Νέα καταγγελία για το περιστατικό βίας που έλαβε χώρα χθες στη Νέα Σμύρνη και για το από που προήλθε η ένταση.
Η μαρτυρία της Πόπης Σταυροπούλου, που βρέθηκε πρώτη στο στόχαστρο των αστυνομικών στο περιστατικό που πυροδότησε τα πρωτοφανή γεγονότα της Νέας Σμύρνης την Κυριακή, δίνει την εικόνα της στρατοκρατίας, της ακραίας βίας και της αυθαιρεσίας που έζησε.
«Ήμασταν εγώ, η αδερφή μου, ο γαμπρός μου και τα δύο οκτάχρονα παιδιά μας. Ξεκινήσαμε από τα σπίτια μας, στη Νέα Σμύρνη και φτάσαμε στην πλατεία. Είχαμε στείλει SMS ήδη πριν ξεκινήσουμε από το σπίτι, φορούσαμε τις μάσκες μας και κρατούσαμε καφέδες στο χέρι», λέει η κα Σταυροπούλου. Μάλιστα, όπως αναφέρει, όταν είδαν αστυνομικούς να πραγματοποιούν ελέγχους, είπαν «αυτή είναι η δουλειά τους, καλά έκαναν».
«Φτάνουμε στο σημείο που θα καθόμασταν, έξω από την Alpha Bank που έχει κάποια παγκάκια. Τα παιδιά έπαιζαν στην πλατεία. Σταματάμε δίπλα στο παγκάκι και μας κοιτάνε αστυνομικοί, από εκείνους που κυκλοφορούν με τα μηχανάκια. Μας φωνάζει ο ένας: “Φύγετε τώρα από κει”. Τον κοιτάω και τον ρωτάω: “Με συγχωρείτε, γιατί να φύγουμε;”. Πραγματικά μου έκανε φοβερή εντύπωση. “Τώρα” λέει, “φύγετε από κει”. Με ένα ύφος απαράδεκτο, προσβλητικό, σαν να είχαμε κάνει κάτι. Του λέω: “Μόλις ήρθαμε και θέλουμε λίγο να ξεκουραστούμε. Γιατί να φύγουμε;”. Έρχονται προς το μέρος μας και μας ζητούν τα κινητά μας για να δουν αν έχουμε στείλει μήνυμα. Τους τα δώσαμε, μαζί με τις ταυτότητες. Βλέπουν τα μηνύματα και μας λένε: “Τώρα φύγετε από δω κατευθείαν”. Τους ρωτήσαμε για ποιο λόγο μας μιλάνε με αυτόν τον τρόπο. Τους εξηγήσαμε ότι τα παιδιά έπαιζαν με τα ποδήλατά τους και σε δέκα λεπτά θα φεύγαμε. “Τώρα θα φύγετε, αλλιώς θα σας γράψουμε”. επέμεινε ο ένας. Του απάντησα: “Μα δεν μπορείτε να μας γράψετε, δεν έχουμε κάνει κάτι. Έχουμε στείλει μήνυμα και φοράμε τις μάσκες μας”».
«Θα σας γράψουμε γιατί έτσι θέλουμε», ήταν κατά την ίδια η απάντηση που έλαβε από τους αστυνομικούς. «Ταυτόχρονα έβγαλαν τα μπλοκάκια για να μας κόψουν κλήσεις. “Μπορείς να μου πεις σε παρακαλώ τον λόγο που με γράφεις;” επέμεινα, ενώ ταυτόχρονα τους είχαμε δώσει τις ταυτότητες για να μας κόψουν κλήσεις. Δεν αντισταθήκαμε σ’ αυτό. Και μου απάντησε με το ίδιο απαράδεκτο ύφος: “Γίνεται να μην ρωτάτε και να μην φέρνετε αντιρρήσεις; Το καλύτερο που είχατε να κάνετε ήταν να φύγετε κατευθείαν όταν σας το είπαμε. Σου εξήγησα γιατί σε γράφω. Γιατί έτσι θέλω. Τώρα, τα παράπονά σας στον Χαρδαλιά”. Σας μιλάω πολύ ψύχραιμα, το ύφος τους ήταν εξοργιστικό. Ήταν λες και είχαμε καμιά δικτατορία. Έχω μάρτυρες, έχω τα πάντα και αύριο θα πάω να τους κάνω μήνυση. Να μάθω και ποιά είναι η άσκοπη μετακίνηση που αναφέρουν στην κλήση. Σε σχέση με αυτά που ζήσαμε χθες από την Αστυνομία, τα 300 ευρώ είναι το τελευταίο που σκέφτομαι”».
Η αντίδραση των άλλων ανθρώπων που βρίσκονταν στον χώρο που οδήγησε στο κρεσέντο αστυνομικής βίας και την αυθόρμητη αντίδραση των κατοίκων της Νέας Σμύρνης, καλύφθηκε με αντίστοιχο όργιο παραπληροφόρησης στα ΜΜΕ. «Άκουσα το απόγευμα που γύρισα σπίτι, για επίθεση σε αστυνομικούς από 30 άτομα. Ειλικρινά είναι τραγικά ψέματα. Κανείς δεν τους έκανε τίποτα. Δεν τους επιτέθηκε απολύτως κανένας. Τους ρωτούσαν για ποιο λόγο μας το κάνουν αυτό, δεν τους ακούμπησε κανείς. Είναι τρομερό ότι κυκλοφόρησε τέτοιο πράγμα».