Τα σενάρια, τα πιθανά ενδεχόμενα και τα νέα δεδομένα που δημιουργεί η «επιστροφή» των ΗΠΑ

Σφοδρή επίθεση εξαπέλυσε κατά του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, γνωστή, μεγάλη εφημερίδα των Αθηνών, κατηγορώντας τον, εμμέσως πλην σαφώς, ότι με διαρροές που πρέρχονταν από το γραφείου του, είχε αφήσει να διαφανεί ότι ήταν ο ίδιος που δεν ήθελε να μετάσχει στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν. Συνάντηση που πραγματοποιήθηκε χτες στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες.

Μάλιστα, η εφημερίδα διερωτάται εάν είναι δυνατόν μετά από κάτι τέτοιο να παραμένει ακόμα στον υπουργικό θώκο του ο υπουργός Εξωτερικών. Όλα αυτά έρχονται σε μια περίοδο, μετά το «θερμό» λεκτικό επεισόδιο που είχε ο Ν. Δένδιας στη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Τούρκο ομόλογό του στην Άγκυρα και τις διαρροές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες εβδομάδες για σενάρια ανασχηματισμού και «αναδόμησής» του.

«Τέθηκε θέμα συμμετοχής του κ. Δένδια στη συνάντηση αυτή;», διερωτάται η εφημερίδα. Και προσθέτει: «Κι αν τέθηκε, ο πρωθυπουργός είναι δυνατόν να αποδέχθηκε την, μέσω προσωπικής εισηγήσεως, ουσιαστικά άρνηση του υφισταμένου του να συμμετάσχει; Και παραμένει ακόμη υπουργός ο κ. Δένδιας; Είμαστε με τα καλά μας;»

Σε άλλο σημείο, επίσης, αναφερόμενη σε δημοσίευμα -αντιπολιτευόμενης, πλην όμως φίλα προσκείμενης σε κύκλους της Νέας Δημοκρατίας- καθημερινής εφημερίδας, γράφει ότι «τα ίδια φιλικά προς τον υπουργό Εξωτερικών ΜΜΕ» αφήνουν να εννοηθεί ότι ο πρωθυπουργός είναι ανοιχτός στο να διευρυνθεί η ατζέντα των συνομιλιών με την Τουρκία και πέραν του μοναδικού θέματος που η Ελλάδα δέχετα διαχρονικά (υφαλοκρηπίδα καθορισμός οικονομικών ζωνών).

Διερωτάται, δε, εάν «ένας αθώος πολίτης» μπορεί να εκλάβει τη μη συμμετοχή Δένδια στη συνάντηση «επειδή διαφωνεί με το άνοιγμα της ατζέντας».

Η συνάντηση

Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, η απόφαση να μην μετάσχει ο υπουργός Εξωτερικών στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν είχε ληφθεί τουλάχιστον μια εβδομάδα προτού αυτή γίνει.

Και, βέβαια, η σύνθεση των «ομάδων» που μετέχουν σε τέτοιου είδους συναντήσεις δεν εξαρτάται μόνο από τις επιθυμίες της μιας πλευράς. Ωστόσο, τα «αιτήματα» της μιας ή της άλλης πλευράς γίνονται αντικείμενο διαβούλευσης και τελικής συμφωνίας του σχήματος.

Να σημειωθεί πως αρχικώς ελέχθη ότι στη συνάντηση θα πάρουν μέρος αυστηρά μόνον οι Μητσοτάκης και Ερντογάν, παρουσία μεταφραστή, διότι ο Τ. Ερντογάν, αν και καταλαβαίνει καλά τα Αγγλικά, δεν θέλει να τα μιλάει.

Στη συνέχεια, σύμφωνα με ελληνικές κυβερνητικές πηγές, μετά το αίτημα της πλευράς Ερντογάν να αναλάβει χρέη διερμηνέα στη συνάντηση ο προεδρικός σύμβουλος, Ιμπραήμ Καλίν, στο τετ α τετ συμμετείχε από την ελληνική πλευρά και η επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, Ελένη Σουρανή.

Να σημειωθεί, πάντως, πως στις περιπτώσεις συναντήσεων επικεφαλής χωρών, ο ρόλος των υπουργών Εξωτερικών που τους συνοδεύουν, ακόμα και όταν παραβρίσκονται στις συναντήσεις, είναι μεν σημαντικός, αλλά -λόγω και του πρωτοκόλλου- είναι κυρίως «υποστηρικτικός».

Ανεξαρτήτως τι μεσολάβησε μέχρι τη συνάντηση, η εικόνα που εδόθη, ήταν ότι σε αυτή τη φάση οι όποιες διευθετήσεις στα ελληνο-τουρκικά κινούνται πλέον σε επίπεδο κορυφής.

Αξιον προσοχής είναι ότι οι Σουρανή και Καλίν ήταν εκείνοι που πέρυσι το καλοκαίρι, και ενώ είχαν ήδη αρχίσει οι τουρκικές επιθετικές κινήσεις, κατόπιν γερμανικής πρωτοβουλίας, είχαν συναντηθεί στο Βερολίνο, όπου φέρονται να συμφώνησαν έναν «οδικό χάρτη» για τα ελληνο-τουρκικά.

Τότε, μάλιστα, υπήρξε έντονη φημολογία, σύμφωνα με την οποία την συνάντηση είχε πληροφορηθεί το υπουργείο Εξωτερικών την τελευταία στιγμή. Πάντως, διαρροές εκ μέρους του υπουργείου έκαναν λόγο περί του αντιθέτου.

Οπως και να ‘χει, χτες, μαζί με τον πρωθυπουργό στις Βρυξέλλες ταξίδεψαν οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, Ν. Δένδιας και Ν. Παναγιωτόπουλος. Ωστόσο, η παρουσία των δύο τελευταίων στη Σύνοδο πέρασε σχεδόν απαρατήρητη.

Παρ’ ότι οι Ελληνες υπουργοί και πολιτικοί συνηθίζουν να είναι λαλίστατοι και σπεύδουν να «τιτιβίζουν» συνεχώς μέσω twitter για ενδεχόμενες συναντήσεις που έχουν με ξένους ομολόγους τους, χτες οι δύο υπουργοί φαίνεται ότι δεν είχαν καμία -τουλάχιστον επίσημη- συνάντηση.

Αντίθετα, η πλευρά Ερντογάν έσπευσε να διαφημίζει τις συναντήσεις που είχε, παρουσία Τσαβούσογλου και Ακάρ, σε αρκετές από τις επαφές με επικεφαλής μεγάλων δυνάμεων.

Έσπασε ο πάγος;

Σήμερα, πάντως, ο υπουργός Εξωτερικών, από τη Λιθουανία την οποία επισκέφθηκε, μιλώντας για τη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, είπε ότι ήταν μια συνάντηση «για να σπάσει ο πάγος», και ότι «οι διαφορές είναι μεγάλες και σημαντικές».

Από τη μεριά της, η πλειοψηφία των φιλοκυβερνητικών εφημερίδων της Τουρκίας, δίνει έμφαση στη συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν και στη δήλωση του προέδρου της Τουρκίας ότι «δεν υπάρχει πρόβλημα που δεν μπορεί να λυθεί» στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις.

Ο τουρκικός Τύπος, ωστόσο, κάνει αναφορές και στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν. Χαρακτηριστικά, η φιλοκυβερνητική εφημερίδα, Sabah, αναφέρει ότι οι δύο τους συζήτησαν, εκτός από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, την κατάσταση της «τουρκικής», όπως την χαρακτηρίζει η Άγκυρα, μειονότητας στη «Δυτική» Θράκη.

Η επίσης φιλοκυβερνητική, Türkiye, επισημαίνει ότι, μεταξύ άλλων, το Κυπριακό βρέθηκε στην ατζέντα της συνάντησης του Μέρκελ-Ερντογάν, ενώ η Akşam γράφει ότι στη διάρκεια μιας ώρας συνάντηση με τον Ελληνα πρωθυπουργό συμφωνήθηκε η δυνατότητα επικοινωνίας με απευθείας γραμμή.

Ελληνο-τουρκικά χωρίς ΗΠΑ και ΕΕ

Αν κρίνει κανείς, ωστόσο, από τις δηλώσεις Ερντογάν, ο Τούρκος πρόεδρος εστίασε ιδιαίτερα στη γνωστή θέση της Αγκυρας ότι η Ελλάδα και η Τουρκία πρέπει να τα «βρουν» μόνες τους. Πολύ περισσότερο, να αποκοπούν τα ελληνο-τουρκικά από τις ευρω-τουρκικές και αμερικανο-τουρκικές σχέσεις.

Ο ίδιος, πάντως, είπε ότι συμφωνεί με τις δηλώσεις Μητσοτάκη και ότι συμμερίζεται «την ιδέα ότι θα είναι μια ήσυχη χρονιά», ενώ ανέφερε ότι «είχαμε μια καλή συνάντηση».

«Στην πραγματικότητα -δήλωσε- πρέπει να πραγματοποιούμε τις συναντήσεις μας διμερώς, ακόμα και να επικοινωνούμε σε ιδιωτική γραμμή (σ.σ. απευθείας τηλεφωνική γραμμή), εάν είναι απαραίτητο. Δεν έχει νόημα να βάζουμε κάποιον ανάμεσα μας».

Και συμπλήρωσε: «Είτε στο Αιγαίο, είτε σε άλλες περιοχές, του είπα “Ας μην εμπλέκουμε τρίτες χώρες ή άτομα σε αυτή τη δουλειά. Οπότε, αν υπάρξουν δύσκολες στιγμές, μπορείτε εύκολα να με καλέσετε από την ιδιωτική γραμμή, και θα σας καλέσω κι εγώ από την ιδιωτική γραμμή“. Ας κάνουμε, λοιπόν, τα βήματά μας ως Τουρκία και Ελλάδα χωρίς προβλήματα. Ας θέσουμε αυτά τα ζητήματα στο τραπέζι. Αφήστε τους φίλους, στους οποίους αναθέτουμε να δουλέψουν πάνω σε αυτά τα ζητήματα. Ετσι, θα λάβουμε την τελική απόφαση και θα προβούμε στα βήματα που χρειάζονται».

Είπε ακόμα ότι υπάρχουν προβλήματα που μπορούν να μπουν ή και να αφαιρεθούν από το τραπέζι της διαπραγμάτευσης, έτσι που «αυτό το τραπέζι δεν θα είναι τραπέζι προβλημάτων, αλλά θα έχει γίνει τραπέζι λύσεων. Και οι δύο ηγέτες θα το έχουν καταφέρει μεταξύ τους».

Πολιτική των κανονιοφόρων

Ενδιαφέρον έχει, ωστόσο, η ματιά της γερμανικής εφημερίδας, Süddeutsche Zeitung.

«Κανένα άλλο κράτος του ΝΑΤΟ -γράφει- δεν έχει αυτήν την περίοδο τόσο έντονες συγκρούσεις με τις ΗΠΑ -το σημαντικότερο μέλος της Συμμαχίας- όσο η Τουρκία.

Από την άλλη, στις Βρυξέλλες ο Μπάιντεν χαρακτήρισε ως «ιερό καθήκον» των ΗΠΑ να υπερασπίζονται την Ευρώπη, τον Καναδά και την Τουρκία σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Χάρτη του ΝΑΤΟ.

Με άλλα λόγια: Παρά την διαμάχη και τις τριβές, φαίνεται καταρχήν καθαρά ότι η Ουάσιγκτον δεν θέλει σε καμία περίπτωση να χάσει την Άγκυρα ως κράτος του ΝΑΤΟ».

Στα πολλά επίμαχα ζητήματα των αμερικανο-τουρκικών και ευρω-τουρκικών σχέσεων, υπογραμμίζει η εφημερίδα, «πρέπει να προστεθεί η επιθετική τακτική της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο.

Ούτε το ΝΑΤΟ ούτε η ΕΕ συγχωρούν την Τουρκία για την πολιτική των κανονιοφόρων. Και σε αυτό το σημείο το μόνο που είναι απαραίτητο να γίνει, είναι να πέσουν οι τόνοι. Τουλάχιστον, ο Ερντογάν κάθισε να συζητήσει με τον Μητσοτάκη».

Προς τα που θα πάει η Τουρκία;

Ωστόσο, κατά τη γερμανική εφημερίδα, «τίθεται το ερώτημα: Πού βλέπει τον ευατό της η Τουρκία στο μέλλον; Η χώρα θέλει -και αυτό δεν είναι μόνο η επιθυμία του αρχηγού του κράτους, Ερντογάν- να καταστεί περιφερειακή δύναμη στην Εγγύς και την Μέση Ανατολή.

Η Άγκυρα ακολουθεί από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά μια αμφιταλαντευόμενη πολιτική. Παρ’ ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ, επιδιώκει ταυτόχρονα καλές σχέσεις με την Ρωσία. Η Μόσχα είναι εταίρος και ταυτόχρονα περιφερειακός ανταγωνιστής της Άγκυρας, για παράδειγμα στην Συρία.

Αλλά και οι σχέσεις της Τουρκίας με την Κίνα, ειδικά στο οικονομικό πεδίο, είναι πολύ πιο στενές απ’ ό,τι θα ήθελαν οι ΗΠΑ, ειδικά σε μια εποχή που η Ουάσινγκτον επιδιώκει να θέσει όρια στο ανερχόμενο Πεκίνο.

Η εναρμόνιση αυτής της επίμονης τουρκικής προσπάθειας για ανεξαρτησία και περιφερειακή υπεροχή ταυτόχρονα με τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ θα απασχολήσει την δυτική Συμμαχία τα επόμενα χρόνια».

Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις