Το όλο κλίμα αναμένεται να επιβαρυνθεί περαιτέρω καθώς η Ευρώπη και ο κόσμος συνολικά, δύο χρόνια μετά την πανδημική κρίση, βρίσκονται αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση εδώ και αρκετές δεκαετίες.

Κύμα έντονων κοινωνικών αντιδράσεων σαρώνει τη Γαλλία τις τελευταίες μέρες με αιχμή την ακρίβεια αλλά και την συνολική οικονομική συγκυρία. Στη χώρα, όπου ιστορικά υπάρχει έντονο το συλλογικό αίσθημα αντίδρασης, οι εικόνες των τελευταίων ημερών παραπέμπουν σε “καζάνι που βράζει”.

Το ράλι των τιμών, το αίτημα για αυξήσεις στους μισθούς αλλά και για μέτρα έναντι της κλιματικής αλλαγής έχουν βγάλει τους πολίτες στους δρόμους φέρνοντας σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση την κυβέρνηση. Σύμφωνα, δε, με τα συνδικάτα, την περασμένη Κυριακή 140.000 άνθρωποι συμμετείχαν σε μια πορεία που είχε σκοπό να καταγγείλει το υψηλό κόστος ζωής αλλά και τις πολιτικές της γαλλικής κυβέρνησης, στην οποία καταλογίζεται αδράνεια. Το όλο κλίμα έχει επιπλέον επιβαρυνθεί κι από την απεργία στα διυλιστήρια, που έχει επιφέρει μεγάλα ζητήματα στην αγορά καυσίμων, με μεγάλες ελλείψεις και ακραίες εντάσεις.

 

 

Ανάλογα βαρύ κλίμα, με το κοινωνικό φυτίλι αναμμένο, καταγράφεται και στη Μεγάλη Βρετανία όπου η νέα κυβέρνηση προσπαθεί να βρει βηματισμό, ενώ ήδη βέβαια στη γειτονική Ιταλία η συγκυρία έφερε την ακροδεξιά στο τιμόνι της χώρας. Ανάλογα είναι και τα “σήματα” από άλλες χώρες.

Είναι προφανές, ότι το κύμα δυσαρέσκειας, σε κάποιες χώρες “βουβό” σε κάποιες άλλες πιο ηχηρό, σαρώνει την κοινή γνώμη όλης της Ευρώπης που αναζητεί λύσεις και κοινό βηματισμό. Και το ερώτημα είναι πώς, πότε και αν, πέρα από τη Γαλλία, θα εκφραστεί, είτε σε επερχόμενες εκλογές είτε σε μαζικές αντιδράσεις.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση

Σε σχέση με τις ηγεσίες, πέρα από τους εθνικούς σχεδιασμούς, κύρια με μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης, ώστε να κατασιγαστούν αντιδράσεις, δε φαίνεται κάτι άμεσο. Και πάλι επιλέγεται μια μακρόσυρτη διαδικασία για να ληφθούν οι όποιες αποφάσεις, με τη Γερμανία και πάλι να προτάσσει τις εθνικές της προτεραιότητας “φρενάροντας” τις όποιες προσπάθειες συνεννόησης αλλά και πυροδοτώντας εντάσεις. Χαρακτηριστική η συνέντευξη η συνέντευξη του προέδρου Μ. Μακρόν στην εφημερίδα Les Echos πριν λίγες μέρες. “Είναι η στιγμή της αλήθειας για την Ευρώπη… και αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς, δεν πρέπει να υιοθετηθούν εθνικές στρατηγικές, αλλά μια ευρωπαϊκή στρατηγική τόνισε “φωτογραφίζοντας” τη Γερμανία.

Ακόμη πιο ηχηρή είναι η παρέμβαση του νομπελίστα Τζόζεφ Στίγκλιτς που σε άρθρο του στο Project Syndicate που αναδημοσίευσε χθες η Ναυτεμπορική αναφέρει ότι είναι “λάθος να πιστεύουμε ότι ο πόλεμος μπορεί να κερδηθεί με μια οικονομία σε καιρό ειρήνης. Καμία χώρα δεν επικράτησε ποτέ σε έναν σοβαρό πόλεμο αφήνοντας μόνες τις αγορές. Οι πόλεμοι αναπόφευκτα προκαλούν ελλείψεις και δημιουργούν απροσδόκητα κέρδη για κάποιους σε βάρος άλλων. Στην ιστορία, οι κερδοσκόποι του πολέμου έχουν συνήθως εκτελεστεί. Σήμερα, όμως, περιλαμβάνουν πολλούς παραγωγούς και εμπόρους ενέργειας που, αντί να οδηγηθούν στην αγχόνη, θα πρέπει να υποβληθούν σε φόρο κερδοφορίας.”

Στα πρόθυρα ύφεσης

Το όλο πάντως κλίμα αναμένεται να επιβαρυνθεί περαιτέρω καθώς η Ευρώπη και ο κόσμος συνολικά, δύο χρόνια μετά την πανδημική κρίση, βρίσκονται αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση εδώ και αρκετές δεκαετίες. “Οι διαταραχές προσφοράς στην ενέργεια, σε συνέχεια των προβλημάτων στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες, ωθούν τον πληθωρισμό σε ιστορικά υψηλά επίπεδα που έχουν να καταγραφούν από τη δεκαετία του 1980. Ειδικότερα για την ευρωπαϊκή οικονομία, ο φετινός χειμώνας θα είναι μια σημαντική δοκιμασία για τη μακροοικονομική και πολιτική σταθερότητά της, καθώς πολλές οικονομίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον ενεργειακό τους εφοδιασμό, εξαιτίας του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Ο πόλεμος αυτός είναι μια από τις σοβαρότερες γεωπολιτικές διαταραχές των τελευταίων δεκαετιών, με πολλαπλές οικονομικές διαστάσεις και, ως εκ τούτου, είναι πιθανόν να ενισχύσει την τάση της αποπαγκοσμιοποίησης, καθώς οι μεγάλες δυτικές οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης πλέον και της ευρωπαϊκής, επιδιώκουν μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας (decoupling) σε τομείς όπως η ενέργεια, τα τρόφιμα, οι βασικές πρώτες ύλες και η τεχνολογία” αναφέρει στην εβδομαδιαία της ανάλυση η Alpha Bank που τονίζει ότι “αν και πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν ανακοινώσει μέτρα δημοσιονομικής στήριξης, τα οποία διαφέρουν σε ένταση ανάλογα με τις δυνατότητές τους, για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων έναντι των πληθωριστικών πιέσεων, ωστόσο, η ενεργειακή κρίση εκτιμάται ότι θα ωθήσει τις περισσότερες οικονομίες σε σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, τους επόμενους μήνες. Παράλληλα, η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής θα περιορίσει την ικανότητα ορισμένων κυβερνήσεων να θωρακίσουν το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών με περαιτέρω δημοσιονομικές ενισχύσεις.”

Οι διαπιστώσεις αυτές προσθέτουν “εύφλεκτη” ύλη στο καζάνι της κοινωνικής δυσαρέσκειας που ήδη βλέπει ότι ο πόλεμος και τα αντίμετρα στη Ρωσία, πλήττουν και την ίδια την Ευρώπη. Εξού και η πρόσφατη αναφορά του Έλληνα υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα στη άτυπη συνεδρίαση του Eurogroup στην Ουάσινγκτον, στο περιθώριο της Ετήσιας Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Η Ρωσία

Από εκεί, έστειλε σαφές μήνυμα τόσο σε σχέση με το ποιοι ωφελουνται και ποιοι όχι από τις πρωτοβουλίες της ΕΕ. Χαρακτηριστικά, σημείωσε, δε, “πως η χώρα μας συμφωνεί ότι οι κυρώσεις θα πρέπει να μην πλήττουν τις οικονομίες της Ε.Ε. περισσότερο από τη ρωσική οικονομία, καθώς και να μην ανταμείβουν όσους συντάσσονται με τη Ρωσία ή παραμένουν ουδέτεροι, εκμεταλλευόμενοι τον πόλεμο προς το δικό τους, στενό συμφέρον, σε πλήρη αντίθεση με τις υποχρεώσεις τους ως μέλη του ΝΑΤΟ και σύμμαχοι της Δύσης” “φωτογραφίζοντας μεταξύ άλλων το ρόλο της Τουρκίας στην όλη κρίση.

Πάντως με βάση την Alpha Bank αν και αρχικά, οι δυτικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία επιδείνωσαν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ρωσίας, ωστόσο δε φαίνεται να την έπληξαν στο βαθμό που αναμενόταν. “Ο αποκλεισμός της ένατης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο από την πρόσβαση σε ξένη τεχνολογία έχει μειώσει τη δυναμική της ανάπτυξής της κατά το ήμισυ. Η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, η βαριά βιομηχανία της ρωσικής οικονομίας, είναι περίπου 3% χαμηλότερη από ό,τι πριν από την εισβολή και ενδέχεται να μειωθεί περαιτέρω μόλις τεθούν σε ισχύ τα ευρωπαϊκά εμπάργκο στις αρχές του επόμενου έτους (“As Europe falls into recession, Russia climbs out”, Economist, October 2022). Παρά τα προβλήματα αυτά, όμως, φαίνεται ότι η Ρωσία απέφυγε την οικονομική κατάρρευση, στηριζόμενη κυρίως σε εναλλακτικές αγορές για τις εξαγωγές, όπως η Ινδία και η Κίνα.

Αν και πολλοί αμφισβητούν τα επίσημα στοιχεία του ΑΕΠ, από ορισμένες αναλύσεις διαφαίνεται ήπια ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητάς της” αναφέρεται σχετικά

Γιώργος Αλεξάκης

news247.gr

AP PHOTO/DARKO BANDIC

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις