Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η επίσημη πλέον συνεργασία ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχιστεί, διότι τα δύο κόμματα συγκλίνουν σε σημαντικά θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Και το ΠΑΣΟΚ βεβαίως συγκλίνει, αλλά χωρίς την απόλυτη προσήλωση του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς στο εσωτερικό του υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις για μια τόσο απροκάλυπτη στήριξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Το ότι ο Κασσελάκης συγκλίνει με τον Μητσοτάκη και ουσιαστικά είναι ένας άτυπος κυβερνητικός εταίρος δεν πρέπει να προκαλεί απορίες. Πρώτον, διότι και οι δύο είναι φιλελεύθεροι και η μόνη διαφορά που έχουν είναι πως ο Κασσελάκης είναι μεν κοινωνικά φιλελεύθερος και ταυτίζεται με τον Μητσοτάκη, αλλά δεν είναι και στα οικονομικά το ίδιο φιλελεύθερος, έχοντας κάποιες επιμέρους διαφορές κυρίως σε ζητήματα εργασιακής νομοθεσίας.

Ωστόσο, από πολιτική και ιδεολογική άποψη, ο ΣΥΡΙΖΑ όπως και η Νέα Αριστερά, ανήκουν στον χώρο του φιλελεύθερου σοσιαλισμού και προτάσσουν τον απόλυτο πολιτικό δικαιωματισμό. Όπως και η μητσοτακική ΝΔ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε εξάλλου πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνέχισε και μάλιστα ακόμη πιο συστηματικά την μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.

Δεύτερον, η σύγκλιση αυτή προκύπτει και στα εξωτερικά θέματα που θα μας απασχολήσουν το επόμενο διάστημα, καθώς τόσο ο ενδοτισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όσο και η εθνομηδενιστική ιδεολογία ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς συγκλίνουν απολύτως και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως το μέτωπο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αρραγές τόσο στην κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, όσο και στην επερχόμενη συμφωνία με την Τουρκία για παραχώρηση ΑΟΖ και χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Τον ΣΥΡΙΖΑ σιγοντάρει φυσικά σε όλα αυτά και η Νέα Αριστερά, η οποία απλώς περιμένει την καθαρή ήττα του στις ευρωεκλογές για να επανέλθει στο προσκήνιο. Οι διαφορές που έχουν τα δύο κόμματα με τον Μητσοτάκη στα ζητήματα του κράτους δικαίου είναι δευτερεύουσες και σύντομα θα εκλείψουν.

Το πολιτικό πρόβλημα που υφίσταται σε όλα αυτά είναι η μετάλλαξη της ΝΔ, η οποία πραγματοποιείται ερήμην των ψηφοφόρων της. Πρόκειται δηλαδή για μια κλασική πολιτική εξαπάτηση, αντίστοιχη με εκείνη του Αλέξη Τσίπρα μετά το δημοψήφισμα του 2015. Η μετάλλαξη της ΝΔ όμως είναι κομβικής σημασίας, διότι αφενός συνιστά αλλοίωση της πολιτικής αντιπροσώπευσης και αφετέρου οδηγεί σε στρατηγικού τύπου μόνιμες κοινωνικές βλάβες και παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας.

Εάν οι ψηφοφόροι της ΝΔ γνώριζαν πως η κυβέρνησή τους θα νομιμοποιούσε τεκνοθεσία σε ομοφυλόφιλα ζευγάρια, πως θα κύρωνε τη Συμφωνία των Πρεσπών, πως θα παρέδιδε το μισό Αιγαίο στην Τουρκία, πως θα προχωρούσε σε επίσημη παραδοχή για κυριαρχία 6 μιλίων, πως θα αποστρατικοποιούσε τα νησιά και πως θα χτυπούσε με τόση μανία τα εισοδήματα των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων, θα ψήφιζε ΝΔ και θα έδινε πλειοψηφία του 41%; Όχι βέβαια.

Επομένως, η κλασική ελληνική πολιτική εξαπάτηση έδωσε και πάλι το παρόν και αυτό που είναι σε εκκρεμότητα μόνον είναι οι δυνατότητες αντίδρασης στο εσωτερικό της ΝΔ, διότι, όπως είπαμε, αντιπολίτευση δεν υφίσταται. Οι 50 και πλέον βουλευτές που καταψήφισαν το νομοσχέδιο περί τεκνοθεσίας σε ομοφυλόφιλους δεν έχουν πολιτικό μέλλον στο κόμμα του Μητσοτάκη. Η συντριπτική πλειοψηφία τους θα εκδιωχθεί από τα ψηφοδέλτια. Οπότε καλούνται να βρουν άμεσα νέα πολιτική στέγη και επειδή τέτοια στέγη δεν υπάρχει θα πρέπει να την κατασκευάσουν εξ ιδίων.

Το πρόβλημα θα γίνει ορατό και με τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, όπου θα καταστεί σαφές πως αυτοδύναμη ΝΔ άνω του 37% δεν θα μπορέσει να υπάρξει στις επόμενες εθνικές εκλογές. Άρα, η ανάγκη άμεσης δημιουργίας ενός νέου πατριωτικού κεντροδεξιού κόμματος είναι εμφανής.

Η αγόρευση Σαμαρά στη Βουλή είναι μια ένδειξη για κάτι τέτοιο, υπό την προϋπόθεση πως δεν συνιστά μια απλή έκφραση γνώμης. Διότι, εάν ισχύουν όλα όσα είπε εκεί ο πρώην πρωθυπουργός, τότε δεν μπορεί κανείς να αντιληφθεί με ποιο τρόπο τόσο σοβαρές διαφωνίες μπορούν να καλύπτονται μόνον με λόγια.

Η πολιτική δεν είναι φιλολογία, ούτε έκθεση ιδεών. Είναι αμιγώς πρακτικό ζήτημα. Ο Σαμαράς, εάν δεν θέλει να καταγραφεί ως πολιτικός παρατηρητής, θα πρέπει ο ίδιος να εμποδίσει τα πολιτικά σχέδια της κυβέρνησης Μητσοτάκη και να πρωταγωνιστήσει στη δημιουργία ενός νέου πολιτικού σχηματισμού.

Δηλαδή να φύγει από την ΝΔ και να αποσύρει την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση; Προφανώς. Έπρεπε ήδη να το είχε κάνει, μαζί με τον Καραμανλή, από τον Αύγουστο του 2022, με την αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών.

Εάν τότε είχαν ενεργήσει αποφασιστικά τώρα δεν θα είχαν φτάσει στα πρόθυρα της οριστικής πολιτικής αποστρατείας.

Του Απόστολου Διαμαντή

antinews.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις