Το ατού του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πρώτη τετραετία της διακυβέρνησής ήταν η αίσθηση που μετέδιδε ότι ελέγχει την κατάσταση και δίνει λύσεις στα προβλήματα. Κάνουμε λόγο για «αίσθηση» γιατί στην πολιτική μπορεί να γίνει μαζική η πεποίθηση ότι μια κυβέρνηση είναι αποτελεσματική, χωρίς να ανταποκρίνεται κατ’ ανάγκη στην πραγματικότητα.
Αυτή η αίσθηση φαίνεται να εξαϋλώνεται το τελευταίο διάστημα. Μάλιστα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η αίσθηση που μεταδίδει η κυβέρνηση είναι η αντίθετη, δηλαδή ότι έχει χάσει τον έλεγχο και δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα των πολιτών.
Το ρεύμα
Χαρακτηριστική της κυβερνητικής αδυναμίας είναι η κρίση που προέκυψε από το πουθενά, με τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Ξαφνικά, ακούσαμε για αυξήσεις της τάξης 200% στις χονδρικές τιμές ρεύματος και η κυβέρνηση άρχισε πανικόβλητη να ψάχνει έκτακτα μέτρα για να μην επιβαρυνθούν υπέρμετρα τα νοικοκυριά μέσα στον Αύγουστο.
Αλλά πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο σε μια περίοδο πού δεν είναι σε εξέλιξη κάποια διεθνής ενεργειακή κρίση; Έχουμε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σε μια νορμάλ περίοδο.
Τα ερωτήματα μεγαλώνουν από τις εξηγήσεις που δίνει η κυβέρνηση. Διαβάζουμε στο ρεπορτάζ του Dnews ότι κατά τους κυβερνητικούς ιθύνοντες η έκρηξη των τιμών οφείλεται στις «υψηλές θερμοκρασίες και σε σειρά βλαβών στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στα δυτικά Βαλκάνια αλλά και την Κεντρική Ευρώπη». Δηλαδή έχουμε ένα σύστημα τιμολόγησης στο ηλεκτρικό ρεύμα που δεν έχει προβλέψει ότι το καλοκαίρια κάνει… ζέστη και δεν έχει καμία πρόνοια για τεχνικά προβλήματα.
Είτε λοιπόν δεν είναι σοβαρές οι εξηγήσεις είτε δεν είναι σοβαρό το σύστημα. Μπορεί βέβαια να ισχύουν και τα δύο. Η πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης είναι προφανής.
Όπως ακριβώς είναι βαρύτατη η ευθύνη της για την επιστροφή των επιδοτήσεων στο ρεύμα τις οποίες γνώριζε ότι έπρεπε να γίνουν από τον Φλεβάρη, αλλά μεθόδευσε τα πράγματα με τέτοιον τρόπο ώστε η λυπητερή να έρθει στις επιχειρήσεις μετά τις εκλογές.
To ΕΣΥ
Κατάσταση εκτάκτου ανάγκης από το πουθενά έχουμε όμως και στο ΕΣΥ. Σε μια περίοδο που δεν υπάρχει κάποια μείζονα απειλή για τη δημόσια Υγεία όπως ήταν η πανδημία, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να επιτάξει τους ιδιώτες γιατρούς προκειμένου να καλύψει κάποια από τα τεράστια κενά στα δημόσια νοσοκομεία. Στη συνέντευξή του στην Καθημερινή της Κυριακής ο υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης ήταν ξεκάθαρος: «Ο νόµος µού δίνει τη σχετική εξουσιοδότηση για λόγους δηµόσιας υγείας και ορθής λειτουργίας των νοσοκομείων να εφαρμόσουμε τέτοιου τύπου μέτρα. ∆εν θα διστάσω να τα εφαρμόσω ως έσχατη λύση».
Σε αυτό που δεν απαντάει ο υπουργός είναι γιατί τα κενά στο ΕΣΥ έχουν γίνει τόσο μεγάλα ώστε να κλείνουν κρίσιμες κλινικές σε περιφερειακά νοσοκομεία. Γιατί δεν γίνονται οι αναγκαίες προσλήψεις; Μήπως το ότι ορισμένοι διαγωνισμοί για προσωπικό στα περιφερειακά νοσοκομεία βγαίνουν άγονοι οφείλεται στις χαμηλές αμοιβές και τον αβάσταχτο φόρτο εργασίας;
Σε κάθε περίπτωση, οι επιτάξεις συνιστούν έμμεση παραδοχή από την κυβέρνηση ότι το ΕΣΥ είναι σε κατάσταση διάλυσης.
Η ακρίβεια
Ανάλογη είναι η κατάσταση με την ακρίβεια. Ο χρόνος περνάει, αλλά οι απώλειες στην αγοραστική δύναμη δεν αποκαθίστανται. Μολονότι η οικονομία σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και δεν έχουμε πλέον μνημόνια, οι πολίτες καλούνται να αποδεχτούν μια νέα πτώση του βιοτικού επιπέδου τους.
Τα στοιχεία για τις διακοπές των Ελλήνων και των Ελληνίδων συνιστούν μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκφράσεις της πτώσης της αγοραστικής δύναμης. Σε μια κατεξοχήν τουριστική χώρα όπως η Ελλάδα, το 50% δηλώνει ότι δεν θα μπορέσει να πάει διακοπές φέτος. Ένας στους τρεις δηλώνει ότι θα κάνει μεν διακοπές αλλά πιο περιορισμένες σε σχέση με το παρελθόν, έξι στους δέκα δηλώνουν ότι οι δαπάνες τους φέτος θα είναι μειωμένες σε σχέση με πέρυσι και τέσσερις στους δέκα ότι θα είναι μειωμένες πάνω από 50%.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση δίνει την αίσθηση ότι απλώς παρακολουθεί τις τιμές να παίρνουν την ανηφόρα.
Οι αιτίες
Γιατί όμως έχει αντιστραφεί η αίσθηση που μεταδίδει η κυβέρνηση; Γιατί περάσαμε από την αποτελεσματικότητα και την ισχύ στην αναποτελεσματικότητα και την αδυναμία;
Σε ένα πρώτο επίπεδο θα μπορούσαμε να αναφέρουμε την αναπόφευκτη πολιτική κόπωση κάθε κυβέρνησης. Στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησης το αφήγημα Μητσοτάκη μοιάζει να πνέει τα λοίσθια. Δεν αρκεί πια ο ισχυρισμός ότι «κάνουμε το καλύτερο δυνατό» όταν αυτό δεν αρκεί για να βελτιωθεί η καθημερινότητα. Ούτε υπάρχει πια «μπαμπούλας» για να συσπειρώνει τους ψηφοφόρους.
Η δεύτερη όμως και πιο σημαντική αιτία είναι η έλλειψη της πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης να δώσει λύση στα μεγάλα προβλήματα της κοινωνίας. Το προηγούμενο διάστημα οι εμβαλωματικές λύσεις των επιδομάτων και των επιδοτήσεων επέτρεπαν την πολιτική διαχείριση της κατάσταση. Μπορεί το προβλήματα να μην λύνονταν επί της ουσίας, εντούτοις, η κοινωνική δυσαρέσκεια μπορούσε να καταπραϋνθεί.
Τώρα όμως το να κλοτσάς το ντενεκεδάκι λίγο πιο κάτω δεν αλλάζει την πολιτική ατμόσφαιρα. Βρισκόμαστε πλέον στο σημείο που για να επιλυθούν τα προβλήματα, πρέπει η κυβέρνηση να συγκρουστεί με τα μεγάλα συμφέροντα που αποτελούν τους πιο ισχυρούς συμμάχους της. Πώς να αντιμετωπίσεις την ακρίβεια αν δεν συγκρουστείς με τα καρτέλ της κερδοσκοπίας; Πώς να ενισχύσεις το ΕΣΥ όταν ο στόχο σου είναι να εξυπηρετήσεις τους ιδιώτες στην Υγεία;
Στην ουσία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται παγιδευμένη στην ίδια την πολιτική της.
Γιάννης Αλμπάνης
dnews.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις