Οι γκρίζες ζώνες στο νομοσχέδιο για την ΕΥΠ

Πλησιάζει η ώρα της λογοδοσίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη για το έγκλημα των υποκλοπών. Οσο κι αν το Μέγαρο Μαξίμου αποφεύγει όλον αυτόν τον καιρό όπως ο διάολος το λιβάνι τις ευθείες απαντήσεις και τη συζήτηση στο ελληνικό Κοινοβούλιο, θα αναγκαστεί άμεσα να απολογηθεί, καθώς βρίσκεται προ των πυλών η κατάθεση του περιλάλητου νομοσχεδίου για την ΕΥΠ, αλλά και η πολυαναμενόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής με την κλήση των τεσσάρων εμπλεκομένων.

Μέχρι και αυτή την ώρα η επικείμενη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου. Τα σενάρια και οι φήμες αναφορικώς με τον τρόπο διεξαγωγής της ακρόασης του μέχρι πρότινος στενού συνεργάτη του πρωθυπουργού -και ανιψιού του- Γρηγόρη Δημητριάδη, αλλά και των επιχειρηματιών Γιάννη Λαβράνου, Φέλιξ Μπίτζιου και Τάλ Ντίλιαν -δημοσιεύματα τους θέλουν να σχετίζονται με την εμπορία των κακόβουλων λογισμικών τύπου Predator– οργιάζουν, με τους αρμόδιους να μη δίνουν ξεκάθαρες απαντήσεις για το τι μέλλει γενέσθαι. Κανείς δεν γνωρίζει, λόγου χάρη, αν οι τέσσερις θα προσέλθουν κανονικά στην Επιτροπή Θεσμών. Το σχετικό άρθρο του Κανονισμού αναφέρει ρητώς πως η παρουσία τους είναι υποχρεωτική. Αυτό, όμως, δεν συνεπάγεται και αυτομάτως πως θα έρθουν στη Βουλή, καθώς δεν αποκλείεται να δηλώσουν κώλυμα, όπως απουσία στο εξωτερικό. Κόμματα της αντιπολίτευσης εκτιμούν ότι, αν οι προς ακρόαση αρνηθούν να έρθουν, τότε πρέπει να διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή τους. Αυτό απαιτεί και σχετική απόφαση της επιτροπής. Ωστόσο, η άποψη της πλειοψηφίας είναι ότι δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο. Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, όταν ρωτήθηκε από τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες για το αν είναι υποχρεωμένοι να έρθουν. «Πρόκειται για ακρόαση, όχι μαρτυρία» είπε.

Άγνωστοι παραμένουν αι βουλαί της πλειοψηφίας και όσον αφορά το θέμα της μυστικότητας ή μη της συνεδρίασης της Επιτροπής Θεσμών. Από την πλευρά του προεδρείου, αυτό που υποστηρίζεται είναι πως η διάσκεψη των προέδρων δεν είναι αρμόδια να αποφασίζει για άλλες επιτροπές. Αυτό σημαίνει πως η σχετική απόφαση θα ληφθεί από τα ίδια τα μέλη της Επιτροπής Θεσμών. Στην πράξη, εφόσον η Ν.Δ. διαθέτει την πλειοψηφία, εκείνη είναι και που καθορίσει τους όρους διεξαγωγής της σχετικής συνεδρίασης.

Κι ενώ άπαντες αναμένουν την επίμαχη συνεδρίαση κατά τη διάρκεια της οποίας οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου θα κληθούν να δώσουν εξηγήσεις (σημειωτέον πως, εκτός απροόπτου, θα διεξαχθεί στις 28 ή 29 Νοεμβρίου), το ενδιαφέρον στρέφεται και στο νομοσχέδιο για την ΕΥΠ που κατατίθεται στη Βουλή από μέρα σε μέρα, πιθανότατα την Τετάρτη, έπειτα από μια μίνι διαβούλευση μιας εβδομάδας. Η κυβέρνηση προσπαθεί να κλείσει στόματα μέσω της νομοθέτησης, καθώς το σχέδιο νόμου έχει διαφημιστεί όσο τίποτα από το Μέγαρο Μαξίμου ως εκείνο που θα θωρακίσει την ΕΥΠ και θα λύσει όλα τα προβλήματα που έχουν βγει στην επιφάνεια εξ αφορμής της υπόθεσης των παρακολουθήσεων.

Τρεισήμισι μήνες μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου η κυβέρνηση, μέσω του νομοσχεδίου, διατείνεται πως φέρνει καινοτομίες, πως θωρακίζει θεσμικά την ΕΥΠ και πως με… γρήγορα αντανακλαστικά θεραπεύει παθολογίες και δυσλειτουργίες που διαπιστώθηκαν. Ποια είναι η πραγματικότητα; Με το νομοσχέδιο καθιερώνεται ειδική διαδικασία για την άρση απορρήτου των πολιτικών προσώπων με «αυστηρά» -όπως τα χαρακτηρίζει η κυβέρνηση- φίλτρα, που καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή την άρση. Το αίτημα μπορεί να υποβάλει η ΕΥΠ «μόνο για άμεση και εξαιρετικά πιθανή διακινδύνευση της εθνικής ασφάλειας», με την άδεια του προέδρου της Βουλής και τη συμφωνία δύο εισαγγελέων. Με βάση τα παραπάνω, καθίσταται σαφές πως θα μπορούν να υπάρξουν και άλλες παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων στο μέλλον, αυτή τη φορά… με τη βούλα του νομοθέτη.

Εκλογές με τα «θύματα» στο σκοτάδι

Ταυτοχρόνως, κατά τα λεγόμενα της κυβέρνησης και τις προβλέψεις του σχεδίου, οποιοσδήποτε μπορεί να λαμβάνει γνώση ότι έχει γίνει άρση του απορρήτου του τηλεφώνου του για λόγους εθνικής ασφάλειας έπειτα από παρέλευση τριών ετών από τη λήξη της άρσης. Οπως αναφέρεται, «προτείνεται η ενημέρωση του υποκειμένου υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε η άρση και μετά την πάροδο τριών ετών από την παύση της». Επί της ουσίας, και πάλι ο θιγόμενος δεν μπορεί να ενημερωθεί, παρά μόνο αν περάσουν τρία ολόκληρα χρόνια και, μάλιστα, υπό τον όρο να μη συντρέχει ακόμη το ζήτημα εθνικής ασφάλειας για το οποίο παρακολουθήθηκε. Αυτό που καταγγέλλει η αντιπολίτευση, και ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΠΑΣΟΚ – και, μάλιστα, ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης, είναι ότι δεν προβλέπεται αναδρομική ισχύς.

Επομένως, οι προσεχείς εκλογές θα γίνουν με το θέμα να μην έχει λυθεί και με τον πρόεδρο του τρίτου κόμματος να μη γνωρίζει για ποιον λόγο θεωρήθηκε κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια της χώρας. Οσο για το ζήτημα της καταστροφής του υλικού που προέκυψε από την παρακολούθηση, επισπεύδεται η διαγραφή του στους έξι μήνες. Αναφορικώς, δε, με την προμήθεια κακόβουλων λογισμικών παρακολούθησης τύπου Predator, ναι μεν αναβαθμίζεται σε κακούργημα με ποινή φυλάκισης έως 10 χρόνια η χρήση τους, ωστόσο δεν λαμβάνονται ριζικά μέτρα για την απαγόρευσή τους. Η αντιπολίτευση έχει ήδη αντιδράσει με σφοδρότητα στο νομοσχέδιο, του οποίου η διαβούλευση ολοκληρώνεται μεθαύριο, ενώ θα ψηφιστεί από την Ολομέλεια το αργότερο έως τις 7 Δεκεμβρίου.

newsbreak.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις