Δεκαπέντε αξιωματικοί της Πυροσβεστικής δείχνουν στις απολογίες τους ο ένας τον άλλον –
Με την αντίστροφη μέτρηση για τη συμπλήρωση τριών χρόνων από την εφιαλτική 23η Ιουλίου του 2018 να πλησιάζει, οπότε και έχασαν τις ζωές του 103 άνθρωποι στο Μάτι, ο αρμόδιος ανακριτής ολοκλήρωσε την ανάκριση, με τους 15 αξιωματικούς της Πυροσβεστικής που κλήθηκαν να απολογηθούν να δείχνουν ο ένας τον άλλον. Ο τότε αρχηγός υποστήριξε ότι την ευθύνη είχε ο υπαρχηγός, ο υπαρχηγός έδειξε τον αρχηγό, οι αξιωματικοί στο Κέντρο Επιχειρήσεων έριξαν το μπαλάκι στους συναδέλφους τους στο πεδίο και οι τελευταίοι στους τρεις πρώτους.
Στην απολογία του ο τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής Σωτήρης Τερζούδης περιέγραψε τον εαυτό του σαν να ήταν υπό περιορισμό από τον υπαρχηγό του Βασίλη Ματθαιόπουλο και τον διοικητή του ΕΣΚΕ Γιάννη Φωστιέρη και έβαλε στο κάδρο τον τότε αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Νίκο Τόσκα. Σύμφωνα με τον τότε αρχηγό:
– Υπεύθυνος για την εφαρμογή του σχεδίου ετοιμότητας και πρόληψης ήταν ο κ. Ματθαιόπουλος.
– Υπήρξε αβελτηρία από την πλευρά του ΕΣΚΕ, και συγκεκριμένα του κ. Φωστιέρη, ο οποίος όφειλε να είχε ενημερώσει την Πολεμική Αεροπορία ώστε να υπάρχει εναέρια επιτήρηση.
– Για τις επίγειες δυνάμεις υπεύθυνος ήταν ο κ. Χρήστος Γκολφίνος (199 ΣΕΚΥΠΣ).
– Ο κ. Τόσκας, χωρίς να το γνωρίζει ο αρχηγός ή χωρίς την έγκρισή του, έδινε επιχειρησιακές εντολές στον κ. Φωστιέρη που τις εκτελούσε.
– Ο κ. Φωστιέρης έδινε στον αρχηγό ελλιπή ενημέρωση.
– Την ίδια ακριβώς ελλιπή ενημέρωση είχε και από τον κ. Ματθαιόπουλο.
Ο κ. Τερζούδης επέρριψε στον κ. Ματθαιόπουλο και τις ευθύνες για τη μη ενημέρωση του Αλέξη Τσίπρα για τους νεκρούς, αν και γνώριζαν για την ύπαρξή τους, ενώ όταν ρωτήθηκε από τον ανακριτή για τον ρόλο του κ. Τόσκα απάντησε «ουδέν σχόλιο, στην κρίση σας»!
Από τις πρώτες λέξεις της απολογίας του ο κ. Ματθαιόπουλος φρόντισε να καταστήσει σαφές στον ανακριτή της υπόθεσης ότι «έδρασα κατόπιν εντολής αρχηγού», ότι «για τα εναέρια αποκλειστικά αρμόδιος είναι ο αρχηγός Π.Σ., που εκείνη την ημέρα ήταν ο κ. Τερζούδης» κ.ο.κ.! Ο τότε υπαρχηγός Επιχειρήσεων επέρριψε ευθύνες και στους αξιωματικούς που είχαν διαδοχικά την ευθύνη επί του πεδίου στη φωτιά του Νταού λέγοντας ότι «ήταν οι μόνοι καθ’ ύλην αρμόδιοι να ζητήσουν από την αξιωματικό Επιχειρήσεων, που εκείνη την ώρα ήταν η κυρία Ξυλάγγουρα, τη συνδρομή εναερίων μέσων. Εν συνεχεία, η κυρία Ξυλάγγουρα όφειλε να ενημερώσει τον κ. Φωστιέρη, ως διοικητή του ΕΣΚΕ, και ακολούθως ο τελευταίος να ενημερώσει τον κ. Τερζούδη, αρχηγό Π.Σ., προκειμένου ο τελευταίος να εγκρίνει ή όχι την αποστολή εναέριων μέσων».
Σε ό,τι αφορά τον ρόλο του, ακολούθησε και αυτός το παράδειγμα του τότε αρχηγού του: «Εγώ σε όλη αυτή τη διαδικασία δεν ήμουν υποχρεωμένος και δεν είχα καμία αρμοδιότητα να εμπλακώ στην αποστολή εναέριων μέσων στο Νταού»!
Ο κ. Ματθαιόπουλος διέψευσε τον τότε αρχηγό του για την εμπλοκή Τόσκα λέγοντας ότι «δεν αντιλήφθηκα εμπλοκή Τόσκα σε επιχειρησιακά θέματα», αλλά και τον διάδοχό του Στέφανο Κολοκούρη, τότε διοικητή της ΕΜΑΚ, υποστηρίζοντας ότι του έδωσε εντολή να μεταβεί στο Μάτι στις 17.00 και όχι στις 19.00 όπως κατέθεσε ο τελευταίος. Επανέλαβε, τέλος, παλαιότερες δηλώσεις του, ότι θέλησε να μεταβεί στο μέτωπο της φωτιάς, αλλά του το αρνήθηκε ο κ. Τερζούδης. Από τον οποίο διαφοροποιήθηκε και στο θέμα των νεκρών, λέγοντας ότι έμαθε για τους νεκρούς στις 23.50, ίσως και μετά τις 24.00.
Στη δική του κατάθεση ο διοικητής του ΕΣΚΕ, Γιάννης Φωστιέρης, διευκρίνισε ότι είχε επικοινωνήσει με την Πολεμική Αεροπορία για το πρωινό αεροσκάφος επιτήρησης: «Η Πολεμική Αεροπορία μού είπε ότι θα πετάξει, συνεπώς και εγώ έμεινα με την εντύπωση ότι πέταξε»! Στο κρίσιμο θέμα της εκκένωσης – οργανωμένης απομάκρυνσης των πολιτών, ο ανακριτής ρώτησε τον διοικητή του ΕΣΚΕ αν ενημέρωσε τους αξιωματικούς στο πεδίο για την αδυναμία αποστολής εναέριων μέσων: «Προσωπικά εγώ όχι. Πιστεύω όμως ότι η ενημέρωση αυτή δόθηκε στους επικεφαλής από τα όργανα του ΕΣΚΕ». «Ποια είναι αυτά τα όργανα;» ρώτησε ο ανακριτής. «Φυσικά πρόσωπα, δεν μπορώ να αναφέρω γιατί όλοι μιλούσαν με όλους, αλλά όχι με τη λάθος έννοια», απάντησε. Ο κ. Φωστιέρης δηλώνει ακόμη ότι «μας ενημέρωσαν για νεκρούς περίπου στις 19.15 και μετά», επιβεβαιώνοντας έτσι τον κ. Τερζούδη και διαψεύδοντας τον κ. Ματθαιόπουλο!
Ο διοικητής του 199 ΣΕΚΥΠΣ, Χρήστος Γκολφίνος, κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις για τις δυνάμεις που είχαν μεταφερθεί στην Κινέτα. Υπερασπίστηκε την επιλογή και δήλωσε: «Ο,τι μετακίνηση δυνάμεων έγινε εκείνη την ημέρα έγινε εις γνώση της φυσικής μου ηγεσίας (Τερζούδης, Ματθαιόπουλος, Φωστιέρης)». «Εικόνα για την κατεύθυνση της πυρκαγιάς είχατε;» τον ρώτησε ο ανακριτής. «Οχι. Δεν είχα πραγματική εικόνα για την εξέλιξη της πυρκαγιάς!» απάντησε ο κ. Γκολφίνος και υποστήριξε ότι οι Νικόλαος Παναγιωτόπουλος και Χαράλαμπος Χιώνης από το πεδίο ενημέρωναν απευθείας τον αρχηγό και τον υπαρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος.
Ο Φίλιππος Παντελεάκος, που ήταν στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Πολιτικής Προστασίας, στην απολογία του επέρριψε ευθύνες στους αξιωματικούς που ήταν στο πεδίο. «Για την εξέλιξη της πυρκαγιάς και τους κινδύνους εκτίμηση μπορούσε να γίνει μόνο από τους αρμόδιους φορείς που επιχειρούσαν στο πεδίο», ανέφερε στον ανακριτή και περιέγραψε έναν πιο ενεργό ρόλο του κ. Ματθαιόπουλου λέγοντας ότι «μιλούσαμε συχνά, του μετέφερα τα αιτήματα που υπήρχαν και μου έδινε εντολές».
– «Εκείνη την ημέρα ο μόνος που μου έδινε εντολές με την έγκριση του αρχηγού, προκειμένου να επιχειρήσει εναέριο μέσο, ήταν ο κ. Φωστιέρης».
– «Καμία εντολή που δέχτηκα από τον κ. Φωστιέρη εκείνη την ημέρα δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την έγκριση του κ. Τερζούδη».
Με αυτά τα λόγια η αξιωματικός Επιχειρήσεων εκείνης της ημέρας, Μαρία Ξυλάγγουρα, που ήταν αρμόδια για τα εναέρια μέσα, έδειξε με τη σειρά της τον πρώην αρχηγό της.
Ο νυν αρχηγός και τότε επικεφαλής της ΕΜΑΚ, Στέφανος Κολοκούρης, επέμεινε ότι κλήθηκε πολύ αργά να συνδράμει στο Μάτι. «Μόνο ο κ. Ματθαιόπουλος με πήρε τηλέφωνο για τη συγκεκριμένη πυρκαγιά και πρέπει να με πήρε μεταξύ 19.00 και 19.20», απάντησε σε σχετική ερώτηση του ανακριτή και πρόσθεσε: «Φτάσαμε Ραφήνα 20.50… Ωστόσο όταν έφτασα εκεί δεν βρήκα φωτιά».
Στο ερώτημα του ανακριτή γιατί δεν πέταξε ακόμη 15-20 λεπτά, καθώς το ελικόπτερο είχε καύσιμα, ο εναέριος συντονιστής Χρήστος Λάμπρης αντέταξε ότι «ο πιλότος μού είπε πως έπρεπε να φύγουμε», γεγονός που επιβεβαίωσαν οι δύο χειριστές, Χρήστος Δροσόπουλος και Δαμιανός Πομάκης. Στις δικές τους καταθέσεις απέδωσαν την απόφασή τους στις καιρικές συνθήκες και τα αεροδρόμια που είχαν υποχρεωθεί να κλείσουν.
Εκ διαμέτρου αντίθετη εικόνα με τους αξιωματικούς που ήταν στο Κέντρο Επιχειρήσεων έδωσαν οι συνάδελφοί τους επί του πεδίου. Ο διοικητής Αθηνών Νικόλαος Παναγιωτόπουλος επισήμανε στην κατάθεσή του: «Οταν έχουμε μια μεγάλη πυρκαγιά πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί στο ξεκίνημά της. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει μέσα στα πρώτα 30 λεπτά να κινητοποιηθούν τουλάχιστον τρία εναέρια μέσα». Κάτι που δεν έγινε. Σε ό,τι αφορά το θέμα απομάκρυνσης των πολιτών, ο αξιωματικός της Πυροσβεστικής επέρριψε ευθύνες στην Περιφέρεια Αττικής.
Ο διοικητής Ανατολικής Αττικής Χαράλαμπος Χιώνης κατέθεσε ότι στις 18.05, επειδή δεν βρήκε τον κ. Ματθαιόπουλο, είπε στον κ. Τερζούδη ότι υπάρχει κίνδυνος για τους ανθρώπους και πως δεν υπάρχουν δυνάμεις. «Επικοινώνησα και με τον κ. Αναγνωστάκη, υπαρχηγό Υποστήριξης, και του ζήτησα να στείλει ό,τι έχει και δεν έχει», είπε χαρακτηριστικά και υποστήριξε ότι στις 18.20 «είπα στον Μπουρνού να διώξει κόσμο… εκείνος δεν απάντησε, δεν ανταποκρίθηκε σε αυτό που του είπα, μιλούσε στο τηλέφωνο».
Ο Γεώργιος Πορτοζούδης, διοικητής ΥΕΜΣ (Υπηρεσίας Εναερίων Μέσων) παραδέχτηκε ενώπιον του ανακριτή ότι στο«Ελευθέριος Βενιζέλος» υπήρχαν άλλα δύο διαθέσιμα ελικόπτερα, αλλά «δεν ζητήθηκε η χρήση τους από τον αρχηγό του Π.Σ. Σωτήρη Τερζούδη».
Ο διοικητής Νέας Μάκρης, Δαμιανός Παπαδόπουλος, ήταν από τους πρώτους που έφτασαν στο μέτωπο. Εφόσον πρώτα μίλησε για τις κινήσεις του δήλωσε: «Περί τις 18.50 πήρα τη Μαραθώνος προς τη Ραφήνα και μετά τη διασταύρωση πήγα προς το Νταού, γιατί είχα απελπιστεί αφού δεν έβλεπα πυροσβεστικά οχήματα, ούτε εναέρια. Μετά διαπίστωσα ότι όλα τα επίγεια πήγαιναν στο Νταού που ήταν η ουρά της πυρκαγιάς».
– «Τα οχήματα αυτά ορθώς πήγαιναν στο Νταού», παρενέβη ο ανακριτής.
– «Εσφαλμένως πήγαιναν, γιατί στο μέτωπο Βουτζάς – Μάτι δεν συνάντησα κανένα πυροσβεστικό όχημα από άλλους πυροσβεστικούς σταθμούς όπου κι έγινε η μεγάλη καταστροφή»!
– «Ποιος έδινε την εντολή;» επέμεινε ο δικαστικός λειτουργός.
– «Την εντολή την έδινε το 199. Ξέρω ότι διοικητής στο 199 ήταν ο κ. Γκολφίνος. Επίσης, η ηγεσία του ΕΣΚΕ, δηλαδή Τερζούδης, Φωστιέρης και Ματθαιόπουλος, ήταν ενήμεροι για την παραπάνω κατεύθυνση των οχημάτων».
– «Στα 30 χρόνια υπηρεσίας μου είναι η πρώτη φορά που ζήτησα ενισχύσεις και δεν ήρθαν», κατέληξε.
Με τον κόσμο στη θάλασσα από τις πρώτες απογευματινές ώρες ο διοικητής Πειραιά και υπεύθυνος για τα πλωτά μέσα του Πυροσβεστικού Σώματος, Γιάννης Σταμούλης, κατέθεσε ότι μέχρι τις 19.00 δεν είχε καμία εντολή από ΕΣΚΕ, αρχηγό ή υπαρχηγό! «Στις 19.00 με πήρε στο κινητό μου ο κ. Ματθαιόπουλος και μου ζήτησε να μεταβώ στον Κάλαμο και να τεθώ επικεφαλής της πυρκαγιάς που ήταν σε εξέλιξη εκείνη τη στιγμή», είπε στην απολογία του.
– «Συνεπώς, τα τρία πλοιάρια που μας αναφέρατε ανωτέρω βρίσκονταν ακινητοποιημένα στο λιμάνι του Πειραιά», σημείωσε ο ανακριτής.
– «Ναι, βρίσκονταν στην εγκατάστασή τους, επαναλαμβάνω όμως και πάλι για να κινηθούν έπρεπε να πάρω εντολή αρχηγού που τότε ήταν ο κ. Τερζούδης. Τέτοια εντολή δεν δόθηκε στον Λιμενικό Σταθμό, οπότε δεν έφτασε και σε μένα».
Δήλωση Αντώνη Φούσα, δικηγόρου οικογενειών των τραγικών θυμάτων στο Μάτι και στον Νέο Βουτζά
«Μετά από δυόμισι χρόνια ολοκληρώνεται ένα πολύ δύσκολο έργο της ανάκρισης για τα 103 τραγικά θύματα από την πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου του 2018 στην Ανατολική Αττική. Μια ανάκριση πολύ δύσκολη, διότι θα έπρεπε να ερευνηθούν απόρρητα και μυστικά στοιχεία και να καταλογιστούν ευθύνες σε υπεύθυνους και αρμόδιους αξιωματούχους. Ο ανακριτής, πιστός στο καθήκον του και αφοσιωμένος στο ανακριτικό του έργο, αγωνίστηκε επί δύο και πλέον χρόνια για να βρει την αλήθεια και για να καταλογίσει ευθύνες ανακριτικά στους υπεύθυνους αξιωματούχους για τις εγκληματικές παραλείψεις τους.
Για τις τυχόν ευθύνες αρμόδιων τότε πολιτικών δεν ήταν έργο της ανάκρισης και της Δικαιοσύνης γενικότερα, διότι από το Σύνταγμα υπεύθυνη ήταν μόνο η Βουλή των Ελλήνων. Αφού τελείωσε η ανάκριση, η ογκώδης δικογραφία θα διαβιβαστεί στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και ακολούθως στο Δικαστικό Συμβούλιο Πρωτοδικών Αθηνών για να εκδώσει το σχετικό βούλευμα, βάσει του οποίου θα οδηγηθούν οι αρμόδιοι στο δικαστήριο για να λογοδοτήσουν για τις πρωτοφανείς και εγκληματικές παραλείψεις τους. Οι συγγενείς των τραγικών θυμάτων αγωνιούν για το πότε η υπόθεση θα οδηγηθεί στο δικαστήριο προκειμένου να επιβληθούν οι προσήκουσες ποινές στους υπεύθυνους, που θα είναι γι’ αυτούς μια ηθική δικαίωση».
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις