Σφοδρή επίθεση εξαπέλυσε σήμερα στο μπρίφινγκ ο Παύλος Μαρινάκης εναντίον του Αλέξη Τσίπρα, με αφορμή τη συνέντευξη του πρώην πρωθυπουργού στην «Le Monde». Μπορεί η συνέντευξη Τσίπρα στην κορυφαία γαλλική εφημερίδα να έγινε το talk of the town, αλλά η οξύτητα της τοποθέτησης Μαρινάκη εύλογα δημιούργησε απορίες. Αντιμετωπίζοντας τον Τσίπρα ως εν ενεργεία πολιτικό αρχηγό, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει τον πιο ακραίο ποινικό λαϊκισμό αλά Τραμπ καθώς και έωλους ισχυρισμούς, όπως αυτόν για το κόστος της διαπραγμάτευσης της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Τι είπε ο Μαρινάκης
Συγκεκριμένα, ο Παύλος Μαρινάκης υποστήριξε ότι «στον μόνον που έχει λείψει ο κ. Τσίπρας είναι στους 17.000 βαρυποινίτες, εγκληματίες, βιαστές, δολοφόνους, εμπόρους ναρκωτικών που αποφυλακίστηκαν επί των ημερών του με τις αλλαγές που είχαν κάνει, τους περίφημους νόμους που είχαν περάσει, την αλλαγή του Ποινικού Κώδικα». Προσέθεσε ότι «τα έργα και οι ημέρες του κ. Τσίπρα είναι γνωστά. Χρέωσε στη χώρα πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ, έστησε τον κόσμο σε ουρές, εξαπάτησε την κοινωνία, είχε πει ότι θα μειώσει ή θα καταργήσει φόρους και τους αύξησε. Είναι ο πρωθυπουργός των δύο αμετάκλητα καταδικασμένων υπουργών από τη Δικαιοσύνη». Και κατέληξε ως εξής: «Αν θέλει ο κ. Τσίπρας να επιστρέψει, δικαίωμά του. Δημοκρατία έχουμε, αλλά σίγουρα όλα αυτά θα έρχονται και ξανάρχονται και δεν πρόκειται να τα ξεχάσει κανείς».
Οι σκοπιμότητες
Προς τι λοιπόν τέτοιο πάθος, το οποίο θύμισε… μέρες Δημοψηφίσματος; Ακόμα και αν η κυβέρνηση προεξοφλεί την επάνοδο του στην πρώτη γραμμή, οι δύο υφιστάμενες πολιτικές ιδιότητες του Τσίπρα είναι αυτές του πρώην πρωθυπουργού και του νυν βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ. Επιπλέον, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς γιατί η κυβέρνηση δεν τον αντιμετωπίζει με αδιαφορία για να τον απαξιώσει.
Κατ’ αρχάς στην κυβερνητική τακτική μπορούμε να διακρίνουμε δύο προφανείς σκοπιμότητες. Η πρώτη είναι η επιδίωξη ανασύστασης του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, δηλαδή η σύγκλιση ετερόκλιτων κοινωνικών ομάδων με βάση την αντίθεσή τους στην κυβέρνηση Τσίπρα, αποτέλεσε το όχημα για να κατακτήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκη την εξουσία. Εκφράζοντας αυτό το «αντί» ο πρωθυπουργός κατάφερε να διευρύνει τη ΝΔ και να φτάσει στο νικηφόρο 40%. Σήμερα, η ακρίβεια, η γενικευμένη διαφθορά και η διοικητική ανεπάρκεια της κυβέρνησης οδηγούν στη ραγδαία αποσυσπείρωση της ΝΔ κι ενισχύουν στην κοινωνία το αίτημα «να φύγει ο Μητσοτάκης». Το κυβερνητικό επιτελείο φιλοδοξεί να χρησιμοποιήσει την επάνοδο Τσίπρα ως φόβητρο για να επανασυσπειρώσει τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της, νεκρανασταίνοντας το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο.
Η πολυδιάσπαση
Ταυτόχρονα, το Μαξίμου θέλει να παίξει το χαρτί της πολυδιάσπασης της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης. Επιδιώκει, δηλαδή, να διαμορφωθούν δύο ισοδύναμοι πόλοι («κόμμα Τσίπρα» και ΠΑΣΟΚ) οι οποίοι να αλληλοεξουδετερώνονται, διασφαλίζοντας ότι κανένας από τους δύο δεν θα γίνει απειλητικός για την ΝΔ. Γι΄ αυτό στη σημερινό μπρίφινγκ ο Παύλος Μαρινάκης εξαπέλυσε επίθεση και εναντίον του ΠΑΣΟΚ, κατηγορώντας το ότι «επαναλαμβάνει αυτή τη λαϊκίστικη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ και ουσιαστικά προσπαθεί να επαναφέρει από το «παράθυρο» αυτή την ρητορική των δανεικών την οποία μας έμαθε, συστήθηκε έτσι στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια». Στην ουσία η κυβέρνηση θέλει να βρεθεί αντιμέτωπη με δύο «αδύναμους εχθρούς».
Οι δύο σκοπιμότητες της ΝΔ στις οποίες αναφερθήκαμε, έχουν πολιτική λογική. Εκφράζουν όμως μια αλαζονική καθεστωτική αντίληψη. Η κυβέρνηση έχει την πεποίθηση ότι με τον έλεγχο της πλειονότητας των ΜΜΕ μπορεί να πλάθει την αντιπολίτευση κατά τα συμφέροντά της, κάτι που δείχνει έλλειψη μέτρου και αντιβαίνει στον αξιακό πυρήνα της δημοκρατίας. Συνήθως το αίσθημα παντοδυναμίας γυρίζει μπούμερανγκ.
Ο φόβος…
Στον τρόπο που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση τον Τσίπρα μπορεί επίσης να διακρίνει κανείς το φόβο ότι με την επάνοδό μπορεί να ανακατευτεί η τράπουλα του πολιτικού παιχνιδιού κατά τρόπο απρόβλεπτο. Δεν είναι μόνο το ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι ακριβώς θα μπορούσε να καταφέρει ο Τσίπρας αν τελικά αποφασίσει να επανέλθει -οι δημοσκοπήσεις για την εν δυνάμει επιρροή ενός «κόμματος Τσίπρα» δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες. Ταυτόχρονα, είναι άδηλες τι αλυσιδωτές αντιδράσεις θα μπορούσε να προκαλέσει στο πολιτικό σύστημα η επάνοδος Τσίπρα, ιδιαίτερα αν συνδυαστεί με τη δημιουργία κόμματος από τον Αντώνη Σαμαρά. Η κυβέρνηση σπεύδει λοιπόν να επιτεθεί στον Τσίπρα όχι μόνο για αυτό που ο ίδιος αντιπροσωπεύει, αλλά και για την αναταραχή που δυνάμει θα μπορούσε να προκαλέσει άμεσα ή έμμεσα σε ένα λίγο-πολύ παγιωμένο πολιτικό σκηνικό.
…και η εμμονή
Ωστόσο, είναι λάθος να κρίνουμε την πολιτική ζωή αποκλειστικά με ορθολογικά εργαλεία πολιτικής ανάλυσης. Οι ανορθολογικές πεποιθήσεις, οι ανεξέλεγκτες εμμονές και οι ιδεοληψίες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική συμπεριφορά. Η περίπτωση του Τσίπρα είναι χαρακτηριστική της σημασίας που έχουν οι ανεξέλεγκτες εμμονές. Ένα σημαντικό τμήμα του πολιτικού προσωπικού της Δεξιάς και του Ακραίου Κέντρου συνεχίζει να τον αντιμετωπίζει σαν να μην πέρασε μια μέρα από το Δημοψήφισμα. Πρόκειται για να έναν τοξικό εγκλωβισμό στο παρελθόν, ο οποίος θολώνει το πολιτικό κριτήριο και οδηγεί σε ανορθολογικές πολιτικές συμπεριφορές.
dnews.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις






















































