Δέκα μέρες πριν από την ευρωκάλπη της 9ης Ιουνίου, τα πολιτικά κόμματα μοιάζουν να ανεβάζουν στροφές και ταχύτητες προκειμένου να πετύχουν τους εκλογικούς στόχους που έχουν θέσει. Ωστόσο η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που έχει διαμορφωθεί – και η οποία, πλέον, αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις – δεν εμπνέει και ιδιαίτερη αισιοδοξία. Πάρτε για παράδειγμα τη σφυγμομέτρηση της Metron Analysis για το Mega:

● Έξι στους δέκα ερωτηθέντες λένε ότι η χώρα κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση.

Ακρίβεια και οικονομία παραμένουν τα μεγαλύτερα προβλήματα για τους πολίτες.

● Ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης καταρρέει και διαμορφώνεται στο -42.

● Σχεδόν έξι στους δέκα ερωτηθέντες δηλώνουν ότι θέλουν μέσω της ψήφου τους να στείλουν μήνυμα αποδοκιμασίας προς την κυβέρνηση.

● Άλλοι επτά στους δέκα απορρίπτουν το αφήγημα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ότι αρνητικό αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές θα προκαλέσει θέμα πολιτικής σταθερότητας.

● Και, φυσικά, οι απόψεις για την αντιπολίτευση είναι εξίσου αρνητικές, καθώς η αντίληψη των πολιτών για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι σε ποσοστό 77% αρνητική.

Απουσία προτάσεων

Εν ολίγοις η εικόνα που οι πολίτες έχουν για τον πολιτικό κόσμο δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτική. Σε αυτό, βέβαια, δεν βοηθάει και το γεγονός ότι, όσο πλησιάζουμε στο τέλος της προεκλογικής περιόδου, τόσο πιο φτωχό φαντάζει το πολιτικό περιεχόμενο της αντιπαράθεσης: η κυβέρνηση περιορίζεται στο να περιγράφει τα επιτεύγματά της και να ευαγγελίζεται ευρωπαϊκές μάχες για διάφορα – σημαντικά, είναι αλήθεια – ζητήματα, ενώ η αντιπολίτευση καταθέτει προτάσεις που «ακούγονταν ευχάριστα στ’ αυτί μας», όπως έλεγε (μέσω Ντύλαν) ο Σαββόπουλος.

Ωστόσο αυτό που φαίνεται ότι απουσιάζει είναι η παρουσίαση πρακτικών και κατά το δυνατόν άμεσων λύσεων για τα καταγεγραμμένα και πιεστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία (ακρίβεια, ανασφάλεια, οικονομική δυσπραγία κ.λπ.), τα οποία, άλλωστε, η κυβέρνηση αναγνωρίζει, περιγράφοντας μέτρα που έχει λάβει και πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει.

Η, ας πούμε, καταγραφική αυτή προσέγγιση δεν αρκεί, όταν, π.χ., οι πληροφορίες θέλουν την τιμή του ρεύματος να εκτοξεύεται και πάλι, έπειτα από μια περίοδο ύφεσης των ανατιμήσεων ή όταν κυβέρνηση και αντιπολίτευση δίνουν τη «μάχη της φέτας», μια μάχη η έκβαση της οποίας μπορεί να κριθεί πολύ εύκολα με μια βόλτα στον… πάγκο των τυριών ενός σούπερ μάρκετ.

Λίγο – πολύ, η στρατηγική αυτή αποτελεί κεντρική επιλογή για την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση: μιλώντας στο Action 24 ο Μητσοτάκης, σχολιάζοντας τις προτάσεις της αντιπολίτευσης για την ακρίβεια, είπε χαρακτηριστικά ότι «κάνω μία διάκριση μεταξύ των τεκμηριωμένων προτάσεων και του ανεδαφικού και ανέξοδου λαϊκισμού, ο οποίος δεν έχει θέση στην Ελλάδα του 2024 και καλό είναι να αντιληφθούν όλοι όσοι τον πρεσβεύουν – ειδικά όταν μπορεί να μην ήταν στην Ελλάδα εκείνη την εποχή και να μην τα θυμούνται καλά – ότι πονέσαμε πάρα πολύ, αφήσαμε πίσω αυτήν την περίοδο και δεν θα ξαναγυρίσουμε ποτέ εκεί».

Πόλωση

Η αναφορά του Μητσοτάκη στην περίοδο της κρίσης και της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ – η οποία γίνεται όλο και πιο συχνά πλέον και προστίθεται σε αυτή και αναφορά στο 2010 και στο «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου – προφανώς εξυπηρετεί τη στόχευση του κυβερνώντος κόμματος για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συσπείρωση των ψηφοφόρων που πριν από έναν χρόνο του έδωσαν καθαρή νίκη με σχεδόν 41% στις εθνικές εκλογές, καθώς ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει βάλει τον πήχη της επιτυχίας για τη Ν.Δ. στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2019, ήτοι στο 33%, κάτι που, επίσης προφανώς, για να επιτευχθεί προϋποθέτει ισχυρή συσπείρωση του εκλογικού σώματος.

Οπότε – για τρίτη φορά, προφανώς – επιστρατεύονται τακτικές πόλωσης και διαχωριστικών γραμμών, ώστε οι πολίτες που είναι εμφανώς (τα λένε οι δημοσκοπήσεις…) δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση και τις πολιτικές της, να μην ψηφίσουν με τιμωρητική διάθεση ή να μην αποφασίσουν ότι ο καλός καιρός είναι ιδανικός για παραλία και μπάνιο και όχι για αναμονή σε εκλογικά κέντρα.

Το αν ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει στην παρούσα φάση. Ωστόσο η επίκληση στις μνήμες του παρελθόντος, αν μη τι άλλο, δεν δείχνει ότι η Ν.Δ. είναι επαρκώς σίγουρη ότι η προβολή μιας πιο, ας πούμε, θετικής ατζέντας είναι αρκετή για την επίτευξή του.

Βέβαια, οι εκλογές προϋποθέτουν και μια… χρησιμοθηρική προσέγγιση («ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»), ωστόσο δεν μπορεί να μην επισημανθεί ότι η προσέγγιση αυτή εμμέσως πλην σαφώς καταδεικνύει και μια ένδεια προτάσεων και θέσεων που θα μπορούσαν να συσπειρώσουν θετικά την κοινωνία: το να παραδέχεται ο πρωθυπουργός ότι υπάρχει ακρίβεια, πληθωρισμός στα τρόφιμα και χαμηλοί μισθοί είναι μια καλή αρχή, αλλά μόνο αν συνοδεύεται από πρακτικές λύσεις που – αν δεν λύνουν τουλάχιστον – ελαφρύνουν ουσιαστικά το πρόβλημα.

Και στον προεκλογικό διάλογο τέτοιες προτάσεις μοιάζουν να… λάμπουν διά της απουσίας τους.

Απουσία πειθούς

Επίσης το να λέει ο Μητσοτάκης ότι «η ακρίβεια θα αντιμετωπιστεί πραγματικά μόνο με περαιτέρω στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος. Καλύτεροι μισθοί. Ήδη φόρους έχουμε μειώσει αρκετούς, αλλά οι ονομαστικοί μισθοί στη χώρα μας αυξάνονται και αυξάνονται με γρήγορο ρυθμό. Και αυτή τελικά είναι η καλύτερη απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι η ελληνική οικονομία δεν προοδεύει» είναι κατά τεκμήριο σωστό, αλλά, όταν οι ανατιμήσεις «καταπίνουν» τις όποιες αυξήσεις (και ανατιμήσεις δεν υπάρχουν μόνο στα τρόφιμα, αλλά και, για παράδειγμα, στο ύψος των ενοικίων) στους μισθούς και οι τιμές δεν μειώνονται πουθενά, τότε η δυσφορία και η απογοήτευση συνολικά για την πολιτική αυξάνεται κι αυτή.

Από την άλλη δεν μοιάζει απαραίτητο ο Μητσοτάκης να επικαλείται το 2015 για να πιστοποιήσει την επιφυλακτικότητα των πολιτών έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έστω κι αν ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης μοιάζει να κάνει «γκελ» σε κάποια τμήματα των ψηφοφόρων. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι δημοσκοπήσεις που μέχρι στιγμής έχουν δει το φως της δημοσιότητας στην καλύτερη περίπτωση δίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ ποσοστό χαμηλότερο από αυτό που είχε πετύχει τον Ιούνιο του 2023 στις εθνικές εκλογές.

Όπερ σημαίνει ότι σοβαρή πιθανότητα μιας σημαντικής αλλαγής του πολιτικού σκηνικού της χώρας δεν φαίνεται στον ορίζοντα, καθώς το εκλογικό σώμα δεν δείχνει – στην παρούσα φάση – να πιστεύει ότι το κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης αποτελεί μια εναλλακτική.

Αναμέτρηση με τον εαυτό της

Στην ουσία η κυβέρνηση καλείται να αναμετρηθεί με τον εαυτό της στην παρούσα εκλογική μάχη και, προς το παρόν, δεν δείχνει να τα καταφέρνει και πολύ καλά εκεί που… μετράει, δηλαδή στην αποτελεσματικότητα εξεύρεσης λύσεων και απαντήσεων σε προβλήματα που πιέζουν την κοινωνία.

Η επιστολή Μητσοτάκη στην Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν για τις τιμολογιακές – κι όχι μόνον – πρακτικές των πολυεθνικών μπορεί να φαντάζει για την κυβέρνηση ως μια σημαντική κίνηση, ωστόσο, προς το παρόν δεν φαίνεται να απαντά στις ανάγκες των νοικοκυριών, τα οποία βλέπουν διαρκώς το εισόδημά τους να μειώνεται.

Μάλιστα, ένας προβληματισμός που υπάρχει στην κυβέρνηση είναι ότι η επιστολή αυτή ενδέχεται να έχει την ίδια μοίρα με αυτή της αναβάθμισης του αξιόχρεου της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης σε επενδυτική βαθμίδα: δηλαδή, ενώ σε αμιγώς οικονομικό επίπεδο είναι μια σημαντική εξέλιξη, εντούτοις από τους πολίτες δεν αξιολογείται ως τέτοια καθώς δεν έχει άμεσο αντίκτυπο στο πορτοφόλι τους ή γενικότερα στο ευ ζην τους και, ως εκ τούτου, δεν κινεί καν το ενδιαφέρον τους.

Χαλαρή ψήφος

Αν στα παραπάνω προστεθεί και η γενικότερη… χαλαρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται παραδοσιακά οι ευρωεκλογές από το εκλογικό σώμα, γίνεται αντιληπτό ότι ο αγώνας της κυβέρνησης για συσπείρωση, μάχη κατά της αποχής και κινητοποίησης των πολιτών είναι… ανηφορικός.

Πολλώ δε μάλλον αν στη συνάρτηση αυτή προστεθεί και το στοιχείο της επιφυλακτικότητας σχετικά με την Ευρώπη: στη δημοσκόπηση της Metron Analysis το 40% (από 35% τον Μάιο του 2019) δηλώνει ότι στόχος του στις ευρωεκλογές είναι να αποδοκιμάσει την Ε.Ε., ενώ το 43% δηλώνει ότι έχει αρνητική άποψη για την Ένωση και το ίδιο ποσοστό εκτιμά ότι στο μέλλον το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης θα αποδυναμωθεί.

Πώς μεταφράζονται όλα αυτά;

● Μια αισιόδοξη προσέγγιση λέει ότι οι γενικώς χαμηλές συσπειρώσεις που καταγράφονται τώρα θα αυξηθούν όσο θα πλησιάζει η ώρα της κάλπης, με ταυτόχρονη μείωση του ποσοστού της αδιευκρίνιστης ψήφου και ενδεχομένως και της αποχής.

● Οι πιο ρεαλιστές, πάντως, θεωρούν ότι η προσφυγή στην πόλωση και την απαξίωση των αντιπάλων και η απουσία ουσιαστικού πολιτικού διαλόγου και προτάσεων πιθανόν θα επιδράσει εν τέλει αρνητικά και στη συμμετοχή, αλλά και στην κινητοποίηση των πολιτών.

Κοντός ψαλμός, αλληλούια…

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

topontiki.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις