Έπεσε από τον 18ο όροφο ενός εκ των εμβληματικών κτιρίων της Νέας Υόρκης – Γιατί ένας  άνθρωπος που έμοιαζε να έχει τον κόσμο στα πόδια του, έβαλε τέλος τόσο πρόωρα και βάναυσα στη ζωή του

Ο Γκουστάβο Άρναλ άνοιξε τη τζαμαρία του πολυτελούς διαμερίσματός του στον 18ο όροφο ενός εκ των εμβληματικών κτιρίων της Νέας Υόρκης και πήδηξε στο κενό. Το ανακοίνωσε η αστυνομία της Νέας Υόρκης, διευκρινίζοντας ο θάνατός του 52χρονου ήταν ακαριαίος. Οι ιατροδικαστικές υπηρεσίες έκριναν ότι πρόκειται για αυτοκτονία.

Όταν ο συγκεκριμένος ουρανοξύστης είχε χτιστεί λίγα χρόνια νωρίτερα, είχε κερδίσει αμέσως το προσωνύμιο «τζένγκα», λόγω του ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού του σχεδιασμού. Πράγματι, οι δεκάδες όροφοι μοιάζουν να ισορροπούν ο ένας πάνω στον άλλον, ακριβώς όπως τα τουβλάκια από το ομώνυμο επιτραπέζιο παιχνίδι.

Δύσκολα κανείς μπορεί να εξασφαλίσει ένα διαμέρισμα εκεί για λιγότερο από πέντε εκατομμύρια. Το σπίτι του Γκουστάβο Άρναλ, όμως, είχε τετραπλάσια τιμή, καθώς η έκταση του ξεπερνούσε τα 250 τετραγωνικά και βρισκόταν σε έναν από τους υψηλότερους ορόφους με εκθαμβωτική θέα προς τη Γουόλ Στριτ.

Ιδανική τοποθεσία για τον άνθρωπο που είχε διαπρέψει στο τιμόνι εταιρειών, δηλώνοντας κάποτε ότι «μετά την οικογένειά του οι επιχειρήσεις ήταν το μεγάλο του πάθος». Γιατί, λοιπόν, ο 52χρονος άνδρας που έμοιαζε να έχει τον κόσμο στα πόδια του μέχρι τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στο μπαλκόνι, έβαλε τέλος τόσο πρόωρα και βάναυσα στη ζωή του; Με μία δρασκελιά βρέθηκε στον πολύβουο δρόμο που συνήθιζε να διασχίζει κάθε πρωί με τα πόδια για να βρεθεί στο γραφείο του μερικά μέτρα πιο μακριά.

Εν μέσω πανδημίας, είχε αναλάβει οικονομικός διευθυντής του επιχειρηματικού κολοσσού Bed Bath & Beyond. Η μεταγγραφή του εκεί είχε συνοδευτεί με έναν δυσθεώρητο μισθό και μετοχές που αντιστοιχούσαν σε μία περιουσία ύψους δεκάδων εκατομμυρίων. Κάποιοι από τους πιο έγκριτους οικονομικούς συντάκτες τον περιέγραψαν ούτε λίγο ούτε πολύ σαν σωτήρα της εταιρείας. Τον ιππότη με το λευκό άλογο που θα έλυνε τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο γίγαντας του λιανικού εμπορίου.

Δεν ήταν μονάχα η καθοδική πορεία των τελευταίων ετών, αλλά και η δράση του αμφιλεγόμενου επενδυτή Ράιαν Κοέν που είχε στριμώξει την εταιρεία. Ο τελευταίος, με κίνηση ματ εξασφάλισε το 9,8% των μετοχών. Με αυτές στα χέρια, πίεσε και πέτυχε δραστικές αλλαγές στο Διοικητικό Συμβούλιο, με πιο χαρακτηριστική την αποπομπή του διευθύνοντος συμβούλου Μάρκ Τρίτον.

Πράγματι, ο Κοέν ανακάτεψε τα «την τράπουλα», τοποθετώντας άτομα της εμπιστοσύνης του σε υψηλές θέσεις, ενώ στη συνέχεια πούλησε όλες του τις μετοχές, αποσταθεροποιώντας την εταιρεία. Αν και αρχικά είχε αγοράσει εφτά εκατομμύρια μετοχές, έναντι 15,34 δολαρίων τη μία, τις πούλησε όλες σε υψηλότερη τιμή. Μπορεί να κέρδισε 59 εκατομμύρια δολάρια από αυτή την κίνηση, αλλά ζημίωσε τους άλλους μετόχους. Οι πωλήσεις της εταιρείας μειώθηκαν κατά 26%, με τη ζημιά να υπολογίζεται στα 325 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά.

Μέσα σ’ αυτή τη φουρτούνα, ήταν ο Άρναλ που κλήθηκε να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Για ένα διάστημα φάνηκε ότι τα κατάφερνε. Ανακοίνωσε ότι είχε εξασφαλίσει χρηματοδότηση 500 εκατομμυρίων δολαρίων και μία αύξηση πιστωτικού ορίου που εκκρεμούσε. Όχι χωρίς κόστος. Μπήκε λουκέτο σε μία από τις αλυσίδες της εταιρείας την “buybuy Baby” που μετρούσε 135 καταστήματα.

Επιπλέον, ο Άρναλ σχεδίαζε να πουλήσει 12 εκατομμύρια μετοχές, ώστε να αποπληρώσει μέρος του χρέους Παρόλα αυτά, η εταιρεία υπέστη ένα ακόμα ζημιογόνο τρίμηνο. Οι πωλήσεις παρέμειναν υποτονικές. Το χειρότερο ήταν ότι η θρυλική εταιρεία είχε μετατραπεί σε ανέκδοτο των διεθνών αγορών. Ο επενδυτής Κοέν που αγόρασε και πούλησε τις μετοχές, κατάφερε ένα ακόμα πλήγμα. Δημοσιοποίησε επιστολή του, στην οποία έκανε λόγο για «υπαρξιακή κρίση» και ότι «για την επιβίωσή της εταιρείας απαιτείται η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, η δραστική βελτίωση της κεφαλαιακής της δομής και η αύξηση ρευστότητας».

Σύμφωνα με συνεργάτες και φίλους, ο Άρναλ έμοιαζε να ασφυκτιά όλο και περισσότερο. Η μείωση των πωλήσεων δεν έλεγε να σταματήσει. Τον στοίχειωνε το κλείσιμο εκατοντάδων μαγαζιών και οι απολύσεις δεκάδων χιλιάδων υπαλλήλων, κάποιοι από τους οποίους εργάζονταν δεκαετίες εκεί. Ο ίδιος άνθρωπος που κάποιους μήνες νωρίτερα είχε αναλάβει με αισιοδοξία την αναγέννηση του αλλοτινού γίγαντα, έμοιαζε να έχει παραιτηθεί. Ποτέ ξανά δεν είχε βιώσει παρόμοια κατάσταση, μιας και η θητεία του στην Avon, στην Walgreens Boots Alliance και στην Procter & Gamble είχαν στεφτεί με επιτυχία.

Οι συνάδελφοί του τον σέβονταν. Έχτιζε αποτελεσματικές ηγετικές ομάδες, ξεπερνούσε τα εμπόδια και οσμιζόταν την αγορά καλύτερα και από λαγωνικό. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, όμως, ήταν όταν σε μήνυση που κατατέθηκε λίγο πριν τον θανατό του κατονομάστηκε ως εκείνος που «διόγκωσε τεχνητά την τιμή της μετοχής του προβληματικού γίγαντα οικιακών ειδών».
Γεννημένος στο Καράκας της Βενεζουέλας, μετά τις σπουδές του μετακόμισε στις ΗΠΑ. Έκτοτε, έζησε το αμερικανικό όνειρο, εργαζόμενος για κορυφαίες εταιρείες, οι οποίες «σφάζονταν στην ποδιά του». Μεταξύ αυτών και τα διάσημα πατατάκια pringles. Όπως και να έχει, το τραγικό του τέλος θα ρίχνει για καιρό βαριά τη σκιά του σε μία πόλη και έναν τομέα που κυβερνάται από την ακατάσχετη απληστία.

protothema.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις