Στη ζυγαριά της Θέμιδος η εκλεκτή του Κυριάκου και ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, στον οποίο ο μηχανισμός του Μαξίμου δεν κατάφερε να βρει κανένα ψεγάδι

Από τον Αύγουστο μέχρι και σήμερα όλη η κυβερνητική ομάδα κρούσης, μαζί με τα πιόνια της, έχει εξαπολύσει ένα «ανθρωποκυνηγητό» για να εντοπίσει «κηλίδες» και αδυναμίες στην 38χρονη καριέρα του ανώτατου δικαστικού Χρήστου Ράμμου. Δεν έχει εντοπιστεί το παραμικρό ψεγάδι και γι’ αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί η… πολυπόθητη αποδόμηση του προέδρου της ΑΔΑΕ. Δεν υπάρχει τίποτα με… οσμή σκανδάλου για να του προσάψουν στη θητεία σχεδόν τεσσάρων δεκαετιών στο Συμβούλιο Επικρατείας και στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.

  • Από τον Βασίλη Γαλούπη

Στο ίδιο διάστημα όλοι όσοι αντιδρούν στις μαζικές υποκλοπές της πρωθυπουργικής ΕΥΠ αναζητούν το παρελθόν της εισαγγελέως Βασιλικής Βλάχου, που προσδίδει με την υπογραφή της νομιμότητα στις -κατά τα άλλα αδικαιολόγητες- παρακολουθήσεις πολιτικών, στρατιωτικών και δημοσιογράφων. Ο φάκελός της παρουσιάζει υψηλό ενδιαφέρον για την πρότερη δράση της, ενισχύοντας την καχυποψία για τον ρόλο της στο τωρινό σκάνδαλο υποκλοπών.

Η Βλάχου χαρακτηρίζεται πλέον δημοσίως, ακόμα και σε ομιλίες στη Βουλή, ως «επικίνδυνη για τη δημοκρατία», που «κάνει κατ’ εξακολούθηση κατάχρηση εξουσίας».

Μέχρι σήμερα η Δικαιοσύνη εκφράζεται θεσμικά από δύο πυλώνες στο σκάνδαλο των υποκλοπών. Τα μοναδικά πρόσωπα-κλειδιά που λειτουργούν για τη Θέμιδα είναι ο Ράμμος και η Βλάχου. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι δεν υφίσταται σοβαρή ανακριτική διερεύνηση για τον εντοπισμό των ενόχων, οπότε το «τρίτο πρόσωπο» που είχε υποχρέωση να δραστηριοποιηθεί είναι απλά ανύπαρκτο.

Από τη μια πλευρά ο πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ, Μητσοτάκης, «ακούμπησε» στη Βλάχου. Και «κάηκε». Ολο το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα πόνταρε στην ακεραιότητα του Ράμμου. Και δικαιώθηκε.

Τα μοναδικά επιβεβαιωμένα και αδιαμφισβήτητα στοιχεία που υπάρχουν μέχρι σήμερα για την εκτροπή με τις παρακολουθήσεις προέρχονται από την ΑΔΑΕ και μόνον. Δίχως τον Ράμμο δεν θα μπορούσε τίποτα να αποδειχθεί. Ούτε η υποκλοπή στον Ανδρουλάκη ούτε η «εξάδα» που κοινοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη.

Καλείται να δώσει εξηγήσεις

Οι παρακολουθήσεις έχουν την υπογραφή της Βλάχου, η οποία καλείται πλέον να εξηγήσει τώρα για ποιο λόγο υπέγραφε και με ποια νόμιμη αιτιολογία «παγιδεύθηκαν» οι συγκεκριμένοι άνθρωποι. Οι δικαστικοί που βρίσκονται στις συγκεκριμένες θέσεις, αυτή του εισαγγελέα της ΕΥΠ και αυτή του προέδρου της ΑΔΑΕ, αποτελούν τους μοναδικούς θεματοφύλακες του κράτους δικαίου όσον αφορά τη θεμελιώδη ελευθερία των επικοινωνιών.

Στην περίπτωση της Βλάχου είχαμε μία αδύναμη δικαστική εποπτεία των παρακολουθήσεων της ΕΥΠ, υπό βαρύ έλεγχο από το Μαξίμου, που επέτρεψε την πολιτική εργαλειοποίηση της υπηρεσίας. Η εισαγγελέας συνέβαλε ώστε η εσωτερική κατασκοπία από το Μαξίμου να «μασκαρευτεί» ως «νόμιμη» προστασία της ασφάλειας της χώρας και των πολιτών της. Η δουλειά της ήταν να μην αφήνει την Υπηρεσία Πληροφοριών να έχει ασύδοτη λειτουργία, αλλά δεν την έκανε. Τίποτα δεν θα μπορούσε να «κινηθεί» δίχως τη δική της -«δικαστικής» ισχύος- εξουσιοδότηση.

Αλλά τελικά η Βλάχου έβαζε πολύ εύκολα την υπογραφή της, όπως αποδεικνύεται. Εχοντας -προφανώς- την πεποίθηση ή και τις εγγυήσεις ότι θα παραμένει για πάντα απρόσβλητη από τον δημόσιο έλεγχο. Οπωσδήποτε, πάντως, χωρίς το ονοματεπώνυμό της κάτω από τα εντάλματα δεν θα μπορούσε να γίνει κατάχρηση της ΕΥΠ ως το προσωπικό πολιτικό όπλο του προϊσταμένου της Υπηρεσίας Πληροφοριών, Μητσοτάκη.

Η Βασιλική Βλάχου (αριστερά) και ο Χρήστος Ράμμος

Εγγυητής του κράτους δικαίου

Από την άλλη, η δουλειά της ΑΔΑΕ στη συγκεκριμένη υπόθεση ήταν να μην επιτρέψει στην κυβέρνηση και την πρωθυπουργική ΕΥΠ να καταχραστεί το -κατά τα άλλα νόμιμο- δικαίωμα των παρακολουθήσεων και να εξετάσει κάθε σοβαρή καταγγελία. Ο Ράμμος λειτούργησε ως εγγυητής του κράτους δικαίου, επιδεικνύοντας έναν συνδυασμό χαρακτηριστικών: Αφοβία, εμμονή στη νομιμότητα και μια ακλόνητη αίσθηση καθήκοντος, ότι πρέπει να κάνει σωστά τη δουλειά του. Ακόμα και αν αυτό τον θέτει στο στόχαστρο του πρωθυπουργού και όλου του οικοσυστήματός του, που επιδιώκει την πάση θυσία συγκάλυψη.

Οπως, άλλωστε, έγραψε και η γερμανική «Süddeutsche Zeitung» αυτές τις μέρες: «Η ελληνική κυβέρνηση κατηγορείται όλο και περισσότερο για συστηματική παρεμπόδιση της έρευνας για την υπόθεση των υποκλοπών, όμως η ΑΔΑΕ με το συνταγματικά κατοχυρωμένο έργο της έχει γίνει ανατρεπτικός παράγοντας για τον Μητσοτάκη, που θέλει να εκλεγεί για δεύτερη θητεία την άνοιξη».

Ευτυχώς για τη δημοκρατία μας, ο Ράμμος ήταν αυτός που θριάμβευσε. Οι υπογραφές της Βλάχου δεν «έσωσαν» τον πρωθυπουργό από τον καθρέφτη της αλήθειας ούτε ο Μητσοτάκης μπορεί πια να σώσει την εισαγγελέα για τα… αυτόγραφά της πάνω στα εντάλματα.

Οι διαδόσεις για ισχυρές διασυνδέσεις και η κλήση Σανιδά

Η πρώτη φορά που απασχόλησε τα ΜΜΕ η Βασιλική Βλάχου ήταν για το «πόθεν έσχες» της, στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τότε, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, της επιβλήθηκε ποινή και είχε τεθεί σε προσωρινή αργία για μη υποβολή δηλώσεων από δόλο κατά την πενταετία 2000-2004.

Διαβάζουμε στην «Καθημερινή» στις 11/3/2005: «Προθεσμία για να απολογηθεί έλαβε από την πρόεδρο Εφετών Ιωάννα Μίχα, η εισαγγελέας Αμφισσας Βασιλική Βλάχου, εναντίον της οποίας έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για μη υποβολή δήλωσης “πόθεν έσχες”. H κ. Βλάχου κλήθηκε σε απολογία, καθώς φέρεται από το 2000 και μετά να μην έχει υποβάλει δήλωση “πόθεν έσχες”».

Ομως, η εισαγγελέας Αμφισσας τότε ελέγχθηκε και δεύτερη φορά, τον Ιανουάριο του 2006, για ανακριβείς δηλώσεις «πόθεν έσχες» – μάλιστα, έπειτα από αίτημα του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Αν. Παπαληγούρα. Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ήταν ο Γ. Σανιδάς, που, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, ζήτησε εξηγήσεις από την Βλάχου όχι μόνο για τα «πόθεν έσχες» της αλλά και για τις διαδόσεις της πως θα τη γλιτώσει, επειδή έχει υψηλές διασυνδέσεις.

«Η Β. Βλάχου, που είναι και κουμπάρα της δικηγόρου Χρ. Βαληνάκη, προσήλθε στον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά και φέρεται ότι έδωσε εξηγήσεις για διάφορες διαδόσεις της στο φιλικό της περιβάλλον, πως δεν έχει υποστεί αυστηρή ποινή λόγω των υψηλών διασυνδέσεων που έχει» ανάφερε δημοσίευμα στις 31 Ιανουαρίου 2006.

Τελικά, η τότε εισαγγελέας Πρωτοδικών έπεσε «στα μαλακά» για εκείνη την υπόθεση, καθώς το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, με ψήφους 8-3, έκρινε ότι δεν έπρεπε να τεθεί δεύτερη φορά σε αργία, λόγω ανακριβών δηλώσεων «πόθεν έσχες», επειδή είχε ήδη καταδικαστεί γι’ αυτήν την υπόθεση.

Επιλογή Μητσοτάκη η εισαγγελέας της ΕΥΠ

Το κτίριο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ)

Η 59χρονη Βλάχου, όταν κλήθηκε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, φέρεται ότι είπε με στόμφο πως «θα παρακολουθούσα και την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αν επρόκειτο να πουλήσει την πατρίδα», προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις. Αλλωστε, η δουλειά της δεν είναι να παρακολουθεί, αλλά να ελέγχει τη νομιμότητα των αιτημάτων για επισυνδέσεις.

Επί ημερών Βλάχου οι «νόμιμες» παρακολουθήσεις έσπασαν κάθε ρεκόρ. Το 2020 ξεπέρασαν τις 13.750 και το 2021 άγγιξαν τις 15.500, όταν το 2010 ήταν κάτω από 5.500. Οι σύνδεσμοι και τα άτομα που παρακολουθούνται για κάθε υπόθεση είναι πολλαπλάσια.
Τη θέση της εισαγγελέως ΕΥΠ ανέλαβε στις 12 Μαΐου 2020, έπειτα από ψηφοφορία του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου. Η πλειοψηφία ήταν οριακή, με 6-5 ψήφους. Η αποστολή της ήταν να ελέγχει τη νομιμότητα των ειδικών επιχειρησιακών δράσεων της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.

Πληροφορίες και δημοσιεύματα ανέφεραν ότι «ήταν προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού, που φέρεται ότι δήλωνε σίγουρος στο στενό του περιβάλλον ότι αυτή θα γίνει τελικά εισαγγελέας στην ΕΥΠ».

Από τον περασμένο Σεπτέμβριο η Βλάχου τελεί υπό πειθαρχικό έλεγχο για τους χειρισμούς της στις υποθέσεις του Νίκου Ανδρουλάκη και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη. Την εντολή έδωσε ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου και πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης Χρήστος Τζανερρίκος και η πειθαρχική έρευνα διερευνά το αδίκημα της προσβολής του κύρους της Δικαιοσύνης.

Πριν από τις γιορτές ο ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος υπέβαλε μήνυση κατά της Βασιλικής Βλάχου και άλλων προσώπων που έχουν εμπλακεί στην υπόθεση των υποκλοπών.

Οι «κεραυνοί» του προέδρου της ΑΔΑΕ στην Εξεταστική

Τον περασμένο Σεπτέμβριο εκλήθη στην «απόρρητη» Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής και ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ. Ο Χρήστος Ράμμος φέρεται ότι είπε πως «γενικά υπήρχε άρνηση συνεργασίας τόσο από την εισαγγελέα Β. Βλάχου όσο και από την ίδια την ΕΥΠ».

Σύμφωνα με πληροφορίες, ανέφερε ότι τόσο η Βλάχου όσο και η ΕΥΠ χρησιμοποιούσαν «υπεκφυγές», με σκοπό «να ξεγλιστρήσουν». Και τόνισε ότι πουθενά δεν υπήρχε αιτιολογία για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη, «παρά μόνον στο μυαλό της εισαγγελέως».

Σκάνδαλο Χρηματιστηρίου: «Έβγαλε λάδι» τους κατηγορουμένους

Η Βλάχου εισήλθε στον εισαγγελικό κλάδο το 1993. Προήχθη σε αντιεισαγγελέα Εφετών το 2011 και στη συνέχεια έγινε εισαγγελέας Εφετών. Τον Σεπτέμβριο του 2004 εισηγήθηκε «την παύση των διώξεων για το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, καθώς, κατά την κρίση της, δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις κατά των κατηγορουμένων».

Τον Αύγουστο του 2003 με παραγγελία του τότε αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Ζορμπά ζητήθηκε η διενέργεια προκαταρκτικής έρευνας σε 11 συνολικά εταιρίες (οι οχτώ εξ αυτών εισηγμένες στο X.A.). Στην εισαγγελική παραγγελία περιγράφονταν πράξεις απάτης και παραβιάσεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, που «ακουμπούν» τις χρηματιστηριακές και τις εποπτικές Αρχές.

Λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης, η έρευνα ανατέθηκε στον εισαγγελέα Εφετών Βασίλειο Πλιώτα, ο οποίος αναζήτησε τους υπαίτιους μεθοδεύσεων χειραγώγησης μετοχών, εκμετάλλευσης εσωτερικής πληροφόρησης, προσυμφωνημένων εικονικών συναλλαγών, συναλλαγών «αέρα», διασποράς φημών κ.ά.

Οταν ο Πλιώτας διαπίστωσε ότι προέκυπταν κατηγορίες για το δεύτερο εξάμηνο του 1999, άρα όδευαν προς παραγραφή λόγω συμπλήρωσης της πενταετίας, ζήτησε στις 21 Απριλίου 2004 την άσκηση ποινικών διώξεων σε 16 κατηγορουμένους, όπως κι έγινε.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα της «Καθημερινής», όμως, «η αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Βασιλική Βλάχου την 1η Σεπτεμβρίου 2004 εισηγήθηκε την παύση των διώξεων, καθώς, κατά την κρίση της, δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις κατά των κατηγορουμένων. Στις 27 Σεπτεμβρίου 2004 το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών συμφώνησε με την πρόταση της κ. Βλάχου και αποφάσισε την οριστική παύση της ποινικής δίωξης κατά όλων των κατηγορουμένων».

Όταν αποδυνάμωσε το κατηγορητήριο για τη «μαφία των ναρκωτικών» στην Κρήτη

Τον Απρίλιο 2014 τα τοπικά ΜΜΕ της Κρήτης -κι όχι μόνο- έστρεφαν το ενδιαφέρον τους στη μεγάλη δίκη για την αποκαλούμενη και ως «μαφία των ναρκωτικών» στο νησί.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ εκείνων των ημερών, «η πρόταση της εισαγγελέως “άδειασε” τη δικογραφία και αποδυνάμωσε το κατηγορητήριο. Ανακούφιση στους κατηγορουμένους από την αγόρευση της κ. Βλάχου, που ήταν αιχμηρή για το προανακριτικό έργο της Αστυνομίας».

Η εισαγγελέας έδρας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης υπήρξε πολύ αιχμηρή σε σχέση με την ογκώδη δικογραφία, την οποία χαρακτήρισε ελλιπέστατη ως προς τα αποδεικτικά στοιχεία: «Κλείστηκαν στα γραφεία τους, άκουσαν τις απομαγνητοφωνήσεις και με βάση μόνο αυτές έφτιαξαν μία δικογραφία με ελλιπή αποδεικτικά στοιχεία». Τουλάχιστον δύο φορές διευκρίνισε ότι δεν έλαβε καθόλου υπ’ όψιν τις επισκοπήσεις των αστυνομικών με τις περιλήψεις και τα συμπεράσματα, τα οποία -κατά την άποψή της- αποτελούσαν «αυθαίρετες κρίσεις».

Σχετικά με τη βασική κατηγορία που αντιμετώπιζαν πολλοί από τους 32 συνολικά κατηγορουμένους, για διεύθυνση, συγκρότηση, ένταξη ή άμεση συνέργεια σε εγκληματική οργάνωση, απεφάνθη η Βλάχου στη διάρκεια της δίκης: «Ούτε αρχηγό διέκρινα ούτε ιεραρχία ούτε δομή, ούτε διάρκεια…».

Η μνημειώδης αγόρευσή της για συνθήματα κατά του ΝΑΤΟ σε σχολείο

Κι όμως, υπήρξαν και φορές που η αμφιλεγόμενη εισαγγελέας υπήρξε ακλόνητα σκληρή στις εισηγήσεις της. Οπως τον Απρίλιο του 1999, όταν εισηγήθηκε την ενοχή τριών νεαρών επειδή έγραψαν σύνθημα «Εξω οι βάσεις και το ΝΑΤΟ» σε γυμνάσιο της Καλλιθέας, σε μια εποχή που βομβαρδιζόταν καθημερινά η Σερβία και με διαδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα.

Στη δίκη, στην οποία το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών αθώωσε τελικά τους πιτσιρικάδες κατηγορουμένους, ενώ οι αστυνομικοί που τους είχαν πιάσει στα πράσα ούτε καν εμφανίστηκαν στο δικαστήριο ως μάρτυρες για να υποστηρίξουν τις καταθέσεις τους, η Βασιλική Βλάχου έδωσε τη δική της μοναχική μάχη για απονομή Δικαιοσύνης.

Η αγόρευση της εισαγγελέως από την έδρα «έσπαγε» κόκαλα αυτήν τη φορά: «Δεν θα με πείσει η υπεράσπιση ότι οι κατηγορούμενοι έγραψαν συνειρμικά τα συνθήματα του Πολυτεχνείου, γιατί τότε ήταν αγέννητοι». Μάταια η υπεράσπιση προσπαθούσε να πείσει ότι η συγκεκριμένη κίνηση σχετίζεται με τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ σε μια γειτονική και φιλική χώρα. Η Βλάχου δεν πειθόταν και ρωτούσε αν ενημερώθηκε προηγουμένως ο διευθυντής του σχολείου για τα συνθήματα.

«Γνώριζαν το αξιόποινο της πράξης τους και βεβήλωσαν δημόσιο χώρο, ενώ μπορούσαν να αναρτήσουν πανό έξω από το σπίτι ή τη γειτονιά τους» κατέληξε η Βλάχου, εισηγούμενη την ενοχή και τη βαριά τιμωρία των παιδιών. Το δικαστήριο, όμως, έκλεισε τα αυτιά του στη φλογερή αγόρευση της εισαγγελέως. Και έκρινε ότι δεν τεκμηριώνεται η κατηγορία της «διακεκριμένης φθοράς ξένου πράγματος που χρησιμεύει για κοινό όφελος».

newsbreak.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις