Η κλάση των συγκεκριμένων ΤΠΚ που σχεδιάστηκε από την γαλλική CMN, ναυπηγήθηκε στα Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ (Σκαραμαγκά) κατόπιν συμβάσεως που ανατέθηκε στις 30 Απριλίου 1977. Η ΤΠΚ ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ εντάχθηκε σε υπηρεσία στις 14 Ιουλίου 1980 και επομένως, όπως επισημαίνει πολύ εύστοχα ο συνάδελφος Ηλίας Νταλούμης (Άμυνα & Διπλωματία τ. 385, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2024) η τελετή του περασμένου Ιουλίου σήμανε τον παροπλισμό του πρώτου πολεμικού που ναυπηγήθηκε στην Ελλάδα στον 20ό αιώνα!
Ας φανταστούμε την επίσημη τελετή εντάξεως του πλοίου πριν ακριβώς από 44 χρόνια! Πόση χαρά, υπερηφάνεια και αισιοδοξία ένιωθαν όλοι οι παρευρισκόμενοι, από τον απλό εργάτη των ναυπηγείων και τον ναύτη θητείας του πληρώματος, μέχρι την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και τους κυβερνητικούς παράγοντες. Κι ας συγκρίνουμε, με το μάλλον “ουδέτερο” κλίμα που επικρατούσε στην τελετή υποστολής της σημαίας προ μερικών εβδομάδων.
Οι συγκεκριμένες πολεμικές μονάδες δεν έχουν υποβληθεί σε πρόγραμμα εκσυγχρονισμού αλλά στις περισσότερες εξ αυτών, προ ετών αντικαταστάθηκαν τα κύρια όπλα τους, τα 6 κατευθυνόμενα βλήματα επιφανείας – επιφανείας Penguin Mk2 Mod3, από 4 RGM-84 Harpoon.
Θα μπορούσαν άραγε τα πρώτα πολεμικά πλοία που ναυπηγήθηκαν στην Ελλάδα τον 20ό αιώνα να φέρουν βλήματα επιφανείας – επιφανείας ελληνικής αναπτύξεως και κατασκευής; Σχεδόν μισό αιώνα μετά την ένταξη σε υπηρεσία της ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ (P24) δεν έχει επιτευχθεί κάτι τέτοιο, ούτε φαίνεται να έγινε ποτέ προσπάθεια. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπήρξαν προτάσεις ή και η δυνατότητα για ένα τέτοιο εγχείρημα…
Την εποχή που αποφασίσθηκε η ναυπήγηση των 6 ΤΠΚ της κλάσεως, βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη η προσπάθεια της χώρας να αναπτύξει έναν βαθμό αυτάρκειας με την ώθηση της αμυντικής βιομηχανίας της. Πολύ μεγάλες επενδύσεις έγιναν τότε σε υποδομές και προμήθειες ειδικού εξοπλισμού και ελήφθησαν άδειες συμπαραγωγής ή κατασκευής όπλων και συστημάτων στην Ελλάδα. Η κλάση ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ αποφασίστηκε να ναυπηγηθεί στην Ελλάδα, ώστε να δοθεί έργο και στα ελληνικά ναυπηγεία, με μακροπρόθεσμο σκοπό μεγαλύτερα βήματα. Αλλά το έργο περιορίστηκε στην “λαμαρινοδουλειά”.
Κάποιοι όμως, εκτός ενόπλων δυνάμεων, έβλεπαν και άλλες δυνατότητες. Έχουμε γράψει στο παρελθόν την αναφορά που κάνει ο Ναύαρχος Χρήστος Λυμπέρης στο βιβλίο του “Πορεία σε ταραγμένες θάλασσες” (σελ. 517) σε πρόταση που είχε κατατεθεί για την ανάπτυξη βλημάτων επιφανείας – επιφανείας και την αντιμετώπιση που είχε. Γράφει συγκεκριμένα: «Το 1977 είχε φτάσει στην πολιτική ηγεσία του ΥΕΘΑ πρόταση Ελληνοαμερικανών επιστημόνων για κατάρτιση ερευνητικού προγράμματος ανάπτυξης βλημάτων επιφανείας-επιφανείας μεγάλου βεληνεκούς. Η ελληνική κυβέρνηση καλείτο να χρηματοδοτήσει το πρόγραμμα. Στο εισηγητικό του Γενικού Επιτελείου σημειώνεται ως παρατήρηση: “Είναι έξυπνοι αυτοί; Εμείς θα βάλουμε τα χρήματα και αυτοί το μυαλό”; Υπογραφή δυσανάγνωστη. Τα σχόλια περιττεύουν».
Προσπερνώντας την παρατήρηση επί του εισηγητικού που έγραψε ο άγνωστος επιτελής μηδενικού IQ και πατριωτισμού, μπορούμε να πούμε ότι σε ένα θετικό σενάριο, εφόσον οι αρμόδιοι της εποχής ήταν σοβαρότεροι, από την δεκαετία του 1980 το Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να εξοπλίζει τα πλοία του με ελληνικά βλήματα επιφανείας – επιφανείας. Ας δούμε την κατάσταση που επικρατούσε την εποχή εκείνη.
Οι Ελληνοαμερικανοί που κατέθεσαν την πρόταση, προφανώς είχαν την σχετική εμπειρία, εργαζόμενοι σε ανάλογα προγράμματα αμερικανικών εταιρειών. Αναλαμβάνοντας σύμβαση έργου, θα μπορούσαν οι τότε στερούμενες τεχνογνωσίας κρατικές ΕΑΒ και ΕΒΟ, να εξασφαλίσουν “εύκολα” τα σχέδια ενός τέτοιου όπλου και μετά τις απαραίτητες δοκιμές σε συνεργασία με το Πολεμικό Ναυτικό, να προχωρήσουν στην βιομηχανοποίησή του. Σήμερα, θα βρισκόμασταν στην τρίτη ή τέταρτη γενιά εξελίξεως του όπλου, αντί να χαζεύουμε το τι κάνουν οι άλλοι.
Η ανάπτυξη βλημάτων επιφανείας – επιφανείας απασχολούσε διεθνώς από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και η βύθιση του ισραηλινού αντιτορπιλικού EILAT στις 21 Οκτωβρίου 1967 από βλήματα P-15 Termit (κατά ΝΑΤΟ SS-N-2 Styx), σήμανε παγκόσμιο συναγερμό. Στις ΗΠΑ, όπου δραστηριοποιούντο και οι Ελληνοαμερικανοί πατριώτες που κατέθεσαν την πρόταση, από το 1965 το Ναυτικό είχε εκπονήσει μελέτες για ένα τέτοιο όπλο, με την ονομασία Harpoon. Οι εργασίες επιταχύνθηκαν από το 1970 και οι παραδόσεις του βλήματος ξεκίνησαν το 1977. Την χρονιά δηλαδή, που κατατέθηκε η πρόταση των Ελληνοαμερικανών στην λεωφόρο Μεσογείων και ο επιτελής αξιωματικός “διάνοια”, πήρε το μολύβι κι αφού έξυσε την κάρα του, έγραψε την εξυπνάδα του ως σημείωση…
Αλλά και μικρότερες χώρες της Δύσεως, δούλευαν σε ανάλογα προγράμματα για τα ναυτικά τους.
Το Ισραήλ ανέπτυσσε το βλήμα Gabriel, που έθεσε σε υπηρεσία το 1970, προηγούμενο όλων στην Δύση!
Στην Ιταλία, το 1963 η Contraves Italiana, θυγατρική της ελβετικής Oerlikon Contraves, είχε ξεκινήσει την ανάπτυξη του μικρού βεληνεκούς Nettuno και από το 1965 άρχισε την ανάπτυξη του βελτιωμένου Vulcano. Από το 1967 μάλιστα, άρχισαν δοκιμές για έκδοση εκτοξευόμενη από ελικόπτερο! Το 1977, τέθηκε σε υπηρεσία με το Ιταλικό Ναυτικό το βλήμα επιφανείας – επιφανείας Marte.
Στην Γαλλία, το 1967 ξεκίνησε η ανάπτυξη του MM38 Exocet, το οποίο τέθηκε σε υπηρεσία το 1975. Πρώτος επιχειρησιακός χρήστης του όπλου παγκοσμίως, ήταν το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, που είχε παραλάβει από το 1972 τις 4 ΤΠΚ τύπου LA COMBATTANTE II, αν και ακόμη δεν είχαν επιλυθεί όλα τα ζητήματα στην ανάπτυξη του βλήματος και όλες οι δοκιμές είχαν αποτύχει. Μάλιστα τον Σεπτέμβριο του 1974, λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, παραγγέλθηκαν εσπευσμένως άλλες 4 βελτιωμένες ΤΠΚ τύπου LA COMBATTANTE III, επίσης με Exocet.
Όταν αργότερα παραγγέλθηκαν οι 6 LA COMBATTANTE IIIb, προφανώς για λόγους κόστους, προτιμήθηκε ο εξοπλισμός τους με τα χαμηλότερων επιδόσεων νορβηγικής προελεύσεως Penguin. Από που είχαν προκύψει οι Νορβηγοί; Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ξεκίνησαν την προσπάθεια, με οικονομική βοήθεια μάλιστα των ΗΠΑ και της Δυτικής Γερμανίας! Για τις ανάγκες δε, του αναπτυξιακού τους προγράμματος, προσφέρθηκε αμερικανική τεχνική συνδρομή όσο και εγκαταστάσεις δοκιμών του Ναυτικού των ΗΠΑ. Το Penguin τέθηκε σε υπηρεσία το 1972…
Εφόσον οι Νορβηγοί είχαν όλη την αμερικανική υποστήριξη, γιατί να μην δινόταν και στην Ελλάδα; Από την στιγμή δε, που η σχεδιαστική ομάδα, προερχόταν από τις ΗΠΑ…
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980, η τεχνολογία και οι λύσεις για την ανάπτυξη των όπλων της κατηγορίας αυτής είχαν ωριμάσει και όσοι είχαν αρχίσει να ασχολούνται με το… σπορ, έπαιζαν μπάλα εύκολα πλέον. Το υπερήφανο ναυτικό έθνος που εξόπλιζε το ναυτικό του και μάλιστα εγκαθιστούσε βλήματα επιφανείας – επιφανείας σε όλα τα παλιά αντιτορπιλικά του, μετά τον γαλλικό Exocet και τον νορβηγικό Penguin, αποφάσισε να προμηθευτεί και έναν τρίτο τύπο, τον αμερικανικό Harpoon. Εξάλλου η αποπληρωμή μπορούσε να γίνει με πιστώσεις FMS, όπως ασφαλώς θα είχε σπεύσει να επισημάνει ο επιτελής “διάνοια” που είχε χλευάσει την πρόταση για ελληνικό βλήμα.
Το ότι οι Ελληνοαμερικανοί πρότειναν βλήμα μεγάλου βεληνεκούς, οδηγεί στην υπόθεση ότι είχαν δουλέψει στο πρόγραμμα Harpoon, βεληνεκούς άνω των 100 χλμ. Αυτό σημαίνει ότι εάν η πρόταση προχωρούσε, το Πολεμικό Ναυτικό θα διέθετε ένα όπλο υπό τον απόλυτο έλεγχό του για περαιτέρω ανάπτυξη, που μάλιστα θα υπερείχε έναντι των Gabriel, Marte, Exocet και Penguin, των οποίων το βεληνεκές κυμαινόταν μεταξύ 20-40 χλμ. μόλις!
Κι έτσι, στην ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ και άλλες μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού, ο μόνος οπλισμός ελληνικής κατασκευής που φορτώθηκε, και αυτό έπειτα από χρόνια, ήταν κάποια τυφέκια G3 της ΕΒΟ για το άγημα.
Σάββας Δ. Βλάσσης
doureios.com
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις