Οι πραγματικές αιτίες που τα αγροτικά προϊόντα πωλούνται πιο ακριβά φέτος. Ποιοι πλήττονται και ποιοι ωφελούνται
Κυβέρνηση και μεγαλοεπιχειρηματίες προσπαθούν με τη βοήθεια ορισμένων ΜΜΕ να ρίξουν στάχτη στα μάτια των καταναλωτών για το κύμα ακρίβειας στην αγορά και να χρεώσουν τις όποιες ευθύνες στους… μανάβηδες, στους πωλητές λαϊκών αγορών και τους εργαζόμενους αγρότες (μικροπαραγωγούς), τους οποίους εμφανίζουν να κερδοσκοπούν ασύστολα με τις τιμές των ζαρζαβατικών!
- του Νίκου Τσακανίκα
Τα στοιχεία που συγκέντρωσε και παραθέτει στο σημερινό ρεπορτάζ της η «κυριακάτικη δημοκρατία» είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικά για τους μεγάλους ενόχους της ακρίβειας. Αποκαλύπτουν τις πραγματικές αιτίες που τα αγροτικά προϊόντα πωλούνται πιο ακριβά σε σχέση με προηγούμενες χρονιές και απαντούν στο ερώτημα ποιους πλήττει και ποιους ωφελεί η ακρίβεια.
Η φετινή καλλιεργητική χρονιά ήταν για τους παραγωγούς αγρότες ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς οι… αλλοπρόσαλλες καιρικές συνθήκες (απόρροια της κλιματικής αλλαγής) που επικράτησαν (απουσία βροχοπτώσεων ή καταιγίδες με μεγάλη σφοδρότητα, παρατεταμένος καύσωνας, παγετός) κατέστρεψαν μεγάλο μέρος της παραγωγής – σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπέρασε και το 50%. Ταυτόχρονα αύξησαν σημαντικά το κόστος, αφού η χρήση πρόσθετων εφοδίων -κυρίως φυτοφαρμάκων- κρίθηκε επιβεβλημένη, προκειμένου να σωθεί ένα μέρος της παραγωγής.
Τα καλλιεργητικά έξοδα για την προμήθεια μέσων παραγωγής (αγροτικά μηχανήματα, είδη άρδευσης, εξαρτήματα κ.λπ.) και εφοδίων (φυτοφάρμακα, λιπάσματα, κ.ά.) αυξήθηκαν κατακόρυφα, ενώ από φέτος η κατάσταση προδιαγράφεται τόσο δραματική, που ένα μεγάλο τμήμα των παραγωγών αδυνατεί να συνεχίσει τις καλλιέργειές του.
Αυξήσεις έως 150%
Για παράδειγμα: Μόνο τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα από φέτος αυξάνονται από 100% έως 150%, σκορπώντας τρόμο τόσο στους καλλιεργητές, για το αν και κατά πόσο θα μπορούν να συμμετάσχουν στη νέα καλλιεργητική χρονιά, όσο και στους καταναλωτές, καθώς οι αυξήσεις στα προϊόντα δεν θα έχουν προηγούμενο. Η νιτρική αμμωνία, το βασικό λίπασμα των αγροτών, που χρησιμοποιείται για την αναζωογόνηση και τον εμπλουτισμό με θρεπτικά συστατικά των χωραφιών, από 15 ευρώ το σακί φέτος εκτοξεύτηκε στα 40 ευρώ!
Ανάλογες είναι οι αυξήσεις -από την αρχή της καλλιέργειας μέχρι τη συγκομιδή- σε όλα τα είδη. Μεταξύ άλλων, στον σπόρο, στα φυτοφάρμακα, στο κόστος για φθορά και αντικατάσταση εξαρτημάτων και μηχανημάτων, σε είδη άρδευσης με τα ανάλογα εξαρτήματα, πετρέλαιο, ηλεκτρικό ρεύμα, μέσα συγκομιδής, όπως ελαιόπανα, κλούβες, χαρτικά κ.ά. Ολα αυτά είναι απαραίτητα για τον αγρότη, προκειμένου να φέρει εις πέρας την παραγωγή του.
Ηλεκτροσόκ
Ιδιαίτερα, σε ό,τι αφορά την κατακόρυφη αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος, τους τελευταίους μήνες τα τιμολόγια των παραγωγών έχουν διπλασιαστεί. Ο λογαριασμός του διμήνου από 800-900 ευρώ φτάνει τα 1.600-1.800 ευρώ!
Στο πλαίσιο αυτό, συμπαρασύρονται και τα ψυκτικά έξοδα, καθώς από 2,60 ευρώ που χρεώνουν τα ψυγεία για μια κλούβα μήλων 18 κιλών, τώρα ανέβηκε στα 3,30 ευρώ, με αποτέλεσμα το κόστος αυτό να μετακυλίεται στο προϊόν και τελικά στον καταναλωτή.
Ετσι το πάγιο αίτημα των αγροτών για μείωση του κόστους παραγωγής συνθλίβεται στις μυλόπετρες των πολυεθνικών εταιριών (ελλείψει αντίστοιχης εθνικής παραγωγικής βάσης), που πωλούν ανεξέλεγκτα εφόδια, μηχανήματα και ενέργεια.
Ιδού ποιοι καθορίζουν τις τιμές
Οι τιμές στην αγορά και συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά τα αγροτικά προϊόντα καθορίζονται κατά κανόνα από τους μεγαλέμπορους και όχι, βέβαια, από τον παραγωγό. Ο παραγωγός είναι «ο τελευταίος τροχός της αμάξης».
Στην ουσία, είναι έρμαιο των εκβιαστικών διαθέσεων των μεγαλεμπόρων. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση είναι απούσα από το θέμα της ακρίβειας. Δεν υπάρχει πια η υπηρεσία που έλεγχε τα κοστολογικά στοιχεία των επιχειρήσεων και την ίδια στιγμή δεν διαβουλεύεται ούτε με τους αγρότες ούτε με τις ενώσεις των καταναλωτών, παρά μόνο με τις επιχειρήσεις.
«Ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης δεν έχει επικοινωνήσει με τις ενώσεις καταναλωτών ούτε μία φορά από τη στιγμή που ανέλαβε. Ο πρωθυπουργός ήρθε στη Θεσσαλονίκη και μίλησε με τις επιχειρήσεις για την ακρίβεια. Δεν κάλεσε καν τους εκπροσώπους των καταναλωτών, οι οποίοι είμαστε και οι περισσότεροι. Εχουμε έλλειμμα δημοκρατίας, έχουμε έλλειμμα διαβούλευσης» είπε πρόσφατα στο Open η Ε. Κεκελέκη, γενική γραμματέας του ΚΕΠΚΑ (Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών).
Ετσι, η κυβέρνηση αρνείται να παράσχει οποιαδήποτε κάλυψη στον μικρομεσαίο αγρότη και αφήνει ελεύθερο, ουσιαστικά, τον μεγαλέμπορο να καθορίζει αυτός τις τιμές στην αγορά σε βάρος των καταναλωτών.
Σε ό,τι αφορά την πλειονότητα των μεγαλεμπόρων, οι εκβιασμοί του τύπου «τόσα δίνω, αν δεν θέλεις, πάω αλλού» ή «τώρα που θα κάνουμε εισαγωγές, άσ’ τα να σαπίσουν στο χωράφι» είναι συνηθισμένοι. Φυσικά, πληρώνουν τους παραγωγούς όποτε θέλουν, ενώ δεν λείπουν και τα φέσια.
Τέσσερις φορές επάνω πληρώνει ο καταναλωτής
Η «ψαλίδα» μεταξύ της τιμής παράδοσης του προϊόντος από τον αγρότη-παραγωγό και της τιμής στην αγορά από την οποία ψωνίζει ο καταναλωτής είναι τεράστια. Ενδεικτικά να αναφέρουμε:
- Το σπανάκι από 70 λεπτά που πωλείται στον έμπορο φτάνει στην αγορά και στα ράφια του σούπερ μάρκετ έως 1,6 ευρώ.
- Το μπρόκολο και το κουνουπίδι από 70 λεπτά έως 1 ευρώ στο χωράφι φτάνει στην αγορά σε τιμή που αρχίζει από τα 2-2,5 ευρώ.
- Η ντομάτα, που είναι κηπευτικό εκτός εποχής, «φεύγει» αυτή τη στιγμή από το χωράφι στα 40-60 λεπτά και καταλήγει στο καλάθι μας στο 1,2-1,5 ευρώ. Ωστόσο η τιμή αυτή θα αυξηθεί άμεσα, καθώς είμαστε στην καρδιά του χειμώνα. Και αυτό γιατί τα θερμοκήπια, προκειμένου να συντηρήσουν το προϊόν, θα χρειαστούν μεγάλες ποσότητες ενέργειας για να διατηρήσουν τη θερμοκρασία που χρειάζεται, προκειμένου να βγει η καλλιέργεια εις πέρας.
- Το πορτοκάλι από 0,18-0,23 λεπτά το κιλό φτάνει και τα 80 λεπτά.
- Το λάχανο (σαλάτα) από 0,28-0,30 λεπτά το κιλό ξεπερνά και τα 70 λεπτά.
- Το μαρούλι από 0,40 λεπτά το κιλό -αν και πωλείται συνήθως ως τεμάχιο, με την αναγωγή- αγγίζει τα 2 ευρώ το κιλό.
Το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις η τιμή από το χωράφι φτάνει στον καταναλωτή ξεπερνώντας και τέσσερις φορές την αρχική τιμή καταδεικνύει την ασυδοσία των εμπόρων. Την οποία φυσικά δεν πληρώνουν μόνον οι αγρότες αλλά και οι καταναλωτές, που καλούνται στον χώρο της αγοράς να συνδράμουν με το ξεπαράδιασμά τους τις ήδη παραγεμισμένες τσέπες των εμπόρων από τα υπερκέρδη.
Οι χοντρέμποροι και τα σούπερ μάρκετ
Η απουσία παραγωγικών συνεταιρισμών και η διαιώνιση των μεσαζόντων και των χονδρεμπόρων ανάμεσα στον παραγωγό και την αγορά αποτελούν το τέλειο «λίπασμα» για την άνθηση της κερδοσκοπίας και της αισχροκέρδειας.
Από τη στιγμή που ο αγρότης δεν διαθέτει εκείνους τους μηχανισμούς που θα του επιτρέψουν να διαθέσει τα προϊόντα του σε μια ικανοποιητική τιμή γι’ αυτόν, οι χονδρέμποροι καταφέρνουν -με όπλο κυρίως τον εκβιασμό- να του αποσπούν κάθε φορά το προϊόν στο όριο του κόστους παραγωγής, χρησιμοποιώντας διάφορους τρόπους.
Ο έμπορος, εκμεταλλευόμενος τη δεινή θέση και το άγχος του παραγωγού για να πουλήσει έγκαιρα τα προϊόντα του, τα παίρνει και φθηνά και με τους όρους που θέλει. Ο παραγωγός, ακόμα και αν στην αρχή δεν υποκύψει, στη συνέχεια θα αναγκαστεί να ενδώσει με τις ίδιες απαιτήσεις, προ του κινδύνου να μείνει απούλητη η παραγωγή, καθώς η «καραμέλα»-απειλή των εισαγωγών κρέμεται συνεχώς ως δαμόκλειος σπάθη από τα χείλη των εμπόρων.
Οι πατάτες και τα… πατατάκια
Επίσης, σε ό,τι αφορά τα σούπερ μάρκετ, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το εξής: Υπάρχουν προϊόντα, όπως πατάτες και μήλα, για τα οποία ο αγρότης ή δεν έχει εισπράξει τίποτα -αν και είναι αυτός που τα παράγει- ή σε τιμή ασύλληπτα χαμηλή.
Για παράδειγμα, πολλά σούπερ μάρκετ προμηθεύονται τις πατάτες από συσκευαστήρια που παραλαμβάνουν το προϊόν από τους παραγωγούς. Τα συσκευαστήρια των μεγαλεμπόρων αυθαίρετα, μέσα από τη διαλογή-κλοπή, παρακρατούν περίπου το 25% της παραγωγής (!), επικαλούμενοι το ακανόνιστο μέγεθος των πατατών (άλλες είναι υπερμεγέθης κι άλλες μικρές), όταν το πραγματικό σκάρτο προϊόν είναι μόλις 3%, χωρίς να δώσουν ούτε λεπτό στον παραγωγό.
Τι συμβαίνει, τελικά, με το υπόλοιπο 22%; Αυτό το αξιόλογο ποσοστό του 22% διατίθεται κανονικότατα στην αγορά. Ενα μεγάλο μέρος πωλείται με διάφορους τρόπους, ενώ μια μεγάλη ποσότητα πατάτας (μεγάλες, μισοκομμένες – χτυπημένες κ.λπ.) παραδίδονται στις βιομηχανίες τροφίμων και στις εταιρίες παραγωγής των περίφημων τσιπς.
Δηλαδή, οι βιομηχανίες που παράγουν τα τσιπς, ενώ προμηθεύονται την πατάτα σε τιμή κοψοχρονιά, πουλάνε τα συσκευασμένα πατατάκια τσιπς στην απίθανη τιμή των 10 και πλέον ευρώ το κιλό! Και όταν λέμε «τιμή κοψοχρονιά», εννοούμε πολύ πιο κάτω από τα περίπου 20 λεπτά το κιλό, που απολαμβάνει ο αγρότης για την «καλή» πατάτα.
Επίσης, τα μήλα που βρίσκει συχνά κανείς στα ράφια -οι λεγόμενες πεσιάδες- είναι εκείνα που πολλές φορές λίγο πριν από τη συγκομιδή πέφτουν κυρίως από τον αέρα στο έδαφος. Για τα μήλα αυτά ο παραγωγός δεν παίρνει ούτε το ένα τριακοστό από αυτά που δίνει ο καταναλωτής για να τα αγοράσει.
Το εκπληκτικό είναι πως ο αγρότης για ένα προϊόν μοχθεί έναν ολόκληρο χρόνο (χωρίς να γνωρίζει Σαββατοκύριακα, διακοπές, ωράρια και είναι στο έλεος των καιρικών συνθηκών, των πολυεθνικών – προμηθευτών και των μεγαλεμπόρων), το οποίο συχνά πουλάει σε τιμή που μόλις καλύπτει (και όχι πάντα) το κόστος παραγωγής. Κι αυτό γιατί για το προϊόν που παράγει πληρώνεται λίγο περισσότερο από το κόστος παραγωγής, ενώ στον αντίποδα οι ισχυροί της αγοράς κερδίζουν τριπλάσια και τετραπλάσια από το ποσό που εισπράττει ο παραγωγός.
newsbreak.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις