Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιμένει να ζει σε έναν κόσμο όπου η στρατιωτική της αυτονόμηση είναι εφικτή, παραβλέποντας το προφανές: χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η άμυνά της καταρρέει. Η “Λευκή Βίβλος” για την Άμυνα αποτελεί άλλη μια γραφειοκρατική άσκηση επί χάρτου, η οποία αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη σκληρή πραγματικότητα. Οι αμυντικές υποδομές, η τεχνολογία, η εφοδιαστική αλυσίδα και η διαλειτουργικότητα των ευρωπαϊκών στρατών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις ΗΠΑ.
Αν αύριο η Ουάσιγκτον επιβάλει «περιορισμό εξαγωγής» σε ανταλλακτικά και λογισμικά υποστήριξης, πάνω από το 55% των οπλικών συστημάτων που διαθέτουν οι χώρες της ΕΕ θα καταστεί ανενεργό σε μερικές εβδομάδες. Η αποκοπή της Ευρώπης από την αμερικανική πολεμική βιομηχανία είναι ανέφικτη και το αφήγημα της στρατηγικής αυτονομίας καταρρέει κάτω από το βάρος της ίδιας της πραγματικότητας. Επιπλέον, η ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική εξαρτάται από το ποιος βρίσκεται στον Λευκό Οίκο.
Εάν η αμερικανική ηγεσία αλλάξει μέσα στα επόμενα χρόνια και επιστρέψει σε πιο φιλική πολιτική προς την Ευρώπη, τότε όλο αυτό το αφήγημα περί ευρωπαϊκής αυτονομίας θα διαλυθεί σαν χάρτινος πύργος.
Οι προκλήσεις της απεξάρτησης
Η Ευρώπη έχει δομήσει την άμυνά της γύρω από την αμερικανική στρατιωτική τεχνολογία, γεγονός που καθιστά την απεξάρτηση σχεδόν αδύνατη. Οι ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν την αμερικανική τεχνογνωσία, καθώς στερούνται τόσο των απαραίτητων κονδυλίων όσο και των τεχνολογικών υποδομών. Παράλληλα, η επιχειρησιακή δομή του ΝΑΤΟ, στην οποία συμμετέχουν οι περισσότερες χώρες της ΕΕ, απαιτεί διαλειτουργικότητα μεταξύ των οπλικών συστημάτων, που είναι σε μεγάλο βαθμό αμερικανικής προέλευσης. Το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι η έλλειψη ενός συνολικού σχεδίου αντικατάστασης των αμερικανικών συστημάτων, καθώς καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν διαθέτει τη βιομηχανική δυνατότητα να αναπτύξει και να παράγει εφάμιλλα όπλα στον ίδιο ρυθμό και με την ίδια αξιοπιστία.
Ασύγκριτοι οι προϋπολογισμοί άμυνας
Η Κομισιόν διακηρύσσει ότι η ΕΕ θα δαπανήσει 800 δισ. ευρώ για την άμυνά της μέσα στα επόμενα 20 χρόνια. Ωστόσο, αυτός ο αριθμός είναι σχεδόν αμελητέος μπροστά στα ποσά που έχουν ήδη επενδύσει οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ΗΠΑ διαθέτουν περίπου 1 τρισεκατομμύριο ευρώ ετησίως για τον αμυντικό τους προϋπολογισμό, ποσό που επισκιάζει κάθε προσπάθεια της Ευρώπης να αναπτύξει αυτόνομη αμυντική βιομηχανία.
Δηλαδή τα τελευταία 20 χρόνια έχουν δώσει περίπου 20 τρισεκατομμύρια δολάρια! Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: η ΕΕ προσπαθεί να φτάσει τις ΗΠΑ, αλλά με το 1/5 των χρημάτων και χωρίς σαφή στρατηγική, το μόνο που θα καταφέρει είναι να παραμείνει στη σκιά της αμερικανικής στρατιωτικής μηχανής.

EE-Αμερικανικά oπλικά συστήματα και παραγγελίες
Η εξάρτηση της Ευρώπης από τα αμερικανικά οπλικά συστήματα είναι συντριπτική. Η Πολωνία διαθέτει 32 F-35, άρματα μάχης M1 Abrams και συστήματα Patriot. Το Βέλγιο έχει αγοράσει 34 F-35, ενώ η Δανία 27, μαζί με αμερικανικά συστήματα αεράμυνας NASAMS.
Η Ιταλία διαθέτει 90 F-35, Apache, Black Hawk και Patriot, ενώ η Ολλανδία έχει προμηθευτεί 46 F-35 και πραγματοποιεί αναβαθμίσεις στα Patriot της.
Η Γερμανία έχει παραγγείλει F-35, Chinook και Patriot, ενώ η Ισπανία έχει παραγγελίες για F-35 και αναβαθμίσεις αντιαεροπορικών συστημάτων.
Η Ελλάδα έχει παραγγείλει F-35, διαθέτει F-16, Patriot, ελικόπτερα Blackhawk, UAV MQ-9 Reaper και C-130. Με αυτά τα δεδομένα, είναι προφανές ότι η ευρωπαϊκή στρατιωτική δύναμη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα αμερικανικά συστήματα, και οποιαδήποτε προσπάθεια απεξάρτησης θα απαιτούσε ριζικές αλλαγές με χρονικό ορίζοντα 30 ετών και πολλά τρις ευρώ.
Η αδυναμία υλοποίησης
Παρά τις εξαγγελίες, τα υφιστάμενα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα είναι γεμάτα καθυστερήσεις και πολιτικές συγκρούσεις. Το FCAS, το υποτιθέμενο μελλοντικό ευρωπαϊκό μαχητικό, δεν αναμένεται πριν το 2041, ενώ το MGCS, που προορίζεται να αντικαταστήσει τα άρματα μάχης Leopard-2, αντιμετωπίζει συνεχείς διαφωνίες μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας με την τελευταία να θέλει να αναπτύξει το Leopard-3 αγνοώντας τους Γάλλους. Η ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού συστήματος αεράμυνας βρίσκεται ακόμα σε θεωρητικό στάδιο, ενώ η αντικατάσταση των αμερικανικών Patriot είναι σχεδόν αδύνατη, καθώς η ΕΕ δεν διαθέτει ανάλογο σύστημα σε επιχειρησιακό επίπεδο. Ενδεικτικό είναι ότι η Γερμανία για να αντικαταστήσει τους Patriot PAC-2 που δώρισε στην Ουκρανία θα προμηθευτεί το αντιαεροπορικό-αντιβαλλιστικό σύστημα Arrow από το Ισραήλ!
Αντί η Ευρώπη να επενδύει σε μια ρεαλιστική στρατηγική άμυνας, συνεχίζει να εξαρτάται από τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα εκδίδει πολιτικές διακηρύξεις και οικονομικά μανιφέστα που δεν έχουν κανένα πρακτικό αντίκρισμα.
Ονειρο θερινής νυχτός (
Η ΕΕ επιμένει να βαυκαλίζεται με την ιδέα της στρατηγικής αυτονομίας, αγνοώντας το προφανές: χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η πολεμική της μηχανή είναι ανίκανη να λειτουργήσει. Η απεξάρτηση από την αμερικανική στρατιωτική βιομηχανία δεν είναι απλά δύσκολη, είναι ανέφικτη μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, χωρίς επαρκή επενδυτικά κεφάλαια και χωρίς πραγματική πολιτική βούληση, η “Λευκή Βίβλος” για την Άμυνα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια πολιτική φαντασίωση.
Η Ουάσιγκτον κρατά τα κλειδιά της ευρωπαϊκής ασφάλειας, και αν αποφασίσει να τα αποσύρει, οι ευρωπαϊκοί στρατοί θα βρεθούν με ένα σωρό ανενεργά οπλικά συστήματα και καμία δυνατότητα να υπερασπιστούν την ήπειρο.
Εν κατακλείδι, η Ευρώπη μπορεί να συνεχίσει να μιλά για “αυτονομία”, αλλά χωρίς τις ΗΠΑ, η στρατιωτική της ισχύς είναι μια χίμαιρα.
ΕΥΡΩΣΤΡΑΤΟΣ-Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ
Η ιδέα για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Στρατού, γνωστού ως “Ευρωστρατός”, έχει τις ρίζες της στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Στις 27 Μαΐου 1952, υπογράφηκε η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα (ΕΑΚ) από έξι χώρες: τη Γαλλία, τη Δυτική Γερμανία, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο. Η ΕΑΚ προέβλεπε τη σύσταση ενός πανευρωπαϊκού στρατού, με κοινές στρατιωτικές δυνάμεις και πολιτικούς θεσμούς για την επίβλεψή τους.
Ωστόσο, το 1954, η γαλλική Εθνοσυνέλευση απέτυχε να επικυρώσει τη συνθήκη, οδηγώντας στην εγκατάλειψη του σχεδίου. Οι λόγοι για αυτή την αποτυχία περιλάμβαναν ανησυχίες για την απώλεια εθνικής κυριαρχίας, πολιτικές διαφωνίες εντός της Γαλλίας και πιέσεις από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, από το φόβο της αναβίωσης της γερμανικής στρατιωτικής ισχύος.
Μετά την αποτυχία της ΕΑΚ, η αμυντική συνεργασία στην Ευρώπη επικεντρώθηκε στο ΝΑΤΟ, με τις ευρωπαϊκές χώρες να βασίζονται στην αμερικανική στρατιωτική παρουσία για την ασφάλειά τους. Παρά την αποτυχία της ΕΑΚ, η ιδέα ενός ευρωπαϊκού στρατού δεν εγκαταλείφθηκε. Το 1992, ιδρύθηκε το Ευρωπαϊκό Σώμα Στρατού (Eurocorps), ένα διεθνές σώμα στρατού με έδρα το Στρασβούργο, αποτελούμενο από περίπου 1.000 στρατιωτικούς. Το Eurocorps ενεργοποιήθηκε το 1993 και έγινε επιχειρησιακό το 1995, με πυρήνα τη Γαλλογερμανική Ταξιαρχία που είχε ιδρυθεί το 1987. Σχέδιο το οποίο τελικά έμεινε στα χαρτιά.
Η ιδέα ενός ανεξάρτητου ευρωπαϊκού στρατού επανήλθε στο προσκήνιο μετά από τον πρώτο εμφύλιο που οδήγησε στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (1991-1995) και αμέσως μετά τη σύγκρουση αλβανόφωνων ανταρτών και του σερβικού στρατού στο Κοσσυφοπέδιο που οδήγησε τελικά στην επέμβαση του ΝΑΤΟ (1996-1999).
Αυτό που ανέδειξε η επέμβαση του ΝΑΤΟ ήταν ότι δεν υπήρχε κοινή ευρωπαϊκή στρατιωτική ικανότητα και η Ευρώπη δεν μπορούσε να ελέγξει τον ζωτικό της χώρο. Και την νατοϊκή επιχείρηση την έφεραν σε πέρας επί της ουσίας οι Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία. Με τις δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχουν – λόγω αδυναμίας – επικουρικό ρόλο.
Αργότερα, αν και υπήρξαν κάποιες προσπάθειες αργότερα τελικός ο ευρωστρατός έγινε τελικά μια συμβουλευτική υπηρεσία στρατιωτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Του Ζαφείρη Χατζηδήμου
neostrategy.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις