Παρά τις εκκλήσεις της Αθήνας για εμπάργκο ή για στοχευμένες απαγορεύσεις στις εξαγωγές οπλικών συστημάτων προς την Τουρκία, οι περισσότερες χώρες, εντός και εκτός της ΕΕ, κωφεύουν.
Δεν είναι μόνο τα έξι γερμανικά υποβρύχια τύπου 214, τα οποία, όπως όλα δείχνουν, το Βερολίνο αρνείται να «μπλοκάρει». Ούτε τα μεγάλα ισπανικά ή ιταλικά εξοπλιστικά deal. Η Τουρκία είναι ένας από τους καλύτερους πελάτες παγκοσμίως των περισσοτέρων χωρών με πανίσχυρες πολεμικές βιομηχανίες. Μεταξύ των άλλων, των ΗΠΑ και της Βρετανιας.
Λονδίνο-Άγκυρα
Οι χρυσοφόρες μπίζνες της Βρετανίας με την Τουρκία, μάλιστα, επανήλθαν στο φως της επικαιρότητας, με αφορμή τη νέα εμπορική συμφωνία που υπέγραψαν πρόσφατα Λονδίνο και Άγκυρα, και ισχύει ήδη από την 1η Ιανουαρίου 2021. Κι αυτό, χωρίς καν στοιχειώδη κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Μια συμφωνία που το Λονδίνο προώθησε με συνοπτικές διαδικασίες και ικανοποίησε την Άγκυρα, η οποία, όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, Guardian, ήθελε απελπισμένα να διατηρήσει την πρόσβασή της στη βρετανική αγορά, χωρίς δασμούς.
Η συμφωνία, ουσιαστικά, δεν περιλαμβάνει παρά τις υφιστάμενες εμπορικές ρυθμίσεις που έχουν υπογραφεί μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, αλλά διευκρινίζεται ότι θα προστεθούν και πολλές άλλες. Είναι, όμως, κρίσιμης σημασίας για την Τουρκία, δεδομένου ότι η Βρετανία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Τουρκίας.
Η εφημερίδα, λοιπόν, τονίζει ότι ακριβώς η «πρεμούρα» της Άγκυρας να μην χάσει τη βρετανική αγορά ήταν το μεγάλο πλεονέκτημα που έπρεπε να εκμεταλλευτούν ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον, και η υπουργός Διεθνούς Εμπορίου, Λιζ Τρας, αν πραγματικά ήθελαν να αναγκάσουν τον Ερντογάν να αλλάξει πτυχές της πολιτικής του.
Αλλά, ουδόλως το έκαναν. Το Λονδίνο προτίμησε να βάλει πάνω από όλα τα 18,6 δισ. λίρες εμπορικών συναλλαγών Βρετανίας-Τουρκίας, και να γράψει στα παλαιότερα των υποδημάτων του το θέμα της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και της επιθετικής πολιτικης της Άγκυρας στην ευρύτερη γειτονιά της. Στη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο.
Εξοπλιστικά συμβόλαια
Ο Guardian, επίσης, υπογραμμίζει ότι ένας από τους λόγους που προωθήθηκε με βιασύνη, όπως αναφέρει, η εμπορική συμφωνία Λονδίνου-Άγκυρας, ήταν η κερδοφόρα επιχείρηση των εξοπλιστικών συμβολαίων.
Ειδικότερα, σημειώνει: «Ενα μεγάλο κομμάτι του εμπορίου Τουρκίας-Ηνωμένου Βασιλείου τα προηγούμενα χρόνια ήταν οι πωλήσεις όπλων στην Άγκυρα.
Σύμφωνα με την «Εκστρατεία Κατά του Εμπορίου Όπλων», η Βρετανία έχει εξαγάγει όπλα αξίας 1,3 δισεκατομμυρίων λιρών στην Τουρκία από το 2013 (εξέγερση για το «Γκεζί πάρκ»).
Επίσης, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, το 2016, όταν ο Ερντογάν ξεκίνησε πογκρόμ βίαιας καταστολής, χορηγήθηκαν άδειες εξαγωγής όπλων αξίας 806 εκατομμυρίων λιρών. Νέες άδειες σταμάτησαν το 2019, αλλά οι υπάρχουσες παραμένουν σε ισχύ».
Επιπλέον, σχολιάζει η εφημερίδα, «το γεγονός ότι ο Ερντογάν κατηγορείται ότι χρησιμοποίησε εξοπλισμό βρετανικής κατασκευής και τεχνολογία για να επιτεθεί στους Κούρδους της Συρίας, να επέμβει στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης και να τροφοδοτήσει τη σύγκρουση Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας έπρεπε να είχε οδηγήσει σε διακοπή (σ.σ. τις εξαγωγές όπλων)».
Να σημειωθεί ότι, όπως έχει αποκαλυφθεί, εκτός των άλλων, νευραλγικά τμήματα του τουρκικού μη επανδρωμένου αεροσκάφους, τύπου Bayraktar, έχουν κατασκευαστεί με βρετανικά υλικά και συστήματα.
Τα UAV χρησιμοποιήθηκαν εκτεταμένα στον πόλεμο, στον Καύκασο, καθώς και στις τουρκικές εισβολές στη Συρία. Επίσης, μεγάλη είναι η χρήση τους, πλέον, και στο Αιγαίο.
Αυτές οι ενέργειες, καταλήγει ο Guardian, «έρχονται σε αντίθεση με τα βρετανικά συμφέροντα, όπως συμβαίνει και με τα προβλήματα που προκαλεί ο Ερντογαν στην Ανατολική Μεσόγειο».
Προφάσεις
Ειδικά η αντιπολίτευση των «Εργατικών», με την οποία η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε εδώ και καιρό να έχει έλθει σε επαφή, στο πλαίσιο των προσπαθειών για επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, επικρίνει δριμύτατα την κυβέρνηση Τζόνσον, διότι προώθησε την εμπορική συμφωνία Λονδίνου-Άγκυρας ουσιαστικά χωρίς κανέναν κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Η βρετανική κυβέρνηση, από τη μεριά της, επινόησε το δήθεν πρόσχημα ότι δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για τους βουλευτές να ελέγξουν τις εμπορικές συμφωνίες πριν από την προθεσμία της 31ης Δεκεμβρίου.
Μάλιστα, κατά την αντιπολίτευση, η συμφωνία με την Τουρκία καταμαρτυρά μια μεγαλύτερη υποκρισία. Πρόκειται για την αντίφαση ανάμεσα στις διακηρύξεις ότι το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ) στη μετα-Brexit εποχή δεν θα είναι μόνον οικονομική δύναμη, αλλά και δύναμη υπεράσπισης της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και στην απαράδεκτη πρακτική που ακολουθεί τώρα η βρετανική κυβέρνηση.
Ανθρώπινα δικαιώματα
Η μελλοντική «Παγκόσμια Βρετανία», όπως έχουν αναφέρει πρωτοκλασάτα στελέχη της βρετανικής κυβέρνησης, στη μετα-Brexit εποχή, «θα είναι κάτι πολύ περισσότερο από το διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις». Η «Παγκόσμια Βρετανία», θα υποστηρίζει τις αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και την ειλικρινή δέσμευσή μας για το διεθνές κράτος δικαίου».
Αντίθετα, σημειώνει ο Guardian, η νέα εμπορική συμφωνία του ΗΒ με την Τουρκία, η οποία υπεγράφη την περασμένη εβδομάδα, αδιαφορεί παντελώς για τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την τουρκική κυβέρνηση και ενισχύει τον επικίνδυνο πρόεδρο της Τουρκίας.
Μάλιστα, η βρετανική εφημερίδα, σε ένα ειρωνικό σχόλιό της, σημειώνει ότι τώρα, ο Ταγίπ Ερντογάν πρέπει να είναι «πολύ ευχαριστημένος. Είναι ο νέος, μεγαλύτερος θαυμαστής της Βρετανίδας υπουργού Διεθνούς Εμπορίου, Λιζ Τρας, στην οποία ανήκει αυτή η άθλια δουλειά της συμφωνίας.
Μετά από χρόνια καταστροφικής οικονομικής κακοδιαχείρισης και σκληρών αντιπαραθέσεων με τις ΗΠΑ και την ΕΕ για την τουρκική πολιτική έναντι της Ρωσίας, της Συρίας, της Λιβύης, της Ελλάδας και της Κύπρου, ο Ερντογάν χρειαζόταν απελπισμένα μια νίκη. Και καημένη η Τρας του την παρέσχε.
Ως εκ τούτου, ήταν απολύτως φυσικό, ο Τ.Ερντογάν να χαιρετίσει τη συμφωνία ως την αρχή μιας “νέας εποχής” και ορόσημο για την Τουρκία».
Πολύ περισσότερο, παρατηρεί ο Guardian, η βρετανική κυβέρνηση «δημιούργησε ένα ευνοϊκό διμερές εμπορικό περιβάλλον και υποσχέθηκε “αναβαθμίσεις”, σε έναν ηγέτη που συχνά χλευάζει την ΕΕ και αντιμετωπίζει πιθανές ευρωπαϊκές κυρώσεις». Και διερωτάται: «Πώς μπορεί κάτι τέτοιο να ταιριάζει με την υπόσχεση που έδωσε ο Τζόνσον να γίνει “ο καλύτερος φίλος και σύμμαχος της ΕΕ”»;
Σημειώνει, μάλιστα, ότι τώρα πλέον η Βρετανία είναι «προσδεμένη με μια κυβέρνηση που διώκει συστηματικά τους επικριτές της, χειραγωγεί τις εκλογές και εξαγοράζει τους δικαστές.
Ανεξάρτητοι δικηγόροι, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιογράφοι φυλακίζονται ή εξορίζονται κατά εκατοντάδες.
Ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, πρώην ηγέτης του φιλοκουρδικού Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (HDP), είναι στη φυλακή, παρά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που ζητάει από την Τουρκία να τον ελευθερώσει».
Η εφημερίδα, ακόμα, σημειώνει ότι «έχοντας υπόψη αυτά και αντίστοιχα προβλήματα που σχετίζονται με άλλους εμπορικούς εταίρους μετά το Brexit, η Βουλή των Λόρδων τροποποίησε τον Εμπορικό νόμο της κυβέρνησης τον περασμένο μήνα, και απαιτησε να γίνουν εκτιμήσεις κινδύνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά τη σύναψη συμφωνιών, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διεθνείς συνθήκες και υποχρεώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου».
Ωστόσο, προσθέτει, «η κυβέρνηση αναμένεται να ακυρώσει την τροποποίηση όταν το νομοσχέδιο επιστρέψει στη Βουλή των Κοινοτήτων. Εξάλλου, η συμφωνία με την Τουρκία δεν περιέχει τέτοιες εγγυήσεις».
Και καταλήγει: «Μια καθολική διακοπή του εμπορίου με την Τουρκία ή οποιαδήποτε άλλη χώρα για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι γενικά κάτι που αρέσει στις βρετανικές κυβερνήσεις».
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις