Το έγκλημα των Τεμπών μετά τα Μνημόνια, το lockdown της πανδημίας και τα σκάνδαλα είναι η χαριστική βολή στα κόμματα εξουσίας
Σε κινούμενη άμμο έχει μεταβληθεί το εκλογικό σώμα. Οι αλλαγές και η πολυδιάσπαση που σημειώνονται δεν έχουν κυριολεκτικά προηγούμενο κατά τα τελευταία 50 χρόνια, καθιστώντας εντελώς ασαφή και απρόβλεπτη την «επόμενη ημέρα» των εξελίξεων.
- Tου Ανδρέα Καψαμπέλη – κυριακάτικη δημοκρατία
Η υπόθεση των Τεμπών έχει επιδράσει -και συνεχίζει να επιδρά- ως καταλύτης μιας εντυπωσιακής ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού, διαμορφώνοντας μάλιστα μια νέα διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις λεγόμενες συστημικές και τις αντισυστημικές δυνάμεις.
Δεν θεωρείται τυχαίο ότι τα κόμματα που κυβέρνησαν καθ’ όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης, είτε αυτοδύναμα είτε συνεργαζόμενα σε διάφορες φάσεις μεταξύ τους, τοποθετούνται από την κοινή γνώμη στην ίδια πλευρά, ανεξάρτητα από τις έως τώρα ιδεολογικοπολιτικές διαφορές τους. Η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτά που συγκροτούν το «συστημικό μέτωπο», επωμιζόμενα από κοινού τις ευθύνες για τις παθογένειες που ταλανίζουν διαχρονικά τη χώρα και την κοινωνία σε όλα τα μέτωπα. H πολύνεκρη τραγωδία με τους 57 νεκρούς ήρθε να δώσει τη χαριστική βολή για να ξεσπάσει η συσσωρευμένη απόγνωση και η οργή των πολιτών που έως τώρα -και ειδικά εδώ και 15 χρόνια- έχουν υποστεί το ένα σοκ μετά το άλλο: Από τα Μνημόνια έως την πανδημία και τα lockdowns, τις πολεμικές κρίσεις, τη θεσμική διάβρωση με τα συνεχή σκάνδαλα και την οικονομική αβεβαιότητα που ακυρώνει όλα τα μεταμνημονικά success story, ακόμα και τις περισπούδαστες αναβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης που δεν μεταφράζονται σε τίποτα χειροπιαστό και ελπιδοφόρο για τη μίζερη και δύσκολη καθημερινότητα των περισσότερων Ελλήνων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο εξηγείται -σε όσους με αφέλεια από την Κεντροαριστερά εκφράζουν την απορία «τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;»- γιατί το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέουν αναλογικά το ίδιο ή και περισσότερο με τη Ν.Δ., ενώ υπό άλλες συνθήκες και σε άλλες εποχές θα καρπώνονταν τη φθορά από τη διακυβέρνησή της. Ακόμα και για τα Τέμπη, τα τρία αυτά κόμματα θεωρούνται συνυπεύθυνα, διότι διαδοχικά εδώ και πάνω από 10 χρόνια δεν υλοποίησαν τη σύμβαση 717 που θα απέτρεπε μια τέτοια τραγωδία. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι και οι συγγενείς των θυμάτων αξιώνουν να λογοδοτήσουν και να τιμωρηθούν όλοι οι αρμόδιοι υπουργοί αυτής της περιόδου, ανεξαρτήτως κόμματος, ενώ η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να περιορίσει την ευθύνη μόνο στη διακοπή της τηλεδιοίκησης στην περιοχή της Λάρισας από το 2019, προκειμένου να διασώσει τον δικό του υπεύθυνο Χρ. Σπίρτζη, αποδεικνύεται εντελώς ασθενική.
Η κοινωνική δυναμική φαίνεται μάλιστα να τροφοδοτεί, ενδεχομένως και υπό το κράτος πανικού, διεργασίες και προβληματισμούς για να οργανωθεί η άμυνα του καταρρέοντος σημερινού πολιτικού συστήματος. Ενδεικτικές είναι οι παρεμβάσεις που σημειώθηκαν αυτές τις ημέρες από διαφορετικές πλευρές, που έχουν όμως και κοινό παρανομαστή. «Χρειαζόμαστε μια νέα συναίνεση στο εσωτερικό, όπως σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, για τον βασικό και σταθερό προσανατολισμό της Ελλάδας» είπε χαρακτηριστικά ο Ευάγγελος Βενιζέλος στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών. Ακόμα πιο συγκεκριμένη η Ντόρα Μπακογιάννη, πρότεινε, με αιχμή την εξωτερική πολιτική, «να γίνει σοβαρή συζήτηση ανάμεσα στα τρία κόμματα που κυβέρνησαν» γιατί «τα πράγματα είναι σοβαρά για τη χώρα και πρέπει να κοπούν οι λαϊκισμοί και οι αντιπαλότητες». Και δείχνοντας να ανταποκρίνεται, ο Αλέξης Τσίπρας εμφάνισε προχθές το δικό του «μανιφέστο» για να συμβάλει στην απόκτηση «εθνικής πυξίδας», την οποία, όπως υποστηρίζει, δεν διαθέτει σήμερα η χώρα. Συνισταμένη όλων των σχετικών ζυμώσεων είναι -κατά τις πληροφορίες- ότι ο χρόνος πιέζει προκειμένου να μπει, όπως πιστεύουν, φρένο στην περαιτέρω διόγκωση της εκατέρωθεν ριζοσπαστικοποίησης του εκλογικού σώματος. Στο πλαίσιο αυτό λέγεται μάλιστα ότι το 2027 «είναι πολύ μακριά και τότε θα είναι και πολύ αργά». Υπό τον φόβο να έχει χαθεί οριστικά το παιχνίδι έως τότε, το ζητούμενο είναι εάν μπορούν να επισπευσθούν οι εξελίξεις ανάλογα όμως με την κατάσταση και στο εσωτερικό της Ν.Δ., αφού, όπως σημειώνεται, η παρουσία του Κ. Μητσοτάκη στην ηγεσία της αποτελεί πλέον εμπόδιο και αντικίνητρο για κάθε πιθανή προσπάθεια συνεννόησης.
Αυτή τη στιγμή το γκρουπ των συστημικών δυνάμεων μετά δυσκολίας αθροίζει, ακόμα και με την αναγωγή, ποσοστά της τάξης γύρω στο 40%-43%, με πτωτική τάση, όταν παλαιότερα με αυτή την επιρροή στο εκλογικό σώμα ένα κόμμα μπορούσε να σχηματίσει μόνο του κυβέρνηση. Ενδεικτικά στην τελευταία δημοσκόπηση της Metron Analysis η Ν.Δ. καταγράφει στην πρόθεση ψήφου ποσοστό 20%, το ΠΑΣΟΚ 10,1% και ο ΣΥΡΙΖΑ 5,5%, ενώ ανάλογα είναι τα ευρήματα και στις μετρήσεις των άλλων εταιριών. Από την άλλη πλευρά, οι αντισυστημικές δυνάμεις, τόσο εκ δεξιών όσο και εξ αριστερών κατά τη σχηματική πολιτική γεωγραφία, αθροιστικά αποδεικνύονται ισχυρότερες. Βεβαίως, τα ζητήματα των μεταξύ τους πιθανών συνεργασιών είναι εντελώς ακανθώδη και εύφλεκτα, αλλά στην παρούσα φάση δεν φαίνεται να είναι αυτό το μείζον.
Η αντισυστημική επέλαση της Κωνσταντοπούλου
Το στοιχείο που κυριαρχεί είναι η αντισυστημική επέλαση που, έστω και με πολλαπλές εκδοχές, τείνει να μετατραπεί από ρεύμα σε τσουνάμι, αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο τα υπαρκτά ελλείμματα στον τομέα της κυβερνησιμότητας. Και πάντως αποκτά, όπως αναγνωρίζεται, χαρακτηριστικά κινήματος μέσα από την κοινωνία που όμοιό του έχει εμφανιστεί ελάχιστες φορές από το 1974 έως σήμερα. Ειδικά στην Κεντροαριστερά η εκτίναξη των ποσοστών της Πλεύσης Ελευθερίας που διεκδικεί τη σταθεροποίησή της πλέον ως δεύτερο κόμμα αντανακλά την απελπισία των ψηφοφόρων του χώρου του που, έχοντας εκπαιδευτεί σε ριζοσπαστικές παραδόσεις, βιώνουν εδώ και χρόνια μια πολλαπλή απογοήτευση. Το ΠΑΣΟΚ ήδη από το 2010 είχε πάρει τον δρόμο του, ο δε ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά από το 2015 και ύστερα από τις απανωτές ήττες του 2019 και του 2023 έχασε την «ψυχή» του. Η περίπτωση της Ζωής Κωνσταντοπούλου μάλιστα είναι αρκετά αντιπροσωπευτική της οριζόντιας διαστρωμάτωσης της αντισυστημικής ψήφου, καθώς το (εντελώς προσωποπαγές) κόμμα της έχει εισροές όχι μόνο από τα υπόλοιπα κόμματα της Κεντροαριστεράς, το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ακόμα και από τη Ν.Δ. Την ίδια ώρα στη Χαριλάου Τρικούπη ο Ν. Ανδρουλάκης τα έχει κυριολεκτικά χαμένα και σε κατάσταση διαρκούς εκνευρισμού και εντάσεων φαντασιώνεται τον εαυτό του «νικητή» στις επόμενες εκλογές «για να έρθει κάτι συγκεκριμένο και όχι κάτι άγνωστο». Οσο για τον Σωκράτη Φάμελλο, στην Κουμουνδούρου, μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε αμελητέα πολιτική μονάδα, ζεσταίνοντας ουσιαστικά πλέον την καρέκλα για την επιστροφή του κ. Τσίπρα και μάλιστα όχι ως επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ αλλά ενός νέου κεντροαριστερού σχήματος που δεν θα είναι συνασπισμός κομμάτων και θα προσπαθήσει να κάνει -αν και με αμφίβολα αποτελέσματα- την υπέρβαση…
newsbreak.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις