Ασύμφορες και αχρείαστες είναι για τη χώρα οι επενδύσεις σε φυσικό αέριο, αποκαλύπτει μελέτη της Greenpeace, καθώς δεν αφορούν σε κάλυψη εσωτερικών ενεργειακών αναγκών αλλά στην εξαγωγή αερίου σε άλλες χώρες. Η Greenpeace εξέτασε ενδελεχώς τον εθνικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη νέων υποδομών φυσικού αερίου, σχεδιασμός που προβλέπει  επενδύσεις ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2033.

Όπως σημειώνει η διεθνής περιβαλλοντική οργάνωση σχεδιάζεται η κατασκευή μεγάλων ρυπογόνων υποδομών παρά το γεγονός ότι «οι υπάρχουσες υποδομές που εξυπηρετούν την εισαγωγή και διανομή ορυκτού αερίου εξασφαλίζουν την άνετη κάλυψη της εγχώριας ζήτησης». Το μέγα θέμα είναι, σύμφωνα με την Greenpeaceότι δεν δικαιολογείται η επιδότηση από δημόσιους πόρους για τη σχεδιαζόμενη επέκταση του υπάρχοντος δικτύου παροχής αερίου ενω κρούει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς οι υποδομές θα χρειαστούν κρατική επιδότηση και για να λειτουργήσουν, ζημιώνοντας έτσι τους Έλληνες φορολογούμενους.

Το επενδυτικό σχέδιο μέχρι το 2033

Το τελευταίο σχέδιο για το «Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης (2024-2033)» για την υποδομή φυσικού αερίου της Ελλάδας προτείνει συνολική επένδυση 1,37 δισ. ευρώ.  Αυτές οι επενδύσεις κατανέμονται σε διάφορα τμήματα και συγκεκριμένα:

1. Επέκταση του δικτύου 820,7 εκατ. ευρώ

2. Συνδέσεις σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και βιομηχανικών μονάδων 31,4 εκατ.

3. Επεκτάσεις σε προγραμματισμένους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 24,2 εκατ.

4. Επεκτάσεις δικτύου σε νέες περιοχές 314,9 εκατ. ευρώ

5. Βελτιώσεις υποδομών 152,6 εκατ. ευρώ

6. Επενδύσεις 30,4 εκατ. σε νέα έργα

Σύμφωνα με το σχέδιο του Δεκαετούς Προγράμματος, οι εξαγωγές φυσικού αερίου προβλέπεται να διπλασιαστούν σχεδόν, από 16,69 TWh το 2023 σε 42,71 TWh το 2025, με σταθερή αύξηση στις 40,25 TWh έως το 2034.

Όπως σημειώνεται στη μελέτη της περιβαλλοντικής οργάνωσης, αυτή τη στιγμή οι λειτουργούσες μονάδες υγροποίησης και αποθήκευσης αερίου (LNG), διαθέτουν υπερεπάρκεια δυναμικότητας για την παρούσα και μελλοντική εγχώρια κατανάλωση, καθώς και για τις ποσότητες που ως τώρα εξάγονται προς βαλκανικές χώρες.

«Βάσει αυτών των δεδομένων, η αύξηση των ποσοτήτων αποθήκευσης αερίου με νέες μονάδες όπως οι σχεδιαζόμενες στην Κόρινθο, στον Βόλο, στην Αλεξανδρούπολη και τη Θεσσαλονίκη, αποτελούν επισφαλείς επενδύσεις και θα χρειαστούν κρατική επιδότηση για να λειτουργήσουν, ζημιώνοντας έτσι τους Έλληνες φορολογούμενους.

Παράλληλα, σημειώνει ότι δεν δικαιολογείται η επιδότηση για τη σχεδιαζόμενη επέκταση του υπάρχοντος δικτύου παροχής αερίου από δημόσιους πόρους, καθώς αυτές οι επενδύσεις είναι αντίθετες με την πρόβλεψη για μεγάλη μείωση της κατανάλωσης ορυκτού αερίου από το 2030 και έπειτα.

«Βάσει αυτών των δεδομένων, η αύξηση των ποσοτήτων αποθήκευσης αερίου με νέες μονάδες όπως οι σχεδιαζόμενες στην Κόρινθο, στον Βόλο, στην Αλεξανδρούπολη και τη Θεσσαλονίκη, αποτελούν επισφαλείς επενδύσεις και θα χρειαστούν κρατική επιδότηση για να λειτουργήσουν, ζημιώνοντας έτσι τους Έλληνες φορολογούμενους.

«Αντί αυτών των επενδύσεων, οι δημόσιοι πόροι πρέπει να χρηματοδοτήσουν τις βιώσιμες λύσεις για θέρμανση στις κατοικίες, αλλά και τις υποδομές που χρειάζονται για να υποστηρίξουν την περαιτέρω ανάπτυξη της ηλεκτροδότησης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» σημειώμει η περιβαλλοντική οργάνωση.

Τα πέντε συμπεράσματα της μελέτης

Από τη μελέτη της Greenpeace προκύπτουν 5 συμπεράσματα που καταδεικνύουν ότι πρόκειται για επενδύσεις ασύμφορες οικονομικά αλλά και αχρείαστες καθώς προορίζονται όχι για τις ανάγκες της εσωτερικής κατανάλωσης ενέργειας αλλά για εξαγωγές φυσικού αερίου.

Συγκεκριμένα η περιβαλλοντική οργάνωση σημειώνει τα εξής:

– Η υπάρχουσα υποδομή φυσικού αερίου της Ελλάδας έχει επαρκή εισαγωγική ικανότητα για να καλύψει τόσο την εγχώρια ζήτηση όσο και τις απαιτήσεις εξαγωγών. Η ανάλυση δείχνει ότι οι υφιστάμενες υποδομές μπορούν να εξυπηρετήσουν ακόμη και σενάρια υψηλής ζήτησης, διασφαλίζοντας ότι το ελληνικό σύστημα φυσικού αερίου επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της εγχώριας κατανάλωσης υπό δύσκολες συνθήκες, ενώ παράλληλα διευκολύνει σημαντικές εξαγωγές σε γειτονικές χώρες.

– Η υφιστάμενη αποθήκευση LNG μπορεί να καλύψει τις εγχώριες ανάγκες έως και 15 ημέρες σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης χωρίς εισαγωγές, διασφαλίζοντας ασφάλεια εφοδιασμού.

– Πρόσθετες προγραμματισμένες εγκαταστάσεις, ειδικά πλωτές μονάδες επαναεριοποίησης και αποθήκευσης (FSRUs), ενδέχεται να αυξήσουν την πλεονάζουσα χωρητικότητα, ειδικά σε συνδυασμό με τη μείωση των απαιτήσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ως εκ τούτου, η αναγκαιότητα και το σκεπτικό για την κατασκευή των προτεινόμενων νέων υποδομών (εγκαταστάσεις αποθήκευσης LNG και Πλωτές Μονάδες Επαναεριοποίησης Αποθήκευσης – (FSRU) ) είναι αμφισβητήσιμα.

– Οι προβλέψεις δείχνουν σημαντική μείωση της χρήσης φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2050, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και «αδιέξοδες» επενδύσεις, δεδομένης της μεγάλης διάρκειας ζωής των υποδομών φυσικού αερίου

– Με βάση την ενεργειακή πολιτική της χώρας, το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) στοχεύει επίσης να καταστήσει την Ελλάδα έναν περιφερειακό κόμβο ορυκτού αερίου, υποστηρίζοντας τη στρατηγική της Ε.Ε. για μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό ορυκτό αέριο. Ωστόσο, δεδομένων των μακροπρόθεσμων στόχων της ΕΕ για την απαλλαγή από τις εκπομπές CO2, η οικονομική βιωσιμότητα νέων επενδύσεων σε υποδομές φυσικού αερίου είναι αμφισβητήσιμη και θα πρέπει να εξεταστούν ως ιδιωτικές επενδύσεις και όχι ως κρατικές πρωτοβουλίες.

neostrategy.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις