Σχεδόν ένα χρόνο από τον πόλεμο στη Γάζα, η αίσθηση του φόβου στο Ισραήλ είναι διάχυτη. Μετά τις δολοφονίες του στρατιωτικού ηγέτη της Χεζμπολάχ και του ηγέτη της Χαμάς μέσα σε λίγες ώρες, στη Βηρυτό και την Τεχεράνη αντίστοιχα, πριν από περίπου δύο εβδομάδες, οι Ισραηλινοί περιμένουν με αγωνία επίθεση αντιποίνων από το Ιράν και τους περιφερειακούς συμμάχους του.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν κάποιες ενδείξεις από το Ιράν ότι δεν επιδιώκει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο, ο φόβος για περιφερειακή κλιμάκωση είναι έντονος στην ισραηλινή κοινωνία. Ούτε ο Πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου ούτε κάποιος άλλος Ισραηλινός ηγέτης έχει δημόσια απαντήσει στις ανησυχίες των πολιτών ή έχει αναλύσει πώς θα αντιδράσει το Ισραήλ, πέραν της δήλωσης ότι η χώρα είναι προετοιμασμένη και θα πληρώσουν βαρύ τίμημα όποιοι της επιτεθούν.

Η καθημερινή ζωή συνεχίζεται, αν και η ισραηλινή κοινωνία βρίσκεται υπ’ ατμόν. Μετά από δέκα μήνες, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν συνηθίσει σε αυτό. Πηγαίνουν στις δουλειές τους ή στην παραλία, τα παιδιά πηγαίνουν σε καλοκαιρινές κατασκηνώσεις. Ωστόσο, ορισμένοι έχουν αρχίσει να αποθηκεύουν τρόφιμα και γεννήτριες. Οι περισσότερες πτήσεις προς και από το Ισραήλ έχουν ακυρωθεί, εμποδίζοντας τους ανθρώπους να φύγουν και αφήνοντας πολλούς Ισραηλινούς εγκλωβισμένους στο εξωτερικό. Ενώ τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης έχουν γεμίσει με εικασίες και σενάρια για ολοκληρωτικό πόλεμο από σχεδόν κάθε κατεύθυνση: τη Χεζμπολάχ στον βορρά, το Ιράν στην ανατολή, τους Χούθι στα νοτιοανατολικά και τη Χαμάς στο νότο.

 

Διχασμός «βορρά-νότου»

Ακόμα και πριν από αυτήν την κλιμάκωση, πολλοί Ισραηλινοί, ειδικά αυτοί που ζουν στον βορρά, ζητούσαν από την κυβέρνηση να εισβάλει στον Λίβανο, σαν να υπάρχει ένα μαγικό κουμπί που μπορούν να πατήσουν για να απαλλαγούν από την απειλή της Χεζμπολάχ.
Μια πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι η πλειοψηφία των Ισραηλινών θέλει η χώρα να λάβει πιο επιθετική στρατιωτική δράση εναντίον της Χεζμπολάχ, αν και είναι απογοητευμένοι με την ηγεσία. Πολλοί από τους επικριτές είναι δημάρχοι και πρόεδροι κοινοτήτων  που παρά το γεγονός ότι έχουν καταδικάσει την κυβέρνηση Νετανιάχου για την αποτυχία του στο να είναι ασφαλές το Ισραήλ, ζητούν παράλληλα από τον ίδιο να δώσει εντολή στον στρατό να επικεντρωθεί στον Λίβανο για την αποκατάσταση της ασφάλειας στον βορρά του Ισραήλ.

 

Κοινωνία απεγνωσμένων

Στην ζωή μου στο Ισραήλ και στην έρευνα και ανάλυση που κάνω για την πολιτική και την ασφάλεια της χώρας, παρατηρώ μια κοινωνία που έχει καταληφθεί από απόγνωση αλλά δεν ξέρει πώς να βρει μια διέξοδο. Η ισραηλινή κοινή γνώμη  βρίσκεται σε μια συνεχή κατάσταση αντίφασης. Νωρίτερα αυτό το καλοκαίρι, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι το 72% των Ισραηλινών ήθελαν τον Νετανιάχου να παραιτηθεί. Τον θεωρούν υπεύθυνο όχι μόνο για την αποτυχία να προστατεύσει τους Ισραηλινούς στις 7 Οκτωβρίου, αλλά και για την καθυστέρηση, την υπονόμευση και την απόρριψη μιας συμφωνίας για την απελευθέρωση ομήρων, την οποία η πλειοψηφία – 56% – θέλει, ακόμη και αν σημαίνει τη λήξη του πολέμου στη Γάζα.
Ένα μεγαλύτερο ποσοστό της τάξης του 62% δήλωσε ότι η επιστροφή των ομήρων είναι πιο σημαντική από την ήττα της Χαμάς.

Από την άλλη, ενώ μια μικρή μειοψηφία αντιτίθεται στον πόλεμο στη Γάζα για ηθικούς λόγους, οι περισσότεροι Ισραηλινοί παραμένουν αδιάφοροι για τα δεινά των Παλαιστινίων, με αναφορές για λιμοκτονία, ασθένειες και λοιμώξεις λόγω των άθλιων συνθηκών στη Γάζα να μην είναι σχεδόν ποτέ είδηση.

Μετά την ομιλία του Νετανιάχου στο Κογκρέσο τον περασμένο μήνα, οι Ισραηλινοί που ρωτήθηκαν είπαν ότι ο Νετανιάχου θεωρείται πιο κατάλληλος για πρωθυπουργός από οποιονδήποτε από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Και μετά την «διπλή» δολοφονία που ακολούθησε την επόμενη εβδομάδα, το κόμμα Λικούντ του Νετανιάχου προηγήθηκε στις δημοσκοπήσεις για πρώτη φορά από τις 7 Οκτωβρίου. Αυτό μπορεί να αντικατοπτρίζει λιγότερο την ανάκτηση της δημοτικότητας του Νετανιάχου και περισσότερο την δυσλειτουργική παράλυση που έχει καταλάβει την ισραηλινή πολιτική μετά τις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις.

 

Ο Νετανιάχου δεν ήθελε ποτέ ειρήνη

Παρά αυτά τα αντιφατικά συναισθήματα, φαίνεται τώρα σαφές στους περισσότερους Ισραηλινούς ότι ο Νετανιάχου δεν ήταν ποτέ δεσμευμένος να εξασφαλίσει μια συμφωνία για τους ομήρους. Ανώτατοι αξιωματούχοι ασφαλείας το έχουν πει ξεκάθαρα. Ακόμη και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν,  φέρεται να  επέκρινε τον Νετανιάχου γι’ αυτή του τη στάση σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν.

Όπως επεσήμανε ο πρώην αναπληρωτής επικεφαλής της εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ Εράν Ετσιόν, ο Νετανιάχου έχει μια “σαφή στρατηγική με έναν υπέρτατο στόχο – να επιβιώσει στην εξουσία, με κάθε κόστος.” Αυτό σημαίνει την παράταση και ακόμη και την κλιμάκωση του πολέμου στη Γάζα για τη δική του πολιτική επιβίωση – διότι η επίτευξη μιας εκεχειρίας θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάρρευση του κυβερνητικού του μπλοκ.

Γάζα, Αύγουστος του 2024…

Οι υπουργοί της ακροδεξιάς στην κυβέρνηση Νετανιάχου απορρίπτουν συνεχώς μια συμφωνία εκεχειρίας/ομήρων, επιδιώκοντας ανοιχτά την εφαρμογή της μεσσιανικής τους οπτικής για την κυριαρχία των Εβραίων σε όλη την περιοχή μεταξύ του ποταμού και της θάλασσας, ακόμη και αν αυτό έχει σαν αποτέλεσμα έναν περιφερειακό πόλεμο. Βλέποντας την εντυπωσιακή ακρίβεια των πληροφοριών και των επιχειρήσεων που επέδειξε το ισραηλινό σύστημα ασφαλείας στη Βηρυτό και πιθανότατα στην Τεχεράνη, ακούς ανθρώπους να αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν το Ισραήλ, με όλες αυτές τις ικανότητες, να μην μπορεί να νικήσει τη Χαμάς ή τουλάχιστον να καταφέρει να επιστρέψουν οι όμηροι από την Χαμάς πίσω.

 

Η μεγάλη πληγή της ισραηλινής ακροδεξιάς

Ωστόσο, όσο κι αν πολλοί Ισραηλινοί συμφωνούν, δεν μπορούν να ανατρέψουν την κυβέρνηση ή να την ωθήσουν σε κάποιον άλλον εναλλακτικό (πολιτικό) δρόμο.
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό. Για δεκαετίες, το Ισραήλ έχει αψηφήσει τη διεθνή κοινή γνώμη και τώρα – σύμφωνα με το Διεθνές Δικαστήριο – και το διεθνές δίκαιο στα κατεχόμενα εδάφη, δημιουργώντας μια κουλτούρα ανομίας και ατιμωρησίας. Το έργο των εποικισμών, και μαζί του η βία των εποίκων, αφηγείται μια ιστορία κανονικοποιημένης βίας, από-ανθρωποποίησης των Παλαιστινίων και της αλαζονείας της εξουσίας, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τύφλωση της ηγεσίας απέναντι στις ενδείξεις που τελικά οδήγησαν στο μακελειό της 7ης Οκτωβρίου.

Μέσα στο Ισραήλ, ακροδεξιοί όχλοι πρόσφατα εισέβαλαν σε κέντρο κράτησης και στρατιωτική βάση για να διαμαρτυρηθούν για τη σύλληψη στρατιωτών που κατηγορούνται για βασανισμό Παλαιστίνιου κρατουμένου.

Η εικοσαετής εκστρατεία της ισραηλινής δεξιάς, υπό την ηγεσία του Νετανιάχου, να κυριαρχήσει στα μέσα ενημέρωσης, να υπονομεύσει θεσμούς όπως το Ανώτατο Δικαστήριο και να δαιμονοποιήσει Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς που δεν συμφωνούν με την πολιτική γραμμή, έχει δημιουργήσει ένα κενό τόσο στην πολιτική όσο και στην κοινωνία των πολιτών.
Μια κοινωνία που είναι ανίκανη πλέον, να θέσει ως στόχο της πολιτικής της, τη διάσωση ζωών, μια αδιαφορία που φαίνεται να εκτείνεται από τις παλαιστινιακές ζωές μέχρι τις ισραηλινές.

Ο «ιερός στρατός» καλύπτει τα πάντα…

Ίσως ο πιο κρίσιμος λόγος για την αδυναμία της ισραηλινής κοινωνίας να επιφέρει πολιτική αλλαγή είναι ότι θεωρεί τον στρατό ιερό και βασίζεται πολύ στη χρήση στρατιωτικής δύναμης για να διατηρήσει μια αίσθηση ελέγχου και σταθερότητας. Είναι μια κοινωνία που, μετά από δεκαετίες συνεχούς σύγκρουσης με τους Παλαιστινίους, έχει πειστεί ότι οποιαδήποτε συμβιβασμός ή διπλωματία κάνει το Ισραήλ να φαίνεται αδύναμο και μπορεί μόνο να οδηγήσει σε ήττα, ένα συναίσθημα που έχει ενισχυθεί πολλαπλά μετά τις 7 Οκτωβρίου.

Σήμερα, ούτε ένας Εβραίος ηγέτης της αντιπολίτευσης στο Ισραήλ δεν μιλάει για λύση δύο κρατών και ούτε ένα Εβραϊκό κόμμα στο Ισραήλ δεν ψήφισε κατά της πρόσφατης απόφασης της Κνεσέτ που αντιτίθεται στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους,  δείχνοντας έτσι ότι ακόμη και αυτοί που αντιτίθενται σθεναρά στον Νετανιάχου απορρίπτουν την παλαιστινιακή αυτοδιάθεση.

 

Της  Mairav Zonszein*

* Η Mairav Zonszein είναι δημοσιογράφος και σχολιάστρια που καλύπτει την ισραηλινή πολιτική και την αμερικανική εξωτερική πολιτική για πάνω από μια δεκαετία. Το έργο της έχει δημοσιευτεί στους New York Times, Washington Post, και New York Review of Books, μεταξύ άλλων. Εντάχθηκε στο International Crisis Group τον Ιανουάριο του 2021 ως κύρια αναλύτρια για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη.
Το άρθρο-ανάλυση  δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα:
Τheintercept.com

neostrategy.gr

 

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις