Η πρόσφατη στρατιωτική παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2025 στην Αθήνα σημαδεύτηκε από ένα περιστατικό που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και έφερε στο προσκήνιο τις εσωτερικές ανακατατάξεις στον δεξιό πολιτικό χώρο. Συγκεκριμένα, σπουδαστές της Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών Ναυτικού (ΣΜΥΝ) ακούστηκαν και καταγράφηκαν σε βίντεο να φωνάζουν συνθήματα όπως: «Η Κύπρος είναι ελληνική, γ@@@ η Τουρκία».
Η πολιτική διαχείριση του περιστατικού από την κυβέρνηση και τα στελέχη της ανέδειξε, για άλλη μία φορά, τη στρατηγική κατεύθυνση της Νέας Δημοκρατίας: την επιλογή να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με την ακροδεξιά, όχι ως συγκυριακή ανάγκη, αλλά ως δρόμο πολιτικής επιβίωσης.

Σ’ ένα τοπίο όπου η εκλογική φθορά της κεντροδεξιάς είναι πια μετρήσιμη και η πίεση από τα δεξιά κόμματα αυξάνεται, η κυβέρνηση δείχνει διατεθειμένη να ανεχτεί ή και να υιοθετήσει εθνικιστική ρητορική. Η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται σε φάση πολιτικής διάλυσης του κεντρώου της προφίλ. Οι δημοσκοπήσεις είναι σαφείς: καταρρέει στο 23,1% (GPO, Μάρτιος 2025), χάνει το μετριοπαθές ακροατήριο, το ΠΑΣΟΚ την πλησιάζει σταθερά, η κοινωνική της βάση διαβρώνεται. Παράλληλα, βλέπει την εκλογική της επιρροή να φεύγει προς τους πάλαι ποτέ περιθωριακούς: την «Ελληνική Λύση» του Βελόπουλου, την «Φωνή Λογικής» της Λατινοπούλου και την «Νίκη» που προσπαθεί να πλασαριστεί ως η… πολιτισμένη «Χρυσή Αυγή».
Και όπως συχνά συμβαίνει σε καθεστώτα πανικού, η ηγεσία αποφασίζει να φλερτάρει με τον όχλο. Να υιοθετήσει τη ρητορική του. Να σιωπήσει όταν έπρεπε να μιλήσει. Να χειροκροτήσει εκεί που έπρεπε να επέμβει.

ΕΔΕ και… “μαύρα άλογα”

Το γεγονός ότι το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας διέταξε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) είναι, στην πραγματικότητα, στάχτη στα μάτια. Κανείς δεν αναμένει ουσιαστικό αποτέλεσμα, ιδίως όταν ο νυν υπουργός, Νίκος Δένδιας, έχει ποντάρει το πολιτικό του μέλλον στην εθνική «γραμμή σκληρής αποτροπής».
Ο ίδιος, εκ των «γερακιών» της κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά, επιδιώκει με κάθε τρόπο να εδραιώσει εικόνα ηγέτη απέναντι στον «εξ Ανατολών κίνδυνο». Όχι επειδή το υπαγορεύει κάποια στρατηγική εθνικής ασφάλειας, αλλά επειδή αυτός ο ρόλος τού είναι πολιτικά χρήσιμος: φιλοδοξεί να διαδεχθεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ και να χτίσει ένα προσωπικό αφήγημα «σθεναρού ηγέτη», με φόντο τα σύνορα του Έβρου και το Αιγαίο.

 

Αυτό που συνέβη στην παρέλαση δεν ήταν ένα αθώο ξέσπασμα “νεαρών πατριωτών”. Που θα λυθεί με μια ΕΔΕ και την απόταξη μερικών αξιωματικών πριν την σύνταξη. Ήταν παραβίαση του στρατιωτικού καθήκοντος, πολιτική εκτροπή μέσα από στολές, δημόσια προσβολή θεσμών και διπλωματικών ισορροπιών.
Και όμως, αντί να υπάρξει θεσμική αντίδραση και ψυχραιμία, μέλη της κυβέρνησης έσπευσαν να μετατρέψουν την ύβρι σε πολιτικό εργαλείο: «Να τους αφήσουμε να φωνάζουν», «είναι περήφανοι», «να μη φιμώνουμε τους στρατιωτικούς» – ήταν κάποιες από τις δηλώσεις που ακούστηκαν από κυβερνητικά στελέχη, επικυρώνοντας μια νέα, θολή γραμμή ανάμεσα στην πολιτική νομιμότητα και τον εθνικιστικό παροξυσμό.

Κάποιοι παίζουν με τον “αδελφό” του φασισμού, τον εθνικισμό. Ομως αγνοούν ότι αργά ή γρήγορα
το φίδι θα σε δαγκώσει…

Και φυσικά, δηλώσεις υποστήριξης, υπήρξαν και από την Λατινοπούλου και από τον Βελόπουλο, που επιβεβαιώνουν και την μεγάλη αντιπαράθεση για το ποιος θα αναλάβει την «ιδιοκτησία» του ακροδεξιού «οικοπέδου».

Μη ξεχνιόμαστε

Αυτό το έργο το ’χουμε ξαναδεί. Στην Ιταλία του Μεσοπολέμου, ο Μουσολίνι δεν πήρε την εξουσία επειδή οι μάζες ζητούσαν φασισμό — την πήρε επειδή τα αστικά κόμματα πίστεψαν πως μπορούν να τον ελέγξουν, να τον χρησιμοποιήσουν, να τον ενσωματώσουν. Τον υπέθαλψαν για να πολεμήσουν την Αριστερά. Κι όταν συνειδητοποίησαν το λάθος τους, ήταν πολύ αργά. Αντίστοιχα, στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, η παραδοσιακή δεξιά πίστεψε πως ο Χίτλερ μπορούσε να γίνει εργαλείο πειθάρχησης. Κι εκείνοι που τον ανέχτηκαν για να κερδίσουν μερικά έδρανα, έχασαν την πατρίδα τους.
Πιο πρόσφατα, η Ουγγαρία του Όρμπαν και η Πολωνία του Κατσίνσκι δεν διολίσθησαν στον αυταρχισμό εν μία νυκτί· διολίσθησαν επειδή τα μετριοπαθή κόμματα συμμάχησαν με τον ακραίο λόγο. Για να κυβερνήσουν. Για να κρατήσουν τις ψήφους. Για να φτιάξουν εσωτερικούς εχθρούς όταν δεν μπορούσαν να διαχειριστούν τους εξωτερικούς.

Παίζοντας με την φωτιά

Δεν υπάρχει καμία μετριοπάθεια όταν αντιμετωπίζεις τον ολοκληρωτισμό. Όποιος επιχειρεί να τον “προσεγγίσει” για να τον ενσωματώσει, στο τέλος αφομοιώνεται από αυτόν. Οι κυβερνήσεις που προσπαθούν να διασώσουν την εξουσία φλερτάροντας με ακροδεξιά ρητορική, σύντομα παύουν να κυβερνούν δημοκρατικά. Αντί να λειτουργήσει ως θεσμικό ανάχωμα, η Νέα Δημοκρατία μετατρέπεται σιωπηλά σε επικοινωνιακό ατζέντη της μισαλλοδοξίας. Το μήνυμα που εκπέμπεται είναι ξεκάθαρο: ο ακροδεξιός λόγος δεν είναι πια περιθωριακός. Είναι ανεκτός. Ίσως και χρήσιμος. Ίσως και επιθυμητός.

Μα αυτό το μονοπάτι δεν έχει επιστροφή. Η νομιμοποίηση της ακροδεξιάς, η εργαλειοποίηση του πατριωτισμού, η μετατροπή της στρατιωτικής πειθαρχίας σε προεκλογικό πανό για το κόμμα — όλα αυτά συνιστούν πολιτική σήψη. Οι στολές που επευφημούνται σήμερα γιατί φωνάζουν κατά της Τουρκίας, αύριο ίσως σιωπήσουν όταν καταπατούνται οι ελευθερίες στο εσωτερικό. Οι μηχανισμοί που ανέχονται τον εθνικισμό σήμερα, αύριο ίσως σιωπήσουν απέναντι στη θεσμική κατάρρευση.

Το δίλημμα είναι πιο ξεκάθαρο από ποτέ: ή θα υπάρξει πολιτική αντίσταση στη διολίσθηση, ή η ίδια η δημοκρατία θα καταντήσει κουφάρι – στολισμένο με σημαιάκια, παρατάξεις και ύμνους για την «Μεγάλη Ελλάδα».

Και όπως προειδοποίησε ο Αντρέ Μαλρό: «ο φασισμός δεν θα έρθει με σβάστικες. Θα έρθει κρατώντας σημαίες και σταυρούς».

Του Ζαφείρη Χατζηδήμου

neostrategy.gr

 

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις