και την αφγανική κυβέρνηση στην Καμπούλ. Την ίδια χρονιά, αντιπροσωπεία ισλαμιστών επισκέφθηκε -με διακριτικότητα- το Πεκίνο.
Για την Κίνα, επίσης, το Αφγανιστάν αποτελεί έναν σημαντικό σύνδεσμο με τις χώρες της Κεντρικής Ασίας και θα μπορούσε να γίνει μέρος του Σινο-Πακιστανικού Οικονομικού Διαδρόμου CPEC. Ενός εμβληματικού έργου της κινεζικής πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη – Ένας Δρόμος» (BRI).
Επιπλέον, οι Κινέζοι, ήδη από το 2007, είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στη χώρα. Τότε, μάλιστα, πήραν έναντι 3,5 δισ. δολαρίων το μεγάλο ορυχείο χαλκού στο Ανατολικό Αφγανιστάν. Επίσης, επενδύουν στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αυτές και άλλες μελλοντικές επενδύσεις, λοιπόν, πρέπει να … προστατευτούν.
Ακόμα, θεωρείται σχεδόν βέβαιον ότι το Πεκίνο δεν θα παρασυρθεί και δεν θα εμπλακεί στο Αφγανιστάν όπως η Σοβιετική Ένωση και οι ΗΠΑ. Παρά ταύτα, δεν λείπουν και εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν ότι, δεδομένης της ολοένα επιθετικότερης εξωτερικής πολιτικής του, το Πεκίνο θα είναι σε θέση να πραγματοποιεί πιο «θαρραλέες» επιχειρήσεις των μυστικών υπηρεσιών του, καθώς και στρατιωτικές επιχειρήσεις, σε χώρες όπως το Αφγανιστάν.
Η Άγκυρα στην αφγανική στενωπό
Ως γνωστόν, η Τουρκία σχεδιαζόταν να αναλάβει την «διαχείριση» του -κρίσιμης σημασίας- αεροδρομίου της Καμπούλ. Κάτι, για το οποίο έχει το πράσινο φως αλλά και την γενναιόδωρη χρηματοδότηση του ΝΑΤΟ.
Το αν και υπό ποίες προϋποθέσεις θα γίνει κάτι τέτοιο, το περιγράφει στο Law&Order ο Έλληνας, πρώην διοικητής του αεροδρομίου της Καμπούλ, υποπτέραρχος (Ι) ε.α., Δημήτρης Παντελάτος.
Η Διαχείριση του Διεθνή Aερολιμένα της Καμπούλ από την Τουρκία – Το Δένδρο και το Δάσος https://www.lawandorder.gr/Article/146547/diethni/i-diacheirisi-tou-diethni-aerolimena-tis-kampoul-apo-tin-tourkia-to-dendro-kai-to-dasos
Όπως αναφέρει η Zeit, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάϊντεν, ζήτησε από την Τουρκία να συνεχίσει τη φύλαξη του αεροδρομίου και μετά την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων.
Ο Ερντογάν θέλει να το κάνει, αφενός διότι έτσι θα μπορούσε να κερδίσει κάποιο έδαφος στην Ουάσινγκτον, με την οποία οι σχέσεις της Άγκυρας δεν μπορούν να χαρακτηριστούν καλές, αφετέρου διότι έτσι θα επεκτεινόταν το «στρατηγικό αποτύπωμα της Τουρκίας στον κόσμο», δεδομένου ότι, μετά τη Λιβύη, το Ιράκ και τη Συρία, θα ανέπτυσσε στρατιωτική δύναμη και σε μια χώρα με στρατηγική θέση, όπως το Αφγανιστάν.
Το Αφγανιστάν, πάντως, αποτελεί για τον Ερντογάν μια αποστολή με αρκετές πιθανότητες νίκης, αλλά και υψηλού κινδύνου. Οι Ταλιμπάν έχουν δηλώσει πως δεν θα ανεχθούν «ξένους κατακτητές» στην χώρα τους. Δεν βοήθησε ούτε το γεγονός ότι ο Ερντογάν προσπάθησε να τους κατευνάσει, υπενθυμίζοντάς τους την ισλαμική «συγγένειά» τους.
Δεν αποκλείεται, τα τουρκικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν να δεχθούν επίθεση από τους Ταλιμπάν. Σε αυτή την περίπτωση, χωρίς την αμερικανική προστασία, στους Τούρκους θα απέμενε μόνον η ταχύτατη αποχώρηση μέσω του αεροδρομίου της Καμπούλ!
Βέβαια, στις παραπάνω εκτιμήσεις της γερμανικής εφημερίδας απουσιάζει ο παράγων των ιδιαίτερα στενών σχέσεων της Τουρκίας με το Πακιστάν. Το τελευταίο, ως γνωστόν, διαθέτει εξαιρετικά μεγάλη επιρροή στους Ταλιμπάν. Κάτι που στο παρελθόν είχε προκαλέσει τη μήνιν της Ουάσιγκτον.
Νέο προσφυγικό κύμα προς την Ελλάδα;
Η Zeit υπογραμμίζει την ιδιαίτερη σημασία που έχει η ύπαρξη μεγάλου αριθμού Αφγανών προσφύγων στην Τουρκία. Εκτιμάται ότι 300.000 έως 800.000 Αφγανοί, σχεδόν όλοι πρόσφυγες και μετανάστες, ζουν στην Τουρκία.
Να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι Αφγανοί που προσπαθούν να περάσουν στην Ευρώπη, μπορεί να μείνουν για χρόνια στο Ιράν ή στην Τουρκία.
Τώρα, ωστόσο, καταφθάνουν περισσότεροι πρόσφυγες από το Αφγανιστάν, εξαιτίας της εμπόλεμης κατάστασης. Κάποιες ημέρες μερικές εκατοντάδες, άλλες πάνω από χίλιοι διασχίζουν τα σύνορα Ιράν-Τουρκίας.
Στο μεταξύ, όμως, οι διαθέσεις της τουρκικής κοινής γνώμης έχουν αλλάξει. Η σοβαρή οικονομική κρίση και η καλπάζουσα υποτίμηση του νομίσματος κάνουν πολλούς Τούρκους να αντιμετωπίζουν αρνητικά τους Αφγανούς. Ενδεικτική του αρνητικού κλίματος, άλλωστε, είναι πρόσφατη δημοσκόπηση που έγινε στην γείτονα.
Κατά την Zeit, λοιπόν, υπό αυτές τις συνθήκες στην Τουρκία θεωρείται πολύ πιθανόν ότι πολλοί Αφγανοί θα επιχειρήσουν να περάσουν στην Ευρώπη. Τονίζει, δε, ότι το Προσφυγικό ναι μεν προσφέρεται στον Τ. Ερντογάν ως εργαλείο πίεσης προς την ΕΕ, αλλά ο ίδιος, ο οποίος πάντως, προειδοποιεί ότι θα υπάρξουν περισσότεροι πρόσφυγες, καλείται αποτινάξει από πάνω του την υποψία ότι θα εργαλειοποιήσει το θέμα.
Να σημειωθεί ότι πέρυσι η Τουρκία καταγγέλθηκε ευθέως ότι εργαλειοποιεί το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό, όταν οδήγησε χιλιάδες άτομα να «σπάσουν» τα ελληνο-τουρκικά σύνορα στον Έβρο.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι η διαμορφούμενη κατάσταση στο Αφγανιστάν, σύμφωνα με την γερμανική εφημερίδα, Handelsblatt, ανάγκασε τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών, Χορστ Ζεεχόφερ, να αλλάξει στάση και να αναστείλει προς το παρόν τις απελάσεις μεταναστών στο Αφγανιστάν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, προσθέτει η εφημερίδα, τόσο η επόμενη γερμανική κυβέρνηση όσο και γενικότερα το γερμανικό κράτος Δικαίου θα βρεθούν μπροστά σε παρόμοιο δίλημμα.
Το όπιο
Κατά την ίδια εφημερίδα, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Χάϊκο Μάας, ανακοίνωσε ότι η Γερμανία θα σταματήσει την οικονομική της βοήθεια άνω των 400 εκ. ευρώ ετησίως στο Αφγανιστάν, εάν οι Ταλιμπάν μετατρέψουν τη χώρα σε χαλιφάτο.
Θα ήταν εξίσου σημαντικό, ωστόσο, σχολιάζει η Handelsblatt, να τους αποκόψουμε από τις πηγές χρηματοδότησής τους. Πόσο μάλλον, αφού το Αφγανιστάν είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός οπίου στον κόσμο και για τους Ταλιμπάν είναι η κύρια πηγή εισοδήματος, υποστηρίζει η εφημερίδα.
Κατά την ίδια, οι ισλαμιστές θέλουν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την αλυσίδα ναρκωτικών. Από την καλλιέργεια έως την εξαγωγή. Δεν είναι τυχαίο ότι η περιοχή, Κουντούζ, κατακτήθηκε τόσο γρήγορα, εκτός των άλλων, επειδή από εκεί ελέγχονται οι σημαντικότερες διαδρομές του λαθρεμπορίου ναρκωτικών.
Τέλος, οι Ταλιμπάν εκμεταλλεύονται τα κοιτάσματα πρώτων υλών της χώρας με παρόμοιους τρόπους. Στις ύλες αυτές περιλαμβάνεται και το λίθιο, το οποίο είναι πολύτιμο για τους κατασκευαστές υπολογιστών και κινητών τηλεφώνων και για το οποίο υπάρχει ζήτηση σε όλο τον κόσμο.
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις