Οι Τούρκοι άρπαξαν τον συριακής καταγωγής Ελληνα τον Μάιο και τώρα τον δικάζουν με κατηγορία για κατασκοπεία

Για τον συριακής καταγωγής Ελληνα πολίτη Μοχάμεντ Αμάρ Αμπάρα και την οικογένειά του, ο χρόνος έχει σταματήσει στις 9 το βράδυ της 18ης Μαΐου 2022. Είναι ακριβώς η στιγμή που στελέχη της υπηρεσίας πληροφοριών της Τουρκίας – ΜΙΤ ακινητοποίησαν τον 67χρονο έμπορο σε κεντρικό δρόμο της πόλης Γκαζιαντέπ, στη νοτιοανατολική Τουρκία. Του φόρεσαν κουκούλα και τον επιβίβασαν με τη βία σε ένα σκουρόχρωμο βαν λέγοντάς του «μη μιλάς, Ελληνα κατάσκοπε». Ο Αμπάρα κρατείται έκτοτε σε φυλακές υψίστης ασφαλείας έξω από την Αγκυρα, αντιμετωπίζοντας βαριά δίωξη για πολιτική και στρατιωτική κατασκοπεία εις βάρος της Τουρκίας για λογαριασμό της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ).

Ενόψει της δίκης που έχει προσδιοριστεί για αύριο Τρίτη, η «Κ» μίλησε με τον γιο του, Αμπντούλ, και την Ελληνίδα δικηγόρο του, Δέσποινα Καλογήρου, επιχειρώντας να φωτίσει την υπόθεση. «Ο πατέρας μου είναι αθώος, έχει μπει σε μια περιπέτεια χωρίς τη θέλησή του», λέει με έμφαση ο Αμπντούλ Αμπάρα, το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά του φυλακισμένου στην Τουρκία επιχειρηματία.

Ο Μοχάμεντ Αμάρ Αμπάρα ήρθε με τη σύζυγο και τα παιδιά του στην Ελλάδα από τη Συρία στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Δραστηριοποιήθηκε στην εξόρυξη και εμπορία μαρμάρου, έχοντας υπό τον έλεγχό του λατομεία σε Θάσο και Καβάλα. Περίπου μία δεκαετία αργότερα, ο ίδιος και τα παιδιά του απέκτησαν την ελληνική υπηκοότητα. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ» ο μεγαλύτερος γιος του, Αμπντούλ, περιγράφει ότι τα πάντα στη ζωή της οικογένειάς του ανατράπηκαν όταν το 2014 η μητέρα τους έφυγε από το σπίτι και ταξίδεψε στη Ράκα της Συρίας προκειμένου να ενσωματωθεί στο αυτοανακηρυχθέν Χαλιφάτο του Ισλαμικού Κράτους.

Η οδύσσεια του Μοχάμεντ Αμπάρα-1
Οι συγγενείς του Μοχάμεντ Αμπάρα έχασαν τα ίχνη του στις 18 Μαΐου, όταν εκείνος απήχθη στο Γκαζιαντέπ. Τελικά, στις 25 Ιουνίου έμαθαν από δημοσιεύματα στον τουρκικό Τύπο ότι είχε συλληφθεί για κατασκοπεία. «Θέλουμε μια δίκαιη δίκη. Ο πατέρας μου είναι αθώος», λέει στην «Κ» ο γιος του, Αμπντούλ 

 

Στη Ράκα

«Δεν περιμέναμε να συμβεί κάτι τέτοιο, να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο υπερβαίνοντας το κανονικό. Σηκώθηκε και έφυγε αφήνοντάς μας ένα γράμμα», λέει χαρακτηριστικά. Ακόμη εξηγεί ότι ήταν τέτοιο το σοκ, που το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε η μικρή του αδελφή επιδεινώθηκε. Μερικές εβδομάδες μετά τη φυγή της συζύγου του, ο Μοχάμεντ Αμάρ Αμπάρα ταξίδεψε στη Ράκα της Συρίας προκειμένου, όπως λέει ο γιος του, Αμπντούλ, να τη συναντήσει και να την πείσει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Λόγω ιδιαιτερότητας της περιοχής (είχε ανακηρυχθεί σε πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους), ο επιχειρηματίας πριν από την αναχώρησή του από την Ελλάδα ενημέρωσε για το επικείμενο ταξίδι του την Ελληνική Αστυνομία: «Δεν έφυγε ο πατέρας μου χωρίς να ενημερώσει, δεν έφυγε κρυφά. Σκέφτηκε “πάω σε ένα σημείο επικίνδυνο, τι πρέπει να κάνω;”. Απευθύνθηκε λοιπόν στην Αστυνομία», λέει στη συνέντευξή του στην «Κ» ο Αμπντούλ.

Εξηγεί ακόμη ότι μόλις ο πατέρας του επέστρεψε από τη Συρία είχε μια σύντομη συνάντηση με αστυνομικούς στο «Ελευθέριος Βενιζέλος»: «Τον σταμάτησαν δύο άτομα στο αεροδρόμιο και του έκαναν ερωτήσεις σχετικά με τη μητέρα μου και το τι είδε στη Ράκα, όπου είχε ταξιδέψει». Στο διάστημα έως το 2017 ο Μοχάμεντ Αμάρ Αμπάρα πραγματοποίησε αρκετά ακόμη ταξίδια από την Ελλάδα στη Συρία μέσω Τουρκίας, για τα οποία ενημέρωνε Ελληνες αστυνομικούς. Οι επισκέψεις του στη Ράκα σταμάτησαν το φθινόπωρο του 2017, όταν ο Μοχάμεντ Αμάρ Αμπάρα δέχτηκε μήνυμα που τον ενημέρωνε ότι η σύζυγός του σκοτώθηκε στη διάρκεια στρατιωτικών μαχών για την ανακατάληψη της πόλης από τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF). «Εκτοτε η επικοινωνία που είχαμε με τη μητέρα μου σταμάτησε. Το ίδιο και τα ταξίδια του πατέρα μου στη Συρία», λέει ο γιος του.

Ο 67χρονος δηλώνει αθώος, αμφισβητώντας το περιεχόμενο της ομολογίας του, που υπεγράφη υπό «ιδιαίτερες συνθήκες».

Στη συνέντευξή του περιγράφει ότι, τα χρόνια που ακολούθησαν, ο πατέρας του σταδιακά αποσύρθηκε από την εταιρεία εξόρυξης και εμπορίας μαρμάρου αφήνοντάς τη στους δύο γιους του και το 2020 αποφάσισε να συστήσει νέα εταιρεία και να δραστηριοποιηθεί στην εμπορία χαλιών μαζί με έναν Ελληνα συνεταίρο. Για τις ανάγκες της νέας επαγγελματικής δραστηριότητάς του ο 67χρονος και ο συνεταίρος του πραγματοποιούσαν συχνά πηγαινέλα στην πόλη Γκαζιαντέπ στη νοτιοανατολική Τουρκία, όπου λειτουργούν εργοστάσια χαλιών. Ενα τέτοιο ταξίδι πραγματοποίησαν και φέτος τον Μάιο, με αφορμή την έκθεση Domotex που φιλοξενούνταν στο διάστημα 14-17 Μαΐου στο Γκαζιαντέπ.

Σύμφωνα με όσα περιέγραψε στην «Κ» ο Αμπντούλ Αμπάρα, οι δύο άνδρες παρέμειναν για ένα ακόμη εικοσιτετράωρο στην πόλη προκειμένου να οριστικοποιήσουν κάποιες εμπορικές συμφωνίες. Στις 9 το βράδυ της 18ης Μαΐου και ενώ περπατούσαν σε κεντρικό δρόμο, τους ακινητοποίησαν άνδρες με πολιτικά και τους έβαλαν με τη βία σε χωριστά σκουρόχρωμα τζιπ. Πέντε λεπτά αργότερα ο Ελληνας συνεταίρος του Αμπάρα αφέθηκε ελεύθερος, όχι όμως και ο 67χρονος. Δίχως να γνωρίζει την ιδιότητα των ατόμων που είχαν αρπάξει τον επιχειρηματία, ο συνεργάτης του Αμπάρα τηλεφώνησε στον Αμπντούλ περιγράφοντάς του τι είχε συμβεί.

Ακολούθησαν επισκέψεις και τηλεφωνήματα στα αστυνομικά τμήματα του Γκαζιαντέπ, όπως επίσης και στην ελληνική πρεσβεία στην Αγκυρα, με τους Τούρκους και Ελληνες αξιωματούχους να απαντούν στα μέλη της οικογένειας ότι ο 67χρονος είχε πέσει θύμα απαγωγής. «Για αρκετές ημέρες περιμέναμε να μας πάρει κάποιος τηλέφωνο και να μας ζητήσει χρήματα», θυμάται ο Αμπντούλ. Τελικά έμαθαν τι ακριβώς είχε συμβεί, την 25η Ιουνίου, από δημοσιεύματα στον τουρκικό Τύπο που ανέφεραν ότι ο Μοχάμεντ Αμπάρα είχε συλληφθεί για κατασκοπεία υπέρ της ΕΥΠ. Δύο εικοσιτετράωρα αργότερα, μάλιστα, δημοσίευμα της εφημερίδας «Σαμπάχ» ανέφερε ότι ο Αμπάρα είχε ομολογήσει σχέσεις του με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.

 

Η κατηγορία

Η Ελληνίδα συνήγορος του Αμπάρα, Δέσποινα Καλογήρου, διευκρίνισε στην «Κ» ότι ο 67χρονος εντολέας της αντιμετωπίζει κατηγορία για πολιτική και στρατιωτική κατασκοπεία εις βάρος της Τουρκίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 328 του Ποινικού Κώδικα, που επισύρει ποινές κάθειρξης έως 20 ετών. Οι τουρκικές αρχές κατηγορούν τον 67χρονο ότι στο διάστημα μετά το 2017 βρισκόταν σε επικοινωνία με δύο στελέχη της ΕΥΠ και παραθέτουν μάλιστα δύο μικρά ονόματα («Κυριακή» και «Νίκος») και τους τηλεφωνικούς αριθμούς τους.

Ο ίδιος πάντως αρνείται τις κατηγορίες που του αποδίδονται και μάλιστα στη διάρκεια του καλοκαιριού κατέθεσε προσφυγή κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης. Η κ. Καλογήρου καθώς και ο Τούρκος συνάδελφός της που μετέχει στην υπεράσπιση του Αμπάρα σημειώνουν ότι στον φάκελο της υπόθεσης δεν υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν μυστική δράση του εντολέα τους κατά της Τουρκίας. Το ίδιο πρόκειται να υποστηρίξει στην επικείμενη δίκη ο ίδιος ο 67χρονος, αμφισβητώντας εμμέσως πλην σαφώς και το περιεχόμενο της ομολογίας του, που υπεγράφη υπό «ιδιαίτερες» συνθήκες. Το δικαστήριο του Γκαζιαντέπ θα γίνει μέσω τηλεδιάσκεψης, με τον ίδιο τον Αμπάρα να απαντά επί του κατηγορητηρίου από τις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αγκυρας. «Θέλουμε μια δίκαιη δίκη. Ο πατέρας μου είναι αθώος», είναι το μήνυμα που στέλνει ο γιος του, Αμπντούλ.

kathimerini.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις