Περισσότερο από πενήντα χρόνια πριν (μη γράψουμε και εκατό), ήταν ήδη γνωστό πως το Πάσχα του 2025 θα πέσει στις 20 Απριλίου. Δεν ήταν μυστικό ούτε κάποια απρόβλεπτη συγκυρία, αλλά ένα σταθερό σημείο στο ημερολόγιο των χριστιανών Ορθοδόξων. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση, διά του ΕΦΚΑ, του Υπουργείου Οικονομικών και του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών ασφαλίσεων, διαλαλά δεξιά και αριστερά πως «αιφνιδιάστηκε» (και καλά) από την ημερομηνία. Το αποτέλεσμα; Οι συντάξεις Μαΐου, που θα μπορούσαν να είχαν προκαταβληθεί εν μέρει, δεν πρόκειται να καταβληθούν πριν από τη Μεγάλη Εβδομάδα. Αντίθετα, θα δοθούν είτε στις 24 είτε στις 28 Απριλίου, δηλαδή μετά το Πάσχα!

Δικαιολογίες για… κλάματα

Η επίσημη δικαιολογία είναι τα λεγόμενα «τεχνικά προβλήματα». Ο βουλευτής της Ν.Δ., Στράτος Σιμόπουλος, το ανέφερε δημοσίως, χωρίς όμως να εξηγήσει τι ακριβώς σημαίνουν αυτά τα «τεχνικά» εμπόδια. Δεν διευκρίνισε τίποτα – και ίσως αυτό να ήταν το πιο ειλικρινές σημείο της τοποθέτησής του.
Γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν τεχνικά προβλήματα. Υπάρχει μόνο πολιτική βούληση ή καλύτερα, η παντελής έλλειψή της.

Η κυβέρνηση είχε πολλούς τρόπους να προχωρήσει σε τουλάχιστον μερική καταβολή των συντάξεων και των επιδομάτων. Θα μπορούσε να προκαταβάλει ένα ποσοστό, έστω το 20%, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους πιο αδύναμους συμπολίτες μας να γιορτάσουν με αξιοπρέπεια. Θα μπορούσε να δώσει μια έκτακτη εφάπαξ ρύθμιση, όπως αυτή που γίνεται κάθε Δεκέμβριο για τα Χριστούγεννα.
Θα μπορούσε να ανταποκριθεί θετικά στην εδώ και εβδομάδες έκκληση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, που ζήτησε νομοθετική παρέμβαση για να πληρωθούν νωρίτερα τα αναπηρικά επιδόματα. Όμως δεν το έπραξε.

Αυτό όμως δεν είναι διοικητική αδυναμία. Είναι επιλογή. Και η επιλογή αυτή έχει συνέπειες: σπρώχνει χιλιάδες ηλικιωμένους και ανθρώπους με αναπηρία στην απόγνωση. Στερεί από τον παππού το δικαίωμα να πάρει μια λαμπάδα στο εγγόνι του, από τη γιαγιά την ευκαιρία να ψήσει λίγο αρνάκι στο φούρνο με πατάτες, από τη χαμηλοσυνταξιούχο γυναίκα την ελπίδα για μια γιορτινή μέρα.

Δεν πρόκειται για αδυναμία προγραμματισμού, αλλά για τιμωρία. Για μια σιωπηλή, διαρκή τιμωρία προς τις ευάλωτες ομάδες επειδή συνεχώς ζητούν το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, επειδή τολμούν να διαμαρτύρονται για συντάξεις πείνας και επιδόματα επιβίωσης.

Η κυβέρνηση, με ψυχρή λογιστική σκέψη και απόλυτη συναισθηματική αποστασιοποίηση, αποφάσισε πως δεν χρειάζεται να κάνει ούτε το ελάχιστο για εκείνους που δεν έχουν φωνή. Ή μάλλον, για εκείνους που έχουν φωνή, αλλά δεν την ακούει πια κανείς στα κυβερνητικά γραφεία.

Τιμωρία γιατί;

Όταν η αγορά ζητά να κινηθεί, όταν οι συνταξιούχοι ζητούν να προλάβουν έστω τα βασικά, όταν οι αναπήροι διεκδικούν το αυτονόητο – να μην τους ξεχάσει η Πολιτεία – η απάντηση είναι ένα τυποποιημένο, απρόσωπο «δεν γίνεται». Είναι η πιο σαφής μορφή περιφρόνησης. Δεν πρόκειται για αδυναμία προγραμματισμού, αλλά για τιμωρία. Για μια σιωπηλή, διαρκή τιμωρία προς τις ευάλωτες ομάδες επειδή συνεχώς ζητούν το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, επειδή τολμούν να διαμαρτύρονται για συντάξεις πείνας και επιδόματα επιβίωσης.

Σε ένα κράτος που διατυμπανίζει καθημερινά ότι διαθέτει «κοινωνικό πρόσωπο», το να κόβεις τη γιορτή από εκείνους που την έχουν περισσότερο ανάγκη, ισοδυναμεί με κυνική παραδοχή ότι το “πρόσωπο” αυτό είναι απλώς ένα προσωπείο. Πίσω από αυτό κρύβεται η γυμνή πραγματικότητα ενός καθεστώτος που μετράει αριθμούς και όχι ανθρώπους, που βλέπει πίνακες πληρωμών και όχι ζωές, που δεν αντιλαμβάνεται το βάθος της φράσης: «Να μπορέσω να κάνω ένα Πάσχα με τα παιδιά και τα εγγόνια μου».

Το Πάσχα της ανέχειας…

Αυτό το Πάσχα θα μείνει στην ιστορία για τη βουβή οργή χιλιάδων ανθρώπων που ένιωσαν για άλλη μια φορά ότι το κράτος δεν τους βλέπει. Δεν είναι αδυναμία. Είναι επιλογή. Δεν είναι αβλεψία. Είναι περιφρόνηση απέναντί τους. «Χτυπάμε» αυτούς που έχουν τη μικρότερη δυνατότητα αντίδρασης. Οργουελικό μεν, αληθινό δε.

Η άρνηση της κυβέρνησης να δώσει έστω και ένα ευρώ πριν από τη Μεγάλη Εβδομάδα δεν είναι ένα τυπικό διοικητικό λάθος, αλλά μια πράξη κοινωνικού σαδισμού απέναντι στους συνταξιούχους, τους αναπήρους, τους ευάλωτους. Είναι η απόλυτη κυνικότητα μιας εξουσίας που δεν έχει πια ούτε ντροπή, ούτε ενσυναίσθηση, ούτε ίχνος κοινωνικής ευθύνης.
Και όταν μια κυβέρνηση φτάνει να στερεί τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια από τους πιο αδύναμους ακόμη και τις ημέρες του Πάσχα, τότε δεν διοικεί — ασκεί βία. Σιωπηλή, απρόσωπη, αλλά εξίσου βίαιη.
Όποιος το ονομάζει αυτό “τεχνικό πρόβλημα” είναι ή ανίκανος ή συνένοχος. Και μαντέψτε: Ο λαός έχει αρχίσει να το καταλαβαίνει. Πολύ καλά.

Του Ζαφείρη Χατζηδήμου

neostrategy.gr

photo pixabay

 

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις