Στην πρώτη περίοδο του μεταπολιτευτικού διπολισμού είχε εγκατασταθεί ένα ορατό εκκρεμές στον πυρήνα του πολιτικού συστήματος: η κατάρρευση του κυβερνώντος κόμματος, οδηγούσε αυτομάτως στην κυβέρνηση το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αυτός ο κανόνας αναιρέθηκε το 2012 και παρ ότι ο δικομματισμός αποκαταστάθηκε εν μέρει– με την αλλαγή του ενός κόμματος στη μια πλευρά του,- είναι αμφίβολο αν μπορεί να λειτουργήσει σαν τραμπάλα. Έστω και αν το 2019 αναδείχθηκε αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση με την απλή αναλογική αποκλείεται και συνεπώς η εμφανής κατάρρευση της ΝΔ του Μητσοτάκη, δεν φέρνει απαραιτήτως στην κυβέρνηση τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα – με κάποιον εταίρο.
Για να φτάσει ως εκεί το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πρέπει να περάσει αρκετά ποτάμια . Το πιο βαθύ είναι η κατάκτηση της πρώτης θέσης στην κάλπη- όπως το ίδιο έθεσε ως προϋπόθεση. Αλλά με την αποδόμηση Μητσοτάκη αποδυναμώνεται η ΝΔ , αλλά δεν διασφαλίζεται απαραιτήτως η αντίστοιχη ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις σημερινές συνθήκες ο ετεροκαθορισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει .Το κόμμα που θα κυβερνήσει στη μετά Μητσοτάκη περίοδο, πρέπει να πείθει με τα δικά του χαρακτηριστικά, όχι εξ αντιδιαστολής με τους αντίπαλους του.
Προφανώς έχει γίνει πλέον πιο εύκολη η δουλειά του Τσίπρα απέναντι στον αντίπαλό του και έχασε τα πλεονεκτήματά της ως κυβερνώσα η ΝΔ. Αλλά δεν μπορεί να προεξοφληθεί η μαζική μετακίνηση στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να σχηματίσει βιώσιμη κυβέρνηση, με άλλες δυνάμεις.
Ο στόχος του Αλέξη Τσίπρα να αναδειχθεί το κόμμα του πρώτο στις εκλογές, έχει τις ίδιες προϋποθέσεις που έχει και πριν ξεσπάσουν τα τελευταία σκάνδαλα που κατακρημνίζουν το ψευδές είδωλο του «νικητή» που είχε κατασκευαστεί για τον Μητσοτάκη.
Για τους πολιτικούς παρατηρητές, ο δρόμος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ προς την πρωθυπουργία για τρίτη φορά, περνάει από την ικανότητα του ιδίου και του κόμματός του να πείσουν ότι αναλαμβάνοντας τις τύχες της χώρας, μπορούν να αποκαταστήσουν Νεομητσοτακική βλάβη και να οδηγήσουν τη χώρα στη σωστή κατεύθυνσή.
Αυτό χρειάζεται ότι χρειαζόταν και πριν τα γεγονότα που κατέστρεψαν τις προοπτικές της ΝΔ: πολιτικό σχέδιο για τη χώρα, στοχευμένη καθημερινή δραστηριότητα, εύληπτο κυβερνητικό πρόγραμμα και πρωτίστως πολιτικό προσωπικό , ικανό να αναλάβει το βάρος της προοδευτικής κυβέρνησης.
Προς το παρόν ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέσει με βεβαιότητα κυρίως θελκτική ηγεσία. Ο Αλέξης Τσίπρας, ανακτά τη σχέση του με τα μεγάλα ακροατήρια, γίνεται όλο πιο πειστικός ως φυσικός επικεφαλής της ιστορικά πλειοψηφούσας, Δημοκρατικής Παράταξης – και όχι μόνο κάποιας μειοψηφικής «Αριστεράς»- και επουλώνει παλιές πληγές εντός του κόμματός του και στη σχέση του με τις επιμέρους κοινωνικές ομάδες.
Τα υπόλοιπα πρέπει να προβληθούν με επάρκεια για να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεκτός από το εκλογικό σώμα ως εναλλακτική.
Η επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση δεν είναι αυτοσκοπός. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να διέπεται από διαθέσεις ρεβανσισμού, όπως εκφράζονται από δηλώσεις και συμπεριφορές κάποιων στελεχών του. Η αναπαραγωγή της Πολάκειας ρητορείας «έρχεται η ώρα σας», δεν είναι καλή εκλογική συνταγή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διατηρήσει τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του, αλλά να αποβάλει τις ιδεοληψίες, και τα στοιχεία που αφήνουν κενά στη σχέση του με την σημερινή ελληνική κοινωνία, αλλά και την κοινοτική Ευρώπη.
Όπως η προσκόλλησή του σε δήθεν «αριστερά» ιδεολογικά μορφώματα του παρελθόντος στο εσωτερικό και η αντιπαραγωγική παραμονή στην αντιευρωπαϊκή «Ευρωπαϊκή Αριστερά» στο Ευρωκοινοβούλιο. Η σύγχρονη Αριστερά είναι αλλού.
Ιστορικά η πολιτική για να γίνεται ευρύτερα αποδεκτή, πρέπει να εκφράζεται από αποδεκτά πρόσωπα. Αυτό σημαίνει ότι κλειδί για την εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ είναι τα στελέχη πρώτης γραμμής, με τα οποία θα ζητήσει από το εκλογικό σώμα την εμπιστοσύνη του. Τη μέλλουσα κυβέρνηση την αποφασίζει μετεκλογικά ο Πρωθυπουργός, ως φορέας της λαϊκής εντολής, αλλά την προοπτική της ύπαρξης της διαμορφώνουν προεκλογικά οι υπουργήσιμοι υποψήφιοι…
Από αυτή την άποψη, η σύνθεση των ψηφοδελτίων είναι ζωτικής σημασίας. Οι εκλογές αφορούν ολόκληρη την Επικράτεια, αλλά πρακτικά γίνονται κατά νόμο. Κάθε ψηφοδέλτιο εκλογικής περιφέρειας απαιτεί τη δική του αρχιτεκτονική και πρέπει να διαθέτει τη δική του «τοπική» αίγλη.
Σε κάθε περίπτωση, όσο και αν διευρύνεται το βεληνεκές της προσωπικής ακτινοβολίας του Αλέξη Τσίπρα, το ερώτημα που θα βρίσκει διαρκώς μπροστά του, ως την ώρα που θα ανοίξουν οι κάλπες, είναι το αυτονόητο: με ποιους θα κυβερνήσει;
Στην άλλη πλευρά του αυτό το νόμισμα έχει το δικό του μήνυμα: με ποιους ΔΕΝ θα κυβερνήσει. Αν μη τι άλλο δεν είναι μυστικό ότι κάποια πρόσωπα της Κουμουνδούρου δεν γίνονται αποδεκτά.
Με απλά λόγια όσοι ηττήθηκαν το 2019 πρέπει να αποσυρθούν σε πίσω καθίσματα και πάντως να μην φιγουράρουν ως μέλλοντες υπουργοί. Τα ονόματα αυτής της, ευάριθμης ευτυχώς, ομάδας είναι γνωστά.
Η απομάκρυνση τους από το προσκήνιο το τελευταίο διάστημα υπήρξε ευεργετική για την απήχηση του κόμματος ακόμη και οργανωτικά. Αλλά η «χαλάρωση» με τη λογική της εύκολης νίκης λόγω Μητσοτάκη που προτάσσουν κάποιοι, τους ξαναφέρνει το προσκήνιο και αυτό μπορεί να αποβεί μοιραίο. Ο απερχόμενος Πρωθυπουργός σ αυτούς θα εστιάσει για να ανακάμψει…
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσει σαν μεγάλο λαϊκό κόμμα εξουσίας με προοδευτική κουλτούρα, αν κατανοήσει ότι στην πολιτική όσοι «δεν αρέσουν» δεν μπαίνουν στη μαρκίζα. Ακόμη και αν αιτιάσεις γι αυτούς δεν είναι βάσιμες – και πόσο μάλλον όταν είναι.
Συμπέρασμα. Τα φαινόμενα της τελευταίας περιόδου δεν πρέπει να απατούν. Η Δεξιά είναι μεγάλη παράταξη και η ΝΔ στα χέρια του Μητσοτάκη έχει ισχυρή δύναμη πυρός και επιπλέον θα δράσει και με αθέμιτα μέσα.
Ο δρόμος του Αλέξη Τσίπρα για επιστροφή την κυβέρνηση, είναι στρωμένος με αγκάθια, ελλείμματα και αυτογκόλ-που πρέπει να αποφύγει. Στην πραγματικότητα η νίκη του δεν περνάει τόσο από τη ΝΔ, όσο από το κόμμα του….
ieidiseis.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις