Οι Γερμανοί πολίτες βρέθηκαν μπροστά σε δύο εκ διαμέτρου διαφορετικές εικόνες το βράδυ των Ευρωεκλογών: ενώ ο πρόεδρος της Γαλλίας αντέδρασε στην ήττα του συνασπισμού του από την ακροδεξιά στις ευρωπαϊκές με την ανακοίνωση προκήρυξης βουλευτικών εκλογών, ο γερμανός Καγκελάριος είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης!
Ο Ολαφ Σολτς, ο μεγάλος ηττημένος της βραδιάς, έκανε μια σύντομη εμφάνιση στα κεντρικά γραφεία του κόμματός του για μερικές φωτογραφίες πριν εξαφανιστεί, αφήνοντας στα υπόλοιπα στελέχη του CDU το δυσάρεστο καθήκον να εξηγήσουν τους λόγους για την χειρότερη επίδοση των Σοσιαλδημοκρατών σε ομοσπονδιακές εκλογές μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο λόγος της τακτικής του «αόρατου ανθρωπου» είναι ίσως ότι ο Σολτς πίστευε ότι θα μπορούσε έτσι να αποφύγει την άμεση αντιμετώπιση των συνεπειών, μετά την ταπεινωτική ήττα του κόμματός του που έφτασε στην τρίτη θέση πίσω από το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), πιθανότατα κάνει λάθος. Ο Ολαφ Σόλτς λέει ένα 48ωρο μετά ότι οι πρόωρες εκλογές δεν είναι στο τραπέζι, αλλά πιθανότατα δεν εξαρτάται από αυτόν.
«Το γεγονός είναι ότι η κυβέρνηση συνασπισμού έχει καταψηφιστεί και ο Όλαφ Σολτς πρέπει να καλέσει σε νέες εκλογές όπως ο Μακρόν», δήλωσε ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Μάρκους Σέντερ, στη γερμανική δημόσια τηλεόραση την περασμένη Δευτέρα, ενώ ακόμη και ένας από τους βασικούς σχολιαστές των αριστερών πεποιθήσεων εφημερίδας «Die Zeit» κάλεσε για νέες εκλογές το συντομότερο – και αν είναι δυνατόν και μέσα σε αυτό το καλοκαίρι. «Όπως στη Γαλλία, οι ευρωπαϊκές εκλογές ήταν μια ψήφος δυσπιστίας προς την κυβέρνηση», έγραψε ο Άλαν Ποσενέρ.
Παρά τις προσπάθειες της επικοινωνιακής ομάδας του Σολτς να τον προστατέψει δια της απουσίας του, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι το αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής – που έδειξε ότι μόνο το 31% των Γερμανών υποστήριζε ένα από τα τρία κόμματα του συνασπισμού της Γερμανίας εν μέσω ρεκόρ συμμετοχής των ψηφοφόρων – ήταν τραγικό.
Μόλις δύο χρόνια και μισό από τη θητεία του, η διαλυμένη κυβέρνηση του Σολτς έχει φτάσει πια σε σημείο καμπής. Πλήττοντας από εσωτερικές διαμάχες και – κατά την άποψη των περισσότερων πολιτικών αναλυτών, απλά, ανικανότητα – ο Σολτς έχει προεδρεύσει της πιο αντιδημοφιλούς κυβέρνησης στη σύγχρονη γερμανική ιστορία, με πάνω από τα δύο τρίτα των Γερμανών να εκφράζουν δυσαρέσκεια με τον κυβερνητικό συνασπισμό. Η προσωπική του δημοτικότητα έχει επίσης σημειώσει αρνητικό ρεκόρ, με πάνω από το 70% των Γερμανών να είναι δυσαρεστημένοι με τον τρόπο που ασκεί διοίκηση.
Μετά από μια πολύ κακά μελετημένη και δύσκολα εφαρμόσιμη σχεδιαζόμενη πολιτική για τη μετάβαση της ενεργειακής υποδομής της Γερμανίας από τα ορυκτά καύσιμα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η κυβέρνηση του Σολτς υπέστη μια ταπεινωτική ήττα από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας, το οποίο έκρινε τον προϋπολογισμό της αντισυνταγματικό, ζητώντας τον επανασχεδιασμό του και την αφαίρεση των κονδυλίων που αφορούσαν την ενεργειακή μετάβαση με αυτό τον τρόπο. Ετσι, η απόφαση του περασμένου Νοεμβρίου στέρησε από τον κυβερνητικό συνασπισμό δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ που υπολόγιζε για να χρηματοδοτήσει το υπόλοιπο πρόγραμμά του.
Η συμμαχία βρίσκεται σε διαμάχη έκτοτε, με τα δύο αριστερά κόμματα, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Σολτς και τους Πράσινους, να βρίσκονται σε συνεχή αντιπαράθεση με το φιλελεύθερο Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP), που ηγείται ο Υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ λόγω της τραγικής αστοχίας του στον προϋπολογισμό.
Η συνταγματική «περιπλοκότητα» δεν είναι τυχαία. Είναι επί της ουσίας δικλείδα ασφαλείας. Εχει γίνει ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη της ασταθούς πολιτικής εποχής της Βαϊμάρης, που συνέβαλε στην άνοδο των ναζί. Ετσι οι συντάκτες του μεταπολεμικού συντάγματος της τότε Δ. Γερμανίας επιδίωξαν να διασφαλίσουν τη σταθερότητα, δημιουργώντας ένα πολιτικό σύστημα που απαιτούσε την ταχεία επίλυση των συγκρούσεων με όσο το δυνατόν λιγότερη διαταραχή.
Ως εκ τούτου, έθεσαν υψηλό πήχη για τις πρόωρες εκλογές.
Αυτή η αντιπαράθεση είναι βέβαιο ότι θα κορυφωθεί τις επόμενες εβδομάδες καθώς τα κόμματα του συνασπισμού κατευθύνονται προς τον τελικό γύρο των διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό του 2025. Τα κόμματα θέλουν να καταλήξουν σε συμφωνία μέχρι τις αρχές Ιουλίου πριν από τις καλοκαιρινές διακοπές, αλλά με όλες τις πλευρές να προσπαθούν να εξασφαλίσουν το καλύτερο δυνατό ωφελούμενες προσωπικά, σε μια προσπάθεια να σώσουν τα εκλογικά τους ποσοστά. Υπό αυτές τις συνθήκες και την «προσωπική ατζέντα» κάθε κόμματος του συνασπισμού, η συμφωνία φαίνεται απίθανη.
Η αποτυχία επίτευξης συμβιβασμού θα μπορούσε να προσφέρει στο FDP – το οποίο ήταν από την αρχή το «δύσκολο» μέλος του συνασπισμού, την ευκαιρία να αποχωρήσει από τη συμμαχία. Παλαιότερα παρά τις συνεχείς εντάσεις σε βασικά ζητήματα όπως ο προϋπολογισμός, το FDP έχει διστάσει να εγκαταλείψει τη συμμαχία. Αλλά μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα για το SPD και τους Πράσινους στις ευρωπαϊκές εκλογές, τα ποσοστά του FDP δείχνουν αυξητική τάση.
Μπορεί να διαλυθεί ο κυβερνητικός συνασπισμός;
Υπάρχει όμως και ένα μεγάλο πρόβλημα αναφορικά με την Γερμανία. Για να διαλυθεί ένας κυβερνητικός συνασπισμός και να προκηρυχθούν εκλογές είναι μια από τις πιο περίπλοκες διαδικασίες στην ομοσπονδιακή Βουλή. Δεν είναι απλά μια ανακοίνωση και ένα ΦΕΚ π.χ. όπως στην Ελλάδα. Και δια του λόγου το αληθές, από τη δημιουργία της πρώην Δυτικής Γερμανίας, μέχρι σήμερα, έχουν γίνει μόνο 5 προτάσεις δυσπιστίας.
Φυσικά αυτή η συνταγματική «περιπλοκότητα» δεν είναι τυχαία. Είναι επί της ουσίας δικλείδα ασφαλείας. Εχει γίνει ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη της ασταθούς πολιτικής εποχής της Βαϊμάρης, που συνέβαλε στην άνοδο των ναζί. Ετσι οι συντάκτες του μεταπολεμικού συντάγματος της τότε Δ. Γερμανίας επιδίωξαν να διασφαλίσουν τη σταθερότητα, δημιουργώντας ένα πολιτικό σύστημα που απαιτούσε την ταχεία επίλυση των συγκρούσεων με όσο το δυνατόν λιγότερη διαταραχή.
Ως εκ τούτου, έθεσαν υψηλό πήχη για τις πρόωρες εκλογές.
Υπάρχουν δύο τρόποι για ψήφο εμπιστοσύνης στη Γερμανία. Σύμφωνα με τον πρώτο, γνωστό ως «εποικοδομητική ψήφος δυσπιστίας», μπορεί να υπάρξει ψήφος δυσπιστίας και το κοινοβούλιο να αποπέμψει τον καγκελάριο, αλλά όμως μόνο αν ψηφίσει έναν αντικαταστάτη μέσα σε 48 ώρες.
Ο δεύτερος τρόπος είναι ο ίδιος ο καγκελάριος να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, κάτι όμως που δεν συνηθίζεται και συνήθως έχει χρησιμοποιηθεί ως απειλή προς τα άλλα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού σε περιπτώσεις που αυτά αντιδράσουν έντονα σε ένα νομοσχέδιο ή μια υπουργική απόφαση. Αλλά ακόμη κι αν προχωρήσει σε ψήφο εμπιστοσύνης και την χάσει, τον τελευταίο λόγο τον έχει ο Πρόεδρος της Γερμανικής δημοκρατίας από αυτόν θα εξαρτηθεί αν θα αποφασίσει νέες εκλογές.
Δύσκολες εξισώσεις…
Μπορεί λοιπόν να μην υπάρξει πρόταση δυσπιστίας ή να μην ζητηθεί ψήφος εμπιστοσύνης, όμως οι εκκλήσεις για πρόωρες εκλογές να αρχίσουν να γίνονται πολλές και σε υψηλούς τόνους, από τον Σεπτέμβριο, ζητώντας από τον Ολαφ Σόλτς να παραιτηθεί. Ο λόγος δεν θα είναι το – τυπικό – τέλος των διακοπών του γερμανικού λαού, αλλά οι εκλογές που θα διεξαχθούν στο ανατολικό τμήμα της χώρας (την πάλαι ποτέ Ανατολική Γερμανία) στην οποία κατά ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας, το εκλογικό σώμα εκλέγει ως πρώτο κόμμα το ακροδεξιό AfD.
Και ειδικά αν τα ποσοστά του CDU παραμείνουν τα ίδια (δεν συζητάμε την περίπτωση που αυτά μειωθούν) και δεν αυξηθούν, τότε ο συνασπισμός του θα αρχίζει να μετρά τον χρόνο αντίστροφα και οι μέρες του Ολαφ Σολτς στη θέση του Καγκελάριου της Γερμανίας θα είναι μετρημένες…
neostrategy.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις