Δείτε φωτογραφίες από το βράδυ της δολοφονίας – Το προφίλ του 44χρονου – Είχε έρθει στην Ελλάδα για μια 26χρονη – Στα 13 του χρόνια προσέφερε ερωτικές υπηρεσίες έναντι αμοιβής σε άντρα μεγάλης ηλικίας
Το έγκλημα τελέστηκε τα ξημερώματα της 28ης Δεκεμβρίου μέσα στην μπυραρία που βρίσκεται επί της οδού Κατσιμίδη, δίπλα στην έδρα των ΜΑΤ, όταν ο 44χρονος δράστης αρχικά τραυμάτισε με το μαχαίρι τύπου «push dagger» στα κάτω άκρα τον αδελφικό φίλο του αστυνομικού, με τον οποίο λογομάχησε για ασήμαντη αιτία. Ο 32χρονος αστυνομικός Χάρης, ακούγοντας τον φίλο του να φωνάζει πως ο Νορβηγός τον μαχαίρωσε, μπήκε στη μέση για να τον προστατεύσει και τότε ο κατηγορούμενος τον κάρφωσε με το ίδιο μαχαίρι στον λαιμό, με αποτέλεσμα να του προκαλέσει τραύμα στην αριστερή τραχηλική χώρα και ο θάνατός του να επέλθει, σχεδόν, ακαριαία.
Στη δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την υπόθεση περιγράφονται καρέ καρέ οι κινήσεις του Νορβηγού «μαχαιροβγάλτη» και το χρονικό μέχρι την τέλεση της δολοφονίας, ενώ φίλη του 44χρονου αποκαλύπτει στην κατάθεσή της το παρελθόν του κατηγορούμενου και όσα της είχε αποκαλύψει για τη ζωή του, το παρελθόν του, τις παράνομες δραστηριότητες και την παραμονή του στην Ελλάδα. Ακόμα, μέσα από τα φωτογραφικά ντοκουμέντα που φέρνει στο «φως» της δημοσιότητας το «protothema.gr», αποτυπώνεται το σκηνικό που βρήκαν οι αστυνομικοί του Ανθρωποκτονιών μόλις έφτασαν στον τόπο του εγκλήματος.
Το θύμα που υπηρετούσε στην Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βορείου Ελλάδος της ΕΛ.ΑΣ ήταν εκτός υπηρεσίας (σε κανονική άδεια) και το μοιραίο βράδυ επισκέφτηκε με την παρέα του το συγκεκριμένο μπαρ προκειμένου να πιούν ένα ποτό πριν ολοκληρώσουν την έξοδο τους. Όπως προκύπτει από τις μαρτυρικές καταθέσεις, ο Νορβηγός ήταν θαμώνας της μπυραρίας και γενικά γνωστός σε διάφορα μαγαζιά με ροκ μουσική της Θεσσαλονίκης, αλλά και μέλος μοτοσυκλετιστικής λέσχης από την οποία φαίνεται ότι τον έδιωξαν όταν πληροφορήθηκαν πως εμπλέκεται σε παράνομες δραστηριότητες και συγκεκριμένα σε χρήση και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
Αίτημα για άρση τηλεφωνικού απορρήτου και διερεύνηση για τυχόν κίνητρο
Με το συγκεκριμένο αίτημα που υποβλήθηκε στον ανακριτή, η οικογένεια του θύματος, ζητά, μεταξύ άλλων, να γίνει άρση τηλεφωνικού απορρήτου του στο κινητό τηλέφωνο του Νορβηγού προκειμένου να ερευνηθεί αν τυχόν κρύβονται άλλα κίνητρα πίσω από τη δολοφονία του 32χρονου αστυνομικού ή ήταν μία πράξη που τελέστηκε σε μία τυχαία στιγμή. Ειδικότερα, όπως εξηγεί στο «protothema.gr» η ποινικολόγος που εκπροσωπεί την οικογένεια, Ανθούλα Ανάσογλου, η πολιτική αγωγή πλέον θέτει προς τον ανακριτή Θεσσαλονίκης ορισμένα ερωτήματα τα οποία έχουν μείνει μετέωρα και αναπάντητα.
«Μέσα στην δικογραφία αναφέρεται το νούμερο ενός κινητού τηλεφώνου του κατηγορουμένου. Διαβάζοντας την έκθεση αυτοψίας χώρου και κατάσχεσης, γίνεται ξεκάθαρο ότι το κινητό τηλέφωνο του κατηγορουμένου δεν έχει κατασχεθεί.
Απορία προκαλεί η μη κατάσχεση του. Από ποια στοιχεία προκύπτει ότι οι συνομιλίες ή το ηλεκτρονικό αρχείο που έχει το κινητό δεν συνδέονται με την παρούσα υπόθεση ή ακόμα με άλλες ποινικές υποθέσεις τις οποίες ο κατηγορούμενος ομολογεί ότι έχει εμπλακεί; Ως πολιτική αγωγή η οποία είναι πλέον διάδικος στην παρούσα υπόθεση θεωρούμε καθήκον να ζητήσουμε την ανεύρεση και την κατάσχεση του κινητού ζητώντας ταυτόχρονα άρση τηλεφωνικού απορρήτου της επίδικης μέρας για να διαλευκανθεί πλήρως αν το έγκλημα ήταν προϊόν μιας τυχαίας στιγμής η μιας σκοτεινής προμελέτης».
Επιπλέον, η κα Ανάσογλού τονίζει ότι «η μάρτυρας που συνεισφέρει στην ανάκριση αναφορικά με την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος έκανε διακίνηση ναρκωτικών καθώς και την εμπλοκή του σε διάφορες ομάδες με μοτοσυκλέτες. Η διακίνηση ναρκωτικών αποτελεί έτερο αδίκημα το οποίο, αν αποδειχθεί, αξιολογεί ακόμα πιο πολύ την προσωπικότητα του κατηγορουμένου και βαρύνει το κατηγορητήριο. Η εμπλοκή του και οι συνεχείς καυγάδες με διάφορες λέσχες της Θεσσαλονίκης ίσως οδηγήσουν σε αποτελέσματα που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης. Η πολιτική αγωγή πιστεύει πως το ηλεκτρονικό αρχείο του κατηγορουμένου κρύβει πολλά μυστικά για τον τρόπο ζωής του. Και ίσως και για το κίνητρο της δολοφονίας. Πρέπει λοιπόν να διερευνηθεί και να ανοιχτεί άμεσα το ηλεκτρονικό του αρχείο, καθώς και το προφίλ του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
Σημειώνει, δε, ότι «δυστυχώς, η έρευνα της κατοικίας δεν διαφώτισε πολύ την υπόθεση και χρήζει περαιτέρω διευκρινίσεων. Αυτό ζητά πλέον άμεσα διότι η πολιτική αγωγή είναι σίγουρη ότι υπάρχουν ακόμα «κρυμμένοι σκελετοί στην ντουλάπα». Υπάρχουν φωνές που μιλάνε για ένα απίστευτα περίεργο άτομο το οποίο ζούσε για να προκαλεί. Είναι λοιπόν χρέος της πολιτικής αγωγής να ζητήσει άμεσο άνοιγμα όλων των αρχείων για να δούμε από που πηγάζει και πως τρέφεται η σκοτεινή πλευρά της προσωπικότητας του κατηγορουμένου».
Οι καταθέσεις
Ο πιο σημαντικός μάρτυρας που κατέθεσε ενόρκως στο τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής, λίγες ώρες μετά το φονικό, ήταν ο επιστήθιος φίλος του 32χρονου αστυνομικού και, επίσης, θύμα του Νορβηγού, ο οποίος περιέγραψε όλα όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ.
Όπως είπε στους αστυνομικούς, το βράδυ της 28ης Δεκεμβρίου είχε πάει με το θύμα και ακόμα έναν φίλο του να δουν τον αγώνα της αγαπημένης τους ομάδας και ύστερα έκατσαν μαζί με δύο γυναίκες από την παρέα τους σε μία ταβέρνα. Μάλιστα, εκεί ήρθε και ο πατέρας του Χάρη, ο οποίος έκατσε μαζί τους για φαγητό.
«Μετά καταλήξαμε γύρω στις δύο το βράδυ, δεν θυμάμαι ακριβώς την ώρα, σε ένα ροκ μπαρ δίπλα από τα ΜΑΤ. Όταν φτάσαμε, το μαγαζί ήταν σχεδόν άδειο και μέσα ήμασταν εγώ, ο Χάρης, ο Κώστας, η Σοφία (μέλη της παρέας τους), ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού, ο DJ και ένας άνδρας, γύρω στα σαράντα, με κοτσίδα και άσχημα δόντια, ο οποίος φαινόταν ξένος και καθόταν κυρίως στον χώρο του DJ», λέει στην αρχή της κατάθεσής του ο 32χρονος φίλος του θύματος, προσθέτοντας ότι κάποια στιγμή υπήρξε μία διένεξη μεταξύ αυτού και του Νορβηγού, ενώ μέχρι εκείνη την ώρα είχαν μία σύντομη κουβέντα.
«Συζητούσα μαζί με το άτομο με την κοτσίδα για κάτι ασήμαντο που δεν θυμάμαι και είχαμε μία διαφωνία πάνω σε αυτό, η συζήτηση έγινε έντονη και θυμάμαι να του λέω ότι τελείωσε η συζήτηση. Δεν θυμάμαι ακριβώς, σαν να του είπα να σταματήσει για να μη μαλώσουμε, αφού ήμασταν στο όριο. Τότε κατάλαβα να με χτυπάει, δεν κατάλαβα με τι και δεν θυμάμαι αν με χτύπησε πρώτα στο στήθος ή στο πόδι», εξηγεί για τον δικό του τραυματισμό από το μαχαίρι του 44χρονου.
«Εγώ γύρισα και φώναξα προς τον Κώστα, την Σοφία και τον Χάρη, λέγοντας συγκεκριμένα ”Χάρη με χτύπησε” και σχεδόν ταυτόχρονα ο Χάρης που ήταν δίπλα μου χτύπησε αυτόν τον άντρα στο κεφάλι με μπουνιές. Από εκεί και πέρα δεν θυμάμαι τι έγινε. Θυμάμαι ότι είδα το παντελόνι μου πως είχε αίματα πολλά και βγαίνοντας να βλέπω στο πάτωμα τον φίλο μου τον Χάρη γεμάτο αίματα», περιέγραψε ο 32χρονος, ενώ στις επόμενες γραμμές τις κατάθεσής του είπε στους αστυνομικούς «μετά θυμάμαι και τους Ματατζήδες που με βοήθησαν και μου δέσανε το πόδι. Με τα παιδιά είχαμε πιει αλκοόλ αλλά ήμασταν εντάξει».
«Μας μαχαίρωσε αυτός ρε»
Εργαζόμενος στην μπυραρία που έγινε το φονικό ανέφερε στην κατάθεσή του στην αστυνομία πως συνήθως ο Νορβηγός επισκέπτονταν μόνος του το συγκεκριμένο μπαρ, αν και γενικά τον έβλεπε άλλες φορές με παρέες και κοπέλες, ενώ περιέγραψε όσα είδε εκείνη τη νύχτα.
«Σήμερα λοιπόν ήρθε μόνος, λίγο μετά την παρέα με τα τέσσερα άτομα (σ.σ. του αστυνομικού) και έκατσε κοντά μου. Μιλούσαμε αρκετά κατά τη διάρκεια της βραδιάς, χωρίς όμως να λέμε κάτι συγκεκριμένο. Κάποια στιγμή αντιλήφθηκα ότι έφυγε από δίπλα μου και πήγε στην παρέα που βρίσκονταν τα τέσσερα άτομα στο μπαρ. Μίλησαν για λίγη ώρα από όσο μπορούσα να καταλάβω σε φιλικό κλίμα και μετά επέστρεψε στη θέση του. Σε λίγο, ήρθε προς το μέρος μας το ένα από τα παιδιά της παρέας και ξεκίνησαν να μιλάνε με τον (Νορβηγό). Στην αρχή μιλούσαν φιλικά αλλά μετά το ύφος και των δύο έγινε πιο σοβαρό, χωρίς όμως να μαλώνουν. Εκείνη την ώρα πήγε να σηκωθεί από την παρέα ένα παλικάρι αλλά εγώ του έκανα μια κίνηση με τα χέρια θέλοντας να του πω να μην ασχοληθεί και ότι δεν τρέχει τίποτα», ανέφερε ο εργαζόμενος.
Στη συνέχεια περιέγραψε πώς εκείνος γύρισε το κεφάλι του για να συνεχίσει να παίζει μουσική στο μαγαζί και τότε άκουσε ένα θόρυβο. «Γυρνώντας είδα αρχικά ένα σκαμπό να έχει πέσει κάτω και στο πάτωμα κάποιες κόκκινες κηλίδες που αρχικά φαντάστηκα ότι είχε πέσει κάποιο ποτό. Τότε είδα το παιδί που είχε έρθει και μιλούσε με τον Νορβηγό να φωνάζει και να λέει ‘‘μας μαχαίρωσε αυτός ρε’‘ και να βγαίνει έξω από το μαγαζί. Ο Νορβηγός από όσο θυμάμαι καθόταν στο ίδιο σημείο. Το άλλο παιδί της παρέας που είχε σηκωθεί νωρίτερα, τον είδα να κινείται από το μέρος που έπαιζα μουσική προς την είσοδο του καταστήματος και να χάνει αίμα. Βγήκα από τον χώρο που έπαιζα μουσική και θέλησα να τον βοηθήσω προσπαθώντας να τον συγκρατήσω αλλά έπεσε στο πάτωμα. Το ζευγάρι που βρισκόταν στο μπαρ φώναξε, χωρίς όμως να καταλάβω τι ακριβώς έλεγαν. Βγήκα από το κατάστημα για να ζητήσω βοήθεια και είδα το άτομο που είχε βγει έξω, να έχει πέσει στο έδαφος, να έχει κατεβάσει το παντελόνι και αστυνομικοί να του προσφέρουν πρώτες βοήθειες ενώ κάποιοι άλλοι αστυνομικοί ακινητοποίησαν τον Νορβηγό και τον κρατούσαν. Όταν μπήκα ξανά μέσα στο κατάστημα είδα τον άλλο τραυματία να βρίσκεται στο έδαφος στο σημείο που τον άφησα. Το παιδί είχε τις αισθήσεις του, βρισκόταν όμως μέσα σε λίμνη αίματος και είχε τραύμα από όσο θυμάμαι στο πόδι. Του κράτησα το χέρι και του είπα να βαστάξει όσο μπορεί», είπε στην κατάθεσή του στους αστυνομικούς.
Η σύλληψη και η έκκληση για βοήθεια
Ο αστυνομικός των ΜΑΤ που εκείνο το βράδυ βρισκόταν σε υπηρεσία και μόλις λίγα μέτρα μακριά από την μπυραρία της Κατσιμίδη, περιέγραψε στην κατάθεσή του την στιγμή που είδε μία γυναίκα από την παρέα του 32χρονου, μερικά δευτερόλεπτα μετά το φονικό, να βγαίνει από το κατάστημα για να ζητήσει βοήθεια, τον φίλο του αστυνομικού που εξήλθε τραυματισμένος αλλά και τη στιγμή της σύλληψης του Νορβηγού.
«Μου ζήτησε να ενημερώσω να έρθει ασθενοφόρο γιατί χτύπησαν κάποιον μέσα στο μαγαζί. Εγώ ενημέρωσα άμεσα τον αξιωματικό υπηρεσίας της Δ.Α.Ε.Θ. και επικοινώνησα με το ΕΚΑΒ. Την στιγμή εκείνη βγήκε ένα άτομο εύσωμο έξω από το μπαρ τραυματισμένο. Θυμάμαι ότι κρατούσε το πόδι του στο ύψος του μηρού το οποίο αιμορραγούσε. Το άτομο αυτό θυμάμαι ότι ήταν ο συνοδηγός της μοτοσυκλέτας του συναδέλφου που σας ανέφερα. Αμέσως οι συνάδελφοι από την διμοιρία 5-23 που ήταν στο σημείο κινήθηκαν προς το τραυματισμένο άτομο και έκαναν χρήση τουρνικέ στο πόδι του τραυματία γιατί έχανε αρκετό αίμα. Την ώρα που μιλούσα στο τηλέφωνο με το ΕΚΑΒ ενημερώθηκα από συναδέλφους ότι υπήρχε και δεύτερο άτομο τραυματισμένο εντός του καταστήματος ο οποίος αιμορραγούσε έντονα, το οποίο και μετέφερα στην επικοινωνία μου με το ΕΚΑΒ. Όταν έκλεισα το τηλέφωνο είδα ότι από τα τέσσερα άτομα της παρέας είχαν βγει έξω από το μπαρ οι τρεις και αμέσως κατάλαβα ότι το χτυπημένο άτομο μέσα στο μαγαζί ήταν ο συνάδελφος.
Στις 04.21 επικοινώνησα εκ νέου με το ΕΚΑΒ για να τους ενημερώσω ότι τα άτομα έχαναν αρκετό αίμα ώστε να επισπεύσουν την άφιξή τους. Σχεδόν αμέσως έφτασε ασθενοφόρο. Πλησίασα στο σημείο και ρωτούσα να μου πουν ποιος τους μαχαίρωσε ώστε να ενεργήσουμε για την σύλληψή του. Τότε ο τρίτος άντρας της παρέας, αφού οι άλλοι δυο είχαν τραυματιστεί, μας υπέδειξε έναν άντρα ψηλό, αδύνατο, με μακριά μαλλιά, σκουρόχρωμα ρούχα και πολλά δαχτυλίδια στα χέρια, ο οποίος καθόταν λίγο παραπέρα, έξω από το κατάστημα λέγοντάς μας «αυτός τους μαχαίρωσε» και άμεσα τον συνέλαβαν οι συνάδελφοι μου της διμοιρίας. Λίγο αργότερα ενημερωθήκαμε από τους διασώστες του ΕΚΑΒ ότι το άτομο που ήταν τραυματισμένο μέσα στο κατάστημα, ο συνάδελφος, είχε καταλήξει. Θυμάμαι ότι ο δράστης κατά τη σύλληψή του δεν πρόβαλε κάποια αντίσταση», κατέθεσε ο αστυνομικός.
Ο έρωτας με την Ελληνίδα, τα ναρκωτικά και η μοτοσυκλετιστική λέσχη
Ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που μένουν στην Ελλάδα και γνωρίζουν για την προσωπική ζωή του Νορβηγού είναι μία 26χρονη γυναίκα, την οποία ο κατηγορούμενος γνώρισε μέσω διαδικτύου και φέρεται να ήταν η αιτία για την οποία ήρθε για να ζήσει στην Ελλάδα πριν από περίπου δέκα χρόνια. Η γυναίκα τους ξεκαθάρισε ότι δεν υπήρχε ερωτικό ενδιαφέρον από τη μεριά της, ωστόσο ανέπτυξαν μία στενή φιλία και την εμπιστευόταν απόλυτα.
Λίγες ώρες μετά το φονικό και τη σύλληψη του 44χρονου, η γυναίκα κατέθεσε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας και αναφέρθηκε στο «προφίλ» του Νορβηγού, τις δραστηριότητές του στην Ελλάδα, την «πηγή» των εσόδων του αλλά και στη χρήση ναρκωτικών που έκανε, αφήνοντας ξεκάθαρες «αιχμές» και για διακίνηση παράνομων ουσιών. Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε και σε έναν αιματηρό καβγά τον οποίον είχε ο 44χρονος λίγο χρονικό διάστημα πριν το φονικό και όσα της είχε εξομολογηθεί για την παιδική του ηλικία.
Η 26χρονη κατέθεσε στους αστυνομικούς ότι γνωρίστηκαν με τον ΟΝΤ πριν από δέκα χρόνια μέσω Facebook, αφού έτυχε να είναι σε μία κοινή ομάδα που αφορά τη μουσική. «Αφού γνωριστήκαμε αρχίσαμε να μιλάμε και κάποια στιγμή ο ΟΝΤ αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα για να με γνωρίσει. Πράγματι, ήρθε στην Ελλάδα, για λίγες ημέρες για διακοπές και μετά επέστρεψε πίσω στη Νορβηγία. Αργότερα ξανά ήρθε ακόμη μία φορά στη Θεσσαλονίκη για διακοπές μαζί με κάποιους φίλους του και επειδή του άρεσε πολύ, αποφάσισε να μείνει μόνιμα στην Ελλάδα. Από όταν ήρθε στην Ελλάδα έμεινε στη Θεσσαλονίκη», κατέθεσε η γυναίκα, προσθέτοντας ότι «από τον πρώτο καιρό που είχε έρθει στην Ελλάδα ο ΟΝΤ είχε εκδηλώσει απέναντί μου ερωτικό ενδιαφέρον. Αλλά εγώ από την αρχή του είχα ξεκαθαρίσει ότι δεν τον βλέπω ερωτικά, ούτε πρόκειται να γίνει κάτι μεταξύ μας. Παρόλα αυτά συνεχίσαμε να μιλάμε συχνά και να κάνουμε παρέα. Βγαίναμε αρκετά μαζί ακόμα και με την παρέα μου και μάλιστα κάποιες φορές είχε τύχει να έρθει ο ΟΝΤ στο σπίτι μου για καφέ ή φαγητό. Ο ΟΝΤ δεν είχε κανέναν άλλον στην Ελλάδα και για τον λόγο αυτό εγώ ένιωθα σα να έχω κάποια υποχρέωση να τον βοηθάω όσο μπορώ».
Στις επόμενες γραμμές η 26χρονη εξηγεί ότι ο Νορβηγός, τις στιγμές που ένιωθε ότι η κοπέλα απομακρύνεται και μειώνεται η επικοινωνία τους, τις έστελνε μηνύματα και τις έλεγε ότι νιώθει πως τον εγκαταλείπει και εκείνη, όπως έκαναν και οι άλλοι μαζί του. «Από ότι μου είχε πει ο ΟΝΤ από μικρός είχε μία δύσκολη ζωή. Οι γονείς του είναι χωρισμένοι και ο ΟΝΤ έχει αδέλφια. Όταν ήταν 13 χρονών η μητέρα του τον είχε διώξει από το σπίτι. Μάλιστα, τότε, δεν είχε πάει σε κάποιο ίδρυμα στην Νορβηγία αλλά για να μπορέσει να επιβιώσει είχε γνωριστεί με έναν άντρα μεγάλης ηλικίας στον οποίον προσέφερε ερωτικές υπηρεσίες έναντι αμοιβής».
Το επίδομα και ο καβγάς
Η μάρτυρας ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε καμία σχέση με τους γονείς του και τον αδελφό του, ενώ εξήγησε στους αστυνομικούς ότι ο 44χρονος δεν εργαζόταν και ζούσε με επίδομα που λάμβανε από τη χώρα του, περίπου 2.000 ευρώ, καθώς, όπως της είχε πει, έχει διαγνωστεί με απόσπαση προσοχής και μανιοκατάθλιψη. «Για τις ψυχιατρικές παθήσεις που είχε ο ΟΝΤ μου είχε πει ότι έπρεπε να παίρνει και φαρμακευτική αγωγή, αυτός όμως δεν ήθελε γιατί πίστευε ότι δεν τον βοηθάνε. Εδώ στην Ελλάδα από όσο ξέρω δεν έχει πάει ποτέ σε κάποιον ψυχίατρο να εξεταστεί. Έχει κάνει δύο φορές στο παρελθόν απόπειρα αυτοκτονίας και πολύ συχνά μου έχει δηλώσει πως δεν υπάρχει λόγος να ζει. Όλα αυτά που σας λέω μου είπε ότι είχαν γίνει στην Νορβηγία».
Στη συνέχεια της κατάθεσής της κάνει γνωστό ότι ο κατηγορούμενος ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών και, ενδεχομένως, να έκανε και παράνομη διακίνηση για οικονομικό όφελος. «Θυμάμαι μία φορά που ήμασταν στο σπίτι μου και πίναμε καφέ, μου είχε δείξει ότι είχε στην κατοχή του κοκαΐνη λες και ήταν κάτι φυσιολογικό. Εγώ τότε σοκαρίστηκα αλλά δεν του είπα κάτι. Από ότι είχα καταλάβει ο ΟΝΤ, εκτός από χρήση έκανε και διακίνηση ναρκωτικών. Αυτό σας το λέω γιατί κάποια στιγμή μου είπε ότι έκανε κάποιες κινήσεις για να βγάλει επιπλέον χρήματα και ήξερα ότι δεν έκανε κάποια δουλειά εδώ στην Ελλάδα. Ακόμη, όπως μου είχε πει και ο ίδιος, όσο ήταν στην Νορβηγία ασχολούταν με τη διακίνηση ναρκωτικών. Τα τελευταία χρόνια ο ΟΝΤ είχε αγοράσει μία μηχανή μάρκας “HARLEY” και μετά από λίγο καιρό είχε γίνει μέλος σε ένα κλαμπ με μηχανές στη Θεσσαλονίκη που λέγεται (σ.σ. επωνυμία και διεύθυνση κλαμπ) και έχει είσοδο από την πίσω μεριά. Ωστόσο, από ότι μου είπε, τον έδιωξαν από το κλαμπ. Αυτός δεν μου είπε ακριβώς τον λόγο αλλά εγώ πιστεύω ότι πιθανόν έμαθαν ότι ο ΟΝΤ είχε μπλέξει με τη διακίνηση ναρκωτικών και για το λόγο αυτό δεν τον ήθελαν πλέον στο κλαμπ».
Ο κατηγορούμενος είχε εξομολογηθεί στη φίλη του πως στο παρελθόν είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης στη χώρα του γιατί είχε μπλέξει σε έναν καβγά και είχε χτυπήσει έναν άλλον άντρα, ενώ φέρεται να είχε διάφορες ερωτικές σχέσεις όσο διάστημα βρισκόταν στην Ελλάδα. Επιπλέον, είχε εμπιστευτεί στην 26χρονη ότι τέλος Οκτωβρίου του 2023, κάποιος του είχε επιτεθεί με μαχαίρι και τον τραυμάτισε στο κεφάλι και από τότε πίστευε ότι κάποιος τον παρακολουθεί και ήθελε να τον σκοτώσει, ενώ είχε εκφράσει και την πρόθεσή του να δώσει τέλος στη ζωή του.
protothema.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις