Τι έκρινε το Στρασβούργο

Μια σημαντική εξέλιξη που αφορά στους δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο έρχεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ). Με την απόφαση αυτή επί της ουσίας μπαίνει τέλος στις ελπίδες για δικαίωση χιλιάδων δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο από το δικαστήριο του Στρασβούργου.

Ειδικότερα με πρόσφατη απόφασή του το ΕΔΔΑ απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή Ελληνίδας δανειολήπτριας, η οποία είχε λάβει δάνειο από τράπεζα το 2007 σε ελβετικό φράγκο ύψους 243.225 ελβετικών φράγκων (150.000 ευρώ). Ωστόσο, η προσφεύγουσα βρέθηκε το 2015 μετά τις αλλαγές στην ισοτιμία μεταξύ ευρώ και φράγκου να οφείλει στην τράπεζα 239.041 ευρώ. Πρόκειται για την ίδια δανειολήπτρια που είχε προσφύγει και στον Άρειο Πάγο ζητώντας να αναιρεθεί απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και, μεταξύ άλλων, να κριθεί ως καταχρηστικός όρος που προέβλεπε την αποπληρωμή του δανείου της σε ελβετικό φράγκο βάση της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας με το ευρώ.

Ειδικότερα, η δανειολήπτρια προσέφυγε στο ΕΔΔΑ τον Αύγουστο του 2019 εναντίον της Ελλάδος και στις 11 Φεβρουαρίου του 2021 το δικαστήριο του Στρασβούργο δημοσίευσε την απόφαση του με την οποία απέρριψε την προσφυγή της ως απαράδεκτη.

Το ΕΔΔΑ καταρχάς επισημαίνει, σύμφωνα με την απόφαση που έχει αναρτηθεί στη γαλλική γλώσσα στον ιστότοπο του δικαστηρίου αλλά και σύμφωνα με την επιμέλεια σε αυτή από το echrcaselaw.com, ότι τα ελληνικά δικαστήρια -Πρωτοδικείο και Άρειος Πάγος – απέρριψαν τις προσφυγές της δανειολήπτριας. Τα ελληνικά δικαστήρια, όπως σημειώνει το ΕΔΔΑ, έκριναν πως ο όρος τον οποίο η προσφεύγουσα ζητούσε να κριθεί καταχρηστικός και ο οποίος προέβλεπε την αποπληρωμή του δανείου της σε ελβετικό φράγκο βάση της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας με το ευρώ, είναι δηλωτικός και δεν υπόκειται σε έλεγχο καταχρηστικότητας.

Στη συνέχεια το ΕΔΔΑ αναφέρει στην απόφασή του πως η προσφεύγουσα ήταν ενήμερη του κινδύνου που συνεπάγεται η λήψη δανείου σε ελβετικό φράγκο αλλά και του κινδύνου της διακύμανσης τέτοιου ισχυρού νομίσματος προς τα πάνω κατά τη διάρκεια της 25ετούς διάρκειας του δανείου. Επίσης, το Στρασβούργο υπογραμμίζει ότι βάσει της σύμβασης του δανείου η προσφεύγουσα είχε τη δυνατότητα να ζητήσει ανά πάσα στιγμή την μετατροπή του δανείου της σε ευρώ.

Ακόμη, σύμφωνα με τη απόφαση του ΕΔΔΑ η ελληνική νομοθεσία παρείχε στην προσφεύγουσα τη δυνατότητα να προασπίσει τα δικαιώματα της ασκώντας ένδικα μέσα, όπως η κατάθεση αγωγής στα αστικά δικαστήρια για την ακύρωση της επίμαχης ρήτρας στη σύμβαση δανείου την οποία θεώρησε καταχρηστική και ακόμη η κατάθεση αγωγής για αναπροσαρμογή του συμβατικού προγράμματος ή και λήξη της δανειακής σύμβασης, βάσει του άρθρου 388 του Αστικού Κώδικα. Επιπλέον, όπως αναφέρει το δικαστήριο, σύμφωνα με τη σύμβασή της η προσφεύγουσα θα μπορούσε να ζητήσει ανά πάσα στιγμή από την τράπεζα να μετατρέψει το δάνειο σε ευρώ και θα μπορούσε να είχε ασφαλιστεί έναντι πιθανής αύξησης των μηνιαίων δόσεις που κατέβαλε.

Μάλιστα, το ΕΔΔΑ υπογραμμίζει στην απόφασή του ότι είχε δοθεί στην προσφεύγουσα η ευκαιρία να εκθέσει όλα τα επιχειρήματά της ενώπιον των αρμόδιων ελληνικών δικαστηρίων και να διεκδικήσει τις αξιώσεις της σύμφωνα με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Ως εκ τούτου η προσφυγή της Ελληνίδας δανειολήπτριας κρίθηκε από το Στρασβούργο απαράδεκτη ως προδήλως αβάσιμη.

Τι είχε κρίνει η Ολομέλεια ΑΠ

Τον Απρίλιο του 2019 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με απόφασή της (4/2019) απέρριψε την αίτηση που είχε καταθέσει η δανειολήπτρια ζητώντας να αναιρεθεί η απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης αλλά και να κριθεί ως καταχρηστικός όρος που προέβλεπε την αποπληρωμή του δανείου της σε ελβετικό φράγκο βάση της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας με το ευρώ. Επίσης, η προσφεύγουσα είχε ζητήσει να αναγνωρισθεί, ως μόνη ισχύουσα ρήτρα μετατροπής σε ευρώ του οφειλομένου στο ξένο νόμισμα ποσού, η συναλλαγματική ισοτιμία των δύο νομισμάτων, που ίσχυε κατά τον χρόνο εκταμιεύσεως του ποσού που χορηγήθηκε από την τράπεζα.

Ωστόσο, όπως έκρινε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατά πλειοψηφία ο όρος των δανειακών συμβάσεων για αποπληρωμή σε ευρώ ή ελβετικό φράγκο με βάση την τρέχουσα ισοτιμία είναι δηλωτικός όρος και ως εκ τούτου δεν υπόκειται σε έλεγχο καταχρηστικότητας. Με το σκεπτικό αυτό, κατά πλειοψηφία, η Ολομέλεια απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της δανειολήπτριας.

Αντίθετη απόφαση από το Πρωτοδικείο

Τον περασμένο, ωστόσο, Οκτώβριο το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας με μια σημαντική απόφαση που έλαβε κατά πλειοψηφία, άνοιξε παράθυρο ελπίδας σε χιλιάδες δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο. Και αυτό διότι το Πρωτοδικείο δεν συντάχθηκε με την απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Αντίθετα, η πλειοψηφία του Πρωτοδικείου εξέφρασε την άποψη που είχε εκφράσει η μειοψηφία των μελών της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου σχετικά με τη δυνατότητα ελέγχου καταχρηστικότητας των όρων των δανειακών συμβάσεων σε ελβετικό φράγκο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην απόφαση Πρωτοδικείου, τα ελληνικά δικαστήρια μπορούν να προβούν σε έλεγχο καταχρηστικότητας και ρητρών, οι οποίες απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού (και ενδοτικού) δικαίου.

Το Πρωτοδικείο με την απόφαση που εξέδωσε ανάβαλλε την έκδοση οριστικής απόφασης για το μείζον αυτό ζήτημα που αφορά μεγάλο αριθμό δανειοληπτών και απηύθυνε μία σειρά από προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο.

Ποια είναι τα προδικαστικά ερωτήματα

Τα προδικαστικά ερωτήματα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) είναι τα εξής:

1) Κατά την έννοια του άρθρου 8 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ που προβλέπει δυνατότητα των κρατών μελών να θεσπίζουν αυστηρότερες διατάξεις για να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή, μπορεί ένα κράτος μέλος να μην ενσωματώσει στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και να επιτρέψει τον δικαστικό έλεγχο και ρητρών που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου.

2) Είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι το άρθρο 1 παράγραφος 2 εδ. α και β της Οδηγίας 93/13/ΕΚ αν και δεν εισήλθε ρητά στο Ελληνικό δίκαιο εισήλθε έμμεσα σύμφωνα με το περιεχόμενο των άρθρων 3 παράγραφος 1 και 4 παράγραφος 1 της ανωτέρω Οδηγίας, όπως αυτό μεταφέρθηκε στην διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν. 22541/1994;

3) Στην έννοια των καταχρηστικών όρων και του εύρους τους όπως αυτοί ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 3 παράγραφος 1 και 4 παράγραφος 1 της Οδηγίας 93/13 περιέχεται η εξαίρεση του άρθρου 1 παράγραφος 2 εδ. α και β της οδηγίας 93/13;

4) Καταλαμβάνεται από τον έλεγχο της καταχρηστικότητας γενικού όρου συναλλαγής κατά τις διατάξεις της Οδηγίας 93/13/ΕΚ, ο όρος σε πιστωτική σύμβαση που συνάπτει καταναλωτής με πιστωτικό ίδρυμα, ο οποίος αποδίδει το περιεχόμενο κανόνα ενδοτικού δικαίου του κράτους μέλους, εφόσον ο σχετικός όρος δεν αποτέλεσε αντικείμενο χωριστής διαπραγμάτευσης;

lawandorder.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις