Μέσα από τα social media ήταν αυτή που ανάγκασε τον Μητσοτάκη να παραδεχτεί αστοχίες και να οδηγηθεί σε μεγάλες αναδιπλώσεις

Λίγες εβδομάδες πριν από τις επικείμενες εκλογές, η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση βλέπουν τον εκλογικό χάρτη να αναδιαμορφώνεται προς άγνωστη κατεύθυνση, καθώς ο παράγοντας νεολαία εισβάλλει δυναμικά στις πολιτικές εξελίξεις.

Απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας οι πλατείες γέμισαν από νέους ανθρώπους που διαδήλωσαν για το δυστύχημα στα Τέμπη, την ίδια ώρα που στα social media έδιναν τη δική τους μάχη για απόδοση δικαιοσύνης. Υπό το πρίσμα των εξελίξεων αυτών, το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου, που σήμερα εξετάζουν όλα τα κόμματα, είναι κατά πόσο η οργή που δεδομένα υπάρχει θα μεταφραστεί σε εκλογική συμμετοχή.

Η πολιτική συμπεριφορά των νέων ανθρώπων μπορεί να μη θυμίζει σε τίποτα αυτή των δεκαετιών του 1970 ή του 1980, όμως παραμένει απολύτως επιδραστική και βαθιά πολιτική. Η νεολαία, άλλωστε, μέσω των social media ήταν αυτή που ανάγκασε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να παραδεχτεί αστοχίες και να οδηγηθεί σε μεγάλες αναδιπλώσεις τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια (αστυνομική βία, έμφυλα ζητήματα, ατομικές ελευθερίες).

Αυτή τη φορά όμως η νεολαία δεν κινδυνεύει απλώς να «τσαλακώσει» την εικόνα του πρωθυπουργού ή της κυβέρνησης, αλλά απειλεί ευθέως την παραμονή του στην εξουσία. Στην εξίσωση των εκλογών η στάση της νεολαίας παραμένει ο άγνωστος Χ. Και αυτό το αποδεικνύουν όλες οι μετρήσεις που έχουν δει μέχρι σήμερα το φως της δημοσιότητας. Οι νέοι και οι νέες, σε συντριπτικά ποσοστά, είναι πολιτικοποιημένοι, ασχολούνται με τα κοινά, όμως την ίδια ώρα δείχνουν μεγάλη δυσπιστία απέναντι σε πολιτικά κόμματα, θεσμοθετημένες μορφές οργάνωσης και συμμετοχής, την ώρα που παίρνουν αποστάσεις από τις μεγάλες ιδεολογικές αφηγήσεις του 20ού αιώνα.

Σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς» οι νέοι ασχολούνται με την πολιτική (πολύ και αρκετά) σε ποσοστά 85%. Με λίγα λόγια, ναι μεν είναι παίκτες στο εκλογικό παιχνίδι, αλλά την ίδια ώρα είναι οι πλέον απρόβλεπτοι. Αυτή ακριβώς η ιδιότητα είναι που τους καθιστά και έναν δυνάμει πονοκέφαλο όχι μόνο για τη κυβέρνηση αλλά και για τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα. Η κυβέρνηση άλλωστε γνωρίζει πολύ καλά πως, αν η οργή της νέας γενιάς μετουσιωθεί σε πολιτική πράξη και καταλήξει στις κάλπες, τότε τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα για την ίδια.

Την ίδια ώρα, η αξιωματική αντιπολίτευση που σε όλες τις τελευταίες εκλογές καταφέρνει να βγει πρώτη στις ηλικίες μεταξύ 18 και 34 γνωρίζει καλά πως, αν οι νέοι δεν προσέλθουν στις κάλπες, τότε τα πράγματα για ανατροπή του αποτελέσματος θα είναι πολύ δύσκολα.

Κανονικότητα (!) η ανασφάλεια και κανόνας η έλλειψη ελπίδας

Θεωρητικά, η οικονομική κρίση έχει τελειώσει, όμως τα προβλήματα έχουν αυξηθεί, αν όχι πολλαπλασιαστεί, για όσους ενηλικιώθηκαν στην Ελλάδα των απανωτών κρίσεων. Η ζωή στα μεγάλα αστικά κέντρα έχει γίνει αφόρητη. Τα ενοίκια έχουν εκτιναχθεί, καθιστώντας ανέφικτη την ενοικίαση μιας κατοικίας, οι αυξήσεις στα βασικά προϊόντα παραμένουν υψηλά, ενώ οι μισθοί είτε ροκανίζονται από τον πληθωρισμό είτε παραμένουν στάσιμοι. Τα στοιχεία που παρουσίασε το Ινστιτούτο διαΝΕΟσις είναι ενδεικτικά του κλίματος: το 48% των νέων δηλώνει ως βασική πηγή εισοδήματος το οικογενειακό εισόδημα, το 29% θεωρεί πως το βιοτικό του επίπεδο θα είναι χειρότερο από των γονιών του, ενώ το 41% των νέων δηλώνει έτοιμο να μετακομίσει σε άλλη χώρα για να βρει δουλειά.

Εξίσου όμως αποκαλυπτικά είναι και τα στοιχεία του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς», το οποίο αναφέρει πως το 38% των νέων ζει με τους γονείς του, ενώ το 29,8% των νέων δηλώνει πως σταθερά στηρίζεται από την οικογένεια. Κοινώς, οι πλέον καταρτισμένες γενιές της χώρας, αυτοί που βρίσκονται μεταξύ 18 και 34 ετών, δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε τα προς το ζην. Για αυτές τις γενιές ανθρώπων η ανασφάλεια είναι κανονικότητα, η υποαμοιβή η σταθερή τους συνθήκη και η έλλειψη ελπίδας ο κανόνας.

Ενδεικτικό είναι, πως σύμφωνα με την έρευνα της Adecco σε συνεργασία με την Global Link και την H+K Strategies, το 70% του εργατικού δυναμικού έχει περάσει από το στάδιο της ανεργίας σε κάποιο στάδιο της καριέρας του, ενώ και η επανένταξη στη αγορά εργασίας φαίνεται να καθυστερεί αισθητά, καθώς ο μέσος όρος επανένταξης διαμορφώνεται στους 14 μήνες.

Εξίσου αντιπροσωπευτικό είναι πως, σύμφωνα με την έκθεση του Οικονομικού Πανεπιστημίου, η Ελλάδα έχει από τα υψηλότερα ποσοστά αποφοίτων Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας (ανώτερη και ανώτατη) Εκπαίδευσης, οι οποίοι όμως αντιμετωπίζουν εμπόδια στην πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας, καθώς οι επιχειρήσεις είτε δεν δημιουργούν επαρκή αριθμό θέσεων εργασίας με τις αντίστοιχες απαιτήσεις γνώσεων και δεξιοτήτων είτε κρίνουν πως οι απόφοιτοι δεν κατέχουν τις απαιτούμενες δεξιότητες.

newsbreak.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις