Η δράση των δυνάμεων της Αστυνομίας την 6η Δεκέμβρη προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Ρίψη βομβίδων κρότου λάμψης σε κλειστό χώρο, επιθέσεις σε δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ και μη τήρηση των μέτρων για τον κορονοϊό.
Στη διασταύρωση των οδών Τζαβέλα και Μεσολογγίου, φέτος δεν μπορούσε κανείς να πλησιάσει. Το σημείο απ’ όπου το 2008 ξεχύθηκε ένα ποτάμι οργής που όμοιό του η Ελλάδα δεν είχε δει για χρόνια, ήταν χθες, 12 χρόνια μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον αστυνομικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα, απροσπέλαστο.
Η απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας για απαγόρευση συναθροίσεων άνω των τριων ατόμων σε όλη τη χώρα, προμήνυε πως η ημέρα θα έχει αρκετές ομοιότητες με αυτήν της 17ης Νοέμβρη. Κάτι που τελικά ίσχυσε ως ένα βαθμό. Ωστόσο στην επιχειρησιακή τακτική της ΕΛ.ΑΣ προστέθηκαν δύο σημαντικές παράμετροι.
Αρχικά, από νωρίς, (μετά τις 08:00) γίνονταν προσαγωγές οποιουδήποτε επιχειρούσε να κινηθεί προς το σημείο της δολοφονίας του 15χρονου μαθητή και όλων όσων επιχείρησαν να κινηθούν προς το κέντρο της Αθήνας σε ομάδες. Οι περίπου 4.000 αστυνομικοί που επιστρατεύτηκαν, πραγματοποιούσαν ελέγχους από τα Προπύλαια και την Χαλκοκονδύλη σε όποιον κατευθυνόταν προς τα Εξάρχεια.
Δεύτερον, μετά και τα δεκάδες βίντεο και φωτογραφίες που το προηγούμενο διάστημα αναδείκνυαν την αστυνομική αυθαιρεσία και τις βίαιες τακτικές ανδρών της ΕΛ.ΑΣ, αποφασίστηκε να απομακρύνονται όλοι οι δημοσιογράφοι, οι φωτορεπόρτερ και οι εικονολήπτες από τα σημεία που γίνονταν επιχειρήσεις σε απόσταση που δεν θα μπορούσαν να έχουν ορατότητα.
Η απόφαση για την απαγόρευση των συναθροίσεων δεν ίσχυσε, ή μάλλον επεκτάθηκε για άγνωστο λόγο, σε απαγόρευση οποιασδήποτε κίνησης προς την διασταύρωση των οδών Τζαβέλα και Μεσολογγίου. Άνθρωποι που επιχείρησαν να κινηθούν μόνοι τους, ακόμη και στο πλαίσιο ενός περίπατου –όπως προβλέπουν άλλωστε και τα μέτρα κατά τις εξάπλωσης της πανδημίας- δεν κατάφεραν να προσεγγίσουν το σημείο και να αφήσουν λουλούδια. Ένας από αυτούς τους ανθρώπους ήταν και ο γυμνασιάρχης του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, Γιώργος Θαλάσσης, στον οποίο δεν επετράπη η πρόσβαση νωρίς το πρωί. Το ίδιο έγινε και με όσους επιχείρησαν να προσεγγίσουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.Άνθρωποι με τα λουλούδια ανά χείρας, τις περισσότερες φορές μόνοι τους ή σε δυάδες, μόλις πλησίαζαν στην περιοχή που βρίσκεται το σημείο της δολοφονίας, αναγκάζονταν από τις αστυνομικές δυνάμεις να αποχωρήσουν Στο τετράγωνο Μπενάκη -Κωλέττη-Ζωοδόχου Πηγής- Μεταξά δεν μπορούσε να κινηθεί απολύτως κανένας, με τους αστυνομικούς να πραγματοποιούν ελέγχους και να οδηγούν τους περαστικούς από παρακείμενα στενά.
Αυτό που επίσης προκαλούσε εντύπωση, ήταν το γεγονός πως παρά τα όσα συνέβησαν την 17η Νοέμβρη και τα δεκάδες κρούσματα στο σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, ένας πολύ μεγάλος αριθμός των αστυνομικών που συμμετείχαν στην επιχείρηση την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου, δεν τήρησε ξανά τα μέτρα προστασίας, κυκλοφορώντας χωρίς μάσκα στο πρόσωπο.
Στις 11 το πρωί, δέκα μέλη του ΚΚΕ-μλ, που βρίσκονταν έξω από βιβλιοπωλείο στην οδό Γραβιάς, περικυκλώθηκαν από ισχυρές δυνάμεις της Αστυνομίας. Αφού τους ζητήθηκαν ταυτότητες και έγιναν έλεγχοι στα έγγραφά τους, αποκλείστηκαν στο σημείο μέχρι να έρθει βαν και να ολοκληρωθούν οι προσαγωγές τους.
Ίδιο σκηνικό και μια ώρα αργότερα επί της οδού Ναυαρίνου, όπου 30 μέλη του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος, βρέθηκαν εκεί τηρώντας αποστάσεις 2 μέτρων μεταξύ τους και με μάσκες. Μέλη της ομάδας ΔΡΑΣΗ και ΜΑΤ, τους περικύκλωσαν μέχρι να έρθουν λεωφορεία της Αστυνομίας και να τους προσάγουν. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και οι δικηγόροι της δίκης της Χρυσής Αυγής, Θανάσης Καμπαγιάννης και Κωστής Παπαδάκης, αλλά και ο Περιφερειακός Σύμβουλος, Κώστας Τουλγαρίδης. Όλοι τους μεταφέρθηκαν στην Διεύθυνση Μεταγωγών, στην οδό Πέτρου Ράλλη.
Να κινηθούν προς το σημείο της δολοφονίας, επιχείρησαν λίγο αργότερα και περίπου 60 φοιτητές, οι οποίοι ξεκίνησαν από την οδό Πανεπιστημίου, επίσης με αποστάσεις μεταξύ τους και μάσκες, κρατώντας πανό. Λίγο πριν την Ομόνοια ωστόσο, άνδρες των ΜΑΤ τους εμπόδισαν την κίνηση. Όταν οι φοιτητές άρχισαν να υποχωρούν για να φύγουν, η Αστυνομία άρχισε να τους κυνηγά, εγκλωβίζοντάς τους μέσα σε πολυκατοικία στη στοά Φεξή.
Στην πλατεία Εξαρχείων, στο στενό της Τσαμαδού, δεκάδες αστυνομικοί της ομάδας ΔΡΑΣΗ και των ΜΑΤ, έφτασαν χωρίς να έχει προηγηθεί ένταση, ζητώντας από άτομα που βρίσκονταν σε πολυκατοικία να αποχωρήσουν αλλιώς θα προσάγονταν. Κάτοικοι της περιοχής ζήτησαν τον λόγο από τους αστυνομικούς, λέγοντάς τους πως δεν είχαν λόγο να ζητούν από ανθρώπους που μένουν στο σημείο να φύγουν. Οι αστυνομικοί παρέμειναν στην πλατεία και περίπου μετά από μια ώρα, όταν εμφανίστηκαν περίπου πέντε άτομα κρατώντας ένα πανό, επιτέθηκαν για να τα συλλάβουν, πετώντας δύο βομβίδες κρότου λάμψης στην είσοδο πολυκατοικίας και πραγματοποιώντας μια βίαιη προσαγωγή. Ενώ επιχειρούσαν στο σημείο, τα ΜΑΤ έριξαν στο έδαφος και μια γυναίκα που κινούταν με τη βοήθεια μπαστουνιού.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, η ομάδα ΔΡΑΣΗ προχώρησε σε επίθεση πέφτοντας με τα μηχανάκια πάνω στους δημοσιογράφους, τους φωτορεπόρτερ και τους εικονολήπτες που βρίσκονταν στο σημείο, τακτική που είχε ακολουθηθεί και στις 17 Νοέμβρη στην πλατεία Μεταξουργείου –εναντίον διαδηλωτών τότε- αλλά και στο παρελθόν, όταν η συγκεκριμένη ομάδα ονομαζόταν ΔΕΛΤΑ.
Λίγα μέτρα πιο μακριά, στο σημείο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, άνδρας των ΜΑΤ, πήρε μια από τις ανθοδέσμες που βρίσκονταν στο μνημείο και την διέλυσε πάνω σε συνάδελφό του, σε μια πρωτοφανή κίνηση ασέβειας προς τον νεκρό. Για το συγκεκριμένο περιστατικό, το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, ανακοίνωσε πως θα ξεκινήσει διοικητική έρευνα για την συμπεριφορά του αστυνομικού. Αξίζει να σημειωθεί πως για μια ακόμη ημέρα, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη δεν επεδίωξε να επιβάλλει τα όσα ο ίδιος ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης είχε προαναγγείλει πριν από ένα χρόνο περί διακριτικών στα κράνη και τις στολές των αστυνομικών, ώστε να διευκολύνεται η ταυτοποίησή τους σε τέτοιες περιπτώσεις και οι Ε.Δ.Ε. να μην καταλήγουν στο αρχείο. Αντί για αυτό, στο κράνος ενός άνδρα της ΔΡΑΣΗ, υπήρχε ένα μεγάλο αυτοκόλλητο με μια σιδερογροθιά και τα γράμματα ΧΧΧΙ, ονομασία ενός σώματος της ναζιστικής Βέρμαχτ.
Λίγες ώρες αργότερα, κλούβες των ΜΑΤ και άνδρες της ΔΡΑΣΗ, έφτασαν στην οδό Αραχώβης, όπου σε μια πολυκατοικία βρίσκονταν από το πρωί άτομα από την ομάδα «Ταξική Αντεπίθεση». Τα συγκεκριμένα άτομα είχαν απλώσει ένα πανό σε μπαλκόνι της πολυκατοικίας και η Αστυνομία περικύκλωσε τον χώρο, απομακρύνοντας βίαια με τις ασπίδες τους δημοσιογράφους και τους φωτορεπόρτερ, σε απόσταση περίπου 200 μέτρων απ’ όπου δεν είχαν οπτική επαφή με το σημείο και την επιχείρηση.
Πέραν των παραπάνω μαζικών προσαγωγών, έγιναν και δεκάδες άλλες, μεμονωμένων ατόμων που κυκλοφορούσαν στην περιοχή των Εξαρχείων, με τον συνολικό αριθμό των προσαχθέντων να ανέρχεται στις 374, εκ των οποίων οι 135 μετατράπηκαν σε συλλήψεις για παραβίαση για την πρόληψη ασθενειών (άρθρο 285 του Ποινικού Κώδικα).
Τέλος, αργά το βράδυ, η δικηγόρος Ευαγγελία Αμπαζή, η οποία βρέθηκε στον 6ο όροφο της ΓΑΔΑ, κατήγγειλε στο News 24/7 πως ένας από τους ανήλικους συλληφθέντες έπαθε κρίση επιληψίας, έπεσε στο έδαφος και έτρεχε αίμα από το στόμα του, ωστόσο για περίπου μισή ώρα δεν του παρασχέθηκε καμία βοήθεια στο κτίριο. Όπως είπε η δικηγόρος: «Συγκρατούμενοί του προσπάθησαν να τον περιθάλψουν μέχρι που μετά από 30 λεπτά ήρθε ασθενοφόρο. Στον 6ο όροφο βρίσκονται 62 άτομα και στον 7ο άλλα 40 περίπου. Τους έχουν σαν σαρδέλες, χωρίς να τηρείται απολύτως κανένα μέτρο προστασίας από την πανδημία».
news247.gr
eurokinissi
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις