Ανατρέπεται, ως όλα δείχνουν, το καθεστώς της συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Ενώ, εδώ και δεκαετίες η ακολουθούμενη πρακτική ήταν να ανανεώνεται η συμφωνία «αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ» ετησίως, τώρα η Αθήνα σκοπεύει να δώσει στην Ουάσιγκτον αυτό που ζητάει εδώ και τουλάχιστον τέσσερα χρόνια. Ανανέωση της συμφωνίας σε πενταετή βάση.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι πολύ πιθανόν να δοθούν και νέες βάσεις στις ΗΠΑ. Κάτι που επίσης θα ικανοποιήσει την Ουάσιγκτον, η οποία ζητάει επιπρόσθετες στρατιωτικές «διευκολύνσεις» στη Βόρειο Ελλάδα και το Αιγαίο, καθώς και επέκταση των υπαρχουσών αμερικανικών βάσεων.
Εύλογα, βέβαια, γεννάται το ερώτημα γιατί η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη αποφασίσει και προαναγγέλλει ότι θα «ικανοποιήσει» τις μόνιμες απαιτήσεις των ΗΠΑ και θα προσφέρει περαιτέρω «διευκολύνσεις» στην αμερικανική πλευρά.
Πόσο μάλλον, όταν ακόμα δεν έχει αναλάβει η νέα κυβέρνηση στις ΗΠΑ, και, ως εκ τούτου, η Αθήνα ούτε τις προθέσεις Μπάϊντεν γνωρίζει σαφώς, ούτε και έχει διαπραγματευτεί μαζί της για «ανταλλάγματα», τα οποία θα πρέπει να προσφέρει η Ουάσιγκτον έναντι των «εξυπηρετήσεων» που δείχνει αποφασισμένη να δώσει η Ελλάδα.
Δένδιας: «Μακροπρόθεσμη προοπτική»
Τις πληρoφορίες, σύμφωνα με τις οποίες η Αθήνα προσανατολίζεται στην πενταετή ανανέωση της Ελληνο-αμερικανικής συμφωνίας, φαίνεται να επιβεβαιώνει, με δηλώσεις του, ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας.
Χαρακτηριστικά, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», ο ίδιος είπε: «Θα προωθήσουμε με τις ΗΠΑ την επικαιροποίηση της συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας.
Σκοπός μας είναι να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για την προσαρμογή της συμφωνίας αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας ούτως ώστε,
αφενός, να υπάρξει μια ιδιαίτερα μακροπρόθεσμη προοπτική να μη χρειάζεται ανανέωση κάθε χρόνο και,
αφετέρου, να αυξηθεί το αποτύπωμα της αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα, σε περιοχές που καταδεικνύουν τη στρατηγική σημασία της χώρας μας».
Να σημειωθεί πως η ελληνο-αμερικανική συμφωνία είναι διακρατική και, ως εκ τούτου, την αρμοδιότητα έχει το υπουργείο Εξωτερικών. Ωστόσο, καθοριστικό ρόλο σε αυτήν έχει το υπουργείο Αμυνας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η συμφωνία θα ανανεώνεται ανά πενταετία, και όχι ετησίως, όπως γινόταν έως τώρα τις τρείς τελευταίες δεκαετίες.
Κατά ασφαλείς πληροφορίες, ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα, Τζέφρι Πάϊατ, είχε επιμείνει ιδιαίτερα, επανειλημμένως, τα προηγούμενα χρόνια, ζητώντας πενταετία. Αμερικανικοί διπλωματικοί κύκλοι στην Αθήνα, μάλιστα, έκαναν λόγο περί επιθυμίας ακόμα και για δέκα χρόνια.
Σε αυτό φέρεται να είχε επιμείνει έντονα η αμερικανική πλευρά πριν από την επίσκεψη του πρώην πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στην Ουάσιγκτον, προς το τέλος του 2017. Ωστόσο, η τότε ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικων, εφέρετο να συμφωνούσε.
Ενδιαφέρον είναι ότι εκείνη την περίοδο, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της επίσκεψης Τσίπρα στις ΗΠΑ, η Νέα Δημοκρατία, από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μέσω δηλώσεων αρμοδίων στελεχών της, ζητούσε από την κυβέρνηση να «ικανοποιήσει» το αμερικανικό «αίτημα».
Νέες βάσεις
Κατά πληροφορίες, επίσης, η αμερικανική πλευρά ζητούσε -και εξακολουθεί να θέλει- νέες στρατιωτικές «διευκολύνσεις» στην Ελλάδα. Κατά καιρούς έχουν αναφερθεί άνω των δέκα πέντε περιοχών στη χώρα μας.
Στη Βόρειο Ελλάδα, σε Καβάλα και Αλεξανδρούπολη, στη Θεσσαλονίκη, στο Αιγαίο, στη Σκύρο και την Κάρπαθο, καθώς και σε σειρά άλλων περιοχών της Κεντρικής και Δυτικής Ελλάδας.
Επιπλέον, έχει ζητηθεί η επέκταση υπαρχουσών βάσεων. Κάτι, άλλωστε, που γίνεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της Σούδας.
Το «επιχείρημα» της αμερικανικής πλευράς για πενταετή επέκταση της ισχύος της συμφωνίας για τις βάσεις ήταν ότι, κατ’ αυτό τον τρόπο, το αμερικανικό Πεντάγωνο θα μπορέσει να «αποσπάσει» την έγκριση για περισσότερα χρήματα, προκειμένου να επενδυθούν στις βάσεις, στην Ελλάδα.
Από τη μεριά της, η Αθήνα, τις τελευταίες δεκαετίες, θεωρούσε ως «μοχλό πίεσης» προς την Ουάσιγκτον την ετήσια ισχύ της συμφωνίας, διότι έτσι θα μπορούσε να διαπραγματεύεται σε τακτική βάση «ανταλλάγματα» από τις ΗΠΑ.
Αμερικανικοί στρατηγικοί σχεδιασμοί
Ο Ν.Δένδιας, πάντως, ο οποίος ανέφερε στη συνέντευξή του ότι προσβλέπει στην πρώτη συνάντησή του συνάντηση με τον νέο Αμερικανό ομόλογό του, Αντονυ Μπλίνκεν, υποστήριξε ότι «η αμερικανική παρουσία δεν συνίσταται σε δημιουργία βάσεων ψυχροπολεμικής εποχής και λογικής», αλλά «θα είναι ευέλικτη και προσαρμοσμένη στα σημερινά δεδομένα».
Ο ίδιος, επίσης, δήλωσε πως θεωρεί αναγκαία την περαιτέρω αύξηση της αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή μας. «Αυτό που θεωρώ χρήσιμο -είπε- είναι μια έντονη και διαρκής παρουσία των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Τόσο διπλωματική όσο και στρατιωτική».
Να σημειωθεί πως, βάσει των αμερικανικών σχεδιασμών τόσο στην περιοχή μας, όσο και διεθνώς, όπως έχουν διατυπωθεί στα στρατιωτικά Δόγματα των ΗΠΑ, αλλά και στους κόλπους του ΝΑΤΟ, κύριες αντίπαλες δυνάμεις για τις ΗΠΑ, για διαφορετικούς λόγους η κάθε μια, είναι η Ρωσία και η Κίνα.
Στην περιοχή μας, μάλιστα, παρα την επιθετικότητα που εκδηλώνει η «αναθεωρητική» Αγκυρα, στο στόχαστρο των ΗΠΑ, έως τώρα, βρίσκονται μόνο οι ρωσικές αερο-ναυτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες, ειδικά στη θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Και στο Αιγαίο, όμως, δεδομένου ότι τα ρωσικά πλοία διαπλέουν το Πέλαγος για να φτάσουν στη Συρία.
Επιπλέον, η Αλεξανδρούπολη, το λιμάνι της οποίας πιθανότατα περνάει σε αμερικανικά χέρια, δεν θα αποτελέσει μόνο διάδρομο προώθησης του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Κεντρική Ευρώπη, αλλά και βάση – κρίκο μιας ενιαίας αμερικανικής – ΝΑΤΟϊκής «αλυσσίδας» που ξεκινάει από τη Βαλτική και καταλήγει στην Α.Μεσόγειο. Και σε αυτή την περίπτωση με κυρίως στόχο τη Ρωσία.
Ως γνωστόν, στους διαγωνισμούς για τα λιμάνια της Καβάλας και της Αλεξανδρούπολης έχουν εμφανιστεί δύο σχήματα με αμερικανική συμμετοχή. Το δεδηλωμένο, έως τώρα, ενδιαφέρον των ΗΠΑ, τουλάχιστον για την Αλεξανδρούπολη, είναι να χρησιμοποιηθεί ο λιμένας και ως βάση εξυπηρέτησης του Πολεμικού Ναυτικού τους.
Ανταλλάγματα – «επενδύσεις»
Στις διακρατικές σχέσεις είναι φυσικό κάθε χώρα να ενδιαφέρεται για την ικανοποίηση των συμφερόντων της. Οι ΗΠΑ εξυπηρετούν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα, καταφέρνοντας να αποσπάσουν από την Ελλάδα νέες παραχωρήσεις για στρατιωτικές «διευκολύνσεις».
Εξίσου εύλογο, λοιπόν, είναι να ζητήσει και η Ελλάδα ανταλλάγματα, στο πλαίσιο των «συμμαχικών σχέσεών» της με τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, παρά τη λεκτική στήριξη που παρείχαν οι ΗΠΑ στη χώρα μας στα ελληνο-τουρκικά, κυρίως δια στόματος του Μάϊκ Πομπέο, η Ουάσιγκτον δεν έχει προσφέρει στην Ελλάδα ούτε μια βίδα δωρεάν ως βοήθεια.
Ο εκσυγχρονισμός των μαχητικών αεροσκαφών, F-16, έγινε χωρίς κανένα «συμμαχικό σκόντο». Ακόμα και η πολυδιαφημισμένη εξαγορά – «επένδυση» στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά συνδυάστηκε με την «πρόταση» να αγοράσει η Ελλάδα πολεμικό πλοίο από τις ΗΠΑ και όχι από άλλη χώρα.
Και, όταν διεφάνη ότι το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ) διαφωνει με τον τύπο του σκάφους που «πρότειναν» οι ΗΠΑ, εγκαταλείφθηκε κάθε ενδιαφέρον τους για το Ναυπηγείο Σκαραμαγκά. Τουλάχιστον αυτό φάνηκε από την, έως τώρα, ευτελή χρηματική «πρόταση» για την εξαγορά του Ναυπηγείου.
Αλλά και στην περίπτωση του Ναυπηγείου Ελευσίνας, η εξαγορά τους και πάλι συνδέεται με ελληνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα. Ως γνωστόν, η εταιρεία ONEX, η οποία έχει εξασφαλίσει χρηματοδότηση από την κρατική αμερικανική αναπτυξιακή τράπεζα, DFC, είναι σε κοινοπραξία με τα ισραηλινά, Israeli Shipyards, για τη ναυπήγηση κορβετών με την κωδική ονομασία «Θεμιστοκλής».
Κοντολογίς, οι «επενδύσεις» δεν είναι τίποτε άλλο παρά σίγουρες δουλειές, αφού οι εταιρείες έχουν κιόλας εξασφαλίσει ή θα πάρουν εξοπλιστικά συμβόλαια από το ελληνικό κράτος. Σίγουρες δουλειές, πληρωμένες από τον Ελληνα φορολογούμενο.
Κατά πληροφορίες, εντός του ερχόμενου τριμήνου, σύμφωνα με τις αισιόδοξες προβλέψεις, το θέμα των Ναυπηγείων Ελευσίνας αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί. Ωστόσο, σύμφωνα με τις δηλώσεις των αρμοδίων κυβερνητικών παραγόντων, έπρεπε να έχει κιόλας τελειώσει ήδη από το Φθινόπωρο. Κάτι, όμως, που δεν έγινε.
Τα Ναυπηγεία δεν είναι οι μοναδικές περιπτώσεις σίγουρων «επενδύσεων». Στην Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), όπου εξέχουσα θέση έχει ο αμερικανικός κολοσσός, Lockheed Martin (εκσυγχρονισμός ελληνικών F-16 και Μπαχρέϊν, συντήρηση C-130, κ.λ.π.), τώρα γίνεται λόγος είτε για στρατηγικό επενδυτή, είτε για αξιοποίησή της βάσης συντήρησης και υποστήριξης αεροσκαφών, τόσο από το Ισραήλ όσο και από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ).
Στη δεύτερη περίπτωση, όμως, δεν πρόκειται για «στρατηγικό επενδυτή», αφού ένα τέτοιο σχέδιο δεν απαιτεί επενδυτή.
Και άλλες «επενδύσεις», πάντως, γίνονται ουσιαστικά με τη σιγουριά των πληρωμών από το ελληνικό κράτος και τα εξοπλιστικά προγράμματα των Ενόπλων Δυνάμεων.
Εκτός των ερωτημάτων που μένει να απαντηθούν για το «διεθνές αεροπορικό κέντρο εκπαίδευσης» στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Καλαμάτας, ενδεικτική είναι η περίπτωση της Ελληνικής Βιομηχανίας Οχημάτων (ΕΛΒΟ).
Η εταιρεία πέρασε το 2020 σε σχήμα ισραηλινών συμφερόντων με πολύ χαμηλό τίμημα. Εκεί θα συναρμολογούνται οχήματα για να πωλούνται στη συνέχεια στις ελληνικές ΕΔ.
lawandorder.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις