Είναι ηλίου φαεινότερο πλέον αυτό που δε θέλαμε να παραδεχτούμε στην Εξωτερική πολιτική Ελλάδας και Κύπρου χρόνια τώρα, επειδή στρουθοκαμηλίζαμε: Ότι αμφότερα τα επιτελεία τους αυταπατώνται εμμένοντας διαχρονικά σε μια εκ των πραγμάτων αναπόδεικτη θέση.

Θέση που υποστηρίζει πως, αν κρατήσουν ες αεί Ελλαδίτες κι Ελληνοκύπριοι χαμηλούς τόνους στις διακρατικές σχέσεις μαζί της και δεν εκδηλώσουν την ίδια… ”νευρικότητα” με αυτήν, όπως επαναλαμβάνει περιοδικά αφελώς ο κ. Δένδιας, θα πετύχουν τον φρονιματισμό της.

Αμφότερους, ωστόσο, τους έχει διαψεύσει παταγωδώς και συνεχίζει να τους διαψεύδει η ιστορία της Εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Μια ιστορία αταλάντευτα διεκδικητική, που έχει σαν κύρια συστατικά της την επιθετικότητα, τον επεκτατισμό, την πανουργία και την δολιότητα.

Ως εκ τούτου όλα τα περί Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας και τα περί τιθάσευσης της επιθετικότητας της τελευταίας, καθώς και της τάσης της για παρανομίες στην κυπριακή ΑΟΖ αν η Κυπριακή Δημοκρατία (την οποία δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα) συνηγορήσει στην έναρξη διαπραγματεύσεων μαζί της για το Κυπριακό, είναι καθαρά φληναφήματα, που κρύβουν όμως επικίνδυνες ψευδαισθήσεις οι οποίες μας αποπροσανατολίζουν αμφότερους από τον κύριο στόχο μας: την περαιτέρω, δηλαδή, ενδυνάμωση της αμυντικής θωράκισης των χωρών μας.

Η καλύτερη λοιπόν απάντηση στην Τουρκία, για να συνειδητοποιήσει επιτέλους ότι δεν μπορούμε να μένουμε εσαεί απαθείς και να πέφτουμε θύματα της θρασύτητας και των εκφοβισμών της, είναι να συνεχίσουμε απτόητοι (χωρίς πισωγυρίσματα με αφορμή τον κορονοϊό, που μας κάνουν καταγέλαστους μέσα και έξω απ’ τα σύνορά μας) τα ενεργειακά μας προγράμματα σε Ελλάδα και Κύπρο, ως απάντηση στις παράνομες παρεμβάσεις της οι οποίες επιδιώκουν τον τερματισμό τους.

Αυτό που προέχει, κυρίαρχα, είναι η αλλαγή της νοοτροπίας και της τακτικής μας. Η αλλαγή είναι απαιτητέα και μας υπαγορεύει να πάψουμε να διακατεχόμαστε πλέον από φοβικά σύνδρομα εν όψει τυχόν θερμού επεισοδίου με την Τουρκία.

Ένα τέτοιο φοβικό σύνδρομο εξέπεμψε, δυστυχώς, προ μηνών με την αντίδρασή του ο πρωθυπουργός ΚΜ, υποκύπτοντας πιθανόν στην επιρροή της ενδοτικής απέναντι στις πιέσεις των Τούρκων ”ειδικού” επί των Εξωτερικών μας θεμάτων αδελφής του, Ντόρας Μπακογιάννη.

Η εμμονή του να καταφύγει η Ελλάδα στη Χάγη για επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών ”μόνο για την υφαλοκρηπίδα και τις θαλάσσιες ζώνες”, ενώ ξέρει την διαχρονικά καταγεγραμμένη πρόθεση της Τουρκίας για άνοιγμα της βεντάλιας όλων των διεκδικήσεών της στο Αιγαίο με στόχο την συνεκμετάλλευσή του, η οποία ισοδυναμεί ουσιαστικά με διχοτόμηση και τουρκοποίηση των 16-18 νησιών που διεκδικεί, είναι καταφανώς ριψοκίνδυνη ως αυτοκτονική για την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Αντί αυτής της φοβικής του αντίδρασης, που δίνει προς τους έξω την εντύπωση της υστέρησης της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας εξοπλιστικά και ψυχολογικά, θα έπρεπε να ρίξει το βάρος στην αποκατάσταση των κενών στα οπλικά μας συστήματα, γιατί κανένας κορονοϊός δεν δικαιολογεί την παρατεταμένη ελλειμματικότητά τους.

Όπως επισημάναμε παλαιότερα, η εξισορρόπηση της ισχύος μας στο Αιγαίο θα στείλει το μήνυμα της πολλαπλής ανάπτυξης των ικανοτήτων μας σε θάλασσα και αέρα και της ετοιμότητάς μας να αναχαιτίσουμε με… άγριες διαθέσεις οποιαδήποτε τουρκική πρόκληση.

”Και ο άγιος φοβέρα θέλει”, λέει ο λαός μας, κι ας μην είναι άγιος ο Τούρκος, που θέλει να μας επιβληθεί με τη δύναμη της πυγμής του και να γίνει αφέντης στον τόπο μας.

Την λαϊκή παροιμία μας, ευτυχώς, την επαληθεύουν καθημερινά οι ιπτάμενοι της Πολεμικής μας Αεροπορίας, όταν αναγκάζουν τα οπλισμένα τουρκικά μαχητικά που παραβιάζουν θρασύτατα τον εναέριο χώρο μας, να επιστρέψουν στη βάση τους ”ηττημένα”.

Ωστόσο δε φαίνεται να πιστεύουν στην αλήθεια αυτή οι εκάστοτε κυβερνώντες, όπως και οι τωρινοί, που ακολουθούν παγίως μια ηττοπαθή, άνευρη και υποχωρητική τακτική πολλαπλασιάζοντας τις ορέξεις του βουλιμικού γείτονα.

Το ”ΟΧΙ” στη διχοτόμηση του Αιγαίου και τη συνδιαχείριση του φυσικού αερίου πρέπει να αποδεικνύεται στην πράξη και να μην κρύβεται πίσω από φτηνές δικαιολογίες για αναβολή των ενεργειακών προγραμμάτων, που τα τερμάτισε ο κορονοϊός και όχι οι τουρκικοί εκβιασμοί και η τουρκική επιθετικότητα…

Αν δεν έχει συνέχεια η σθεναρή μας αντίσταση στον Έβρο, θα δικαιώσει πανηγυρικά εκείνους που μίλησαν προ πολλού για ”fake πατριωτισμό του Έβρου”, για να επανέλθουμε στη συνέχεια στην πρότερή μας κατάσταση, αυτήν την εν υπνώσει, που μας υποχρεώνει να βλέπουμε την Τουρκία ως ”νευρική” συνεργάτιδα και σύμμαχο χώρα, ενώ είναι εχθρική και διεκδικητική έναντι των εθνικών κεκτημένων μας.

Σαν χθες (24 Απριλίου 2004), πριν δεκαέξι χρόνια, ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος είπε ένα μεγαλοπρεπέστατο ”ΟΧΙ” στους Τούρκους και τους Αγγλοαμερικανούς φίλους τους που του πρότειναν σαν λύση για το Κυπριακό το σχέδιο Ανάν.

Κάτι παρόμοιο με εκείνο το εθνικά ασύμφορο για την Κύπρο μοντέλο συμφωνίας του 2004 πάει να επιβάλει τώρα ο Ερντογάν στην Κύπρο και το Αιγαίο με την ετσιθελική τακτική του, που εξυπηρετεί τους μακροπρόθεσμους τουρκικούς επεκτατικούς σχεδιασμούς αφήνοντάς μας να ζούμε με τις ψευδαισθήσεις μας για δήθεν υποχώρησή του προς χάριν της ειρήνης…

Φευ!.. Οι μόνοι που υποχωρούμε είμαστε εμείς, Ελλαδίτες κι Ελληνοκύπριοι, απ’ το 1974 κι ύστερα. Εμείς που είμαστε αθεράπευτα ονειροπόλοι και πιστεύουμε διαχρονικά πως μπορεί κάποια στιγμή – με άλλον αρχηγό – η Τουρκία να αλλάξει, να γίνει φιλειρηνική και να μη χρησιμοποιεί την πολιτική της ισχύ για τη δημιουργία τετελεσμένων.

Ε, όχι, ας το πάρουμε επιτέλους απόφαση. Η Τουρκία του Εβρέν, του Ντεμιρέλ, του Ερντογάν και όποιου άλλου τον διαδεχθεί στην Προεδρία, θα είναι η ίδια και η αυτή: επιθετική, διεκδικητική και αδιάλλακτη έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Άρα περιμένουμε επί ματαίω τις υπαναχωρήσεις και προκλήσεις της στο Αιγαίο, στην κυπριακή ΑΟΖ και τα Κατεχόμενα.

Ως εκ τούτου, εκείνοι που σχεδιάζουν βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα τον δρόμο της υποχωρητικότητας και της ηττοπάθειας στις διαπραγματεύσεις μαζί της για να συγκρατήσουν τις απαιτήσεις της, ας έχουν υπόψη τους ότι ”αν δώσεις ένα μέτρο στον Ερντογάν, αυτός θα σου πάρει ένα χιλιόμετρο”, όπως απέδειξε και προσφάτως στη Βόρεια Συρία.

Άρα δεν πρέπει να τρέφουμε φρούδες ελπίδες για βελτίωση της συμπεριφοράς της απέναντί μας, αλλά να κοιτάξουμε να αντιμετωπίσουμε τα φλέγοντα θέματα που μας κρατούν κολλημένους στην αδράνειά μας και μας εμποδίζουν να την αντιμετωπίσουμε.

Έχουμε αναλώσει πολύτιμο χρόνο στο μεταναστευτικό υπεραπασχολώντας, κακώς, σε αυτό τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας τη στιγμή που δεν είναι αυτός ο προορισμός τους. Δεν εμπεδώσαμε ακόμα ότι η τουρκική πολιτική των διεκδικήσεων δεν έχει να κάνει με πρόσωπα, αλλά με μακροπρόθεσμη στρατηγική αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.

Έπειτα παίρνουμε αψήφιστα την άσκηση πολιτικής νεο-Οθωμανισμού στην Τουρκία ρίχνοντας το βάρος σ’ αυτόν που την εφαρμόζει (Ερντογάν) κι όχι στη στρατηγική που ακολουθεί η ιδεολογία του (όπως την παρουσιάζει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του ”Το Στρατηγικό Βάθος” ο πρώην συνεργάτης του Τούρκου Προέδρου και μέντοράς του Αχμέτ Νταβούτογλου.

Απέναντι στην επιθετική κι διεκδικητική αυτή στρατηγική της γείτονος χώρας εμείς πρέπει να απαντήσουμε με άμυνα μέχρις εσχάτων αξιοποιώντας στο έπακρο τα τρία μας Όπλα (Στρατό Ξηράς, Ναυτικό, Αεροπορία).

Αυτά υποχρεούνται να είναι σε πλήρη ετοιμότητα όχι για θέματα μετανάστευσης (σε ρόλο επικουρικό), αλλά διαφύλαξης των συνόρων μας, χωρίς προσχήματα και υπαναχωρήσεις των ανωτέρων τους με αφορμή τον κορονοϊό ή το… ”κατόρθωμά” μας στον Έβρο. Χωρίς διαιώνιση των αριστερών στερεοτύπων και ιδεοληψιών, που ταυτίζουν την σθεναρή υπεράσπισή τους με συνήθεια εθνικιστική (ως δήθεν κατάλοιπο της Χούντας).

Η υπεράσπιση των συνόρων μας δεν έχει να κάνει με κόμματα. Είναι εθνική επιταγή!!!.. Ως εκ τούτου, όποιος αρνείται να τα υπερασπίσει βρίσκοντας δικαιολογίες του τύπου ”είμαι αντιρρησίας συνείδησης” ή διεθνιστής, άρα οπαδός της ”μεταεθνικής εποχής”, ΔΕΝ είναι απλά πατριώτης και πρέπει να αντιμετωπίζεται τιμωρητικά, γιατί ίσως και να εξυπηρετεί αλλότρια συμφέροντα.

Απ’ τον κανόνα αυτό πρέπει να εξαιρούνται μόνο οι στρατεύσιμοι που υποφέρουν αποδεδειγμένα από πάσης φύσεως ψυχολογικά προβλήματα (κρίσεις άγχους και πανικού, νευρώσεις, αυτοκτονικές τάσεις και παθολογικές βλάβες του κεντρικού νευρικού συστήματος). Κανείς άλλος!!!..

Τα υπάρχοντα αποθαρρυντικά δεδομένα στις σχέσεις μας με την Τουρκία ελπίζω πως θα κάνουν τους πρώην και τους νυν κυβερνώντες να καταλάβουν ότι η αυστηροποίηση σε θέματα Άμυνας είναι πιο επιτακτική από ποτέ κι ότι τα εθνικά κράτη όχι μόνο δεν ξεπεράστηκαν μετά το σάρωμά τους απ’ την παγκοσμιοποίηση, αλλά αντίθετα αναβαπτίστηκαν στη συνείδηση των λαών τους, οι οποίοι μέσα από αυτά διασφαλίζουν την ανεξαρτησία και την αυτονομία τους.

Αντιλαμβανόμαστε ως εκ τούτου πως το μεταναστευτικό παίζει αρνητικό ρόλο, αποσταθεροποιητικό για την Άμυνά μας. Όπερ σημαίνει πως η αντιμετώπισή του είναι πρώτης προτεραιότητας θέμα, αφού συνδέεται με την Εθνική μας Ασφάλεια.

Γι’ αυτό ας μην τείνουν ευήκοα ώτα οι κυβερνώντες στις κραυγές και τους ψιθύρους των ” δικαιωματιστών” του ΣΥΡΙΖΑ που ζητούν αυθωρεί και παραχρήμα απόδοση σε αυτούς (μέσα στους οποίους μπορεί να είναι ισλαμιστές, μέλη της ΜΙΤ, προβοκάτορες και όργανα βιολογικού πολέμου της Άγκυρας) της ελληνικής Ιθαγένειας. Αντίθετα, ας είναι πολύ φειδωλοί στην απόδοσή της, ώστε να μαθευτεί παραέξω πως δύσκολα γίνονται δεκτές οι αιτήσεις πολιτικού ασύλου κι ότι ξαποστέλλονται γρήγορα οι ”παράτυποι μετανάστες” εκεί απ’ όπου μας ήρθαν…

Άφησα τελευταίες αλλά όχι έσχατες τέσσερις άξιες λόγου επισημάνσεις. Η πρώτη αφορά την επιτακτική ανάγκη για εξοπλιστική ενίσχυση (με τη βοήθεια και των Ελλήνων εφοπλιστών και επιχειρηματιών) των τριών Όπλων μας, με επίταση στην Αεροπορία, το Ναυτικό, το Λιμενικό (Ελληνική Ακτοφυλακή) και την Αστυνομία, καθώς πολλά από τα νησιά που συμπεριλαμβάνονται στα διεκδικούμενα από την Τουρκία είναι υποψήφια ”θύματα” ασύμμετρης απειλής – δια του μεταναστευτικού και όχι μόνο – στην ατζέντα του Ερντογάν.

Η δεύτερη αφορά το σοβαρό ενδεχόμενο να ξαναγυρίσουν οι Τούρκοι στον Έβρο με άλλη στόχευση. Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε σε ύψιστη επιφυλακή τον Στρατό Ξηράς εκεί και, με την ευκαιρία αυτή, να αυξήσουμε σε δώδεκα από εννιά μήνες τη στρατιωτική θητεία.

Η τρίτη είναι να ενισχύσουμε ψυχολογικά το πεσμένο ηθικό των Ελλήνων αναδιαμορφώνοντας το εσωτερικό μέτωπο με βάση μια αναβαθμισμένη Παιδεία και την ανάδειξη δι’ αυτής των αρετών των Ελλήνων και των ιδανικών τους, με προεξάρχοντα τον δημοκρατικό πατριωτισμό, που θα προβάλει προς τα έξω τη συνέχεια του Ελληνισμού και τη διαχρονική αξία του, σε συμπόρευση με την Ορθόδοξη Παράδοσή μας.

Με τα όπλα αυτά στη φαρέτρα μας και με ενδυνάμωση της πολυμερούς συνεργασίας μας στην Μεσόγειο με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Κύπρο, συν όλες τις άλλες προσεγγίσεις που απαιτούνται να γίνουν για αναθέρμανση των σχέσεών μας με τις χώρες της ΕΕ και τις υπερατλαντικές, νομίζω πως θα έχουμε το θάρρος να αντικρίσουμε κατάματα την Τουρκία που επιβουλεύεται τα εδάφη μας και τα εδάφη της Κύπρου.

Ο δρόμος είναι μακρύς και ανηφορικός κι ο χρόνος σύντομος και πιεστικός για να προλάβουμε να αναγεννηθούμε. Όμως οι λύσεις σ’ αυτήν την περίπτωση είναι δυο και δοκιμασμένες: συστράτευση πολιτών και πολιτικής ηγεσίας, όπως έγινε με την πανδημία επιτυχώς και ανάθεση ρόλων στους ικανούς ανεξαρτήτως του πολιτικού προσανατολισμού τους, πράγμα που θα εξομαλύνει την υπάρχουσα ένταση στην πολιτική ζωή του τόπου.

Έτσι κι αλλιώς, εν όψει των ασύμμετρων απειλών που εκτοξεύει εξ Ανατολών μας ο Τούρκος, είναι αναγκαίο να συγκροτήσουμε εθνικό και κοινωνικό εσωτερικό μέτωπο, που θα εμψυχώσει τον στρατό μας δείχνοντάς του τον δρόμο της νίκης σε περίπτωση σύρραξης.

Αν καθίσουμε πάλι σε Τραπέζι Διαπραγματεύσεων με εξασφαλισμένη τη σφυρηλάτηση της ενότητας στο εσωτερικό μας, δε θα φτάσουμε σε συνθηκολόγηση ήττας όπως φτάσαμε στις Πρέσπες, αλλά θα διαπραγματευθούμε απ’ τη θέση του ισχυρού. Κι ο ισχυρός γράφει πάντα τους όρους της συνθηκολόγησης, όχι ο αδύναμος.

Αυτό το γνώριζε ο Τάσσος Παπαδόπουλος το 2004, όταν κλήθηκε να καθίσει σε Τραπέζι διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Ήξερε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία – με βάση το Σχέδιο Ανάν που της επιφύλασσαν – θα βρισκόταν απ’ την πλευρά του χαμένου, του ανίσχυρου κι αυτό θα ήταν σε βάρος των εθνικών συμφερόντων και δικαίων της. Γι’ αυτό είπε το αξέχαστο:

– … Εγώ παρέλαβα κράτος, δε θα παραδώσω κοινότητα…, που θα μείνει στην Ιστορία σαν φράση παραδειγματισμού ενός σπουδαίου πολιτικού, ενός σπουδαίου ηγέτη, η στάση του οποίου έρχεται σε αντίστιξη, δυστυχώς, μ’ αυτούς που εκπροσωπούσαν και εκπροσωπούν το ηττοπαθές κατεστημένο της Εξωτερική πολιτικής μας…

Κρινιώ Καλογερίδου
Πηγή:antinews.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις