Ανησυχία ενόψει των Ευρωεκλογών για την άνοδο του ακροδεξιού AfD και τα συχνά περιστατικά πολιτικής βίας στη Γερμανία.

Σε μάστιγα εξελίσσονται οι επιθέσεις κατά πολιτικών στη Γερμανία. Τα περιστατικά διαδέχονται το ένα το άλλο και παρότι οι εντάσεις πάντα αυξάνονταν πριν από εκλογές, πολιτικοί και αναλυτές υπογραμμίζουν πως φαίνεται κάτι να έχει αλλάξει και μάλιστα… επικίνδυνα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία οι σωματικές επιθέσεις κατά πολιτικών ανέρχονται σε 22 μόνο το πρώτο πεντάμηνο του 2024, ενώ στο σύνολο της περασμένης χρονιάς ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 27. Μόνο την τελευταία εβδομάδα τρεις πολιτικοί υπέστησαν σωματική βία και η προεκλογική εκστρατεία για τις ευρωεκλογές βρίσκεται ακόμη στην αρχή.

Το κλίμα της πολιτικής αντιπαράθεσης έχει επίσης οξυνθεί με τα μηνύματα μίσους και βίας να εξαπλώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το επίπεδο του διχασμού και των ακραίων φωνών είναι πρωτοφανείς για τη Γερμανία των τελευταίων δεκαετιών, που είχε συνηθίσει σε ένα πολύ πιο ήπιο πολιτικό κλίμα.

«Παρατηρούμε μια πόλωση και οι διαφωνούντες εξελίσσονται σε “εχθροί”», δήλωσε στο Reuters ο Στέφαν Μάρσχαλ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ. Το πρακτορείο επικοινώνησε με τουλάχιστον δώδεκα πολιτικούς που έχουν δεχτεί σωματική και λεκτική βία το τελευταίο διάστημα.

Πολλοί είναι αυτοί που ανησυχούν πως το κλίμα εκφοβισμού που έχει δημιουργηθεί ενδεχομένως να επηρεάσει και τους ψηφοφόρους και να διαμορφώσει το εκλογικό αποτέλεσμα. «Σε κάνουν να νιώθεις ότι δεν είσαι επιθυμητός και πρέπει να εξαφανιστείς», είπε ο Μάικλ Μιούλερ, υποψήφιος των κεντροαριστερών Σοσιαλδημοκρατών (SPD) στις περιφερειακές εκλογές στην ανατολική πολιτεία της Θουριγγίας. Ο Μιούλερ είδε το σπίτι του να γίνεται στόχος εμπρηστικής επίθεσης, ύστερα από μια εκδήλωση που οργάνωσε κατά του εξτρεμισμού τον Φεβρουάριο. «Η παραίτηση είναι πλέον μια επιλογή. Δεν είχα τέτοιες σκέψεις ποτέ στο παρελθόν», ανέφερε.

Συνολικά, τα περιστατικά βίας – λεκτικής ή σωματικής – κατά πολιτικών στη Γερμανία έχουν υπερδιπλασιαστεί από το 2019. Το κόμμα που σύμφωνα με τα στοιχεία έχει δεχτεί τις περισσότερες επιθέσεις είναι οι Πράσινοι, κυβερνητικός εταίρος στον τρικομματικό συνασπισμό υπό τον καγκελάριο Όλα Σολφτς. Τα μέλη του έχουν αναφέρει συνολικά 1.219 περιστατικά πέρυσι, αριθμός επταπλάσιος από το 2019. Δεύτερο στον σχετικό πίνακα εμφανίζεται το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) με 478 περιστατικά και ακολουθούν οι σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Όλαφ Σολτς με 420.

Screenshot_2024-05-10_184453_6eedb.png

Όπως αναφέρει το Reuters, μέλη του SPD, των Πρασίνων, αλλά και άλλων κομμάτων από το παραδοσιακό κοινοβουλευτικό φάσμα, κατηγορούν το AfD για το νοσηρό κλίμα που έχει διαμορφωθεί. «Αν έχετε πολιτικούς που επίσημα λένε «κυνηγήστε τους»… οι λέξεις διαμορφώνουν και τις πράξεις», δήλωσε ο Νίκλας Νιένας, μέλος του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου με το κόμμα των Πρασίνων.

Από την πλευρά του το ακροδεξιό κόμμα, το οποίο σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις έχει εδραιωθεί ως μια από τις πιο υπολογίσιμες πολιτικές δυνάμεις (σ.σ. κάποιες δημοσκοπήσεις το δείχνουν και δεύτερο κόμμα, πίσω από τους χριστιανοδημοκράτες και πάνω από τους σοσιαλδημοκράτες), απορρίπτει τις κατηγορίες.

Η Ακροδεξιά στη Γερμανία

Στελέχη του AfD σχετίζονται με τον νεοναζιστικό και εν γένει τον ακροδεξιό χώρο. Ωστόσο το τελευταίο διάστημα ακολουθεί μια επικοινωνιακή στρατηγική άμβλυνσης των θέσεων του, θέλοντας να αποκομίσει εκλογικά οφέλη, όπως πράττουν και πολλά άλλα αντίστοιχα κόμματα στην Ευρώπη.

Η ακροδεξιά επιδίωξε να γίνει mainstream και φαίνεται να τα έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, καθώς αναμένεται να καταγράψει υψηλά ποσοστά στις επικείμενες ευρωεκλογές. Υποστηρικτές του AfD, που μίλησαν στο BBC, ισχυρίστηκαν πως το κόμμα δεν είναι ακραίο, αλλά ανήκει στο χώρο της «δεξιάς». Μάλιστα ορισμένοι έφτασαν στο σημείο να ισχυρίζονται πως αντιπροσωπεύει τον κεντρώο χώρο.

Μετά από ένα πλήθος καταγγελιών για ακραίες θέσεις, σχέσεις με το νεοναζιστικό χώρο αλλά και για διαφθορά, η Αλίς Ελίζαμπετ Βάιντελ, που μαζί με τον Αλεξάντερ Γκάουλαντ, ηγούνται του AfD δήλωσε πρόσφατα ότι οι προσπάθειες να υπάρξει μια πολιτική εκμετάλλευση των επιθέσεων «είναι ανεύθυνες», υπογραμμίζοντας πως και οι ίδιοι οι πολιτικοί και τα μέλη του κόμματος δέχονται συχνά επιθέσεις.

Πολιτικοί των Πρασίνων επισημαίνουν πως πολλά από τα περιστατικά βίας έχουν έντονο το νεοναζιστικό στοιχείο. «Μας λένε, “πηγαίνετε στο Μπούχενβαλντ”, για παράδειγμα, ή “όταν πάρουμε την εξουσία θα ασχοληθούμε μαζί σας”», είπε ο Μαξ Ρέσκε, επικεφαλής των Πρασίνων στη Θουριγγία. «Aπό τα Χριστούγεννα μέχρι και τις αρχές της φετινής χρονιάς, στη διάρκεια των αγροτικών κινητοποιήσεων, στα γραφεία μας άλλοτε βλέπαμε περιττώματα μπροστά στην πόρτα μας, άλλοτε μας πετούσαν αυγά, άλλοτε έσπαζαν τα τζάμια ή ανατίναζαν το γραμματοκιβώτιο. Κάποιοι μας λένε “περιμένετε να έρθουμε στην εξουσία και θα δείτε τι θα γίνει”», δήλωσε μιλώντας στην Deutsche Welle.

* Μέλος των Πρασίνων στη Δρέσδη δέχεται επίθεση μπροστά στην κάμερα της Deutsche Welle

 

 

Ένας από τους τέσσερις δράστες της επίθεσης κατά του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του SPD, Ματίας Έκε, την περασμένη Παρασκευή στη Δρέσδη, είχε στο σπίτι του υλικό που συνδέεται με την ακροδεξιά. Η ίδια ομάδα που τον χτύπησε άγρια, στέλνοντάς τον στο χειρουργείο, είχε προηγουμένως επιτεθεί σε έναν ακτιβιστή των Πρασίνων που τοποθετούσε πολιτικές αφίσες.

«Θύμισε την τρομοκρατία της δεκαετίας του 1930»

«Η επίθεση μου θύμισε την τρομοκρατία της δεκαετίας του 1930», είπε στο Reuters η Αν Κατρίν Χόμπολντ, μέλος τον Πρασίνων και αυτόπτης μάρτυρας της επίθεσης, σε μια σαφή αναφορά στις πρώτες παραστρατιωτικές ομάδες των Ναζί. Ορισμένοι ανέφεραν στο Reuters πως πλέον αποφεύγουν να δημοσιοποιούν εκ των προτέρων τις πολιτικές εμφανίσεις τους για να μη βρεθούν στο στόχαστρο. «Όλο αυτό δεν είναι καλό γιατί τα μέλη του κόμματός μας. Νιώθουν ανασφάλεια αν τους πούμε ότι τώρα χρειαζόμαστε αστυνομική προστασία για να κάνουμε πολιτικές συγκεντρώσεις», δήλωσε ο Γερμανός ευρωβουλευτής των Πρασίνων Μάικλ Μπλος.

Η υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέιζερ ανέφερε πως πρόθεσή της είναι να αυστηροποιήσει τις νομικές κυρώσεις για επιθέσεις κατά πολιτικών και ακτιβιστών και να ενισχύσει την αστυνομική προστασία. Ωστόσο η αστυνομία, όπως αναφέρει ο επικεφαλής του μεγαλύτερου συνδικάτου αστυνομικών της Γερμανίας Γιόχεν Κόπελκε, έχει ήδη έναν μεγάλο «φόρτο εργασίας».

Οι πολιτικοί στην ανατολική Γερμανία, όπου το AfD έχει ισχυρή παρουσία, δήλωσαν ότι λαμβάνουν πλέον τις δικές τους προφυλάξεις. «Λέμε ότι οι πολιτικές εξορμήσεις θα πρέπει να γίνονται από τουλάχιστον τρία άτομα και συμβουλεύουμε τα μέλη μας να μην θέσουν τον εαυτό του σε κίνδυνο εάν δουν κάποιον να καταστρέφει προεκλογικό υλικό», τόνισε στο Reuters ο Λουίς Σάφερ, επικεφαλής των Πρασίνων στην ανατολική πόλη Γκέρα, την τρίτη μεγαλύτερη της Θουριγγίας. Επιπλέον, τα στελέχη των Πρασίνων περνούν από ειδικά «σεμινάρια» για το πώς να αντιμετωπίζουν με ηρεμία τις επιθέσεις, να επιζητούν την αποκλιμάκωση και να μην παρασύρονται από προκλητικές συμπεριφορές.

Από την απειλή στην πράξη

«Υπάρχουν κάποιοι που παλαιότερα απλώς σκέφτονταν να μας απειλήσουν, αλλά τώρα το κάνουν κιόλας. Κάποιοι επιχειρούν να εκφοβίσουν τις οικογένειές μας, άλλοι πάλι περνούν από τις απειλές στις πράξεις. Το είδαμε αυτό δυστυχώς στη Δρέσδη…», υπογράμμισε στην Deutsche Welle ο Μαξ Ρέσκε και πρόσθεσε πως απαιτείται μεγαλύτερη κινητοποίηση του κράτους και της αστυνομίας. «Δεν έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες τον τελευταίο καιρό. Ας μην περιμένουμε να συμβεί το μοιραίο για να παρέμβει κάποιος. Η κοινωνία ολόκληρη πρέπει να αναρωτηθεί που βαδίζουμε. Δεν έχει νόημα να καταφεύγουμε στη βία και στον φόβο».

Αναλυτές, σχολιάζοντας τα περιστατικά πολιτικής βίας και τρομοκρατίας, υπογραμμίζουν πως δεν πρόκειται για ένα αμιγώς γερμανικό φαινόμενο, αλλά για μια γενικότερη τάση που επίσης παρατηρείται και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, αλλά και στις ΗΠΑ. «Η γλώσσα και η επικοινωνία έχει γίνει πιο ωμή, κάτι που οφείλεται και στα social media. Ο ένας πιέζει τον άλλον να εκδηλώσει ακόμη πιο έντονα το μίσος για το κράτος, το σύστημα, την πολιτική. Και όταν εκτραχυνθεί η γλώσσα, περιορίζονται και οι αναστολές για μία επιθετική συμπεριφορά», ανέφερε στην Deutsche Welle ο Σβεν Τέτσλαφ, αναλυτής του κοινωφελούς Ιδρύματος Körber,

Μία άλλη παράμετρος, σημειώνει, είναι το ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι εστιάζουν αποκλειστικά στο δικό τους συμφέρον. Θεωρούν πως έχουν δίκιο όταν επιμένουν να εκπληρωθούν μόνο οι δικές τους επιθυμίες, αποκλείουν κάθε συμβιβασμό και οποιαδήποτε εξισορρόπηση συμφερόντων. «Και τότε», καταλήγει ο Τέτσλαφ, «λένε ότι από τη στιγμή που δεν εξυπηρετείται το συμφέρον μου, απορρίπτω το σύστημα».

ieidiseis.gr

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις