Η φράση «μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση», που αποδίδεται στον Μάο Τσε Τουνγκ, φαίνεται να ταιριάζει γάντι στην κυβέρνηση, η οποία βλέπει τα κόμματα της αντιπολίτευσης που βρίσκονται στα αριστερά της (ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) να παραμένουν βυθισμένα στην εσωστρέφεια και, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, να «τρώνε τις σάρκες τους».

Μάλιστα, όπως σημειώνουν και κάποια στελέχη της κυβέρνησης και της Ν.Δ. σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι ιδανικότερη: σε μια φάση που η κυβέρνηση μοιάζει να ζορίζεται από πολλές κατευθύνσεις, η Ν.Δ. να πραγματοποιεί «χαμηλές πτήσεις» στις δημοσκοπήσεις, το κλίμα στο εσωτερικό της Κ.Ο. να είναι οριακά εκρηκτικό και οι πολίτες να μην κρύβουν πλέον ούτε κατ’ ελάχιστον τη δυσφορία τους για τα μεγάλα προβλήματά τους και την αδυναμία της κυβέρνησης να τα επιλύσει, το γεγονός ότι οι πάντες ασχολούνται με τα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ και όχι μαζί της είναι ένα εξαιρετικό δώρο.

Παράλληλα τα στελέχη αυτά θεωρούν ότι όσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης ομφαλοσκοπούν τόσο η κυβέρνηση κερδίζει πολύτιμο χρόνο ώστε να… συμμαζέψει κάπως τα πράγματα και να σχεδιάσει την αντεπίθεσή της με το βλέμμα στις επόμενες εθνικές εκλογές (που σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη θα πραγματοποιηθούν το 2027) και με στόχο – όπως είπε και ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόμματος στο πάρτι για τα 50 χρόνια από την ίδρυση της Ν.Δ. στη Ρηγίλλης – την τρίτη διαδοχική θητεία του κόμματος στην κυβέρνηση.

Από την άλλη, πάντως, στη Ν.Δ. υπάρχουν και κάποιοι που θεωρούν ότι η μεγάλη αναταραχή στην αντιπολίτευση δεν προοιωνίζεται ευκολίες για την κυβέρνηση στο μέλλον. Πολλώ δε μάλλον αν κάποιος λάβει υπόψη ότι στο κοντινό μέλλον τα κόμματα που βρίσκονται στη Βουλή θα κληθούν να συζητήσουν και να λάβουν αποφάσεις για διάφορα μείζονα ζητήματα, για τα οποία ενδεχομένως θα χρειαστούν και ευρύτερες συναινέσεις – αν όχι για ουσιαστικό, σίγουρα για πολιτικό λόγο.

Ποια, όμως, είναι αυτά τα θέματα; Με χρονολογική σειρά είναι τα εξής:

Επιστολική ψήφος και στις εθνικές εκλογές

Η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι η θεσμοθέτηση της επιστολικής ψήφου και για τις εθνικές εκλογές αποτελεί μείζονα στόχο της. Κι αν είναι πιο εύκολο να «περάσει» για τους απόδημους, για τους κατοίκους της Ελλάδας απαιτούνται τουλάχιστον 200 ψήφοι στη Βουλή για να κυρωθεί η σχετική ρύθμιση.

Ήδη η πρώτη απόπειρα να περάσει από τη Βουλή η σχετική ρύθμιση – από την τότε υπουργό Εσωτερικών Νίκη Κεραμέως – έπεσε στο κενό, ωστόσο ο Μητσοτάκης έχει πει επανειλημμένα ότι η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία θα επανέλθει σύντομα.

Με τη Ν.Δ. να διαθέτει 156 βουλευτές, για να περάσει η ρύθμιση θα χρειαστεί τουλάχιστον άλλους 44. Ελληνική Λύση, Νίκη, Σπαρτιάτες και ανεξάρτητοι φθάνουν τους 40 (υποθέτοντας ότι τάσσονται υπέρ της ρύθμισης), οπότε είναι σαφές ότι θα χρειαστεί στήριξη και από άλλα κόμματα για να γίνει νόμος του κράτους. Όπερ σημαίνει ότι, αν υπάρχει… κόμπλα (που λέει κι ο λαός) με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, το σχέδιο μπορεί να παραμείνει για άλλη μια φορά στα χαρτιά.

Εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας

Κατ’ αρχάς πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, μετά την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση, η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας δεν μπορεί να… αξιοποιηθεί για να προκληθούν εθνικές εκλογές, καθώς το σύνταγμα πλέον προβλέπει ότι «Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των βουλευτών.

● Αν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ύστερα από πέντε ημέρες.

● Αν δεν επιτευχθεί ούτε στη δεύτερη ψηφοφορία η οριζόμενη πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά ύστερα από πέντε ημέρες, οπότε εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.

● Αν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη αυτή πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ύστερα από πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.

● Αν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ύστερα από πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία.

Σε περίπτωση ισοψηφίας, εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στην πρώτη ψηφοφορία της προηγούμενης παραγράφου».

Ωστόσο είθισται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να είναι πρόσωπο που απολαύει ευρύτερης υποστήριξης της Βουλής – π.χ. η Κατερίνα Σακελλαροπούλου είχε εκλεγεί με 261 ψήφους, ενώ και ο προκάτοχός της Προκόπης Παυλόπουλος είχε λάβει 233 ψήφους.

Καθώς όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Μητσοτάκης δεν πρόκειται να προτείνει τη Σακελλαροπούλου για δεύτερη θητεία, ο πρωθυπουργός καλείται να λύσει μια πολυπαραγοντική εξίσωση: να επιλέξει ένα πρόσωπο που από τη μία θα ικανοποιεί τις απαιτήσεις των κομματικών της Ν.Δ., από την άλλη θα μπορεί να απευθυνθεί και στα κόμματα της αντιπολίτευσης και, φυσικά, θα είναι άτομο υψηλού κύρους.

Η εξίσωση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη αν τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης καταθέσουν τις δικές τους προτάσεις για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας – κάτι που θεωρείται σχεδόν βέβαιο. Όπερ σημαίνει ότι η συνεννόηση και η συναίνεση είναι εκ των ων ουκ άνευ, που με τη σειρά του σημαίνει ότι, αν η αντιπολίτευση είναι σε φάση αναταραχής όταν αρχίσει η σχετική συζήτηση, τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμα πιο ασαφή.

Αναθεώρηση του συντάγματος

Από τη βήμα της συνέντευξής του στην 88η ΔΕΘ και ερωτηθείς σχετικά, ο Μητσοτάκης είχε πει ότι «οραματίζομαι μία πιο ευρεία συνταγματική αναθεώρηση και προφανώς έχουμε υποχρέωση από το σύνταγμα να διερευνήσουμε τη δυνατότητα ευρύτερων συναινέσεων. Μακάρι η αντιπολίτευση, όταν καταφέρει να βρει τον δρόμο της, να προσέλθει με έναν τρόπο δημιουργικό, όπως είχε γίνει ορισμένες φορές στο παρελθόν».

Αν και ακόμα δεν έχει γίνει γνωστό ποια άρθρα θα φέρει προς αναθεώρηση η κυβέρνηση, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στόχος είναι να αναθεωρηθεί το άρθρο 16, ώστε να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ στην Ελλάδα, μαζί με ρυθμίσεις όπως η τοποθέτηση managers από τον ιδιωτικό τομέα στο Δημόσιο, η ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, η θεσμοθέτηση δημοσιονομικού «κόφτη» (στα πρότυπα της Γερμανίας), καθώς και νέο πλαίσιο για την προστασία του περιβάλλοντος.

Όπως εύκολα γίνεται κατανοητό, οι αλλαγές αυτές στον συνταγματικό χάρτη της χώρας, εκτός του ότι είναι ευρείες, είναι και εξαιρετικά… εύφλεκτες και μπορούν εύκολα να εξάψουν πολιτικά πάθη.

Στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένου ότι ο ίδιος ο Μητσοτάκης έχει πει ότι θέλει κάθε υπό αναθεώρηση άρθρο να απολαύει της στήριξης τουλάχιστον ενός ακόμα κόμματος, γίνεται προφανές ότι ο ρόλος της αντιπολίτευσης αποκτά… πρωταγωνιστικά χαρακτηριστικά σε αυτή τη διαδικασία, που προβλέπεται – εκτός απροόπτου – να ξεκινήσει στις αρχές του 2025.

Μεταρρυθμίσεις

Από εκεί και πέρα, στην ατζέντα της κυβέρνησης υπάρχουν πολλές και διάφορες μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που αναμένεται να εκδηλωθούν το επόμενο διάστημα.

Αν και η κυβέρνηση διαθέτει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να περάσει τα πάντα μόνη της, αναγνωρίζεται ότι κάτι τέτοιο πολιτικά δεν είναι επιθυμητό, καθώς θα ενισχύσει την εντύπωση ότι η Ν.Δ. είναι απομονωμένη, τόσο κοινοβουλευτικά όσο και στην κοινωνία (ας μην διαφεύγει η κάθετη πτώση της από το 41% των βουλευτικών εκλογών του 2023 στο 28% των ευρωεκλογών του 2024).

Εκτός, όμως, από το ζήτημα των εντυπώσεων, υπάρχει και… ουσία: μια πιο ευρεία πολιτική στήριξη στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης θα μπορούσε να του δώσει νέα «πνοή», καθώς, όπως έχει ξαναγράψει το «Ποντίκι», συχνά οι πολίτες αντιμετωπίζουν τις διάφορες μεταρρυθμίσεις με μια λογική «πέρασε και δεν ακούμπησε», καθώς τους απασχολούν πολύ πιο πιεστικά ζητήματα, όπως η ακρίβεια και η (δύσκολη) καθημερινότητά τους.

Αν οι μεταρρυθμίσεις τύχουν ευρύτερης πολιτικής στήριξης, τότε ενδεχομένως να κεντρίσουν περισσότερο το ενδιαφέρον των πολιτών και, προφανώς, να πιστωθούν στην κυβέρνηση.

Προσεκτική παρακολούθηση

Όλα τα παραπάνω έχουν κάνει κυβέρνηση και Ν.Δ. να παρακολουθούν πολύ προσεκτικά τις εξελίξεις σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ και να κάνουν ανασχεδιασμό της στρατηγικής τους ανάλογα με αυτές.

Μια πρώτη, γενική προσέγγιση – σύμφωνα με κομματικά στελέχη – είναι ότι το ΠΑΣΟΚ, όποιος κι αν εκλεγεί πρόεδρος μεταξύ των Νίκου Ανδρουλάκη και Χάρη Δούκα, αναμένεται να σκληρύνει την αντιπολιτευτική του τακτική και, ταυτόχρονα, αξιοποιώντας στελέχη που έχουν «γκελ» σε κεντρώους ψηφοφόρους, να προσπαθήσει να… διεμβολίσει τη Ν.Δ., δεδομένης και της δυσφορίας σημαντικής μερίδας του εκλογικού σώματος για πολιτικές και αποφάσεις της κυβέρνησης.

Όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, τα ίδια στελέχη παραδέχονται ότι είναι δύσκολο να γίνει πρόβλεψη «πού θα κάτσει η μπίλια», καθώς οι εξελίξεις στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ραγδαίες και απρόβλεπτες. Για την ώρα, τα σενάρια που εξετάζονται είναι δύο: είτε να υπάρξει και νέα διάσπαση του κόμματος, είτε να βρεθεί ένας τρόπος ώστε να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να μπορέσει να υπάρξει μια σχετικά ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων τάσεων.

Ωστόσο υπογραμμίζεται ότι ακόμα το τοπίο παραμένει θολό.

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

topontiki.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις