Κόκκινο θα χτυπήσουν φέτος τα χρεωστικά ραβασάκια της εφορίας, αφού θα ξεπεράσουν εφέτος το 36,19% του συνόλου που ήταν το περυσινό ποσοστό. Σημειώνεται πως το 2022 το ποσοστό των χρεωστικών εκκαθαριστικών ανερχόταν στο 35,21% του συνόλου, το 2021 ήταν στο 32,90% του συνόλου, το 2020 στο 36,51% και το 2019 στο 34,66% του συνόλου των φορολογικών δηλώσεων.
Οι λόγοι είναι, λίγο – πολύ, γνωστοί. Η αύξηση του κατώτατου μισθού, η επιβολή του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος στους επαγγελματίες και η αύξηση των συντάξεων είναι οι βασικότεροι. Μόνο η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού από τα 780 στα 830 ευρώ μεικτά θα επιφέρει αυξήσεις της φορολογικής επιβάρυνσης των αυτοαπασχολουμένων το 2025 έως και 37%, σε σχέση με τον τεκμαρτό φόρο εισοδήματος που θα καταβάλουν φέτος.
Ο υπολογισμός του ελάχιστου τεκμαρτού
Η αυτόματη αύξηση των τεκμαρτών καθαρών κερδών αφορά όλα τα ελάχιστα ποσά τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος για όλες τις ατομικές επιχειρήσεις που λειτουργούν πάνω από τρία έτη. Ειδικότερα το ύψος του ελάχιστου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος για κάθε αυτοαπασχολούμενο που έχει συμπληρώσει έξι έτη άσκησης του επαγγέλματός του και δεν έχει κανέναν υπάλληλο εργαζόμενο στην επιχείρησή του είναι ίσο με τον εκάστοτε ισχύοντα ετήσιο μεικτό κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα, υπολογιζόμενο σε 14μηνη βάση.
Συγκεκριμένα, για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2023 το ύψος του ελάχιστου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος της παραπάνω περίπτωσης ανέρχεται στα 10.920 ευρώ (780 ευρώ επί 14). Όμως για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2024, τα οποία θα φορολογηθούν το 2025, το ύψος του ελάχιστου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος θα αυξηθεί στα 11.620 ευρώ (830 ευρώ επί 14).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσό του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος που προκύπτει από τον ετήσιο κατώτατο μισθό αποτελεί τη βάση υπολογισμού των ελάχιστων τεκμαρτών φορολογητέων εισοδημάτων, τα οποία υπολογίζονται ανάλογα με τα έτη λειτουργίας της επιχείρησης.
Οι νέοι επαγγελματίες με ατομικές επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα για λιγότερα από τέσσερα έτη απαλλάσσονται από το σύστημα των αντικειμενικών κριτηρίων. Στο τέταρτο έτος λειτουργίας ισχύει ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος μειωμένο κατά 67%, σε σύγκριση με το ποσό του ελάχιστου φορολογητέου εισοδήματος που αντιστοιχεί σε ατομική επιχείρηση με έξι έτη λειτουργίας χωρίς εργαζόμενο, και διαμορφώνεται ως εξής:
Για κάθε ατομική επιχείρηση που συμπλήρωσε τέσσερα έτη λειτουργίας μέσα στο 2023 θα ληφθεί υπόψη το ποσό των 10.920 ευρώ, μειωμένο κατά 67%, δηλαδή θα ληφθεί υπόψη ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα ύψους 3.640 ευρώ. Από εκεί και πέρα, για κάθε ατομική επιχείρηση που συμπλήρωσε ή θα συμπληρώσει τέσσερα έτη λειτουργίας μέσα στο 2024 θα ληφθεί υπόψη το ποσό των 11.620 ευρώ, μειωμένο κατά 67%, δηλαδή θα ληφθεί υπόψη ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα ύψους 3.873 ευρώ.
Τεκμήρια διαβίωσης
Όσο για τα τεκμήρια διαβίωσης, αυτά κάθε φορολογικό έτος πιάνουν στην… τσιμπίδα τους πάνω από 1.500.000 φορολογουμένους! Επιβάλλονται σε όσους κατέχουν ακίνητα, Ι.Χ. και σκάφη αναψυχής, ενώ υπάρχουν και τα ελάχιστα ποσά τεκμηρίων διαβίωσης των 3.000 ευρώ για τους άγαμους και των 5.000 ευρώ για τους έγγαμους ή τους συνάψαντες σύμφωνα συμβίωσης.
Οι φορολογούμενοι έχουν το δικαίωμα να προχωρήσουν στη λεγόμενη «ανάλωση κεφαλαίου», δηλαδή να «σβήσουν» τα τεκμήριά τους με εισοδήματα περασμένων ετών, συμπληρώνοντας τους κωδικούς 787-788 στις φορολογικές δηλώσεις. Σε αυτούς συμπληρώνονται τα ποσά του κεφαλαίου που σχημάτισαν από αποταμιεύσεις προηγούμενων (συνεχόμενων) χρόνων.
Τα χρηματικά ποσά που συμπληρώνονται στους κωδικούς 781-782 και 787-788, εφόσον προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία που είχαν αποκτηθεί μετά την 1.1.1988, πρέπει να είναι μειωμένα με κάθε ποσό που είχε καταβληθεί για την απόκτησή τους (κόστος απόκτησης), εκτός εάν πρόκειται για ποσά που έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του κεφαλαίου του έτους που καταβλήθηκαν, την ανάλωση του οποίου ο φορολογούμενος επικαλείται με την τρέχουσα δήλωσή του.
Το ίδιο ισχύει και για τα ποσά που έχουν φορολογηθεί αυτοτελώς ή απαλλάσσονται από τη φορολογία.
Στην πράξη κάθε φορολογούμενος θα πρέπει να αθροίσει για κάθε έτος που έχει υποβάλει φορολογική δήλωση όλα τα εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις, επιδόματα, ενοίκια, εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα, τόκους καταθέσεων, μερίσματα κ.λπ., τα ποσά από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων (ακίνητα, αυτοκίνητα) ή άλλα εισοδήματα, όπως εφάπαξ παροχές ασφαλιστικών ταμείων, κέρδη από λαχεία, δωρεές, και να προσθέσει τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη για κάθε έτος. Τότε θα έχει πλήρη εικόνα για το ακριβές ποσό της ανάλωσης κεφαλαίου που θα μπορεί να χρησιμοποιήσει.
Αν, για παράδειγμα, ένας φορολογούμενος δεν έχει ξοδέψει τα προηγούμενα χρόνια συνολικά εισόδημα π.χ. 30.000 ευρώ και φέτος χρησιμοποιήσει τα 5.000 ευρώ για την κάλυψη τεκμηρίων, τότε του χρόνου το υπόλοιπο της ανάλωσης κεφαλαίου μειώνεται στα 25.000 ευρώ.
Εισόδημα από ακίνητη περιουσία: Στην περίπτωση που κάποιος φορολογούμενος δηλώνει στη δήλωσή του εισόδημα από ακίνητη περιουσία, θα πρέπει να δηλώσει το καθαρό ποσό στον πίνακα της ανάλωσης κεφαλαίου. Δηλαδή το ποσό που εισέπραξε και δήλωσε στον πίνακα 4 του Εντύπου Ε1 μείον το 5% που του αναγνωρίζει ο νόμος της φορολογίας εισοδήματος ως έξοδα – δαπάνες συντήρησης του ακινήτου. Το καθαρό αυτό ποσό μπορούμε να το δούμε και στο εκκαθαριστικό της εκάστοτε φορολογικής δήλωσης.
Έσοδα από πώληση περιουσιακού στοιχείου: Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος απέκτησε έσοδο από την πώληση αυτοκινήτου, κατοικίας, κινητού πράγματος αξίας άνω των 10.000 ευρώ, ομόλογα, έντοκα γραμμάτια, μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κ.λπ., θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο ποσό που θα δηλωθεί στον πίνακα ανάλωσης κεφαλαίου.
● Εάν ο φορολογούμενος δεν επικαλεστεί το έτος απόκτησης του περιουσιακού στοιχείου που θεωρούνταν τεκμήριο εκείνη τη χρονιά, θα πρέπει να βάλει μόνο ως ποσό διάθεσης περιουσιακού στοιχείου τη θετική διαφορά που προκύπτει μεταξύ πώλησης και αγοράς.
● Εάν ο φορολογούμενος επικαλεστεί στην ανάλωση και το έτος απόκτησης του περιουσιακού στοιχείου που θεωρούνταν τεκμήριο εκείνη τη χρονιά, τότε στον πίνακα της ανάλωσης δεν συμπληρώνει τη διαφορά μεταξύ πώλησης και αγοράς, αλλά τα ποσά ολόκληρα της απόκτησης και της πώλησης του περιουσιακού στοιχείου.
Τέλος, υπάρχει μία σειρά ποσών τα οποία δεν θεωρούνται εισόδημα, παρ’ όλα αυτά μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ο φορολογούμενος για να καλύψει τα τεκμήριά του. Ενδεικτικά είναι:
● Κέρδη από τυχερά παιχνίδια.
● Εφάπαξ από τον ασφαλιστικό φορέα λόγω σύνταξης.
● Αποζημίωση απόλυσης.
● Αποζημίωση ασφαλιστικής εταιρείας.
● Κοινωνικό μέρισμα.
● Διατροφή που εισπράττει ο ένας σύζυγος από τον άλλο μετά το διαζύγιο.
● Δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών.
Χωριστές δηλώσεις συζύγων
Στις χωριστές δηλώσεις συζύγων δεν δύνανται τα εισοδήματα του ενός συζύγου να καλύψουν τα τεκμήρια του άλλου, καθώς τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης βαρύνουν κάθε σύζυγο ατομικά. Το ελάχιστο ποσό αντικειμενικών δαπανών για κάθε σύζυγο στην περίπτωση χωριστών δηλώσεων είναι 3.000 ευρώ.
Όσον αφορά τη δυνατότητα κάλυψης τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου, δεν μπορεί να γίνει επίκληση εισοδημάτων από τη χωριστή δήλωση του άλλου συζύγου. Σημειώνεται πως στις κοινές δηλώσεις προηγούμενων ετών κάθε σύζυγος μπορεί να επικαλεστεί ανάλωση κεφαλαίου μόνο από τα δικά του εισοδήματα.
Στις περιπτώσεις έγγαμων φορολογουμένων που έχουν γνωστοποιήσει την επιλογή τους για υποβολή χωριστής δήλωσης και ο ένας εκ των δύο συζύγων δεν έχει ποσοστό συνιδιοκτησίας στην κύρια κατοικία, είτε είναι ιδιόκτητη είτε δωρεάν παραχωρημένη, ούτε συμμετέχει ως μισθωτής στη μισθωμένη κύρια κατοικία, συμπληρώνει τον κωδικό 801 με τον ΑΦΜ του συζύγου και τον κωδικό 092 που αφορά τη φιλοξενία, επιλέγοντας, κατά την υποβολή της δήλωσης με χρήση της διαδικτυακής υπηρεσίας, την ένδειξη που έχει προστεθεί «συνοίκηση με σύζυγο».
topontiki.grΔημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις