Σε πρόσφατα δημοσιευθείσα έρευνα καταγράφηκε ότι το 67% των πολιτών της χώρας μας δεν αισθάνονται ασφαλείς ως προς τα φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας. Στατιστικά όμως, η πιθανότητα να καταστεί κάποιος θύμα σκληρού εγκλήματος είναι λιγότερο από 1% το χρόνο.
Δυστυχώς για τη Νέα Δημοκρατία, η κατασκευή του φόβου αποτελεί προνομιακό της επίπεδο. Έχοντας υιοθετήσει διαχρονικά μια σκληρή ρεπουμπλικανική ατζέντα του war on crime, δηλαδή ενός διαρκούς πολέμου κατά του εγκλήματος, αγωνίζεται να πείσει μεγάλες πλειοψηφίες ότι βρίσκονται μονίμως στον απόλυτο κίνδυνο.
Έτσι, όταν η συντηρητική παράταξη είναι στην αντιπολίτευση, μέμφεται κάθε κυβέρνηση πως εκτρέφει το έγκλημα. Και όταν είναι στην κυβέρνηση, λέει πως λαμβάνει σκληρά μέτρα για τον έλεγχό του.
Αποτυγχάνει όμως διπλά, επικοινωνιακά και επιχειρησιακά.
Πρώτον, ως προς το να εκτιμήσει την δυναμική της ρητορικής της, που συγκαθορίζει την ατζέντα των περισσότερων ΜΜΕ. Και που τη σειρά τους διογκώνουν το πολεμικό εγκληματικό αφήγημα για να συμπλεύσουν με την δεξιά ατζέντα ή για να προσελκύσουν αναγνώστες.
Δημιουργείται έτσι καθολικά, όπως σε παρόμοιες περιπτώσεις παρατηρείται, η συλλογική ιδέα μιας μόνιμης έλλειψης δημόσιας ασφάλειας (Αλεξιάδης, Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας, 1996).
Αποτέλεσμα των πιο πάνω συντηρητικών επιλογών, είναι να εμφανίζεται η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, μετά από κάθε στυγερό έγκλημα, ως ανίκανη να προστατέψει τον πολίτη. Πρόκειται περί κλασικού αυτογκόλ.
Δεύτερον, αποτυγχάνει και ουσιαστικά, αφού αδυνατεί να ελέγξει το βαρύ έγκλημα.
Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση ξόδεψε σε δύο χρόνια όλο το κεφάλαιό της προωθώντας έναν -θα τον ονόμαζα- «war on protest», δηλαδή έναν πόλεμο στις συναθροίσεις και τις πολιτικές διαμαρτυρίες, δημιουργώντας ad hoc αστυνομικές δομές (O.Δ.Ο.Σ, Πανεπιστημιακή Αστυνομία). Απέτυχε όμως οικτρά στην καταστολή του οργανωμένου εγκλήματος (Νότια Προάστια, Νοτιανατολική και Βορειοανατολική Αττική κ.λπ.).
Αντί λοιπόν να ενισχύσεις τις υπηρεσίες που καταδιώκουν το οργανωμένο έγκλημα και να αναβαθμίσει την επιχειρησιακή δυνατότητα των υποστελεχωμένων αστυνομικών τμημάτων και τμημάτων ασφαλείας της χώρας μας, εξαντλείται στην διαχείριση των εντυπώσεων.
Δηλαδή, ανακοινώνει μηχανιστικά -μετά από κάθε στυγερό έγκλημα- αλλαγές στη νομοθεσία. Ενώ επιτίθεται στην δικαιοσύνη, κατά παράβαση της διάκρισης των εξουσιών, διαρρέοντας μονίμως την καθιερωμένη φράση «εμείς τους πιάνουμε και εσείς τους αφήνετε».
Αυτό αποδεικνύει και η επικοινωνιακή κατάθεση στον Άρειο Πάγο από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη της σχετικής απόρρητης έκθεσης για το οργανωμένο έγκλημα, που ούτε λίγο ούτε πολύ αναπαράγει τις κατασκευασμένες αντιλήψεις για εσφαλμένες δικαστικές κρίσεις.
Συμπερασματικά, η κυβέρνηση αποτυγχάνει παντού. Διότι, α) διογκώνει το φόβο του εγκλήματος, β) αποτυγχάνει στην καταστολή του οργανωμένου εγκλήματος, γ) παρουσιάζει την ΕΛΑΣ ως ανήμπορη επιχειρησιακά και δ) εμφανίζει την δικαιοσύνη ως υπεύθυνη για το ότι κυκλοφορούν ελεύθεροι οι όποιοι εγκληματίες.
Δηλαδή η Νέα Δημοκρατία παίζει με τους θεσμούς και δεν απαντά στις αγωνίες της κοινωνίας και τις πραγματικές απειλές για τον πολίτη. Αυτό το παίγνιο πρέπει να λάβει τέλος.
*Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη στο Κίνημα Αλλαγής
Μαρίνος Σκανδάμης
protothema.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις