Καταγγελίες για εξωπανεπιστημιακούς στις καταλήψεις – Μέρος του φοιτητικού κινήματος είναι ενάντια στην ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων – Διαδικτυακά διεξάγονται οι εξετάσεις
Οι καταληψίες συνεχίζουν τη διαμαρτυρία τους ενάντια στην ψήφιση του νόμου για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, χωρίς να λείπουν από το «κάδρο», οι υλικές ζημιές στα Ιδρύματα, οι συμπλοκές με την αστυνομία και τα επεισόδια, όπως συνέβη στη Νομική ΕΚΠΑ και ΑΠΘ, στο Δημοκρίτειο, στο Μετσόβιο ή στο Πολυτεχνείο Κρήτης.
Σε ό,τι αφορά τη «φυσιογνωμία» των καταλήψεων, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι πλέον «βγαίνουν μπροστά» τα κορίτσια. Η οργάνωση μίας κατάληψης αποδίδεται κυρίως σε «εξωτικούς» κουκουλοφόρους, ύστερα από συνεννόηση με τους βαθιά συνδικαλισμένους επικεφαλής κομματικών παρατάξεων. Στην περίπτωση προσαγωγών, οι δικηγόροι συστήνουν στους νεαρούς πελάτες τους να αρνούνται τις κατηγορίες την ώρα της κατάθεσης. Συχνά, οι ίδιες οι κομματικές παρατάξεις στέλνουν δικηγόρους, να αναλάβουν την υπεράσπιση των ομονοούντων συλληφθέντων ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις, που «πέφτουν επάνω τους» οι δικηγόροι των οικογενειών, που εν αγνοία τους, τους έχουν προσλάβει.
Τι υποστηρίζουν οι καταληψίες
Πριν λίγες ημέρες, στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πολυτεχνείου Κρήτης οι καταληψίες έσπασαν την πόρτα με πέτρες και πέταξαν πυροσβεστήρες. Την ενέργεια υπέγραφε η «Κατάληψη της Rosa Nera» στα Χανιά. Οι ανακοινώσεις τους αποτυπώνουν όσα πρεσβεύουν: «Χαμένα είναι τα εξάμηνα που δεν αγωνιστήκαμε. … ένα κίνημα καταλήψεων έχει ανθίσει σε πανεπιστημιακούς χώρους…». Κάνουν λόγο για «απονέκρωση κάθε κριτικής σκέψης», για «ολοκληρωτικό έλεγχο της γνώσης με βάση το κέρδος». Αναφέρουν δε χαρακτηριστικά:
«Υπερασπιζόμαστε τις καταλήψεις ως άλλο ένα μέσο των καταπιεσμένων να σταματήσουν την αδηφάγο σκουπιδιάρα του καπιταλισμού. Αρκετά με την κονόμα!». Εξάλλου, σύμφωνα με όσα δηλώνουν οι συμμετέχοντες στη Rosa Nera, «τα πανεπιστήμια δεν είναι μονάχα ένας χώρος εκπαίδευσης, είναι ένα μέρος κοινωνικοποίησης, πολιτικής, τέχνης. Οι ιδιωτικοποιήσεις των πανεπιστημίων στοχεύουν και εκεί, στη διάλυση κάθε κοινωνικής σχέσης που μπορεί να σχηματίσει συνειδήσεις…».
«Με την κατάληψη, οι φοιτητές ασκούν πίεση, ώστε να ανασταλεί ή ανακληθεί οποιοδήποτε μέτρο θεωρούν πως θίγει τα δικαιώματά τους», θα πει ο κ. Γιώργος Κυμπαρίδης, δικηγόρος με έδρα την Κομοτηνή και μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Ροδόπης, ο οποίος στη διάρκεια της πολυετούς καριέρας του, έχει αναλάβει επανειλημμένα υποθέσεις, που σχετίζονται με επεισόδια σε καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών – είτε τη στιγμή, που λαμβάνουν χώρα, είτε εξαιτίας συγκρούσεων με αστυνομικούς. Στα πρόσφατα επεισόδια του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης όπου χρειάστηκε η επέμβαση των ΜΑΤ, ο ίδιος ανέλαβε την υπεράσπιση μίας φοιτήτριας, η οποία προσήχθη και μετά από ώρες αφέθηκε ελεύθερη, όπως συνέβη και με τα υπόλοιπα 17 άτομα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «στον αγώνα των νεαρών καταληψιών, παρεισφρύουν εξωφοιτητικά στοιχεία, ώστε να θεωρούν πως απολαμβάνουν της στήριξης άλλων νέων, οι οποίοι ακόμη κι αν δεν σπουδάζουν, είναι ‘δίπλα’ τους. Στις γενικές συνελεύσεις, επίσης, επικρατεί μεγάλη οξύτητα. Η συνθήκη ταιριάζει με το θυμικό των παιδιών αυτής της ηλικίας. Η απειρία και η συναισθηματική τους φόρτιση είναι τέτοια, που δεν αντιλαμβάνονται ότι η παρέμβαση τρίτων, κυρίως από το χώρο της άκρας Αριστεράς, σχετίζεται με έναν άλλο ρόλο, που διαδραματίζουν. Το γεγονός πως αυτές οι ομάδες είναι πολυπληθείς, καταδεικνύει στους φοιτητές πως το αίτημά τους είναι δίκαιο».
Σε επίρρωση των λεγομένων του δικηγόρου, ο κ.Κυριαζής Σωτηρίου, φοιτητής Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου Κρήτης και Γραμματέας της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, αναφέρει πως «όποτε πάει να μιλήσει κάποιος εκπρόσωπος της ΔΑΠ σε γενική συνέλευση για να τοποθετηθεί υπέρ της ανοιχτής σχολής, κάποιος από την ΕΑΑΚ (Ενιαία Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση) ή από την ΠΚΣ (Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας) θα του πάρει το μικρόφωνο ή θα αρχίσουν να φωνάζουν όλοι ώστε να μην ακουστεί. Τη στιγμή της ψηφοφορίας για συνέχιση ή μη της κατάληψης, έχουμε δει βίαια περιστατικά από τους υπέρμαχους αυτής, όπως συνέβη στη Νομική του ΕΚΠΑ, όπου μπήκαν 20 κουκουλοφόροι, έσβησαν τα φώτα του αμφιθεάτρου. Όσοι ήταν κατά, φοβήθηκαν κι έφυγαν. Τα ίδια, στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας – είχαμε αναφορές για παρουσία μεγάλης αναρχικής δύναμης στη συνέλευση ενώ χτύπησαν και δύο παιδιά μόλις βγήκαν. Οι φοιτητές, που ανήκουν σε οργανώσεις της Αριστεράς έως της Άκρας Αριστεράς – ΠΚΣ, ΕΑΑΚ και τα σχήματα της ΕΑΑΚ – δεν καταδικάζουν ποτέ τη βία. Αντιθέτως, δίνουν ‘λευκή επιταγή’ σε όλους αυτούς, να μπορούν να μπαίνουν στα πανεπιστήμια, να προξενούν επεισόδια, να προχωρούν σε καταλήψεις. Υπάρχει, βέβαια, και η άλλη όψη των καταλήψεων – βγαίνει κανονικά πρόγραμμα: ‘απόψε έχουμε open bar μέχρι να τελειώσουν οι μπύρες’, διοργανώνονται ‘τουρνουά τάβλι’, ‘διαγωνισμοί φωτογραφίας’, πάρτυ. Συχνά ακούω πως ‘η κατάληψη είναι τρόπος διεκδίκησης’», διαπιστώνει για να προσθέσει, «κι εμείς υπέρμαχοι του δημόσιου πανεπιστημίου είμαστε, όντες και φοιτητές αυτού. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του νομοσχεδίου, αφορά στην ενίσχυση του δημοσίου πανεπιστημίου, αναδεικνύοντάς το σε ‘ναυαρχίδα’ της Παιδείας. Από τις αντιδράσεις των καταληψιών, διαπιστώνω πως πρόκειται για ‘εμμονή’ να μην ιδρυθούν τα μη κρατικά και όχι για απαίτηση ενίσχυσης του δημοσίου. Άλλωστε, με τις ενέργειές τους, αντί να το υπερασπίζονται, το δυσφημούν», καταλήγει ο κ.Σωτηρίου.
Καταγγελίες για εξωπανεπιστημιακούς στις καταλήψεις
«Οι οργανωμένοι ‘κουκουλοφόροι’, που συχνά δεν είναι καν φοιτητές, ουσιαστικά φτιάχνουν ‘στρατό’, βάζοντας μπροστά τους πιο ‘άμαθους’. Στο μεταξύ, οι υποκινητές μίας κατάληψης, μπορεί να μην κινούνται καν από ιδεαλιστικά κίνητρα – είναι άνθρωποι, που διεκδικούν το μπάχαλο», εξηγεί ο κ.Κυμπαρίδης, υπογραμμίζοντας πως «αν γίνουν συλλήψεις, εκείνοι αποχωρούν και μένουν τα ‘πρωτάκια’». Για τον προγραμματισμό της κατάληψης, «οι κουβέντες γίνονται με τους ‘πρωτεργάτες’, τους επικεφαλής παρατάξεων στο πανεπιστήμιο. Οι δε απλοί συμμετέχοντες στην κατάληψη εμπιστεύονται τους επικεφαλής, καθώς είναι φοιτητές, και πιστεύουν πως αυτοί διαπνέονται από ‘αγνά συναισθήματα’», συνεχίζει ο κ.Κυμπαρίδης. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει και στην αξία του ‘φαίνεσθαι’: «Είναι ‘κακή εικόνα’ για μία κατάληψη να βλέπεις πέντε ανθρώπους σε ένα τεράστιο κτίριο. Όταν η εξέγερση είναι πολυπληθής, πιστεύουν ότι θα πετύχουν πιο εύκολα το σκοπό τους».
Από το πανεπιστήμιο, στο αστυνομικό τμήμα. Κι από κει, στο δικαστήριο
Η βασική έγνοια των γονέων είναι η ανησυχία μήπως το παιδί τους οδηγηθεί στη φυλακή. «Υπάρχουν γονείς, οι οποίοι κατανοούν τις κινήσεις των παιδιών τους, επειδή ίσως προέρχονται από τον ίδιο ιδεολογικό χώρο. Άλλοι, πιο προστατευτικοί: ‘μην πειράξετε το παιδί μου, δεν έκανε κάτι’, λένε, προσπαθώντας παράλληλα να υποβαθμίσουν τα γεγονότα: ‘ήταν πίσω, δεν έλαβε μέρος στα επεισόδια’. Κάποιοι, παροτρύνουν τα παιδιά να ζητήσουν συγνώμη. Δεν λείπει και ο φόβος του στιγματισμού», επισημαίνει ο κ.Κυμπαρίδης.
Αφού γίνει η προσαγωγή του κατηγορούμενου φοιτητή στο αστυνομικό τμήμα, ακολουθεί η εξακρίβωση των στοιχείων του και η κατάθεσή του ενώ παράλληλα γίνεται έρευνα σχετικά με το εάν έχουν διαπραχθεί και άλλες πράξεις. Ο αρμόδιος εισαγγελέας θα αποφασίσει, στη συνέχεια, εάν θα ασκήσει ή όχι ποινική δίωξη ώστε να παραπεμφθεί σε δίκη.
Όπως υπογραμμίζει ο δικηγόρος, «το βασικό αδίκημα, που στοιχειοθετείται μέσα από την κατάληψη, είναι αυτό που αφορά την παρεμπόδιση λειτουργίας ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου – εν προκειμένω, το πανεπιστήμιο – με βάση το άρθρο 168 του Ποινικού Κώδικα. Βάσει των ειδικών διατάξεων, μπορεί να γίνουν παραπομπές για τα αδικήματα της διατάραξης λειτουργίας της υπηρεσίας, απείθειας, αντίστασης κατά της αρχής, πρόκλησης σωματικής βλάβης – όταν τραυματίζονται αστυνομικοί, για παράδειγμα – και φθοράς ξένης ιδιοκτησίας».
Πώς κατευθύνουν οι δικηγόροι τους νεαρούς δράστες, όταν προσαχθούν στην αστυνομία; «Επειδή τα συναισθήματα βρίσκονται ‘στο κόκκινο’, η πάγια συμβουλή προς τους φοιτητές-καταληψίες, είναι να μην αναφερθούν καθόλου στα περιστατικά κατά την κατάθεσή τους. Να αρνηθούν τις κατηγορίες και να αναφέρουν πως ‘ό,τι έχω να πω, θα το πω στο δικαστήριο ή στον εισαγγελέα’. Με αυτό τον τρόπο, θα επικρατήσει η ψυχραιμία. Αν δεν προλάβει να τους μιλήσει ο δικηγόρος εγκαίρως, οι φοιτητές συνήθως αποδίδουν την ένταση και τις αντιδράσεις τους στη βίαιη καταστολή της δικής τους ‘επανάστασης’ από τα αστυνομικά όργανα – ‘οι αστυνομικοί μας φέρθηκαν βίαια, μας εξύβρισαν, εμείς δεν κάναμε κάτι’, ισχυρίζονται».
Η χρονική απόσταση μεταξύ εκδίκασης της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό και στο Εφετείο, μπορεί να λειτουργήσει υπέρ των νεαρών δραστών: «Συχνά, αν και στον πρώτο βαθμό – όταν, δηλαδή, οι συλληφθέντες φοιτητές οδηγούνται στο ακροατήριο με την αυτόφωρη διαδικασία – η απόφαση είναι καταδικαστική, οι κρίσεις των δικαστηρίων στο Εφετείο είναι διαφορετικές, όταν έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα. Προσωπικά, έχοντας αναλάβει αρκετές υποθέσεις φοιτητών Νομικής, οι οποίοι στο μεταξύ, είχαν ολοκληρώσει τις σπουδές τους, είχαν μπει σε μία παραγωγική διαδικασία βρίσκοντας εργασία ως δικηγόροι, ελήφθη υπόψη από το δικαστήριο αυτή η εξέλιξη και η αντιμετώπιση ήταν επιεικέστερη. Ακόμη και οι αστυνομικοί, οι οποίοι είχαν υποστεί σωματικές βλάβες, εμφανίζονται πιο επιεικείς απέναντι στους δράστες. Κανείς δεν επιθυμεί να αμαυρωθεί μία καριέρα πριν καν ξεκινήσει»
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις